Εξέγερση των Αριστερών Εσέρων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η εξέγερση των Αριστερών Εσέρων ή η ανταρσία των Αριστερών Εσέρων κατά των Μπολσεβίκων από το Αριστερό Σοσιαλ-Επαναστατικό Κόμμα άρχισε στις 6 Ιουλίου 1918 με τον ισχυρισμό ότι ο σκοπός ήταν να ξαναρχίσει ο πόλεμος με τη Γερμανία.[1] Ήταν μια από έναν αριθμό αριστερών εξεγέρσεων κατά των Μπολσεβίκων που έγιναν κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου.

Προϊστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εξέγερση καθοδηγήθηκε από τους Αριστερούς Σοσιαλ-Επαναστάτες στη Μόσχα. Προηγουμένως, το Σοσιαλ-Επαναστατικό Κόμμα (Εσέροι) είχε υποστηρίξει τη συνέχιση του πολέμου από την Προσωρινή Κυβέρνηση μετά τη Φεβρουαριανή Επανάσταση του 1917. Το Κόμμα των Μπολσεβίκων ήρθε στην εξουσία τον Νοέμβριο του 1917 με ταυτόχρονες εκλογές στα σοβιέτ και οργανωμένη εξέγερση που υποστηριζόταν από στρατιωτική ανταρσία. Κάποιοι από τους βασικούς λόγους που ο πληθυσμός στήριξε τους Μπολσεβίκους ήταν να σταματήσει ο πόλεμος και να έχουν μια κοινωνική επανάσταση, όπως εξηγούσε το σύνθημα “Ειρήνη, Γη, Ψωμί”. Οι Μπολσεβίκοι κάλεσαν τους Αριστερούς Εσέρους και τους Μενσεβίκους Διεθνιστές του Μάρταφ να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση. Οι Αριστεροί Εσέροι αποχώρησαν από το κεντρικό Σοσιαλ-Επαναστατικό Κόμμα και προσχώρησαν στην κυβέρνηση συνασπισμού με τους Μπολσεβίκους, στηρίζοντας την άμεση ψήφιση από τους Μπολσεβίκους του προγράμματος του Σοσιαλ-Επαναστατικού Κόμματος για την αναδιανομή της γης. Στους Αριστερούς Εσέρους δόθηκαν τέσσερις θέσεις Επιτρόπων και πήραν υψηλά αξιώματα μέσα στην Τσεκά. Οι Αριστεροί Εσέροι εξακολουθούσαν να αποκλίνουν από τους Μπολσεβίκους πάνω στο θέμα του πολέμου, και ήταν καταθορυβημένοι που η Συνθήκη του Μπρεστ - Λιτόφσκ έδωσε μεγάλες εκτάσεις εδαφών. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας, εγκατέλειψαν του Συμβούλιο των Λαϊκών Επιτρόπων τον Μάρτιο του 1918.

Οι Αριστεροί Εσέροι συμφώνησαν στις εξωδικαστικές εκτελέσεις των πολιτικών αντιπάλων για να σταματήσει η αντεπανάσταση, αλλά αντιτάχθηκαν να μπορεί η κυβέρνηση νόμιμα να απαγγέλει θανατικές ποινές, μια ασυνήθιστη θέση που γίνεται καλύτερα κατανοητή στο πλαίσιο του τρομοκρατικού παρελθόντος της ομάδας. Οι Αριστεροί Εσέροι αντιτάχθηκαν σθεναρά στη Συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ, και αντιτάχθηκαν στην επιμονή του Τρότσκι ότι κανείς δεν επιτρεπόταν να επιτεθεί στα Γερμανικά στρατεύματα στην Ουκρανία.[2]

Στις 14 Ιουνίου 1918 οι Μπολσεβίκοι απέκλεισαν τους Δεξιούς Εσέρους και τους Μενσεβίκους από την Πανρωσική Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή και διέταξαν όλα τα τοπικά Σοβιέτ να αποκλείσουν τους Δεξιούς Εσέρους και τους Μενσεβίκους.

Στο 5ο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ, στις 4 Ιουλίου 1918, οι Αριστεροί Σοσιαλ-Επαναστάτες είχαν 352 αντιπροσώπους απέναντι στους 745 των Μπολσεβίκων, σε σύνολο 1.132. Οι Αριστεροί Εσέροι προέβαλλαν διαφωνίες για την απαγόρευση των αντιπάλων κομμάτων, τη θανατική ποινή, και, κυρίως, για τη Συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ.

