Μπριγκίτε Μπίρλαϊν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μπριγκίτε Μπίρλαϊν
Καγκελάριος της Αυστρίας
Περίοδος
3 Ιουνίου 2019 – 7 Ιανουαρίου 2020
ΠρόεδροςΑλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν
ΠροκάτοχοςΧάρτβιγκ Λέγκερ
ΔιάδοχοςΣεμπάστιαν Κουρτς
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση25 Ιουνίου 1949 (70 ετών), Βιέννη
ΕθνότηταΑυστριακή
ΥπηκοότηταΑυστριακή
Πολιτικό κόμμαΑνεξάρτητη
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο της Βιέννης
ΕπάγγελμαΔικαστικός Πολιτικός
ΒραβεύσειςΜέγα Αργυρούν Παράσημο Τιμής με Τιμητική Κορδέλα της Δημοκρατίας της Αυστρίας (2005)[1]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Μπριγκίτε Μπίρλαϊν (Brigitte Bierlein, [bʁiˈɡɪtə ˈbiːɐ̯laɪ̯n] ; 25 Ιουνίου 1949) είναι Αυστριακή νομικός και πολιτικός, οποία υπηρέτησε ως καγκελάριος της Αυστρίας από τις 3 Ιουνίου 2019 μέχρι και τις 7 Ιανουαρίου 2020. Είναι η πρώτη γυναίκα που κατέχει αυτήν τη θέση. Ήταν η γενική εισαγγελέας του Γραφείου του Εισαγγελέα - ουσιαστικά η γενική εισαγγελέας της χώρας - από το 1990 έως το 2002 και μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της Διεθνούς Ένωσης Εισαγγελέων από το 2001 έως το 2003. Το 2003 η Μπίρλαϊν έγινε μέλος του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Από τον Ιανουάριο του 2018 έως τον Ιούνιο του 2019, υπηρέτησε ως πρόεδρος του ίδιου Δικαστηρίου και έγινε η πρώτη γυναίκα που κατείχε την θέση αυτή.

Μετά την υπόθεση Ίμπιζα, ο Αυστριακός πρόεδρος Αλέξανδρος Βαν ντερ Μπέλεν διόρισε ως καγκελάριο την Μπίρλαϊν στις 3 Ιουνίου 2019, έπειτα από κοινοβουλευτική πρόταση μομφής, η πρώτη επιτυχής πρόταση μη εμπιστοσύνης στην αυστριακή σύγχρονη ιστορία, που κατέρριψε την κυβέρνηση του Σεμπάστιαν Κουρτς. Είναι η πρώτη γυναίκα σε αυτό το ρόλο στην Αυστρία και υπηρέτησε μέχρι να αναλάβει η νέα κυβέρνηση που προήλθε μετά τις εθνικές εκλογές του 2019.[2]

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μπριγκίτε Μπίρλαϊν γεννήθηκε στις 25 Ιουνίου 1949 στην Αυστρία, κατά την διάρκεια της κατοχής της Αυστρίας από τους Συμμάχους. Ο πατέρας της ήταν δημόσιος υπάλληλος και η μητέρα της, παρόλο που σπούδασε ζωγραφική, ήταν νοικοκυρά. Η Μπίρλαϊν σπούδασε στο Gymnasium Kundmanngasse, από όπου αποφοίτησε το 1967. Αρχικά ήθελε να σπουδάσει ζωγραφική ή αρχιτεκτονική κι έφτασε κοντά στο να εισαχθεί στο Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Τεχνών. Ωστόσο, τελικά επέλεξε να σπουδάσει νομική, λαμβάνοντας υπόψη εν μέρει τις συμβουλές της μητέρας της και εν μέρει επειδή δεν ήθελε να είναι βάρος στους γονείς της για τα χρήματα. Η Μπίρλεϊν φοίτησε στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, από όπου έλαβε το διδακτορικό της στην νομική το 1971.

Καριέρα ως δικαστής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εργάστηκε για τέσσερα χρόνια ως ασκούμενη δικαστής πριν εισαχθεί επίσημα στο δικαστικό σώμα το 1975. Για τα δυο επόμενα χρόνια προέδρευσε σε δικαστήρια, αρχικά στο πρωτοβάθμιο περιφερειακό δικαστήριο της Κεντρικής Βιέννης (Bezirksgericht Innere Stadt Wien) και έπειτα στο Ποινικό Περιφερειακό Δικαστήριο της Βιέννης (Strafbezirksgericht Wien), που πλέον δεν υφίσταται. Στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο Κεντρικής Βιέννης ασχολήθηκε κυρίως με περιπτώσεις μίσθωσης κατοικιών.

