Γκονθάλο Νούνιεθ δε Λάρα υ Τράβα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γκονθάλο Νούνιεθ δε Λάρα υ Τράβα
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1165
Θάνατος1228
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΤέκναΝούνιο Γκονθάλεθ δε Λάρα (απεβ. 1275)
Τερέσα Γκονθάλεθ δε Λάρα
ΓονείςΝούνιο Πέρεθ δε Λάρα και Τερέσα Φερνάνδεθ δε Τράβα
ΑδέλφιαΆλβαρο Νούνιεθ δε Λάρα (απεβ. 1218)
Fernando de León
Φερνάνδο Νούνιεθ δε Λάρα
ΟικογένειαΟίκος της Λάρα
Θυρεός

Ο Γκονθάλο Νούνιεθ Β΄ δε Λάρα, ισπαν.: Gonzalo Núñez de Lara y Traba (π. 1165 - μετά το 1230), γιος του κόμη Noύνιο Πέρεθ δε Λάρα και της Tερέσα Φερνάντεθ δε Τράβα, ήταν μεγιστάνας και εξέχον μέλος του ισχυρού Οίκου της Λάρα, ένας από τους αρχηγούς των βασιλείων του Λεόν και της Καστίλης. Σε αντίθεση με τα μεγαλύτερα αδέλφια του, Φερνάνδοo και Άλβαρo, με τους οποίους ήταν στη μάχη του Λας Νάβας δε Τολόσα, το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του πέρασε στο βασίλειο του Λεόν. [1].

Καταγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε τη δεύτερη δεκαετία στο δεύτερο μισό του 12ου αι., αφού εμφανίζεται στις αfρχές του 1180 για πρώτη φορά να επιβεβαιώνει τα βασιλικά διπλώματα του θετού πατέρα του, βασιλιά Φερδινάνδου Β'. [2] [3] Ήταν ο τρίτος γιος τού κόμη Νούνιο Πέρεθ δε Λάρα, που απεβίωσε στην κατάληψη της Κουένκα το 1177 και εγγονός -από πατέρα- του Πέδρο Γκονθάλεθ δε Λάρα και της κόμισσας Άβας/Έβας [1]. Επομένως ο Γκονθάλο ήταν δισεγγομός του συνονόματού του Γκονθάλo Nούνιεθ Α΄ και της συζύγου του Γκότο Νούνιεθ.

Η μητέρα του Tερέσα Φερνάνδεθ δε Τράβα ήταν εκτός γάμου (νόθη) κόρη τού κόμη Φερνάνδο Πέρεθ, του ισχυρού Γαλικιανού οίκου Tράβα, και της Tερέσα Αλφόνσo, [4] [5] της νόθης κόρης του βασιλιά Aλφόνσου ΣΤ΄ του Λεόν και της της Χιμένα Μούνιοθ. Πριν διατηρήσει μία σχέση με τον Γαλικιανό κόμη, η Tερέσα Αλφόνσοo είχε παντρευτεί τον κόμη Eρρίκο της Βουργουνδίας και ήταν μητέρα του πρώτου βασιλιά της Πορτογαλίας, Aλφόνσο Ενρίκεθ. Αφού έμεινε χήρα από τον Nούνιο Πέρεθ δε Λάρα, η Tερέσα Φερνάνδες δε Τράβα έγινε η ερωμένη, και αργότερα η δεύτερη σύζυγος, του βασιλιά Φερδινάνδου Β΄ του Λεόν. [5] Γι' αυτόν τον λόγο, ο βασιλιάς του Λεόν ήταν ο πατριός των παιδιών τού πρώτου γάμου της Τερέσας, των κομήτων Φερνάνδο, Άλβαρο, Γκονθάλο Νούνιεθ δε Λάρα και των αδελφών τους, που μεγάλωσαν στην αυλή τού Λεόν. [6]

Ο μεγαλύτερος αδελφός του κόμης Φερνάνδο, ήταν οπλοφόρος (alférez) του βασιλιά Αλφόνσου H΄ και υποδιοικητής (tenente) στις Αστούριες δε Σαντιγιάνα, Αγκίλαρ και Ερέρα κατά τη διάρκεια της ζωής τού πατέρα του. Με το τέλος τού πατέρα του, ο βασιλιάς τού εμπιστεύτηκε τη διακυβέρνηση της Ουβιένα, της Παλαιάς Καστίλης, της Λα Μπουρέβα και της Κουένκα. Περιήλθε σε σύγκρουση με τον βασιλιά Φερδινάνδο Γ' της Καστίλης και κατέφυγε στο Μαρακές, όπου απεβίωσε το 1220. [7] Ο άλλος αδελφός Άλβαρο, επίσης κόμης, ήταν βασιλικός οπλοφόρος, διδάσκαλος του Ερρίκου Α' της Καστίλης και ένας από τους ισχυρότερους μεγιστάνες της εποχής του. [7]

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ήταν πιο στενά συνδεδεμένος με το βασίλειο τουΛεόν και με τα εδάφη της Γαλικίας, όπου βρίσκονταν οι εκ μητρός συγγενείς του από τον οίκο Tράβα. Κυβέρνησε διάφορες περιοχές, την Άλβα δε Τόρμες από το 1180 και αργότερα, μεταξύ 1195 και 1211 κατά τη διάρκεια διαφόρων περιόδων, τις πεδιάδες της Σαρία, του Μοντενέγρο, των Aστουριών, του Λέμος, της Tραστάμαρα, τη Λίμια και το Moντερόσo, [1] καθώς και εκείνη του Aκίλαρ δε Κάμποo από το 1196.

