Ερπητοϊός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οι ιοί του έρπητα αποτελούν μια μεγάλη οικογένεια ιών με πολλά γένη και πάνω από 150 μέλη. Μολύνουν σχεδόν όλα τα ζωικά είδη. Πρόκειται για ιούς που φέρουν δίκλωνο DNA ως γενετικό υλικό, περιβάλλονται από φάκελο και το μέγεθός του κυμαίνεται μεταξύ 120-300 nm (ή 120-300 x 10-9m).

Στον άνθρωπο έχουν ανιχνευθεί μέχρι σήμερα 8 ερπητοϊοί που φέρουν την επίσημο ονομασία Ανθρώπινος Ερπητοϊός 1-8 ή Human Herpes Virus 1-8 ή πιο απλά HHV 1-8. Στην καθημερινή και την κλινική πράξη, όμως, χρησιμοποιούνται κοινόχρηστες ονομασίες και συντμήσεις.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των ιών της ομάδας του έρπητα είναι ότι μετά την υποχώρηση της αρχικής λοίμωξης, δεν εγκαταλείπουν (ή εκριζώνονται) από τον οργανισμό του ανθρώπου, αλλά διατηρούνται σε λανθάνουσα κατάσταση, που αργότερα μπορεί να ενεργοποιηθεί και να προκαλέσει υποτροπιάζουσα πάθηση.

Ανθρώπινοι ερπητοϊοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Απλός έρπης (HHV-1 και HHV-2)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναφέρονται και ως HSV-1 και HSV-2 (Herpes simplex virus 1 και 2).

Μεταδίδονται από μολυσμένα σε ευαίσθητα άτομα με στενή επαφή που επιτρέπει την είσοδο του ιού δια των βλεννογόνων ή εκδορών του δέρματος. Η αρχική λοίμωξη μπορεί να μη γίνει αντιληπτή και η βαρύτητά της ποικίλλει. Το στόμα και τα χείλη αποτελούν συνήθεις περιοχές λοίμωξης και μετάδοσης του HSV-1, ενώ ο HSV-2 μεταδίδεται κυρίως με τη σεξουαλική επαφή και ευθύνεται για τις περισσότερες εντοπίσεις στο κάτω ήμισυ του σώματος.

Ταυτόχρονα με την αρχική λοίμωξη, ο ιός εγκαθίσταται στον οργανισμό με αποτέλεσμα να υπάρχει πιθανότητα επανενεργοποίησης είτε σιωπηλά, είτε με συμπτώματα υποτροπιάζουσας λοίμωξης (βλ. επιχείλιος έρπης). Η διάγνωση μπαίνει με: 1) μικροσκοπική εξέταση, 2) καλλιέργεια του ιού, 3) ανοσοανίχνευση, 4) προσδιορισμό του DNA του ιού.

Ανεμοβλογιά - Έρπης ζωστήρος (HHV-3)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ανεμοβλογιά (πιο σωστά: ανεμευλογιά) και ο έρπης ζωστήρας οφείλονται στον ίδιο ερπητοϊό, γι' αυτό και συχνά αυτός ο ιός αναφέρεται ως VZV (Varicella-Zoster Virus).

Η ανεμοβλογιά είναι μια εξαιρετικά μεταδοτική, αλλά ήπια, νόσος της παιδικής ηλικίας. Εκδηλώνεται με χαρακτηριστικό εξάνθημα. Στους ενήλικες η νόσηση είναι βαρύτερη, ενώ σοβαρές επιπλοκές μπορεί να προκαλέσει εάν μολύνει εγκύους. Ο έρπης ζωστήρα αποτελεί την κλινική εκδήλωση της υποτροπής της λοίμωξης με τον VZV και εμφανίζεται με δερματική βλάβη σε συγκεκριμένο, για κάθε ασθενή, σημείο.

Η διάγνωση στηρίζεται στα συμπτώματα του ασθενούς και είναι εύκολη. Εργαστηριακά χρησιμοποιείται: 1) κυτταρολογία, 2) μικροσκοπική εξέταση, 3) ανίχνευση του DNA του ιού, 4) καλλιέργεια του ιού, 5) ορολογική διάγνωση. Για τη θεραπεία, προτιμάται ακυκλοβίρη, φαμκυκλοβίρη και βαλκυκλοβίρη.

Ιός Έπσταϊν-Μπαρ (HHV-4)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ιός Έπσταϊν-Μπαρ (EBV) καλείται και ιός της λοιμώδους μονοπυρήνωσης, γιατί προκαλεί, μεταξύ άλλων, αυτή τη γνωστή πάθηση. Η λοίμωξη με EBV είναι πάρα πολύ συχνή, ο ιός μεταδίδεται με τη σίελο (σάλιο). Ιδιαίτερα συχνή είναι η μετάδοση με το φιλί γι' αυτό και η νόσος συχνά αναφέρεται και "νόσος του φιλιού" ή "νόσος των ερωτευμένων".

