Μάχη της Μονής Δοβράς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μάχη στη Μονή Δοβρά
Μονή Παναγίας Δοβρά
Χρονολογία12 Μαρτίου 1822
ΤόποςΜονή Δοβρά
40°32′46″N 22°10′37″E / 40.54604966948651°N 22.176911797325758°E / 40.54604966948651; 22.176911797325758Συντεταγμένες: 40°32′46″N 22°10′37″E / 40.54604966948651°N 22.176911797325758°E / 40.54604966948651; 22.176911797325758
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Μεχμέτ Αγάς
Δυνάμεις

250 στρατιώτες από τον Καρατάσο

500 στρατιώτες από τον Ζαφειράκη και τον Γάτσο
4000 στρατιώτες
Απολογισμός
  • νεκροί: 13
  • τραυματίες: 40
  • νεκροί: 1.000-1.500
  • τραυματίες: 2.000

Μονή Δοβρά is located in Greece
Μονή Δοβρά
Μονή Δοβρά
Μάχη στη Μονή Δοβρά (Ελλάδα)

Η Μάχη της Μονής Δοβράς είναι ένα πολεμικό γεγονός μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών, που εντάσσεται στην Επανάσταση της Νάουσας και του Ολύμπου. Διεξήχθη τον Μάρτιο του 1822 στην ευρύτερη περιοχή του μοναστηριού της Παναγίας, κοντά στο χωριό Δοβρά της Ημαθίας. Από πλευράς ελληνικών δυνάμεων πρωταγωνίστησε ο παλιός αρματολός της Βέροιας-Νάουσας, Αναστάσιος γέρο-Καρατάσος. Από πλευράς οθωμανικών δυνάμεων αρχηγός ήταν ο Κεχαγιάμπεης του Εμπού Λουμπούτ πασά, Μεχμέτ Αγάς[1].

Υπόβαθρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Οκτώβριο του 1822 οι οπλαρχηγοί και οι πρόκριτοι της Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας πραγματοποίησαν σύσκεψη στην Μονή Αγίου Διονυσίου στον Όλυμπο ενώ ήταν σε επικοινωνία με τον απεσταλμένο τους, Νικόλαο Κασομούλη στην Νότια Ελλάδα[2], με στόχο τον συντονισμό των επαναστατικών τους κινήσεων. Παρά την αποτυχία της επανάστασης στη Χαλκιδική[3] που είχε ξεσπάσει τον Μάιο του 1821[4] και καθώς περίμεναν ακόμα ειδήσεις από τον απεσταλμένο τους στον Δημήτριο Υψηλάντη[5], τον Φεβρουάριο του 1822 οι ίδιοι οπλαρχηγοί και πρόκριτοι (Αναστάσιος Καρατάσος, Ζαφειράκης Θεοδοσίου, Αγγελής Γάτσος, Γεώργιος Νιόπλιος, Ιωάννης Παπαρέσκας, Παναγιώτης Ναούμ) ενέτειναν τις διαβουλεύσεις τους και συναντήθηκαν στο μοναστήρι της Παναγίας Δοβράς, όπου αποφασίστηκε η κήρυξη της επανάστασης στην περιοχή της Νάουσας και η συνεργασία με τους αρματολούς του Ολύμπου, και ειδικά με τον Διαμαντή Νικολάου[6][7]. Ακολούθησε η κήρυξη της Επανάστασης στη Νάουσα στις 19 Φεβρουαρίου του 1822 (ιουλιανό ημερολόγιο)[8] και η απόπειρα των επαναστατών να καταλάβουν το κάστρο της Βέροιας. Αν και κατέληξε σε αποτυχία, η στρατιωτική αυτή επιχείρηση προκάλεσε μεγάλη ανησυχία στους Τούρκους της πόλης[9]. Στη συνέχεια ο Καρατάσος, έχοντας πληροφορηθεί ότι καταφθάνει ο ίδιος ο Εμπού Λουμπούτ πασάς με ισχυρές δυνάμεις, οχυρώθηκε μαζί με το στρατιωτικό του σώμα στη Μονή Δοβρά[10][11][12][13][14].

Στρατοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εντός του μοναστηριού δεν είχαν συγκεντρωθεί παραπάνω από 250 στρατιώτες του Καρατάσου[15][16]. Ωστόσο έξω από τη μονή είχαν παραταχθεί επιπρόσθετες ελληνικές δυνάμεις που φυλούσαν τις διόδους προς το μοναστήρι. Συγκεκριμένα, στη δασώδη περιοχή γύρω από τη μονή βρίσκονταν κρυμμένοι ορισμένοι άντρες του Καρατάσου. Στο κοντινό δάσος του Αρκουδοχωρίου[17] μέχρι το ρέμα της Κουτίχας, είχαν πάρει θέσεις οι άνδρες του Αγγελή Γάτσου, οι οποίοι ελέγχαν τα γύρω περάσματα, ενώ σε ετοιμότητα για επέμβαση ήταν και ο Ζαφειράκης με τον Ραμαντάνη και τους άνδρες τους, που σύμφωνα με τον Στουγιαννάκη βρισκόντουσαν στο παρακείμενο της μονής χωριό, Γιαβόρνιτσα (σημερινός Τρίλοφος Ημαθίας). Αντίθετα ο Βασδραβέλλης και ο Βαλσαμίδης υποστηρίζουν ότι ο Ζαφειράκης είχε επιστρέψει ήδη στη Νάουσα και από εκεί συνέβαλε στη μάχη του μοναστηριού, η οποία στέφθηκε με επιτυχία[18][15], προσθέτοντας στις ήδη υπάρχουσες δυνάμεις του Καρατάσου, ακόμα 500 στρατιώτες[19]. Όσον αφορά τις οθωμανικές δυνάμεις, αυτές υπολογίζονται κοντά στους 4.000 στρατιώτες και ιππικό κατευθυνόμενες από τον Κεχαγιάμπεη[20][21][15][13][12].

Πεδίο μάχης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μάχη διαδραματίστηκε στην ευρύτερη περιοχή της μονής, σε υψόμετρο 50-60 μέτρων από την επιφάνεια της πεδιάδας, περιβαλλόμενη από δύο λόφους και ρεματιές, πάνω σε δρόμο που συνδέει τη Νάουσα με τη Βέροια. Επίσης συγκρούσεις σημειώθηκαν χαμηλότερα στην πεδιάδα κοντά στο χωριό Κρεββατάς. Στη δασώδη περιοχή ανάμεσα στο Αρκοχώρι και το ρέμα της Κουτίχας είχαν κρυφτεί τα στρατεύματα του Γάτσου. Παράλληλα το μοναστήρι ήταν περιτοιχισμένο κάτι που βοήθησε αρκετά στην άμυνα και οχύρωση των ελληνικών δυνάμεων.

