Η Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη
Εξώφυλλο της πρωτότυπης έκδοσης του 1536
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη (πλήρης τίτλος: "Η Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη, ήτοι το άνθος και αναγκαίον αυτής") αποτελεί διδακτικό, εκλαϊκευτικό έργο αποτελούμενο από μεταφράσεις αποσπασμάτων[1] στη νεοελληνική γλώσσα και απάνθισμα αφηγήσεων από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη που επιμελήθηκε ο Κερκυραίος Ορθόδοξος κληρικός Ιωαννίκιος Καρτάνος το 1536, όταν ήταν φυλακισμένος στη Βενετία. Έχει αποτελέσει εξέχον δείγμα του εκκλησιαστικού δημώδους λόγου, μοναδικό στο είδος του εκείνη την εποχή. Όντας εκφραστής της ελληνικής παιδείας και μάλιστα αιώνες πριν από την εμφάνιση του Διαφωτισμού, ο Καρτάνος διακήρυττε την ανάγκη να μορφωθεί ο ελληνικός λαός με έργα γραμμένα στη ζωντανή γλώσσα του[2].

Τα θέματα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, που καλύπτουν το μισό περίπου βιβλίο, διανθίζονται από σχολιασμούς και άλλες διηγήσεις, καθώς, κοντά στη θρησκευτική διδασκαλία, περιλήφθηκαν θέματα ιστορίας-χρονογραφίας, εγκυκλοπαιδικά, καθώς και θέματα καθημερινής πρακτικής. Οι πηγές τού έργου είναι ένα ιταλικό λαϊκό βιβλίο, έργα εκκλησιαστικής γραμματείας και χρονογραφικά κείμενα. Οι παραπομπές του σε πρωτότυπα ή μεταφρασμένα εδάφια της Αγίας Γραφής είναι σωστές και πλήρεις.

Τα προβλήματα της θρησκευτικής διδασκαλίας και η έλλειψη υποδομής και παιδείας ώθησαν τον Καρτάνο να ετοιμάσει ένα θρησκευτικό έργο με εύληπτη ύλη για τον λαό, ενώ είναι σαφές ότι το έργο του δεν είναι - ούτε αποτελούσε πρόθεση του συγγραφέα - θεολογικό. Στον πρόλογο του έργου ο Καρτάνος αναφέρει:

«Δεν το έκαμα διά τους διδασκάλους, αλλά διά τους αμαθείς ως εμέ και διά να καταλάβουν πάντες οι χειροτέχναι και αμαθείς την θεία Γραφήν, τόσον ναύται όσο και χειροτέχναι και γυναίκες και παιδιά και πάσα μικρός άνθρωπος, μόνον που να ηξεύρει να διαβάζει».

Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το γεγονός ότι το έργο του βρήκε πολύ μεγάλη απήχηση, καθώς μεταξύ των ετών 1536 και 1567 έγιναν τουλάχιστον 5 εκδόσεις, και μάλιστα για περισσότερα από 100 χρόνια ξεχώριζε στις προτιμήσεις των αναγνωστών σε όλο τον ελληνόφωνο κόσμο.

Ο Καρτάνος ταξίδεψε στον τότε τουρκοκρατούμενο και βενετοκρατούμενο ελληνικό χώρο, στην Κωνσταντινούπολη, τη Ρώμη και τους Αγίους Τόπους. Κατόπιν μετέβη για σπουδές στη Βενετία. Εκεί ο Καρτάνος συγκρούστηκε με τον μητροπολίτη Μονεμβασίας Αρσένιο επειδή ο Αρσένιος, ο οποίος είχε ασπασθεί τον Καθολικισμό, επιχείρησε κάποια μέρα της Σαρακοστής του 1534 να κηρύξει στην ελληνική Ορθόδοξη εκκλησία της Βενετίας, έχοντας την επίσημη άδεια των βενετικών αρχών[3]. Η αντιπαράθεση με προσβλητικά λόγια είχε ως αποτέλεσμα την τριετή φυλάκισή του στη Βενετία, που έγινε αιτία για τη συγγραφή του βιβλίου.