Ο ιός προσβάλλει τα Β-λεμφοκύτταρα. Εκτός από τη λοιμώδη μονοπυρήνωση, ο ιός αυτός είναι από τους πρώτους ιούς του ανθρώπου που έχουν συσχετισθεί με ανάπτυξη κακοηθειών. Συγκεκριμένα, ο EBV έχει σχετισθεί με το ρινοφαρυγγικό καρκίνωμα, το λέμφωμα Burkitt, τη νόσο του Hodgkin, τη λεμφοϋπερπλαστική νόσο, αλλά και κακοήθεις παθήσεις σε ασθενείς που πάσχουν από AIDS.

Κυτταρομεγαλοϊός (HHV-5)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρόκειται για τον μεγαλύτερο από τους ανθρώπινους ερπητοϊούς. Ο κυτταρομεγαλοϊός (CMV) θεωρείται ένα παράσιτο του ανθρώπου που διαθέτει πολύ επιτυχή βιολογική προσαρμογή. Μεταδίδεται με τους ακόλουθους τρόπους: 1) ενδομητρίως στο έμβρυο, 2) περιγεννητικώς κατά τον τοκετό, 3) μεταγεννητικώς στο νεογνό, 4) με μετάγγιση αίματος και 5) με μεταμόσχευση οργάνων.

Σήμερα, ο CMV αναγνωρίζεται ως ο υπεύθυνος μιας ολόκληρης σειράς νοσολογικών καταστάσεων. Εντούτοις, η κλινική εμφάνιση αυτών είναι γενικώς ήπια και ενίοτε έχει μεγάλη ομοιότητα με λοιμώδη μονοπυρήνωση. Η λοίμωξη του εμβρύου, όμως, ενδομητρίως αποτελεί σημαντικό αίτιο διανοητικής καθυστέρησης.

Ανθρώπινοι ερπητοϊοί 6 και 7 (HHV-6 και HHV-7)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ιοί HHV-6 (type A and B) και HHV-7 θεωρούνται ως αιτιολογικοί παράγοντες πυρετού της παιδικής ηλικίας, διάρκειας 3-4 ημερών, με εκδήλωση αιφνιδίου εξανθήματος στο πρόσωπο και στο σώμα που αναφέρεται και ως "παιδική ερυθρά" ή βρεφική ροδάνθη (roseola infantum).

Η διάγνωση γίνεται με: 1) έμμεσο ανοσοφθορισμό, 2) καλλιέργεια του ιού, 3) ανίχνευση του DNA, 4) ανίχνευση ειδικών αντισωμάτων. Επί του παρόντος, δεν εφαρμόζεται, ούτε συστήνεται καμία θεραπευτική επιλογή.

Ερπητοϊός σχετιζόμενος με το σάρκωμα Kaposi (HHV-8)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ανθρώπινος ερπητοϊός 8 προκαλεί το σάρκωμα Kaposi, σοβαρή πάθηση κυρίως ηλικιωμένων και ασθενών με AIDS. Εκτός από αυτό, ο HHV-8 σχετίζεται και με άλλες σπάνιες νεοπλασματικές παθήσεις. Στα φυσιολογικά άτομα, η λοίμωξη δε συνεπάγεται νόσηση.

Συχνές ή σοβαρές εκδηλώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επιχείλιος έρπης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο γνωστός επιχείλιος έρπης είναι μια ήπια διαταραχή. Αποτελεί τη συχνότερη υποτροπή λοίμωξης από τον απλό ερπητοϊό 1. Επάγεται συνήθως σε καταστάσεις άγχους. Στο δέρμα ενός χείλους ο ασθενής μετά από αίσθημα πίεσης, θερμότητας ή κνησμού, που διαρκεί 12 περίπου ώρες, εμφανίζει ερυθρότητα και στη συνέχεια χαρακτηριστικό εξάνθημα. Ο κύκλος της νόσου, που είναι συνήθως ο ίδιος σε κάθε υποτροπή, διαρκεί 5-12 ημέρες μέχρι την ίαση.

Λοιμώξεις σε ανοσοκατεσταλμένα άτομα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενώ αρκετές φορές η λοίμωξη από ερπητοϊό είναι ήπια, όταν ένας τέτοιος ιός προσβάλλει άτομο που σε βρίσκεται σε ανοσοκαταστολή (ανοσολογική ανεπάρκεια), η λοίμωξη είναι πολύ σοβαρή και συνδέεται αρκετές φορές με θάνατο του ασθενούς. Πολλές φορές, η καταληκτική πάθηση ασθενών με AIDS προέρχεται από λοίμωξη με ερπητοϊό.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Danidson's "Παθολογία", ιατρικές εκδόσεις Π.Χ.Πασχαλίδης, 19η έκδοση, 2005.
  • Προσωπικό τομέως παθολογίας Ιατρικής Σχολής Αθηνών, "Παθολογία", ιατρικές εκδόσεις Π.Χ.Πασχαλίδης, 2002. ISBN 960-399-053-1

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]