Κάστρο του Ρίβολι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κάστρο του Ρίβολι
Castello di Rivoli
Χάρτης
Είδοςμουσείο τέχνης και κάστρο
ΔιεύθυνσηPiazzale Mafalda di Savoia, 10098 Rivoli TO
Γεωγραφικές συντεταγμένες45°4′12″N 7°30′37″E
Διοικητική υπαγωγήΡίβολι[1]
ΧώραΙταλία[2]
Έναρξη κατασκευής1984
ΙδιοκτήτηςΡίβολι
ΑρχιτέκτοναςΑσκάνιο Βιτότσι και Αμεντέο ντι Καστελαμόντε
ΧρηματοδότηςΟίκος της Σαβοΐας
Προστασίατμήμα μνημείου παγκόσμιας κληρονομιάς (από 1997)
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα

Το Κάστρο του Ρίβολι, ιταλ.: Castello di Rivoli, είναι μια πρώην κατοικία του Βασιλικού Οίκου της Σαβοΐας στο Ρίβολι (μητροπολιτική πόλη του Τορίνο, Ιταλία). Αυτή τη στιγμή είναι έδρα του Castello di Rivoli: Museo d'Arte Contemporanea, το μουσείο σύγχρονης τέχνης του Τορίνο.

Το 1997 συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO μαζί με άλλες 13 κατοικίες του Οίκου της Σαβοΐας . [3]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κάστρο κτίστηκε πιθανώς τον 9ο-10ο αι. Η ύπαρξή του αναφέρεται για πρώτη φορά το 1159, σε ένα δίπλωμα του αυτοκράτορα Φρειδερίκου Α΄ του Μπαρμπαρόσα, που παραχώρησε τις περιοχές Ριβολέζε στους επισκόπους του Τορίνο.

Ο Οίκος της Σαβοΐας απέκτησε το Ρίβολι τον 11ο αι. Αμέσως μετά, άρχισε μια διαμάχη με τους επισκόπους, η οποία το 1184 είχε ως αποτέλεσμα ζημιές στο κάστρο. Το 1273 τον επισκέφθηκε ο βασιλιάς Εδουάρδος Α' της Αγγλίας, καθ' οδόν από τη Σταυροφορία προς την Αγγλία, τον συνάντησαν οι αγγελιοφόροι του κόμη της Σαβοΐας πριν ταξιδέψει στα Σούσα και στο Mοντ Τσένις στον δρόμο για να επισκεφτεί στο Σαιν-Ζορζ ντ' Εσπεράνς.τον Φίλιππο Α' κόμη της Σαβοΐας. Το 1330 ο Aμεδαίος ΣΤ΄ της Σαβοΐας επέτρεψε στο ανώτερο διοικητικό συμβούλιο της υπαίθρου (Consiglio dei Principi) να το καταλάβει. Το κάστρο ήταν ο πρώτος χώρος δημόσιας λατρείας της Σινδόνης του Τορίνο.

Το κάστρο γνώρισε τότε μια περίοδο παρακμής. Το 1559, η Συνθήκη του Κατώ-Καμπρεζί απαγόρευσε στον δούκα Eμμανουήλ-Φιλιβέρτο να διαμένει στο Τορίνο, μέχρι να αποκτήσει ένα άρρεν τέκνο. Ως εκ τούτου, διέμενε στο Κάστρο του Ρίβολι, μετά την αναστήλωσή του από τον αρχιτέκτονα Aσκάνιο Βιτότσι. Το 1562 γεννήθηκε ο κληρονόμος Κάρολος-Εμμανουήλ Α' και επέστρεψε στο Τορίνο. Έργα στα σχέδια του Βιτότσι έγιναν μέχρι το 1644 υπό τον Κάρλo και τον Aμεδαίο ντι Καστελαμόντε, με την κατασκευή του λεγόμενου Μακριού Μανικιού (Manica Lunga), που προοριζόταν να στεγάσει τη Στοά της Σαβοΐας, το μοναδικό τμήμα του 17ου αι. του οικοδομήματος ορατό ακόμα και σήμερα. Ωστόσο, πολλά έργα τέχνης κλάπηκαν από τα γαλλικά στρατεύματα τα επόμενα χρόνια.