Η δολοφονία του Μίρμπαχ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 6 Ιουλίου 1918, περίπου στις 2 και 15΄ μ.μ. δύο Τσεκίστες, που ήταν επίσης μέλη του Κόμματος των Αριστερών Εσέρων, ο Γιάκοβ Μπλούμκιν και ο Ν. Α. Αντρέεβ, έφθασαν στη Γερμανική πρεσβεία στη Μόσχα. Έδειξαν μια συστατική επιστολή, δήθεν υπογεγραμμένη από τον επικεφαλής της Τσεκά Φέλιξ Ντζερζίνσκι και ζήτησαν να δουν τον Γερμανό απεσταλμένο. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης – στις 2 και 50΄ μ.μ. περίπου, ο Μπλούμκιν τράβηξε περίστροφο και πυροβόλησε τον Κόμη Μίρμπαχ, τον Δρ Ρίζλερ και τον διερμηνέα Υπολοχαγό Μίλερ, αλλά δεν κατάφερε να τραυματίσει κάποιον απ’ αυτούς. Ο Ρίζλερ και ο Μίλερ καλύφθηκαν κάτω από ένα μεγάλο τραπέζι, ενώ ο Μίρμπαχ, που προσπάθησε να διαφύγει, πυροβολήθηκε τότε από τον Αντρέεβ. Οι δολοφόνοι τράπηκαν σε φυγή και εξαφανίστηκαν με ένα αυτοκίνητο που τους περίμενε μπροστά στην πρεσβεία.

Ο Μίρμπαχ είχε δολοφονηθεί με εντολή της Κεντρικής Επιτροπής των Αριστερών Εσέρων. Η ηγεσία των Αριστερών Εσέρων πίστευε εσφαλμένα ότι αυτή η δολοφονία θα οδηγούσε σε μια γενική λαϊκή εξέγερση προς υποστήριξη των στόχων τους. Ήθελαν να ηγηθούν μιας εξέγερσης κατά της ειρήνης με τη Γερμανία και όχι αναγκαία κατά των Μπολσεβίκων και της σοβιετικής εξουσίας.[1]

Λίγες εβδομάδες αργότερα, ο Χέρμαν φον Άικχορν δολοφονήθηκε στο Κίεβο από Αριστερούς Εσέρους.

Εξέγερση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λίγο μετά τη δολοφονία, ο Λένιν διέταξε τον Γιάκοβ Πέτερς να θέσει υπό κράτηση ολόκληρη την παράταξη των Αριστερών Εσέρων στο 5ο Συνέδριο των Σοβιέτ (περίπου 450 άτομα). Το Θέατρο Μπολσόι, όπου συνεδρίαζε το Συνέδριο, κυκλώθηκε από Τσεκίστες και Λετονούς τυφεκιοφόρους. Στους Μπολσεβίκους αντιπροσώπους του Συνεδρίου επετράπη να εγκαταλείψουν το θέατρο, ενώ οι Αριστεροί Εσέροι συνελήφθησαν μέσα στο θέατρο.

Ο Μπλούμκιν και ο Αντρέεβ οδήγησαν το αυτοκίνητο στο κτίριο ενός αποσπάσματος της Τσεκά, υπό τις διαταγές του Αριστερού Εσέρου Ντ. Ι. Ποπόφ, όπου εκείνη την ώρα συνεδρίαζε η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος των Αριστερών Εσέρων. Περίπου στις 5 μ.μ., ο Ντερζίνσκι, ο οποίος είχε αναλάβει την ευθύνη για τη διερεύνηση της δολοφονίας, ακολούθησε ένα ίχνος για το μέρος όπου πιθανά βρίσκονταν οι δολοφόνοι και πήγε στο κτίριο για να συλλάβει τον Μπλούμκιν και αυτούς που τον έκρυβαν. Αλλά αντί για τη σύλληψη του Μπλούμκιν, συνελήφθη ο ίδιος ο Ντερζίνσκι από τον Ποπόφ.

Η κύρια ανταρτική δύναμη ήταν ένα απόσπασμα της Τσεκά, που διοικείτο από τον Ντ. Ι. Ποπόφ. Η μονάδα του Ποπόφ ήταν επανδρωμένη από κόκκινους Φινλανδούς και ναύτες, και σύμφωνα με την εκτίμηση του Λέοντος Τρότσκι είχε μεταξύ οκτακοσίων και δύο χιλιάδων άνδρες, πολλά όπλα, πολυβόλα και θωρακισμένα αυτοκίνητα.[3] Ο Ποπόφ διέταξε να κάνουν αναγνώριση στους δρόμους της Μόσχας. Ομάδα στρατιωτών από το απόσπασμα του Ποπόφ έφθασε στο αρχηγείο της Τσεκά, συνέλαβε τον Μάρτιν Λάτσις, και τον μετέφερε στο κτίριο όπου βρισκόταν η μονάδα του Ποπόφ.

Για μικρό χρονικό διάστημα οι Αριστεροί Εσέροι κατέλαβαν το τηλεφωνικό κέντρο και το τηλεγραφείο. Απέστειλαν κάποια μανιφέστα, δελτία και τηλεγραφήματα στο όνομα της Κεντρικής Επιτροπής των Αριστερών Εσέρων, δηλώνοντας ότι οι Αριστεροί Εσέροι είχαν πάρει την εξουσία και ότι η ενέργειά τους είχε γίνει δεκτή από ολόκληρο τον λαό.