Η δεύτερη σελίδα της έκδοσης του 1536

Αν και υποστηρίχθηκε ότι ο Καρτάνος πολεμήθηκε κυρίως για τη γλώσσα του,[4] στην πραγματικότητα, "ο θεολογικοδογματικός προβληματισμός" είναι αυτός που προέχει[5] και οι αντιδράσεις προέκυψαν "εκ φόβου νοθείας των Αγίων Γραφών" αφού το γλωσσικό επιχείρημα χρησιμοποιείται "όλως δευτερευόντως και επικουρικώς"[6]. Άλλωστε, σύμφωνα με τον καθηγητή π. Γεώργιο Μεταλληνό, "ποτέ η Ελληνική Εκκλησία δεν καταδίκασε Μεταφράσεις της Α.Γ...μόνο για λόγους γλωσσικούς"[7].

Κατ' εξοχήν πολέμιος του έργου του Καρτάνου, αναδείχθηκε ο πολυγράφος υπέρμαχος της ορθοδοξίας και της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, Ζακύνθιος μοναχός Παχώμιος Ρουσάνος, ο οποίος τον αποκάλεσε «αιρεσιάρχη» και τους οπαδούς του «Καρτανίτας» και «Ιωαννικιανούς», προσπαθώντας να προκαλέσει την εκκλησιαστική καταδίκη του.[8] Αντικείμενο των δριμειών επιθέσεων του Ρουσάνου απετέλεσε όχι μόνον η «λαϊκή» γλώσσα[9], τα «αδόκιμα ελληνικά» και το «ιταλικό λεξιλόγιό» του, αλλά κυρίως τα «δογματικά λάθη», τα οποία σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησία «έφερναν σε κίνδυνο το ορθόδοξο ποίμνιο». Αίτια των σφαλμάτων του έχουν θεωρηθεί η ανάμειξη με θρύλους που προέρχονταν από το ιταλικό βιβλίο Fioretto di tutta la Biblia historiato[10] ή, κατ' άλλους, El Fiore di tutta la Biblia Historiato[11] (παρόμοια βιβλία είχαν καταδικαστεί από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία μέσω του Index Librorum Prohibitorum βάσει της Συνόδου του Τριέδου) και ο επηρεασμός από τα απόκρυφα ευαγγέλια (όπως π.χ. το θεωρούμενο ως απόκρυφο Ευαγγέλιο της Παιδικής Ηλικίας του Ιησού).[12]. Κατά μαρτυρία του ίδιου, η επίσημη Εκκλησία δεν το υποστήριξε ή και το καταδίκασε.

Σύμφωνα με την καθηγήτρια Κακουλίδη-Πάνου, οι "αποκλίσεις" του Καρτάνου δεν ήταν αιρετική διδασκαλία, αλλά λεπτές αποκλίσεις από τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που οφείλονταν κυρίως σε άγνοια ή αδυναμία κριτικής θεώρησης των πρωτοτύπων του".[13]

Πάντως, το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχοντας αντίθετη γνώμη, καταδίκασε "διά τας πολλάς και σπουδαίας δογματικάς πλάνας και αιρετικάς κακοδοξίας"[14] το έργο του Καρτάνου, ο οποίος, σύμφωνα με τον καθ. Βούλγαρη, δεν είχε τις απαραίτητες θεολογικές προϋποθέσεις και την αναγκαία γλωσσική υποδομή για να πραγματοποιήσει την απόδοση του περιεχομένου "εις την αντίστοιχον Νεοελληνικήν"[15]. Ο Καρτάνος, αν και "ηθέλησε να εργασθή προς μόρφωσιν του απλού λαού ... λόγω αμαθείας υπέπεσεν εις πολλά λάθη", όπως η παράθεση "εξ αποκρύφων συγγραμμάτων μετά πανθεϊστικών κακοδοξιών"[16] με στοιχεία αντιτριαδισμού[17], και τελικά αφαίρεσε τις επίμαχες παραγράφους σε νεώτερη έκδοση του έργου του[18], δηλώνοντας ότι οι διορθώσεις έγιναν «μετά πολλής επιμελείας»[19].