Το 1977 η Μπίρλαϊν εγκατέλειψε το δικαστικό σώμα ώστε να εργαστεί στο γραφείο της Εισαγγελίας (Staatsanwaltschaft Wien) στην Βιέννη. Είχε την ευθύνη για τις ποινικές υποθέσεις γενικού και ποινικού ενδιαφέροντος αλλά και για τις ποινικές υποθέσεις πάνω στο δίκαιο των ΜΜΕ, υποθέσεις τις οποίες συνήθως χειρίζονταν εξειδικευμένοι νομικοί και δικαστές στην Αυστρία. Το 1986 η Μπίρλαϊν προήχθη στην Γενική Εισαγγελία της Βιέννης (Oberstaatsanwaltschaft Wien). Ήταν πια μια διακεκριμένη δημόσιος υπάλληλος, η οποία εργάστηκε σε ένα από τα πέντε ανώτερα ποινικά επιμελητήρια της χώρας. Το 1987 εργάστηκε για λίγους μήνες στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, στο Τμήμα Ποινικού Δικαίου, και αργότερα επέστρεψε στην θέση του εισαγγελέα.

Το 1990 διορίστηκε συνήγορος στην εισαγγελική υπηρεσία που συνδέεται άμεσα με το Ανώτατο Δικαστήριο της Αυστρίας. Έγινε τότε η πρώτη γυναίκα που υπηρέτησε σε αυτήν την θέση.

Την ίδια χρονιά, η Μπίρλαϊν έγινε μέλος του εκτελεστικού οργάνου δικαστών και εισαγγελέων στο Ανώτερο Περιφερειακό Δικαστήριο της Βιέννης ; θέση την οποία διατήρησε μέχρι το 2010.

Το 1995 η Μπίρλαϊν διορίστηκε στο εκτελεστικό συμβούλιο της Ένωσης Αυστριακών Εισαγγελέων. Από το 2001 έως το 2003 υπηρέτησε ως πρόεδρος της ίδιας Ένωσης. Την ίδια περίοδο εργαζόταν και στο εκτελεστικό συμβούλιο της Διεθνούς Ένωσης Εισαγγελέων.

Το 2002 η τότε αυστριακή κυβέρνηση διόρισε την Μπίρλαϊν στην θέση της αντιπροέδρου του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Τότε αυτή η ενέργεια δεν προκάλεσε αντιδράσεις. Η Μπίρλαϊν είχε καταπολεμήσει την εγκληματικότητα με μεγάλο ζήλο αλλά δεν είχε διακριθεί ακόμα ως νομικός επιστήμονας. Εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης, όπως ο Josef Cap, κατηγόρησαν την κυβέρνηση ότι προτιμά υποψηφίους για να εντείνει την κομματική αντιπαράθεση. Οι υποστηρικτές της Μπίρλαϊν, όπως η Maria Fekter, εστίασαν στο γεγονός ότι ο διορισμός της Μπίρλαϊν θα θεωρούνταν ένα σημαντικό βήμα υπέρ της ισότητας των φύλων στην Αυστρία.

Σύμφωνα με τον Αυστριακό νομικό και καθηγητή Werner Doralt, η Μπίρλαϊν οφείλει την καριέρα της στο Συνταγματικό Δικαστήριο στον ακροδεξιό Αυστριακό πολιτικό Γεργκ Χάιντερ και στον Αυστριακό δικαστή και σύντροφό της Ernest Maurer, στενό φίλο του Χάιντερ.

Μετά την συμφωνία στην οποία κατέληξε το υπουργικό συμβούλιο, ο πρόεδρος της Αυστρίας Τόμας Κλέστιλ διόρισε την Μπίρλαϊν στις 21 Νοεμβρίου 2002 με τον διορισμό της να τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2003. Για ακόμα μια φορά, η Μπίρλαϊν έγινε η πρώτη γυναίκα που υπηρέτησε σε μια υψηλή κοινωνικά θέση. Στην πραγματικότητα, μέχρι το 1995 δεν υφίστατο γυναικεία παρουσία στο Συνταγματικό Δικαστήριο.

Η Μπέρλαϊν διαδέχθηκε τον Γκέρχαρτ Χόλτσινγκερ στην προεδρία του Συνταγματικού Δικαστηρίου όταν ο τελευταίος αποχώρησε στις 31/12/ 2017.

Με πρωτοβουλία του Κόμματος Ελευθερίας της Αυστρίας, η κεντρώα κυβέρνηση του Σεμπάστιαν Κουρτς έκανε κινήσεις για να μονιμοποιήσει την θέση της Μπίρλαϊν. Ο πρόεδρος Αλεξάντερ Φαν ντερ Μπέλεν επιβεβαίωσε στις 23 Φεβρουαρίου 2018 ότι η Μπίρλαϊν θα είναι η νέα πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Αυστρίας. Η προηγούμενη θέση της ως αντιπροέδρου πέρασε στο μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου Christoph Grabenwarter. Ο Wolfgang Brandstetter, που ήταν πρώην αναπληρωτής καγκελάριος και υπουργός δικαιοσύνης με το Λαϊκό Κόμμα, ανέλαβε να καλύψει την κενή θέση του Συνταγματικού Δικαστηρίου.

