Μιχαήλ Ταρχανειώτης
| Μιχαήλ Ταρχανειώτης | |
|---|---|
| Γενικές πληροφορίες | |
| Γέννηση | 13ος αιώνας |
| Θάνατος | 1284 |
| Αιτία θανάτου | μολυσματική ασθένεια |
| Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
| Χώρα πολιτογράφησης | Βυζαντινή Αυτοκρατορία |
| Θρησκεία | Ανατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός |
| Πληροφορίες ασχολίας | |
| Ιδιότητα | αξιωματικός |
| Οικογένεια | |
| Τέκνα | Αλέξιος Φιλανθρωπινός |
| Γονείς | Νικηφόρος Ταρχανειώτης και Μαρία Παλαιολογίνα Ταρχανειώτισσα |
| Αδέλφια | Ανδρόνικος Ταρχανειώτης Ιωάννης Ταρχανειώτης Théodora Tharchaniotissa Νοστογγόνισσα Ταρχανειώτισσα (ετεροθαλής αδελφή από πατέρα) |
| Συγγενείς | Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγος (θείος από την πλευρά της μητέρας) και Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος (πρώτος ξάδερφος) |
| Αξιώματα και βραβεύσεις | |
| Αξίωμα | Μέγας Δομέστικος |
Ο Μιχαήλ (απεβ. 1284) από την Οικογένεια Ταρχανειώτη ήταν αριστοκράτης και στρατηγός στη Ρωμανία, που δραστηριοποιήθηκε εναντίον των Τούρκων στη Μικρά Ασία και εναντίον των Καπετιδών-Ανζού της Νάπολης στα Βαλκάνια από το 1278, ώσπου ασθένησε το 1284.
Βιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ήταν ο γιος του Νικηφόρου μεγάλου δομεστίκου του Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη (1221-54) και της Μαρίας Παλαιολογίνας, αδελφής του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου[1][2]. Η Οικογένειά του υποστήριξε την άνοδο του τελευταίου στο θρόνο το 1259 και αυτός αντάμειψε τους γιους του Νικηφόρου: ήρθαν να ζήσουν στο Αυτοκρατορικό Παλάτι και ο Μιχαήλ έγινε πρωτοβεστιάριος, ο Ανδρόνικος μέγας κονόσταυλος και ο Ιωάννης στρατηγός.[1][2]
Εμφανίζεται για πρώτη φορά στις πηγές το 1262 να συμμετέχει στην επιχείρηση του θείου του Ιωάννη Παλαιολόγου (άλλου αδελφού της Μαρίας).[2] Το 1278 ήταν μέγας δομέστικος και συνόδευσε τον εξάδελφό του Ανδρόνικο Β΄ (γιο του Μιχαήλ Η΄) στην εκστρατεία του εναντίον των Τούρκων της Μικράς Ασίας. Η επιτυχία του ήταν ότι οι Τούρκοι αποσύρθηκαν από την κοιλάδα του Μαιάνδρου ποταμού. Ο Ταρχανειώτης με διαταγή του Ανδρονίκου Β΄ επανοικοδόμησε, οχύρωσε και έφερε πληθυσμό στις Τράλλεις. Ο Ανδρόνικος Β΄ ήθελε να την ονομάσει Ανδρονικόπολη ή Παλαιολογόπολη. Όμως μερικά έτη μετά η πόλη, πενιχρά εφοδιασμένη με νερό και προμήθειες, πολιορκήθηκε και πάρθηκε από τον εμίρη του Μεντεσέ.[3]
Την άνοιξη του 1281 ο Ταρχανειώτης οδήγησε τον Ρωμαϊκό στρατό, που εστάλη προς ανακούφιση της πολιορκίας του Βερατίου (Πουλχεριούπολης) από τους Καπετίδες-Ανζού της Νάπολης. Οι στρατιώτες του σε μία επίθεση συνέλαβαν τον διοικητή τους Ούγο του Συλί. Τότε ο στρατός τους πανικοβλήθηκε και νικήθηκαν με μεγάλες απώλειες.[4][5] Ο Ταρχανειώτης επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και τέλεσε θρίαμβο με τον αιχμάλωτο Συλλύ στους δρόμους της πόλης. Αρνήθηκε την αναβάθμισή του σε Καίσαρα από μετριοφροσύνη.[2] Το 1283/84 ο Ανδρόνικος Β΄ τον έθεσε επικεφαλής της εκστρατείας εναντίον του Ιωάννη Α΄ άρχοντα της Θεσσαλίας. Βάδισε ως εκεί, όπου συνάντησε τον Ρωμαϊκό στόλο και πολιόρκησαν τη Δημητριάδα (Βόλο). Η πόλη έπεσε, αλλά μία επιδημία (μάλλον ελονοσίας) σκότωσε πολλούς στο στράτευμα, ακόμη και τον Ταρχανειώτη, έτσι ο υπόλοιπος στρατός αναγκαστικά υποχώρησε.[2][6][7]
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Νυμφεύτηκε πριν το 1262 τη Μαρία Φιλανθρωπηνή, κόρη του Αλεξίου μεγάλου δούκα και είχε τέκνα:
Αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- 1 2 Kazhdan 1991, σελ. 2012.
- 1 2 3 4 5 6 PLP, 27505. Ταρχανειώτης, Μιχαὴλ Παλαιολόγος.
- ↑ Nicol 1993, σελ. 86.
- ↑ Bartusis 1997, σελ. 63.
- ↑ Nicol 1993, σελίδες 65–66.
- ↑ Bartusis 1997, σελ. 68.
- ↑ Nicol 1993, σελ. 115.
- ↑ Kazhdan 1991, σελ. 1649.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Bartusis, Mark C. (1997). The Late Byzantine Army: Arms and Society 1204–1453. Philadelphia, Pennsylvania: University of Pennsylvania Press. ISBN 0-8122-1620-2.
- Kazhdan, Alexander (1991). Oxford Dictionary of Byzantium. New York and Oxford: Oxford University Press. ISBN 978-0-19-504652-6.
- Nicol, Donald MacGillivray (1993). The Last Centuries of Byzantium, 1261–1453. Cambridge: Cambridge University Press. ISBN 0-521-43991-4.
- Trapp, Erich; Beyer, Hans-Veit; Walther, Rainer; Sturm-Schnabl, Katja; Kislinger, Ewald; Leontiadis, Ioannis; Kaplaneres, Sokrates (1976–1996). Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit (in German). Vienna: Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften. ISBN 3-7001-3003-1.