Παρά τις περικοπές που έκανε στην πέμπτη έκδοση, δεν δόθηκε στον Καρτάνο το αρχιερατικό αξίωμα που επιζητούσε από τον πατριάρχη ως ανταμοιβή για το βιβλίο του, και έτσι, μετά την αποτυχία του, επέστρεψε στη Ναύπακτο και τότε, δεν δίστασε να κάνει υποδείξεις για τη διόρθωση των κακώς κειμένων της εποχής του τόσο στον εκκλησιαστικό όσο και στον κοινωνικό βίο. Έτσι ενώ προτάσσει τον σεβασμό προς τους ιερείς[20], ελέγχει έντονα τον κλήρο[21] και ασκεί δριμεία κριτική στους αρχιερείς[22] Καταδικάζει την άπληστη επιζήτηση προικοδότησης, τη λαϊκή δεισιδαιμονία, τα φυλαχτά, την ονειροκριτική και την αστρολογία. Επίσης, κάνει δύο αναφορές στη δικαστική εξουσία για την οποία έλεγε ότι χειραγωγούνταν[23]. Όπως όμως σημειώνει ο Χριστόφορος Φιλητάς, από επιστολή του μοναχού Παχωμίου του Ρουζάνου "μανθάνομεν" ότι ο Καρτάνος "απολυθείς της φυλακής δεν ευχαριστήθη να ησυχάση, αλλ' ελθών εις την μεγάλην Εκκλησίαν εζήτει να ανταμειφθή διά το πόνημά του με προβιβασμόν εις αρχιερατικόν θρόνον, όμως απεκρούσθη από τον Πατριάρχην" ως ετερόδοξος και κρίθηκε ανάξιος να προΐσταται του "χριστιανικού ποιμνίου" και από τότε "εντραπείς προς τους ομόφρονας αυτού", κρατούσε μεγάλο θυμό για το γεγονός[24]. Άλλωστε, σύμφωνα με την ίδια επιστολή, ο Καρτάνος "ουδέ γαρ δι' ορθοδοξίαν...την τε βίβλον συνέταξε..αλλά διά κενοδοξίαν"[25].

Στο έργο του Καρτάνου, η μετάφραση του κειμένου της Αγίας Γραφής δεν γίνεται συστηματικά σε συνεχές κείμενο, πράγμα που άλλωστε δεν περιλαμβανόταν στις προθέσεις του συγγραφέα. Ο Καρτάνος πάντως, δικαίως θεωρείται ως ο πρώτος που απεπειράθη "μετάφραση" σε τέτοια έκταση[26], και επομένως ως πρόδρομος της μετάφρασης της Καινής Διαθήκης του Μαξίμου Καλλιπολίτη, υπό την αιγίδα του Κυρίλλου Λουκάρεως, που τυπώθηκε το 1638, εκατό χρόνια μετά από τις πρώτες απόπειρες του Καρτάνου.

Το έργο αυτό είχε κυκλοφορήσει μερικώς (το μισό κείμενο και μόνον ο πρώτος τόμος) από τις εκδόσεις «Τήνος» το 1988, ενώ αναθεωρήθηκε και επανακυκλοφόρησε ως πλήρες κείμενο σε επίτομη έκδοση, από το «Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας» το 2000, με φιλολογική επιμέλεια της Ελένης Κακουλίδη-Πάνου (ISBN 960-7779-09-6).

Υποσημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Η καθηγήτρια Κακουλίδη-Πάνου, μετά από την καταγραφή περίπου 200 εδαφίων που μεταφράζονται από την Αγία Γραφή, αναφέρει: «Τα σημεία όπου τα αποσπάσματα ή τα μικρότερα χωρία αποδίδονται σε μετάφραση είναι πάμπολλα σε ένα κείμενο που κατεξοχήν ασχολείται με τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής». Σύμφωνα με τον καθηγητή Ι. Καραβιδόπουλο, τα αποσπάσματα αυτά αριθμούν 150. (Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη σ. 53)
  2. Ο Καρτάνος αναφέρει ότι σκοπός του ήταν «να ημπορέσω να πεζεύσω την θείαν Γραφήν εις κοινήν γλώτταν», απευθυνόμενος «προς τους αδαήμωνας». Όσον αφορά τη σπουδαιότητα της δράσης του, αναφέρεται ότι ήταν ένας από τους «εκφραστές της ελληνικής παιδείας που ζούσαν στη Δύση» και οι οποίοι «μπόρεσαν μετά από ένα σημαντικό διάστημα έλλειψης επαφής με τον υπόδουλο ελληνισμό να φέρουν το λαό σε επαφή με τις πηγές της χριστιανικής πίστης και να συμβάλουν στη δημιουργία κάποιων προϋποθέσεων συστηματικής εκπαίδευσης». (Κογκούλης Β. Ιωάννης, Εισαγωγή στην Παιδαγωγική, Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2008, σ. 77)
  3. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Larousse-Britannica, λήμμα: «Καρτάνος, Ιωαννίκιος». Η εν Βενετία Ελληνική Κοινότης και οι μητροπολίται Φιλαδελφείας, Μ.Ι. Μανούσακα, 1969-70.
  4. Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, "Μεταφράσεις της Αγίας Γραφής στο Στόχαστρο, Μισαλλοδοξία ή Αυτοπροστασία;", στο Παράδοση και αλλοτρίωση, τομές στην πνευματική πορεία του νεώτερου ελληνισμού κατά τη Μεταβυζαντινή περίοδο, Δομός, Αθήνα 1994, σελ. 116
  5. στο ίδιο, σελ. 115
  6. Άποψη του καθηγ. Ι. Καρμίρη, ό.π.
  7. στο ίδιο, σελ. 136
  8. Ο Ρουσάνος υποστήριξε ότι «δι' αμπορίαν εις Ακυληίαν στελλόμενος καντεύθεν εις αισχρουργίας εμπεσών ενεβλήθη εις φυλακήν», ότι το βιβλίο το έγραψε «διά κενοδοξίαν» και φυλακίστηκε «δι' αταξίαν, ως οι αυτόν ειδότες και τα έργα αυτού μαρτυρούσιν» και ακόμη ότι «απεκρούσθη παρά του πατριάρχου ως ετερόδοξος και ανάξιος κριθείς ποίμνης ηγήσασθαι, λύκος ων εναργής».
  9. Ο ίδιος ο Καρτάνος ανέφερε: «Πλην δε είναι τινές διδάσκαλοι και σοφοί άνδρες, όπου τούτα αυτών δεν τους αρέσουν διότι είναι πολλά κοινά, και έχουν το εις εντροπήν να απλώνομεν έτσι την θείαν Γραφήν, αλλ' επειδή ως είπα άνωθεν της υμετέρας αγάπης ότι δεν το έκαμα δι' αυτούς τους σοφούς και διδασκάλους, αλλά δια τους αμαθείς».
  10. Σε κάποιες αναφορές της πρόσφατης βιβλιογραφίας χρησιμοποιείται το όνομα του συγγραφέα ως ο τίτλος του έργου. Η αναφορά σε πρόσωπο με το όνομα Φιορέτι (Fioretti) θεωρείται από την καθηγήτρια Κακουλίδη-Πάνου, λάθος, που προήλθε από σύγχυση με το τίτλο του ιταλικού έργο του 1478 Fioretto di tutta la Biblia historiato [et de novo in ligua Tosca voretto], του οποίου μεγάλο μέρος οικειοποιήθηκε στο έργο του ο Καρτάνος. Πάντως ο ίδιος απέφυγε επιμελώς να αναφέρθεί σε αυτή την κύρια πηγή του έργου του.
  11. Moses Gaster, "Ilchester Lectures on Greeko-Slavonic Literature, Trubner & co., 1887, σελ. 181
  12. Gerhard Podskalskyh, Η Ελληνική θεολογία επί Τουρκοκρατίας 1453-1821, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 2005, σελ. 145
