Κατσάκοι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κοσοβάροι Αλβανοί επαναστάτες ελέγχουν ένα δρόμο στο Κοσσυφοπέδιο, δεκαετία του 1920

Οι Κατσάκοι (αλβανικά: kaçak‎‎, σερβικά: качаци‎‎ / kačaci) είναι όρος που χρησιμοποιείται για τους αλβανούς ληστές που δραστηριοποιούνταν στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα στη βόρεια Αλβανία, το Μαυροβούνιο, το Κοσσυφοπέδιο και τη Βόρεια Μακεδονία και αργότερα ως όρος για τις πολιτοφυλακές αλβανικών επαναστατικών οργανώσεων κατά του βασιλείου της Σερβίας (1910-18), του Βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας (1918-24), που ονομάζονταν "κίνημα κατσάκ".

Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η λέξη προέρχεται από το τουρκικό kaçmak για το "παράνομος".[1][2]

Παρασκήνιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κίνημα των Κατσάκων, 1920–24[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Επιτροπή για την Εθνική Άμυνα του Κοσσυφοπεδίου (αλβανικά: Komiteti për Mbrojten Kombëtare së Kosovës) δημιουργήθηκε στα Σκόδρα, υπό τον Χασάν Πρίστινα το 1918. Η επιτροπή υποστήριξε οργανωτικά και οικονομικά τους κατσάκους σε κατοικημένες από Αλβανούς περιοχές της Γιουγκοσλαβίας, στο Κοσσυφοπέδιο και στα Σκόπια (πρώην Βιλαέτι του Κοσσυφοπεδίου). Οι Κατσάκοι δραστηριοποιούνταν επίσης γύρω από την Οχρίδα και τη Μπίτολα.[3] Στις 6 Μαΐου 1919, η Επιτροπή ζήτησε γενική εξέγερση στο Κοσσυφοπέδιο και άλλες περιοχές που κατοικούνταν από Αλβανούς στη Γιουγκοσλαβία. Οι Κατσάκοι ήταν δημοφιλείς μεταξύ των Αλβανών και η τοπική στήριξή τους αυξήθηκε στη δεκαετία του 1920, όταν ο Χασάν Πρίστινα έγινε μέλος του αλβανικού κοινοβουλίου, ο Χότζε Καντρίου έγινε Υπουργός Δικαιοσύνης και ο Μπαϊράμ Τζούρρι έγινε Υπουργός Πολέμου (1921). Και οι τρεις ήταν Κοσοβάροι Αλβανοί. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι Αλβανοί του Κοσσυφοπεδίου υπό τον Αζέμ Γκαλίτσα ξεκίνησαν έναν ένοπλο αγώνα, γνωστό και ως "κίνημα Κατσάκ",[4] μια επανάσταση μεγάλης κλίμακας στη Ντρένιτσα όπου ενεπλάκησαν περίπου 10.000 άτομα υπό τον Γκαλίτσα. Η εξέγερση καταπνίχθηκε από τον γιουγκοσλαβικό στρατό.[5] Ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ του Γιουγκοσλαβικού στρατού και των Κατσάκων πραγματοποιήθηκαν κατά τα έτη 1920 και 1921,[6] 1923,[7][8] με μια αναβίωση το 1924. Ένα από τα επιτεύγματα ήταν η δημιουργία της "ουδέτερης ζώνης" γύρω από το Γιουνίκ, η οποία θα χρησίμευε για να διακινδυνεύσει τα σύνορα και να παράσχει πυρομαχικά και άλλη υλικοτεχνική υποστήριξη για τους κατσάκους.

Κληρονομιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Απεικονίζονται ευρέως στην αλβανική λαογραφία.[9][10][11] Οι Αλβανοί συνεργατιστές στη Γιουγκοσλαβία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν επίσης γνωστοί ως Κατσάκοι.[12]

Αξιοσημείωτα άτομα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Cerwyn Moore (2010). Contemporary Violence: Postmodern War in Kosovo and Chechnya. Oxford University Press. σελίδες 117–. ISBN 978-0-7190-7599-5. The leading coordinator of the Kachak (outlaw, from the Turkish kachmak, meaning runaway or hide) movement was the Kosovo Committee. 
  2. Robert Bideleux· Ian Jeffries (24 Ιανουαρίου 2007). The Balkans: A Post-Communist History. Routledge. σελίδες 522–. ISBN 978-1-134-58328-7. Kosovar resistance movement known as the Kachaks (derived from the Turkish word for outlaw, kachmak). 
  3. Hugh Poulton (1995). Who are the Macedonians?. C. Hurst & Co. Publishers. σελίδες 92–. ISBN 978-1-85065-238-0. 
  4. Cerwyn Moore (2010). Contemporary Violence: Postmodern War in Kosovo and Chechnya. Oxford University Press. σελίδες 117–. ISBN 978-0-7190-7599-5. The greatest and most celebrated Kachak leader was Azam Bejta (1889–1924), who kept his native Drenica, the central district of Kosovo. 
  5. Robert Elsie (November 15, 2010), Historical Dictionary of Kosovo, Historical Dictionaries of Europe, 79 (2 έκδοση), Scarecrow Press, σελ. 64, ISBN 978-0810872318, https://books.google.com/books?id=Pg-aeA-nUeAC&pg=PA64#v=onepage&q=sali%20nivica&f=false 
  6. Bujar Lulaj (2012-09-22), Rrefimet e sekretarit konfidencial te Bajram Currit, Dielli, http://gazetadielli.com/rrefimet-e-sekretarit-konfidencial-te-bajram-currit/, ανακτήθηκε στις 2014-01-31 
  7. Studia Albanica, 26, Universiteti Shtetëror i Tiranës; Instituti i Historisë (Akademia e Shkencave e RPS të Shqipërisë), 1989, σελ. 29, ISSN 0585-5047, OCLC 1996482, https://books.google.com/books?id=IBLUAAAAMAAJ&q=hysni+curri&dq=hysni+curri&hl=en&sa=X&ei=y6r3Utr2MevC0AHC3YDgAw&ved=0CEAQ6AEwBDgU 
  8. Studime historike, 41, Akademia e Shkencave, Instituti i Historisë, 1987, σελ. 63, ISSN 0563-5799, OCLC 3648264, https://books.google.com/books?id=lJjiAAAAMAAJ&q=hysni+curri&dq=hysni+curri&hl=en&sa=X&ei=Man3UruVC9DLsQSWrYKwCQ&ved=0CDsQ6AEwAg 
  9. Dhimiter Shuteriqi (1971). Historia e letërsisë shqipe. 1–2 (2 έκδοση). Enti i teksteve dhe i mjeteve mësimore i Krahinës Socialiste Autonome të Kosovës. σελ. 101. OCLC 8692190. 
  10. Instituti i Gjuhësisë dhe i Letërsisë (Akademia e Shkencave e RPS të Shqipërisë), Universiteti Shtetëror i Tiranës. Instituti i Historisë dhe Gjuhësisë (1970). Studime Filologjike. Akademia e Shkencave e RPSSH, Instituti i Gjuhesise dhe i Letersise. σελίδες 71–75. ISSN 0563-5780. OCLC 29286220. 
  11. Spiro Shetuni (21 Απριλίου 2011). Albanian Traditional Music: An Introduction, with Sheet Music and Lyrics for 48 Songs. Mcfarland. σελ. 78. ISBN 978-0786464494. 
  12. Hans-Christian Petersen, Samuel Salzborn (2010). Antisemitism in Eastern Europe: History and Present in Comparison. Bern: Peter Lang. p. 97.

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]