Ο χάρτης του πεδίου μάχης στην Δοβρά με βάση τις πληροφορίες του Στουγιαννάκη

Μάχη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 12 Μαρτίου του 1822, στις 4 το πρωί (τουρκική ώρα)[17], τα στρατεύματα του Κεχαγιάμπεη επιτέθηκαν στις δυνάμεις του Καρατάσου[22][13][14]. Όμως μη γνωρίζοντας ακριβώς τις θέσεις των επαναστατών αλλά και νομίζοντας πως θα μπορούσαν να πάρουν το μοναστήρι και τους τριγύρω λόγους με ευκολία, χώρισε τον στρατό του σε πέντε τμήματα[23]. Το πρώτο τμήμα το έστειλε στον Κρεβατά που υπερασπίστηκαν με επιτυχία οι άνδρες του Δημήτριου Σιούγκαρη[24], το δεύτερο και τρίτο τα έστειλε στους λόφους γύρω από τη μονή όπου προσπαθώντας να αιφνιδιάσουν τους επαναστάτες, συγκρούστηκαν μεταξύ τους[25][26]. Το τέταρτο τμήμα διατάχθηκε να ανέβει στον μεσαίο λόφο και από εκείνη τη θέση να επιτεθεί στους αμυνόμενους που βρίσκονταν στο μοναστήρι καθώς και να το καταλάβουν[25]. Ωστόσο οι οχυρωμένοι επαναστάτες, κατευθυνόμενοι με ψυχραιμία από τον Καρατάσο, τους αντιμετώπισαν με επιτυχία, ενώ τους προξένησαν αρκετές απώλειες, χρησιμοποιώντας κυρίως τα πυροβόλα όπλα τους[27][28][26][15]. Το πέμπτο και τελευταίο τμήμα των Οθωμανών είχε εντολή να περάσει με μυστικότητα τους λάκκους (ρεματιές) και να καταλάβει το μοναστήρι, όμως είχε την ίδια τύχη με τα υπόλοιπα, εφόσον η προσπάθεια του προηγούμενου απέτυχε[27][26]. Βλέποντας την αποτυχία της πρώτης εφόδου των Τούρκων και τις απώλειες που υπέστησαν, ο Κεχαγιά Μπέης αποφάσισε να διακόψει την επίθεση[29][15]. Ωστόσο, μετά από δύο ώρες (γύρω στις 11 το πρωί)[30], επανήλθε επιτιθέμενος χρησιμοποιώντας την ίδια διάταξη εναντίον των επαναστατών[25]. Οι τουρκικές δυνάμεις μάχονταν δείχνοντας αδιαφορία για τους φονευθέντες συμπολεμιστές τους, ενώ προσπαθούσαν να αναρριχηθούν στον περίβολο της μονής[31]. Παρόλα αυτά οι άνδρες του Καρατάσου έδρασαν πάλι αποτελεσματικά καταφέρνοντας να πλήξουν τους Τούρκους[31][32]. Τότε ο ίδιος ο Κεχαγιάμπεης μπήκε στο πεδίο της μάχης με όσους στρατιώτες είχαν απομείνει, αναπτερώνοντας έτσι το θάρρος των Τούρκων και κάνοντας τη μάχη ακόμα πιο άγρια, με τον Καρατάσο και τους στρατιώτες του να μάχονται ασυγκράτητα[33][34][15]. Έτσι οι επαναστάτες κράτησαν την αντίστασή τους, ενώ σε μια κρίσιμη στιγμή πραγματοποιήθηκε μια αιφνίδια έφοδος από το σώμα του Σιούγκαρη που χτύπησε τους Τούρκους από τα νώτα[30][35]. Οι συγκρούσεις της πρώτης αυτής ημέρας έληξαν νωρίς το απόγευμα. Την άλλη μέρα όμως, τα ξημερώματα, οι δυνάμεις των Οθωμανών πραγματοποίησαν τρείς εφόδους εναντίον της μονής αλλά αποδεκατίστηκαν από τις εύστοχες βολές των Ελλήνων. Μετά από τέσσερις ώρες διατάχθηκε γενική επίθεση κατά την οποία οι Τούρκοι κατέλαβαν τις πλαγιές γύρω από τη μονή. Αν και πολύ στενά πολιορκούμενοι, οι άνδρες του Καρατάσου αντιστέκονταν σθεναρά, ακόμα κι όταν κάποιοι Οθωμανοί πήδησαν μέσα στον αυλόγυρο. Τότε, όμως, έφτασε επικουρία Ελλήνων κατευθυνόμενη από τον Ζαφειράκη και τον Γάτσο, οι οποίοι πλαγιοκόπησαν τους Τούρκους, πλήττοντάς τους σημαντικά. Παρόλα αυτά η μάχη συνεχίστηκε μέχρι και αργά τη νύχτα, χωρίς καμιά πλευρά να αναδειχθεί νικήτρια. Κι ενώ οι δυνάμεις του Ζαφειράκη και του Γάτσου είχαν αποσυρθεί προς τη Γιαβόρνιτσα, ο Καρατάσος και οι άνδρες, του εκμεταλλευόμενοι το σκοτάδι και την προσωρινή κατάπαυση του πυρός κατάφεραν να αποχωρήσουν από το μοναστήρι χωρίς να τους πάρουν είδηση οι Τούρκοι[36]. Στη μάχη της Δοβράς έκανε αναφορά μια επιστολή των Ναουσαίων οπλαρχηγών προς τον Σάλα. Στην επιστολή αυτή επαναλαμβάνεται το γεγονός ότι οι Τούρκοι έκαναν τρεις επιθέσεις συνολικά κατά της μονής, τονίζεται όμως ότι μετά την παρέμβαση του Ζαφειράκη και του Γάτσου, οι Τούρκοι υποχώρησαν άτακτα προς τη Βέροια με αποτέλεσμα οι επαναστάτες να απαγκιστρωθούν από τη Δοβρά προς τη Νάουσα[37]. Την επόμενη μέρα ο Κεχαγιάμπεης και οι δυνάμεις του κατέλαβαν το άδειο μοναστήρι.

Απολογισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της μονής από ελληνικής πλευράς αγωνίστηκαν 240-250 από το στράτευμα του Καρατάσου ενώ σε αυτούς προστέθηκαν και οι ενισχύσεις του Ζαφειράκη και του Γάτσου οι οποίοι υπολογίζονται πως ήταν γύρω στους 500. Αυτό όμως δεν τους εμπόδισε να πολεμήσουν και να επιβληθούν στον Οθωμανικό στρατό που ξεπερνούσε τους 4.000 συνολικά, στρατιώτες και ιππικό. Οι απώλειες από ελληνικής πλευράς ήταν λίγες[38]. Υπολογίζεται ότι σκοτώθηκαν μόνο 13 επαναστάτες και τραυματίστηκαν 40[39]. Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με εκτιμήσεις οι Τούρκοι είχαν περίπου 1000-1500 νεκρούς και πολύ περισσότερους τραυματίες[15][38][40]. Πάντως κατά την επιστολή των ίδιων των Ναουσαίων προς τον Σάλα, την οποία παραθέτει ο Κασομούλης οι Τούρκοι έχασαν πάνω από 300 στρατιώτες και πολλούς σημαίνοντες αξιωματικούς. Ωστόσο ο κεχαγιάμπεης εκδικήθηκε για την ήττα του λαμβάνοντας σκληρά μέτρα, τα οποία περιλάμβαναν συλλήψεις γυναικοπαίδων από το χωριό Δοβρά και δήμευση των περιουσιών τους καθώς και την καταστροφή του μοναστηριού και τον απαγχονισμό του ηγούμενου του ο οποίος βοηθούσε τον Καρατάσο κατά τη διάρκεια των μαχών[41][42].

Ανάλυση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιστορική σημασία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επιτυχία αυτή αυτή έφερε χαρά στους επαναστάτες και αναπτέρωσε το ηθικό τους καθώς μάλιστα ο Καρατάσος έφερε στη Νάουσα ως τρόπαιο και δυο σημαίες των Τούρκων[31]. Παρόλο που η νίκη είχε μεγάλη αξία ως προς την ψυχολογία των αγωνιστών, δεν είχε κανένα ιδιαίτερο στρατιωτικό όφελος. Μετά τη μάχη της Δοβράς ο Καρατάσος, αφότου ζήτησε ενισχύσεις από τον Διαμαντή Νικολάου, τον Μήτρο Λιάκο και τον Γούλα Δράσκο που ήταν οπλαρχηγοί του Ολύμπου και τον Κωνσταντίνο Μπίνο που βρισκόταν στην Πιερία, έστειλε από τη Νάουσα τον οπλαρχηγό Καραμήτσο με το σώμα του, αποτελούμενο από 150 άνδρες, να ελευθερώσουν τα χωρία της Νάουσας και Έδεσσας[42][43][19]. Οι δε Τούρκοι ανέμεναν την άφιξη του Εμπού Λουμπούτ με το σύνολο του στρατού, προκειμένου να ξεκινήσουν την επίθεση εναντίον της Νάουσας[44].

