Δουκάτο του Αμάλφι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δουκάτο του Αμάλφι
5  Σεπτεμβρίου 8391037

Σημαία

Έμβλημα
ΠρωτεύουσαΑμάλφι
Γλώσσεςλατινική γλώσσα
Γεωγραφικές συντεταγμένες40°38′0″N 14°36′0″E
Το δουκάτο του Αμάλφι

Το Δουκάτο του Αμάλφι, αρχικά σαν Δημοκρατία του Αμάλφι, ήταν μεσαιωνικό κρατίδιο της Ιταλικής χερσονήσου που άκμασε μεταξύ του ένατου και του δωδέκατου αιώνα, κυβερνήθηκε από μια σειρά δουκών (στα λατινικά: duces), που μερικές φορές αποκαλούνται δόγηδες κατ ' αναλογία με την αντίπαλη Δημοκρατία της Βενετίας. Μαζί με την Πίζα, τη Γένοβα και τη Βενετία, είναι μια από τις πιο γνωστές θαλάσσιες δημοκρατίες και είναι παρούσα με το οικόσημο της σήμερα στη σημαία του ιταλικού ναυτικού. Ήταν η παλαιότερη και, για δύο αιώνες, η πιο ισχυρή από τις ναυτιλιακές δημοκρατίες.

Από την ηγεμονία της Νάπολης στην αυτονομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 839, στο πλαίσιο των πολέμων μεταξύ των Λομβαρδών και των Βυζαντινών, η βυζαντινή Αμάλφι, σαν τμήμα του Δουκάτου της Νάπολης, δέχθηκε επίθεση και κατακτήθηκε από τον Λομβαρδό πρίγκιπα του Μπενεβέντο, Σικάρδο. Μετά τον τραγικό θάνατο του Σικάρντο και τον αγώνα για τη διαδοχή του Πριγκιπάτου του Μπενεβέντο, ο λαός της Αμάλφι εξεγέρθηκε και κατάφερε να διώξει τη Λομβαρδική φρουρά.

Την 1η Σεπτεμβρίου 839 η Αμάλφι απέκτησε διοικητική αυτονομία (ακόμη και αν υπήρχε επίσημη προστασία του Βυζαντίου μέσω του Δουκάτου της Νάπολης). ήταν μια de facto ελευθερία. Στην αρχή, υπήρχε ένα σύστημα Κομητών και Επάρχων. Οι Κόμητες κυβερνούσαν για ένα χρόνο, και μερικές φορές δύο ή τρία, ενώ οι έπαχοι, υπεύθυνοι των Κομητιών, παρέμειναν περισσότερο. Ο έπαρχος Μαρίνος προσπάθησε να εγκαινιάσει μια δυναστεία, αλλά η προσπάθεια απέτυχε με τον διάδοχό του[1].

Το 849, η Αμάλφι, συμμετείχε με το στόλο της στη Μάχη της Ουσίας, εναντίον των Σαρακηνών.

Η Αμάλφι γίνεται δουκάτο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 954, όταν το Μαστάλο Β' ονομάστηκε δούκας, αλλά πέθανε το 958. Ο νέος δούκας, ο Σέργιος Β΄, στη συνέχεια ίδρυσε μια δυναστεία, που προοριζόταν να βασιλεύει χωρίς διακοπή για τα επόμενα 115 χρόνια[2], εκτός στην περίοδο 1039-1052, όταν ο πρίγκιπας του Σαλέρνο κατέκτησε το Δουκάτο της Αμάλφης. Το 1131 ο Ρογήρος Β΄ της Σικελίας κατέλυσε οριστικά το δουκάτο ενσωματώνοντας το στο Βασίλειο της Σικελίας, αλλά ο τίτλος του δούκα έμεινε τιμητικός.

Κυβερνήτες της Δημοκρατίας του Αμάλφι[3][Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έπαρχοι (839–914)[4] [3][Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πατρίκιοι (914–957)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κόμητες του Αμάλφι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κυβερνήτες Δουκάτου του Αμάλφι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δούκες (957–1073)[3][Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νορμανδοί κυβερνήτες[5][Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

*1077 - 1096 Μάνσο, Αντιδούκας

Εναλλακτική :

Ναπολιτάνοι δούκες (1388–1673)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ισπανοί δούκες (1902–σήμερα)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Enciclopedia Treccani- Dizionario Biografico degli Italiani, vol. 72 (2008). Voce "Mastalo". V. la pagina MASTALO in Dizionario Biografico – Treccani
  2. La dinastia del duca Sergio I (958-1073)
  3. 3,0 3,1 3,2 Charles Cawley, Southern Italy, Medieval Lands
  4. Cronotassi secondo: Trojano Spinelli, ' Normanni della Puglia conquistate, Giuseppe Bisogni, Napoli, 1762; Matteo Camera, Istoria della Città costiera di Amalfi in due parti divisa, Stamperia e Cartiera del Fibreno, Napoli, 1836
  5. Saggio di tavola cronologica de' principi e più raguardevoli ufficiali che anno signoreggiato, e retto le Provincie, che ora compongono il Regno di Napoli, dalla seconda venuta de' Longobardi in Italia fino, che quelle Terre furono da' Normanni della Puglia conquistate, Giuseppe Bisogni, Napoli, 1762; Matteo Camera