  13. Η Κακουλίδη-Πάνου αναφέρει επιπρόσθετα: «Για την αποκατάσταση της αλήθειας θα πρέπει να απορρίψουμε τον χαρακτηρισμό του αιρετικού, που επαναλαμβάνεται μάλλον άκριτα από τους θεολόγους κυρίως συγγραφείς». Και στη σχετική υποσημείωση προσθέτει: «Για να παραβλέψουμε την πρόχειρη και "αδιάβαστη" σύγχρονη κριτική: "Αντιγράφοντας τον Ιταλό Φιορέτη (η υπογράμμιση της καθηγήτριας) αποδεικνύεται από πεποίθηση 'πανθεϊστής' και αντιτριαδικός, εργάστηκε δε με ζήλο για την εξάπλωση των ιδεών του". (Γ. Μεταλληνός, Μισαλλοδοξία ή αυτοπροστασία: Δοκίμιο ιστορικού προβληματισμού στο ζήτημα των μεταφράσεων της Αγίας Γραφής. Σύναξη 15 (7-9/1985), 47-59)». (Ελένη Κακουλίδη-Πάνου, σ. 61)
  14. Βούλγαρης Χρ., Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην, Αθήνα, 2003, Τόμος Β', σελ. 1358
  15. Βούλγαρης Χρ., ό.π.
  16. Χριστόπουλος Φ. Τ., "Καρτάνος Ιωαννίκιος", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 07, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 374
  17. Στεφανίδου Β., Εκκλησιαστική Ιστορία, Παπαδημητρίου, 1958, σελ. 714. Σε αντίθεση με αυτή την άποψη, στο δεύτερο κεφάλαιο του έργου, ο Καρτάνος πραγματεύεται με βάση το ιταλικό πρωτότυπο το δόγμα της Αγίας Τριάδας διανθίζοντας μάλιστα τα επιχειρήματα με δογματικά κείμενα συγγραφέων ή υμνογράφων της Ορθόδοξης Εκκλησίας και -σε αντίθεση με το ιταλικό πρωτότυπο- διατυπώνει την αρχή ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα.
  18. Από την έκδοση του 1567 αφαιρέθηκαν 17 κεφάλαια, τα πιο επίμαχα από όσα κατηγορήθηκαν για κακοδοξία, τα οποία αφορούσαν κυρίως απόκρυφες αφηγήσεις.
  19. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Larousse-Britannica, λήμμα: «Καρτάνος, Ιωαννίκιος».
  20. «Λοιπόν και εσείς ηκούγετε τους ιερείς και κάνετε το εί τι σας λέγουν».
  21. «Όμως γουν ημείς οι ιερείς την σήμερον, και πρώτος ειμί εγώ, κάνομεν το ανάπαλιν ... και δίδομεν αιτίαν των χριστιανών και βλασφημούν ... έχομεν την ανυπομονησίαν και την αραθυμίαν ... την πολυφαγίαν και την μέθην [...] προδόται ως ο Ιούδας και άσπλαγχνοι και ανελεήμονες και οργίλοι και θυμώδεις [...] Και ως επί το πλείστον θέλεις ιδεί τους αρχιερείς και τους ιερείς και τους ιερομονάχους να κάθονται όλην την ημέραν να μεθούν, και εις την θείαν Γραφήν να σπουδάζουν μίαν ώραν δεν θέλουν».
  22. «Πατέρες άγριοι, ουχ άγιοι [...] γεμάτοι μέμψεως και ραδιουργίας», αφιλόξενοι, «πραγματευτάδες», αισχροκερδείς, «άγριοι και ανήμεροι», αρχιερείς που πουλούν τις μητροπόλεις τους στους Τούρκους "δια να κάμουν πολλά φλουρία [...] έπειτα τούς έρχεται μια αβανία και διδουσί τα σωρηδών", [...] «οξύθυμοι, άρπαγες, πλεονέκτες, υβρισταί, φιλάργυροι».
  23. Ο Καρτάνος αναφέρεται στους "αυθέντες κριτές" που φυλακίζουν τους ανθρώπους προτού εκδοθεί η απόφαση, ενώ «δι' αυτόν τον τρόπον και την σήμερον όλοι οι φονείς οι αμετανόητοι κόπτουν τους τα κεφάλια».
  24. Φιλητάς Χριστόφορος, Περί Ιωαννικίου Καρτάνου Δαμασκηνού του Στουδίτου και Παχωμίου Ρουζάνου, εν Κερκύρα 1847, σελ. 7
  25. Φιλητάς, ό.π., σελ. 6.
  26. Στο έργο του Ιστορικαί Μελέται (Ιεροσόλυμα, 1907), ο Χ. Παπαδόπουλος σημειώνει: «Ο Καρτάνος μετά τους Εβραίους υπήρξεν ο πρώτος Έλλην ο αποπειραθείς να μεταφράση την Αγίαν Γραφήν εις το απλοελληνικόν ιδίωμα».

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ιωαννίκιος Καρτάνος, Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη, Επιμέλεια Ελένη Κακουλίδη-Πάνου, 2000, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
  • Γεώργιος Μεταλληνός, Το Ζήτημα της Μεταφράσεως της Αγίας Γραφής εις την Νεοελληνικήν κατά τον ΙΘ' αιώνα, 2004, Εκδόσεις Αρμός.
  • Ιωάννης Καραβιδόπουλος, Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, 3η έκδοση, 2007, Εκδόσεις Πουρναράς.

Πρόσθετη ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]