Λόγοι που οδήγησαν στην τελική έκβαση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την πολιορκία της μονής από τον Οθωμανικό στρατό, οι Έλληνες επαναστάτες ήταν καλά

οχυρωμένοι πίσω από τα τείχη του μοναστηριού, σε αντίθεση με τους Τούρκους που επιτίθονταν ακάλυπτοι[15]. Επίσης είχαν καταλάβει καίριες θέσεις στα περάσματα και τα υψώματα γύρω από τη μονή, απαγορεύοντας την διέλευση των τουρκικών δυνάμεων από κει. Πολύ σημαντικό ρόλο έπαιξαν και τα σώματα του Καρατάσου που βρίσκονταν κρυμμένα μέσα στο δάσος της μονής. Αυτά, μαζί με τις ενισχύσεις του Ζαφειράκη και του Γάτσου κατάφεραν να πλαγιοκοπούν τους Τούρκους και να μειώνουν την πίεση στους πολιορκημένους, κάθε φορά που υπήρχε ο κίνδυνος της διάσπασης των γραμμών τους. Αποδείχτηκε έτσι ότι η εμπειρία που διέθεταν οι Έλληνες από προηγούμενες, μικρότερες, επαναστάσεις, ξεσηκωμούς και μάχες, ήτανε ιδιαιτέρως πολύτιμη.