Το 2019 η Μπίρλαϊν θα γίνει 70 ετών, που θεωρείται στην Αυστρία η υποχρεωτική ηλικία για συνταξιοδότηση.

Πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μπίρλαϊν δεν έχει στενές επαφές με κανένα πολιτικό κόμμα. Θεωρείται ως εκπρόσωπος της κεντροδεξιάς. Κατά την διάρκεια της θητείας της ως εισαγγελέας, ήταν γνωστή για την σκληρή στάση που κράτησε ενάντια στην εγκληματικότητα, αν και η επαφή της με τον απλό κόσμο τής έχουν χαρίσει την φήμη ενός ευγενικού ανθρώπου που συνεργάζεται καλά με τους ιδεολογικούς του αντιπάλους. Οι πολιτικοί αναλυτές της Αυστρίας έχουν αναφερθεί στους στενούς δεσμούς της Μπίρλαϊν τόσο με το Λαϊκό Κόμμα όσο και με το Κόμμα της Ελευθερίας της χώρας καθώς και στο γεγονός ότι η σταδιοδρομία της οφείλει τα απροσδόκητα μεγάλα διαλείμματά της στις κεντροδεξιές κυβερνήσεις συνασπισμού που γνώρισε η Αυστρία.

Η ίδια η Μπίρλαϊν αναγνωρίζει τόσο την αντοχή της ως εισαγγελέα όσο και την συντηρητική της θεώρηση για την κοινωνία. Απαντώντας στην φημολογία πάνω στην ικανότητά της να παραμείνει πιστή στο Συνταγματικό Δικαστήριο, η ίδια ισχυρίζεται ότι είναι αφοσιωμένη στην αμεροληψία όπως οποιοσδήποτε άλλος ανώτατος δικαστής και επισημαίνει ότι δεν έχει προσχωρήσει ποτέ σε κανένα κόμμα.

Τον Δεκέμβριο του 2017 το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αυστρίας με προεδρεύουσα δικαστή την Μπίρλαϊν αποφάσισε να επικυρώσει τον γάμο των ομοφυλόφιλων, αρχής γενομένης αυτού την 1η Ιανουαρίου 2019.

Καγκελάριος της Αυστρίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την μη παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Κουρτς στις 27 Μαΐου 2019. Ο ίδιος υπέβαλλε την παραίτησή του από την καγκελαρία στις 28 Μαΐου 2019 εξαιτίας της υπόθεσης Ίμπιζα, ο πρόεδρος της Αυστρίας Αλέξανδρος Βαν ντερ Μπέλεν όρισε προσωρινά τον Χάρτβιγκ Λέγκερ ως διάδοχο του έως ότου διορισθεί η κυβέρνηση που θα διενεργήσει τις πρόωρες εκλογές. Έτσι επιλέχθηκε η Μπριγκίτε Μπίρλαϊν στις 3 Ιουνίου 2019. Έτσι έγινε η πρώτη γυναίκα καγκελάριος της Αυστρίας και άσκησε τα καθήκοντά της μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές, οι οποίες διεξήχθησαν το φθινόπωρο του 2019. Όλα τα πολιτικά κόμματα της Αυστρίας συμφώνησαν στον διορισμό της Μπίρλαϊν. Μετά τις εκλογές όπου διενεργήθηκαν στις 29 Σεπτεμβρίου 2019, υπέβαλε την παραίτησή της και της κυβέρνησης της προς τον πρόεδρο Αλεξάντερ Φαν ντερ Μπέλεν, όπου και τους ζητήθηκε να συνεχίσουν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρι τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Έπειτα από μακρές διαπραγματεύσεις ο Σεμπάστιαν Κουρτς, σχημάτισε κυβέρνηση με τους Πράσινους και στις 7 Ιανουαρίου 2020 την διαδέχθηκε στην καγκελαρία.

Προσωπική ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μπίρλαϊν είναι ανύπαντρη και δεν έχει παιδιά. Ο σύντροφός της, Ernest Maurer, είναι συνταξιούχος δικαστής. Η Μπίρλαϊν συνεχίζει να ασχολείται με την ζωγραφική. Απολαμβάνει το θέατρο, την όπερα και την επίσκεψη σε μουσεία. Κατέχει πίνακες σύγχρονης ζωγραφικής παρόλο που δεν θεωρεί τον εαυτό της συλλέκτη έργων τέχνης. Απολαμβάνει επίσης το σκι και την ιστιοπλοΐα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Anfragebeantwortung 10542/AB XXIV. GP» (Γερμανικά) 23  Απριλίου 2012. σελ. 1663.
  2. Said-Moorhouse, Lauren (30 Μαΐου 2019). «Austria names its first female chancellor». CNN. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2019. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Brigitte BIERLEIN στην ιστοσελίδα του Συνταγματικού Δικαστηρίου