Θέμα Παρίστριον
Το Παρίστριον, που σημαίνει "δίπλα στον Ἴστρο", το αρχαίο όνομα του Δούναβη), η Παραδουνάβιο/Παραδούναβις, όνομα που προτιμάται στα επίσημα έγγραφα, ήταν Βυζαντινή επαρχία που κάλυπτε στη νότια όχθη του Κάτω Δούναβη (Κάτω Μοισία) κατά τους 11ο και 12ο αιώνα[1]
Αν και οι Βυζαντινοί συγγραφείς χρησιμοποιούν τον όρο για να περιγράψουν τα μέρη κατά μήκος του Δούναβη γενικά, η επαρχία του Παρίστριου φαίνεται ότι αποτελούταν στο μεγαλύτερο μέρος από τη σύγχρονη Δοβρουτσά[2]. Δεν είναι βέβαιο το πότε ιδρύθηκε η επαρχία: ο Ρουμάνος μελετητής Nicolae Bănescu θεωρούσε ότι ιδρύθηκε αμέσως μετά το τέλος της εισβολής του Σβιατοσλάβ Α΄, ηγέτη των Ρως, στη Βουλγαρία (970–971), ενώ άλλοι, όπως ο Vasil Zlatarski, δημιουργία του τέλους-μέσα του 11ου αιώνα[1]. Την επαρχία κυβερνούσε Κατεπάνω ή Δούκας, και είχε την έδρα της μάλλον στο Δορύστολον (η σύγχρονη Σιλίστρα), όπου όντως μαρτυρείται η ύπαρξη βυζαντινής στρατηγίας τη δεκαετία 970[3]. Στον απόηχο της νίκης του εναντίον των Ρως, ο Αυτοκράτορας Ιωάννης Τσιμισκής (βασιλεία 969–976) διόρισε τον Λέοντα Σαρακηνόπουλο διοικητή στη βορειοανατολική Βουλγαρία, με βάση τα Μικρά Πρεσθλάβα / Ιωαννόπολις (Πρεσθλαβίτζα). Ο Σαρακηνόπουλος και οι υπό αυτού, επιδόθηκαν τα επόμενα χρόνια σε οχυρωματικά έργα στην περιοχή της Δοβρουτσά, όπου εγκαταλελειμμένα επιδιορθώθηκαν και επανδρώθηκαν ξανά[4].
Όμως η περιοχή γύρισε ξανά σε Βουλγαρικό έλεγχο υπό τους αδελφούς Κομητόπουλους το 986 και έμεινε μέχρι το περίπου 1001, όταν και αποκαταστάθηκε ο Βυζαντινός έλεγχος. Ο μελετητής Bănescu πάντως, θεωρεί ότι ο Δορύστολον παρέμεινε συνέχεια σε Βυζαντινά χέρια[3][5]. Από το τα μέσα της δεκαετίας το 1030, η περιοχή γνώρισε συνεχείς επιδρομές από τους Πετσενέγους. Ο πληθυσμός αποσύρθηκε στις λίγες μεγάλες οχυρωμένες πόλεις, και οι Πετσενέγοι ήταν ελεύθεροι να εγκατασταθούν στην επαρχία σαν σύμμαχοι και αποικιστές (δηλαδή σύμφωνα με τον όρο που χρησιμοποιούσαν οι σύγχρονοι συγγραφείς, ως μιξοβάρβαροι), και κρατιόταν σε ειρηνική κατάσταση με υποχωρήσεις και μέσω του εκτεταμένου εμπορίου. Δεν ήταν πριν τη δεκαετία του 1070 όταν οι Πετσενέγοι εξαπέλυσαν ανοιχτή εξέγερση και αποτέλεσαν συνεχή απειλή για τις Βαλκανικές επαρχίες του Βυζαντίου, μέχρι που ηττήθηκαν τελειωτικά στη Μάχη του Λεβουνίου το 1091. Παρά κάποιες περιστασιακές επιδρομές από τους Κουμάνους μετέπειτα, το Παρίστριον παρέμεινε κατά κύριο λόγο ειρηνικό ευημερούν κατά το 12ο αιώνα[6].
Γνωστοί διοικητές του θέματος ήταν οι[7] :
- Λέων Σαρακηνόπουλος, πριν το 976
- Ρωμανός Διογένης, δούξ, ο μετέπειτα αυτοκράτορας
- Βασίλειος Αποκάπης, δούξ
- Νέστωρ, δούξ
- Λέων Νικερίτης, 1091, δούξ
- Δημήτριος Κατακαλών, κατεπάνω
- Θεόδωρος Πηγονίτης, κατεπάνω
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Kazhdan 1991, "Paristrion", p. 1589.
- ↑ Stephenson 2000, σελίδες 55, 78.
- ↑ 3,0 3,1 Nesbitt & Oikonomides 1991, σελίδες 150–151.
- ↑ Stephenson 2000, σελίδες 56–58
- ↑ Stephenson 2000, σελίδες 59, 63–64.
- ↑ cf. Stephenson 2000, σελίδες 80–107.
- ↑ K. g. Saur, Studies in Byzantine Sigillography, Τόμος 8
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Kazhdan, Alexander Petrovich, επιμ. (1991). The Oxford Dictionary of Byzantium. New York, New York and Oxford, United Kingdom: Oxford University Press. ISBN 978-0-19-504652-6.
- Nesbitt, John W.· Oikonomides, Nicolas, επιμ. (1991). Catalogue of Byzantine Seals at Dumbarton Oaks and in the Fogg Museum of Art, Volume 1: Italy, North of the Balkans, North of the Black Sea. Washington, District of Columbia: Dumbarton Oaks Research Library and Collection. ISBN 0-88402-194-7.
- Stephenson, Paul (2000). Byzantium's Balkan Frontier: A Political Study of the Northern Balkans, 900–1204. Cambridge, United Kingdom: Cambridge University Press. ISBN 0-521-77017-3.