Μνήμη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο χώρο της Μονής Δοβράς έχει ανεγερθεί ανδριάντας του Αναστάσιου Καρατάσου για να θυμίζει το γεγονός της μάχης της Δοβράς. Το έργο κατασκεύασε ο γλύπτης Γεώργιος Κικότης και εγκαινιάστηκε κατά την 200η επέτειο της μάχης το 2022[45]. Γύρω από το γεγονός της μάχης της Δοβράς περιστρέφεται η πλοκή της ταινίας Πολιορκία σε σκηνοθεσία του Βασίλη Τσικάρα που βγήκε στις αίθουσες το 2019[46].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Βασδραβέλλης 1950, σελ.122. Ακόμη βλ. Χιονίδης 1968, σελ.215. Επίσης βλ. Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΒ' 1975, σελ.235 και Κολτσίδας 2010, σελ.76.
  2. Χιονίδης 1980, σελ.107 & 112-113. Και ο ίδιος ο Δημήτριος Υψηλάντης αναφέρει σε ομιλία του στη Βουλή το 1822 ότι η επανάσταση της Μακεδονίας οργανώθηκε σε συνεννόηση με τον ίδιο: Αρχεία Ελληνικής Παλιγγενεσίας, τόμος 1, Πρακτικά του Βουλευτικού και Προβουλεύματα της Α΄ Βουλευτικής Περιόδου (1822-1823) και λοιπά δημόσια έγγραφα των ετών 1821, 1822, 1823, σελ. 213.
  3. Για την επανάσταση στην Κασάνδρα και την Χαλκιδική βλ. Βακαλόπουλος 1969, σελ.540-581. Επίσης βλ. Ξανθοπούλου Κυριακού Άρτεμη, «Η επανάσταση του 1821 και η Μακεδονία», στο: Κολιόπουλος Ιωάννης και Χασιώτης Ιωάννης (επιμ.), Η Νεότερη και Σύγχρονη Μακεδονία, Α’ Τόμος, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 458-477.
  4. Ξανθοπούλου Κυριακού Άρτεμη, «Η επανάσταση του 1821 και η Μακεδονία», στο: Κολιόπουλος Ιωάννης και Χασιώτης Ιωάννης (επιμ.), Η Νεότερη και Σύγχρονη Μακεδονία, Α’ Τόμος, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 458-477.
  5. Βασδραβέλλης 1950, σελ.119.
  6. Κολτσίδας 2010, σελ.64-65.
  7. Βασδραβέλλης 1950, σελ.119-120.
  8. Κολτσίδας 2010, σελ. 67.
  9. Για την αποτυχημένη προσπάθεια των επαναστατών να καταλάβουν τη Βέροια βλ. Κολτσίδας 2010, σελ.73-76 και Στουγιαννάκης 1993, σελ.139-143.
  10. Πρασσά Αννίτα 2004, σελ.21. Ακόμη βλ. Βασδραβέλλης 1950, σελ.122-123. Επίσης βλ. Κολτσίδας 2010, σελ.76. Επιπλέον βλ. Χατζηιωάννου 2010, σελ.61.
  11. Μπλιάτκας 2009, σελ.153.
  12. 12,0 12,1 Σφυρόερας 1975, σελ. 234-235.
  13. 13,0 13,1 13,2 Χιονίδης 1971, σελ.3.
  14. 14,0 14,1 Χιονίδης 1968, σελ.215.
  15. 15,0 15,1 15,2 15,3 15,4 15,5 15,6 15,7 Βασδραβέλλης 1950, σελ.123.
  16. Στουγιαννάκης 1993, σελ.149. Ακόμη βλ. Χατζηιωάννου 2010, σελ.61 και Κολτσίδας 2010, σελ.76.
  17. 17,0 17,1 Φιλιππίδης 1881, σελ.51.
  18. Βαλσαμίδης 2014, σελ.199.
  19. 19,0 19,1 Βασδραβέλλης 1982, σελ.32.
  20. Βαλσαμίδης 2017, σελ.255. Επίσης βλ. Φιλιππίδης 1881,σελ.51. Βασδραβέλλης 1982, σελ.30. Κολτσίδας 2010,σελ.77. Χατζηιωάννου 2010, σελ.62 και Βαλσαμίδης 2014, σελ.200.
  21. Μπλιάτκας 2009, σελ.152.
  22. Φιλιππίδης 1881, σελ.51. Επίσης βλ. Βασδραβέλλης 1982, σελ.31.
  23. Βαλσαμίδης 2017, σελ.255.
  24. Μπλιάτκας 2009, σελ.153-154.
  25. 25,0 25,1 25,2 Μπλιάτκας 2009, σελ.155.
  26. 26,0 26,1 26,2 Βαλσαμίδης 2017, σελ.256.
  27. 27,0 27,1 Μπλιάτκας 2009, σελ.154.
  28. Κολτσίδας 2010, σελ.77. Επίσης βλ. Μπλιάτκας 2009, σελ.155
  29. Κολτσίδας 2010, σελ.77-78. Ακόμη βλ. Μπλιάτκας 2009, σελ.155.
  30. 30,0 30,1 Στουγιαννάκης 1993, σελ.150.
  31. 31,0 31,1 31,2 Χατζηιωάννου 2010, σελ.62.
  32. Κολτσίδας 2010, σελ.78, Επιπλέον βλ. Μπλιάτκας 2009, σελ.155.
  33. Κολτσίδας 2010, σελ.78-79.
  34. Ο Φιλιππίδης 1881, σελ.52.
  35. Μπλιάτκας 2009, σελ.155.
  36. Η περιγραφή της δεύτερης μέρας της μάχης ακολουθεί κυρίως τον Στουγιαννάκη 1993, σελ. 152-153. Ωστόσο ο Φιλιππίδης, 1881, σελ.51-53, περιγράφει τη μάχη σαν να κράτησε μόνο μία μέρα (12η Μαρτίου 1822). Την άποψη του Φιλιππίδη ακολουθούν και οι περισσότεροι νεότεροι ερευνητές: Βασδραβέλλης 1950 σελ.123, ο ίδιος 1982, σελ.31-32, Χιονίδης 1968, σελ.215-216, ο ίδιος 1971, σελ.3-4, Κολτσίδας 2010, σελ.77-79, Χατζηιωάννου 2010, σελ. 61-62 και Βαλσαμίδης 2014, σελ.198-200.
  37. Κασομούλης 1939, σελ.201.
  38. 38,0 38,1 Βασδραβέλλης 1950, σελ.123. Επίσης βλ. Κολτσίδας 2010, σελ.78.
  39. Στουγιαννάκης 1993, σελ.153. Βαλσαμίδης 2014, σελ.200. Ο Φιλιππίδης 1881, σελ.52. κατεβάζει τις απώλειες των Ελλήνων στους 4. Επιπλέον βλ. Πρασσά Αννίτα 2004, σελ.22.
  40. Πρασσά Αννίτα 2004, σελ.22. Ακόμη βλ. Παπαλαζάρου 2012, σελ.73.
  41. Κολτσίδας 2010, σελ.79. Επίσης βλ. Χατζηιωάννου 2010, σελ.63.
  42. 42,0 42,1 Βασδραβέλλης 1950, σελ.124.
  43. Για τον Κωνσταντίνο Μπίνο βλ. Πρασσά Αννίτα 2004, σελ.22.
  44. Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΒ', σελ.135
  45. «Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας - Δελτία Τύπου». www.pkm.gov.gr. Ανακτήθηκε στις 9 Μαΐου 2022.
  46. https://www.imdb.com/title/tt9412726/