Στις αρχές του 18ου αι. τόσο το κάστρο, όσο και το Mακρύ Μανίκι πυρπολήθηκαν και λεηλατήθηκαν από τους Γάλλους, λόγω του Πολέμου της Ισπανικής Διαδοχής. Μετά την πολιορκία του 1706, ο Βίκτωρ-Αμεδαίος Β΄ της Σαρδηνίας ανέκτησε τα εδάφη και διέταξε την αναδιάρθρωση των ζημιών που υπέστη, αναθέτοντας πρώτα το έργο στον Μικελάντζελο Γκαρόβε, ο οποίος μεγάλωσε το "Mακρύ Μανίκι" και μετά, μετά το τέλος του, στον Aντόνιο Μπερτόλα. Ο τελευταίος συνέχισε τα εργοτάξια για άλλα τρία χρόνια, έως ότου παρενέβη ο Φιλίππο Γιουβάρα το 1716. ο διάσημος αρχιτέκτονας είχε μάλιστα στο μυαλό του ένα μεγαλεπήβολο έργο, αλλά τα έργα δεν ολοκληρώθηκαν. Μόνο οι προεκτάσεις των δύο ανατολικών συμμετρικών πτερύγων είχαν τελειώσει, αλλά έμεινε ημιτελής η πρόσοψη. Το 1730 ο Βίκτωρ-Αμεδαίος Β' έζησε την τρέλα του εδώ: παρόλο που παραιτήθηκε υπέρ του γιου του, αρνήθηκε να εγκαταλείψει τις δουλειές του και προσπάθησε να εκδιώξει τον Κάρολο-Εμμανουήλ Γ' της Σαρδηνίας, ο οποίος, σε συνεννόηση με τον υπουργό του, τον μαρκήσιο Ορμέα, αποφάσισε να κλείσει τον πατέρα του στην κατοικία στο Ριβόλι. Για εκείνη την περίπτωση, το κτίριο τροποποιήθηκε ξανά: προστέθηκαν κιγλιδώματα στα παράθυρα και η πρόσβαση στο Manica Lunga έκλεισε. Στη συνέχεια, το 1794 έγιναν κάποιες μετατροπές από τον Κάρλο Ραντόνι, για τουλάχιστον μερική χρήση της κατοικίας.

19ος αι. και μετά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βίκτωρ-Αμεδαίος Β΄ ανέθεσε μια νέα πρόσοψη στον Φιλίππο Γιουβάρα, η οποία επίσης έμεινε ημιτελής. Μετά την παραίτησή του και την αποτυχημένη προσπάθειά του να ανακτήσει την εξουσία από τον γιο του Κάρολο-Εμμανουήλ Γ', ο Βίκτωρ-Αμεδαίος Β΄ έζησε εδώ ως φυλακισμένος με τη μοργκανατική σύζυγό του μαρκέζα ντι Σπίνιο. Μετά το τέλος του, το κάστρο παρέμεινε ως επί το πλείστον εγκαταλελειμμένο, μέχρι το 1863, όταν ο δήμος του Ρίβολι το μετέτρεψε σε στρατώνες. Είκοσι χρόνια αργότερα ένα τμήμα χρησιμοποιήθηκε ως βιβλιοθήκη.

Το οικοδόμημα υπέστη σοβαρές ζημιές κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και παρέμεινε σε ουσιαστική εγκατάλειψη μέχρι το 1979, όταν ξεκίνησαν νέες εργασίες αποκατάστασης. Το 1984 το κάστρο άνοιξε ξανά ως ο χώρος του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης , το πρώτο μουσείο σύγχρονης τέχνης στην Ιταλία. [4] Το 2000 το κάστρο έγινε επίσης ο χώρος ενός εστιατορίου, βραβευμένου με αστέρι Mισελέν, όταν ο σεφ Nταβίντε Σκάμπιν μετέφερε εκεί το εστιατόριό του Κόμπαλ, μετονομάζοντάς το Combal.Zero. [5] [6]

Έργα ανακαίνισης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πρώτες εργασίες ανακαίνισης μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο πραγματοποιήθηκαν υπό τον αρχιτέκτονα του Τορίνο Aντρέα Μπρούνο. Δυστυχώς, η πρωτοβουλία δεν ολοκληρώθηκε, καθώς η διαθέσιμη χρηματοδότηση αρκούσε μόνο για την αποκατάσταση των δομικών ζημιών. Το 1967 ο Μπρούνο προχώρησε στο γκρέμισμα των αποσυντιθέμενων τμημάτων του αιθρίου, που είχε κτιστεί στις αρχές του 900. [7]

Εκθέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την έναρξή του, το Καστέλο ντι Ρίβολι έχει παρουσιάσει ένα συνεχές πρόγραμμα εντός της μπαρόκ αρχιτεκτονικής του και εκτός έδρας, που περιλαμβάνει ατομικές εκθέσεις, ειδικές παραγγελίες καθώς και ομαδικές εκθέσεις με σημαντικούς Ιταλούς και διεθνείς σύγχρονους καλλιτέχνες του 20ου και 21ου αι., όπως: Αατζιάo, Κάρλα Ατσάρντι, Φραντς Άκερμαν, Φράνσις Άλυς, Κάρλ Άντρε, Kάρελ Άπελ, Στέφανο Αριέντι, Eντ Άτκινς, Γιούρι Ανκαράνι, Τζιοβάνι Ανσέλμo, Φράνσις Μπέικον, Μπερντ & Χίλα Μπέχερ, Βανέσα Μπήκροφτ, Άννα Μπογκιγκουιάν, Καντίσε Μπράιτς Τζάνετ Κάρντιφ, Mαουρίτσιο Καστελάν, Τζιάνι Κολόμπο, Κλαούντια Κόμτε, Άντον Κορμπίγιν, Έντσο Κούτσι , Μέρκε Κούνινγκχαμ, Ρομπέρτο Κουόγκι, Tόμας Ντέμαντ, Ραϋμόντ Ντεπαρντόν, Γιαν Ντίμπετς, Πατρίτσιο ντι Μάσιμο, Mαρλένε Ντούμας, Όλαφουρ Ελίασον Eλαφουρίνο Φάμπρo, Λάρα Φαβαρέτo, Τερεσίτα Φερνάντεθ, Λοουτσιο Φοντάνα, Γιάνγκ Φούντονγκ, Άννα Γκάσκελ, Φρανκ Ο. Γκέρυ, Mάριο Τζιακομέλι, Aλμπέρτο Τζιακομέτι, Τζίλμπερτ & Τζορτζ, Nαν Γκόλντιν, Νταν Γκράχαμ, Aντρέας Γκούσκυ, Kέιθ Χάρινγκ, Mόνα Χατούμ, Σούζαν Χίλερ, Ρόνι Χορν, Πιέρ Χούυγκ, Άννε Χίμχοφ, Aράτα Ισοζάκι, Φραντσέσκο Γιοντίτσε, Γιόαν Γιόνας, Oν Καβάρα, Mάρτιν Περίτζε, Γουίλιαμ K. Kίρκεμπυ, Φραντς Κλίνε, Γιόζεφ Κόσουθ, Γιάννης Κουνέλλης, Τζέιμς Λη Μπάιαρς, Nαλίνι Μαλάνι, Πιέρο Μαντσόνι, Τζον ΜακΚράκεν, Άνα Μεντιέτα, Μπέρτραντ Λάβιερ, Ρενάτο Λεότα, Ρίτσαρντ Λονγκ, Mάριο Χερτς, Χοάν Mιρό, Κάρλο Μολίνο, Μπρθς Νάουμαν, Σιρίν Νεσάτ, Mαξ Νόιχαους, Πέδρο Νέβες Μάρκουες, Χέλμουτ Νιούτον, Κλάες Όλντενμπουργκ, Ούριελ Ορλόφ, Τζιούλιο Παολίνι, Φιλίπε Περάνο, Τζιουζέπε Πενόνε, Eλίζαμπεθ Πέιτον, Πάολα Πίβι, άρνουλφ Ράινερ, Mίκαελ Ράκοβιτς, Τόμας Ράκοβιτς, Ρόμπιν Ρίτσαρντς, Ντόρις Σαλκέντο, Ντέιβιντ Σέιλ, Tόμας Σάιτ, Mαρινέλα Σενατόρε, Βάελ Σάουκυ, Κάλυ Σπούνερ, Χάναχ Στάρκεϋ, Χάιμ Σ΄ταινμπαχ, Χίτο Στέιερλ, Kεΐχι Ταχάρα, Aλεσάντρα Τέσι, Aρμάντο Τέστα, Βόλφγκανγκ Τίλμανς, Γκράτσι Τοντέρι, Κούζιγιε φαν Μπρούγκεν, Παλόμα Βάργκα Βάιστς, Εμίλιο Βεντόβα, Γιαν Βερκρούιζε, Φραντσέσκο Βετσόλι, Άντυ Γουόρχολ, Λώρενς Βάινερ, Άντρο Βέκουα, Ζόελ-Πέτερ Γουίτκιν και Γκιλμπέρτο Τσόριo, μεταξύ άλλων. [8]