Τη νύκτα ο Λένιν διέταξε τον Γιούκουμς Βατσιέτις να συγκεντρώσει δυνάμεις και να αρχίσει επίθεση κατά των Αριστερών Εσέρων. Μέχρι νωρίς το πρωί της 7ης Ιουλίου, οι Μπολσεβίκοι είχαν συγκεντρώσει αρκετές δυνάμεις, κυρίως Λετονούς τυφεκιοφόρους υπό τη διοίκηση του Βατσιέτις, για να ξεκινήσουν επίθεση. Μέχρι τις 10 π.μ., έστησαν το πυροβολικό τους μόνο διακόσιες γιάρδες μπροστά από το κτίριο όπου βρισκόταν η μονάδα του Ποπόφ. Μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια διαπραγμάτευσης, οι Λετονοί άνοιξαν πυρ. Οι πρώτες ομοβροντίες χτύπησαν το αρχηγείο των Αριστερών Εσέρων, μετά από τις οποίες η Κεντρική Επιτροπή των Αριστερών Εσέρων εγκατέλειψε το κτίριο αμέσως. Μέχρι τις 2 μ.μ., η εξέγερση κατεστάλη και οι Αριστεροί Εσέροι τράπηκαν σε φυγή.

Ένα τηλεγράφημα από την Κ.Ε. των Αριστερών Εσέρων που ανέφερε ότι οι Αριστεροί Εσέροι είχαν καταλάβει την εξουσία στη Μόσχα, στάλθηκε στον Μ.Α. Μουραβγιόφ, Αριστερό Εσέρο και Διοικητή του Ανατολικού Μετώπου. Με πρόφαση την επίθεση στους Γερμανούς, κατέλαβε το Σιμπίρσκ και προσπάθησε να βαδίσει με τις δυνάμεις του κατά της Μόσχας για υποστήριξη των Αριστερών Σοσιαλ-Επαναστατών. Ωστόσο, ο Μουραβγιόφ δεν μπόρεσε να πείσει τα στρατεύματά του να πολεμήσουν τους Μπολσεβίκους, και φονεύτηκε όταν συνελήφθη.

Συνέπειες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η τελική συνέπεια της εξέγερσης ήταν να τεθούν εκτός νόμου οι Αριστεροί Εσέροι, το τελευταίο μεγάλο ανεξάρτητο κόμμα άλλο από τους Μπολσεβίκους. Οι Μπολσεβίκοι έκαναν διάκριση μεταξύ της ηγεσίας των Αριστερών Εσέρων και των υπολειμμάτων του κόμματος και σύντομα διακήρυξαν την αθωότητα των τελευταίων. Το “Κόμμα των Λαϊκών Κομμουνιστών” και το “Κόμμα Επαναστατικού Κομμουνισμού” αποχώρησαν από τους Αριστερούς Εσέρους και στήριξαν τους Μπολσεβίκους.

Την ίδια στιγμή, οι Μπολσεβίκοι άρχισαν την εκκαθάριση των τοπικών Σοβιέτ και των θεσμικών οργάνων των Σοβιέτ από τους Αριστερούς Εσέρους. Πολλοί Εσέροι, που δεν συμμετείχαν στην εξέγερση, ενσωματώθηκαν μετά στο Κόμμα των Μπολσεβίκων. Το 1921, υπήρξε άλλη καθοδηγούμενη από τους Εσέρους εξέγερση, που ονομάζεται η Εξέγερση της Κρονστάνδης. Οι Αριστεροί Εσέροι κατέρρευσαν σαν κόμμα μέχρι το 1922 και υπήρξαν μόνο σαν μικροί πυρήνες μέχρι το 1925.

Οι δολοφόνοι του Μίρμπαχ, ο Μπλούμκιν και ο Αντρέεβ, κατάφεραν να αποφύγουν τη σύλληψη. Στις αρχές του 1919, ο Μπλούμκιν έλαβε χάρη από τους Μπολσεβίκους και επανήλθε στην Τσεκά.

Στις Δίκες της Μόσχας, το 1937, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι ο Τρότσκι, ο Κάμενεφ και ο Ζηνόβιεφ είχαν αναμιχθεί σε αυτήν τη συνωμοσία.[4] Ο Γιούρι Φελστίνσκι ισχυρίστηκε ότι η εξέγερση οργανώθηκε από τους Μπολσεβίκους σαν πρόσχημα, για να δυσφημίσουν τους Αριστερούς Εσέρους. Ωστόσο, αυτό αμφισβητήθηκε από τον Λ.Μ. Οβρούτσκι και τον Ανατόλι Ιζραΐλεβιτς Ραζγκόν.[1]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Sally A. Boniece. «"Don Quixotes of the Revolution"?: The Left SRs as a Mass Political Movement». Project Muse. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2016.  From: Kritika: Explorations in Russian and Eurasian History Volume 5, Number 1, Winter 2004 (New Series) pp. 185-194 | 10.1353/kri.2004.0003
  2. Carr, E.H. - The Bolshevik Revolution 1917–1923. W. W. Norton & Company 1985. (162–167)
  3. Leon Trotsky. «REVOLT OF THE LEFT SRs». www.marxists.org. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2016. 
  4. John Dewey (Feb., 1990). «the "Trial" of Leon Trotsky and the Search for Historical Truth». Alan B. Spitzer History and Theory Vol. 29 (No. 1): 16-37. doi:10.2307/2505202. http://www.jstor.org/stable/2505202?seq=1#page_scan_tab_contents. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]