Βιβλιογραφικές πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Βακαλόπουλος Απόστολος, Ιστορία της Μακεδονίας 1354-1883, Θεσσαλονίκη 1969.
  • Βαλσαμίδης Μανώλης, Ψηφίδες (Ιστορικά Τοπικά), τόμος 6ος, Νάουσα 2017.
  • Βασδραβέλλης Ιωάννης, Οι Μακεδόνες εις τους υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνας 1796-1832, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1950.
  • Δερμεντζόγλου Βασίλης (επιμ.), Μαρτύρων Αίματα, Εκδόσεις Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας, Βέροια 2014.
  • Κασομούλης Νικόλαος, Ενθυμήματα Στρατιωτικά της επαναστάσεως των Ελλήνων 1821-1833, τόμος 1ος, Αθήνα 1939.
  • Κολτσίδας Αντώνης, Η επανάσταση και η καταστροφή της Νάουσας κατά το 1822, Εκδόσεις Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας, Βέροια 2010.
  • Κουτσονίκας Λάμπρος, Η γενική ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Τόμος Β', Αθήνα 1864.
  • Μπλιάτκας Θωμάς, Νάουσα Νιάουστα (Από την ίδρυση μέχρι και το ολοκαύτωμά της), Ιούλιος 2009.
  • Ξανθοπούλου Κυριακού Άρτεμη, «Η επανάσταση του 1821 και η Μακεδονία», στο: Κολιόπουλος Ιωάννης και Χασιώτης Ιωάννης (επιμ.), Η Νεότερη και Σύγχρονη Μακεδονία, Α’ Τόμος, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 458-477.
  • Παπαλαζάρου Ιωάννης, Αγγελής Γάτσος, Έδεσσα 2012.
  • Πρασσά Αννίτα, «Η επανάσταση και η καταστροφή της πόλης», Ε' Ιστορικά, τεύχος 234, 29 Απριλίου 2004.
  • Στουγιαννάκης Ευστάθιος, Ιστορία της πόλεως Ναούσης, (Από της ιδρύσεως μέχρι της καταστροφής του 1822), Γ’ Έκδοση, ΚΑΤΑ ΑΝΕΚΔΟΤΟΝ ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ Δ.ΠΛΑΤΑΡΙΔΟΥ, Θεσσαλονίκη 1993.
  • Σφυρόερας Βασίλης, Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΒ', Αθήνα 1975.
  • Φιλιππίδης Νικόλαος, Η επανάστασις και καταστροφή της Ναούσης, Αθήνα 1881.
  • Χατζηιωάννου Νικόλαος, Οι μαρτυρίες του χαλασμού της Νάουσας, Εκδόσεις Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας, Νάουσα 2010.
  • Χιονίδης Γεώργιος, Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΝΑΟΥΣΑΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗΝ ΒΕΡΟΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟ 1821, Θεσσαλονίκη 1971.
  • Χιονίδης Γεώργιος, «Τα γεγονότα εις την περιοχή της Ναούσης-Βεροίας κατά την Επανάσταση του 1822», Μακεδονικά 8 (1968) σελ. 211-221. Αρχειοθετήθηκε 2022-04-24 στο Wayback Machine.
  • Χιονίδης Γεώργιος, "Ανέκδοτα και άγνωστα στοιχεία για κλεφταρματολούς και για την Επανάσταση στη Μακεδονία και ιδιαίτερα στον Όλυμπο", Μακεδονικά 20 (1980) σελ. 103-166. Αρχειοθετήθηκε 2022-02-18 στο Wayback Machine.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]