Μόνιμη Συλλογή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μόνιμη Συλλογή καταγράφει κρίσιμες στιγμές στην ανάπτυξη της σύγχρονης τέχνης στην Ιταλία και στο εξωτερικό, από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 έως τα τελευταία ρεύματα. Βρίσκεται στο επίκεντρο των δραστηριοτήτων του Μουσείου και περιλαμβάνει μεγάλες μόνιμες εγκαταστάσεις, που παράγονται ειδικά για τα δωμάτια της ιστορικής Βασιλικής Κατοικίας. Περιλαμβάνει μερικά από τα πιο σημαντικά έργα των Arte Povera καλλιτεχνών, όπως οι Τζιοβάνι Ανσέλμo, Aλιγκιέρι Μποέτι, Mάριο Μερτς, Mαρίζα Μαρτς, Mικελάντζελο Πιστολέτo, θεμελιώδη έργα από σύγχρονους Ιταλούς καλλιτέχνες όπως ο Mαουρίτσιο Κατελάν, [9] καθώς και σημαντικά έργα από την Tρανσαβαντγκάρντια, Λαντ Αρτ, και έργα τέχνης που αντανακλούν τις τελευταίες σύγχρονες διεθνείς εκφράσεις.

Το 2021 ο γλύπτης της Arte Povera Τζιουζέπε Πενόνε δώρισε περισσότερα από 200 έργα σε χαρτί στο Καστέλο ντι Ρίβολι –συμπεριλαμβανομένων αυτόγραφων σημειώσεων εργασίας, χειρόγραφων στοχασμών, σχεδίων σχεδίων, αρχιτεκτονικών αποδόσεων και φωτογραφιών που συνδέονται με μεγάλα κομμάτια– καθώς και μια έκδοση του Svolgere la propria pelle – finestra ("Ξετυλίξτε το δικό σας δέρμα – Παράθυρο", 1970-2019), που παρουσιάστηκε αρχικά στο Fridericianum στο Κάσελ το 1972. [10]

Συλλογή Τσερούτι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 2017 το Καστέλο ντι Ρίβολι ανακοίνωσε την απόκτηση της συλλογής έργων τέχνης του F. Cerruti, η αξία της οποίας εκτιμάται στα 570 εκατομμύρια δολάρια. Ανάμεσα στα έργα που συγκέντρωσε ο Φεντερίκο Τσερούτι είναι πίνακες των Φράνσις Μπέικον, Τζιόρτζιο ντε Κίρικo, Ρενέ Μαργκρίτ, Aμεντέο Μοντιλιάνι, Πάμπλο Πικάσo, Ωγκύστ Ρενουάρ, Βασίλιυ Καντίνσκυ και Άντυ Γουάρχολ. [11]

Επιπλέον, η Βίλα Τσερούτι παίζει σημαντικό ρόλο στο συγκρότημα του Κάστρου του Ρίβολι χάρη και στο «πράσινο» στοιχείο της. Όσον αφορά το ίδιο το κάστρο, μόνο ένα μικρό μέρος του αρχαίου υπάρχοντος κήπου σώζεται ακόμη, δηλαδή το νυμφαίο. Πρόκειται για ένα τεχνητό σπήλαιο, που κατασκευάστηκε στα τέλη του 16ου αι. στην πλαγιά του λόφου, επενδεδυμένο με τούβλα, που τροφοδοτείται από μια υπόγεια δεξαμενή νερού και καλύπτεται από αυθόρμητη βλάστηση. [12] Μέσα από μια ακριβή αποκατάσταση, αυτός ο τόπος είναι σήμερα ανοιχτός σε επισκέπτες που διασκεδάζουν με θαλάσσια παιχνίδια και μουσική. Εκτός από αυτή τη μικρή καταπράσινη περιοχή, η Βίλα Τσερούτι παρεμβαίνει με τον ιδιόμορφο και αρκετά σημαντικό κήπο της. Μάλιστα, παρουσιάζει ένα μέρος για μοναστηριακό διαλογισμό, έναν αγροτικό χώρο με ορνιθώνα και λαχανόκηπο, έναν παιδότοπο με αίθουσα μπόουλινγκ, μια πανοραμική θέα στις Άλπεις και στο δάσος. Το πιο οικείο μέρος ολόκληρης της ιδιοκτησίας βρίσκεται στο δάσος και αποτελείται από ένα νεκροταφείο σκύλων, στο οποίο ο Τσερούτι συνήθιζε να θάβει τα κατοικίδιά του. [13] Το νυμφαίο μαζί με τον κήπο της Βίλα Τσερούτι παρέχουν στο Κάστρο του Ρίβολι έναν πνεύμονα πράσινου

Βιβλιοθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η βιβλιοθήκη του Καστέλο ντι Ρίβολι είναι ανοιχτή στο κοινό από το 1999 και ειδικεύεται στην τέχνη και τη θεωρία του 20ου και 21ου αι., με επίκεντρο τους καλλιτέχνες που εμφανίζονται στις συλλογές του μουσείου. Περιλαμβάνει περίπου 44.000 βιβλία και περιοδικά χωρισμένα στις ακόλουθες κατηγορίες: σύγχρονη τέχνη, φωτογραφία, αρχιτεκτονική, σχέδιο και διαφήμιση από το 1960 έως σήμερα. Στεγάζει επίσης μια προσβάσιμη βιβλιοθήκη βίντεο με περισσότερα από 900 βίντεο. Από το 2009 η Βιβλιοθήκη Καστέλο ντι Ρίβολι αποτελεί μέρος ενός τοπικού δικτύου εξειδικευμένων βιβλιοθηκών, του Cobis Coordinamento delle Biblioteche Speciali e Specialistiche di Torino,. [14]

Διευθυντές και Δ.Σ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρόεδροι

  • Τζιοβάνι Φερέρο (1984–1987)
  • Antonio Maria Marocco (1987–1988)
  • Marco Rivetti (1988-1994)
  • Κλάρα Πάλμας (1994–1999)
  • Cesare Annibaldi (1999–2009)
  • Giovanni Minoli (2009–2015)
  • Daniela Formento (2015–2017)
  • Alberto Tazzetti (2017–2019)
  • Fiorenzo Alfieri (2019–2020)
  • Francesca Lavazza (2021–σήμερα)

Διευθυντές

Το σημερινό διοικητικό συμβούλιο  ]

  • Gianluca Ferrero (Αντιπρόεδρος και μέλος)
  • Maria Sabrina Fichera (Μέλος)
  • Marco Chiriotti (Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου)
  • Alessandro Cian (Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου)
  • Elvira Pozzo (Ελεγκτικό Συμβούλιο)
  • Laura Schiavone (Ελεγκτικό Συμβούλιο)
  • Luigi Scalise (Αναπληρωτής του Ελεγκτικού Συμβουλίου)

Τρέχουσα Συμβουλευτική Επιτροπή  ]

Λαϊκή κουλτούρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το παλάτι είναι το σκηνικό για το έργο King Victor and King Charles του Robert Browning.

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 135. Ανακτήθηκε στις 31  Ιουλίου 2018.
  2. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 135. Ανακτήθηκε στις 30  Ιουλίου 2018.
  3. Centre, UNESCO World Heritage. «Residences of the Royal House of Savoy». 
  4. «Our Mission». Castello di Rivoli (στα Ιταλικά). Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2019. 
  5. Bruni, Frank. «Cucina dell'Arte: High-End Dining in Italy». The New York Times. Ανακτήθηκε στις 1 Σεπτεμβρίου 2015. 
  6. «Combal Zero». www.andyhayler.com. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2019. 
  7. «Renovation». castellodirivoli.org. Ανακτήθηκε στις 14 Νοεμβρίου 2016. 
  8. «Archivi Mostre». Castello di Rivoli (στα Ιταλικά). Ανακτήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 2021. 
  9. «A Torino l'evoluzione dell'arte da Pistoletto a Viola». www.turismo.it (στα Ιταλικά). Ανακτήθηκε στις 31 Αυγούστου 2020. 
  10. «Arte Povera sculptor Giuseppe Penone donates more than 200 works on paper to Castello di Rivoli». www.theartnewspaper.com. Ανακτήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 2021. 
  11. «Castello di Rivoli Acquires the Legendary $570m Cerruti Art Collection». artnet News (στα Αγγλικά). 6 Ιουλίου 2017. Ανακτήθηκε στις 31 Αυγούστου 2020. 
  12. Affenita, Giacomo (1990). Residenze e Collezioni Reali. Torino: Editurist. σελίδες 125–133. 
  13. Christov-Bakargiev, Accornero, Cafagna, Rigolo (2019). La Collezione Cerruti. Torino: Allemandi. σελίδες 77–81. CS1 maint: Πολλαπλές ονομασίες: authors list (link)
  14. «Biblioteche – CoBiS» (στα Ιταλικά). Ανακτήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 2021. 
  15. «Ida Gianelli Biografia». www.zam.it. Ανακτήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 2021. 
  16. «Carolyn Christov-Bakargiev appointed director of Castello di Rivoli and GAM». artreview.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 31 Αυγούστου 2020. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]