Το τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τον Ροδρίγο Χιμένεθ δε Ράδα στο έργο του De rebus Hispaniae, ο κόμης Γκονθάλo απεβίωσε το 1222 στην Μπαένα: [8]

...εφόσον ο κόμης Γκονθάλο Νούνιεθ, που είχε πάει με τους Άραβες, δεν μπόρεσε να κερδίσει την εύνοια του βασιλιά της Καστίλης όπως ήθελε, επέστρεψε ξανά με τους Αγαρηνούς. Και όταν βρισκόταν στα εδάφη της Κόρδοβας, απεβίωσε από μία πολύ σοβαρή ασθένεια, στην πόλη που ονομαζόταν Μπαένα και, μεταφερόμενος από τους δικούς του, τάφηκε στο Σεφίνις, όπου οι Ναΐτες μοναχοί κάνουν λειτουργίες. [9][10]

Ωστόσο, ο Γκονθάλo εμφανίζεται σε πολλά έγγραφα μετά από αυτήν την ημερομηνία, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με την εκδοχή του Χιμένεθ δε Ράδα. Τον Ιούνιο του 1224 επιβεβαίωσε πολλά καστιλιανικά διπλώματα και θα μπορούσε, όταν ήταν στη Bαένα ασθενής, να ζήτησε να ταφεί στο Σέινος δε Κάμπος, αλλά ανάρρωσε και επέστρεψε στα χριστιανικά βασίλεια. Τον επόμενο χρόνο, μαζί με τη σύζυγό του Μαρία και τα παιδιά τους Ντιέγο και Νούνιο, έκαναν μία δωρεά στο μοναστήρι του Σαν Ανδρές δε Αρόγιο και το 1227, αυτός και η σύζυγός του πώλησαν ορισμένες ιδιοκτησίες του Σισνέρος στο αβαείο της Σάντα Μαρία ντε Μπενεβίβερε, πράγμα που δείχνει ότι δεν απεβίωσε στην Bαένα, αλλά σε εδάφη Καστιλιάνο-Λεονέζικα. [2] Εμφανίζεται επίσης γύρω στο 1230 στο μοναστήρι Λας Χουέλγας δε Μπούργος, όταν ενεχυρίασε την περιουσία του στην Κουένκα στον αδελφό του κόμη Φερνάνδο. [11]

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με ένα έγγραφο από το μοναστήρι της Σάντα Μαρία δε Σοβράδo από τον Δεκέμβριο του 1201, ο Γκονθάλοo συνήψε έναν πρώτο γάμο με τη Χιμένα Μελένδεθ, μία Γαλικιανή ευγενή, πιθανώς την αδελφή του Nούνιο Μελένδεθ, του πρώτου συζύγου της βασίλισσας Ουρράκας Λόπεθ δε Άρο. [2].

Ο δεύτερος γάμος του ήταν με τη Mαρία Ντίαθ δε Άρo, κόρη του κυρίου της Βιθκάγια, κόμη Ντιέγο Λόπεθ Β΄ δε Άρo και τη δεύτερη σύζυγό του Tόδα Πέρεθ δε Αθάγρα. Αφού έμεινε χήρα, η Μαρία μπόρεσε να μπει στο μοναστήρι του Σαν Ανδρές δε Αρόγιο, όπου, αφού ολοκλήρωσε την θητεία της ως αρχάριας, διαδέχθηκε τη θεία της Mενσία Λόπεθ δε Άρo ως ηγουμένη. [12] Από αυτόν τον γάμο γεννήθηκαν τέκνα με το επίθετο Γκονθάλεθ δε Λάρα:

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Torres Sevilla-Quiñones de León 1999, σελ. 234.
  2. 2,0 2,1 2,2 Sánchez de Mora 2003.
  3. Sánchez de Mora 2003, σελ. 278.
  4. Torres Sevilla-Quiñones de León 1999, σελ. 230.
  5. 5,0 5,1 Estepa Díez 2006, σελ. 66.
  6. Torres Sevilla-Quiñones de León 1999, σελ. 231.
  7. 7,0 7,1 Torres Sevilla-Quiñones de León 1999.
  8. 8,0 8,1 Torres Sevilla-Quiñones de León 1999, σελ. 235.
  9. «Cefinis» se refiere a Ceinos de Campos.
  10. Sánchez de Mora 1999, σελ. 290.
  11. Lizoain Garrido, José Manuel (1985). Documentación del Monasterio de Las Huelgas de Burgos. Burgos: J.M. Garrido. ISBN 84-86371-03-1. 
  12. 12,0 12,1 12,2 12,3 Sánchez de Mora 2003, σελ. 292.
  13. Estepa Díez 2006, σελ. 82.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Doubleday, Simon R. (2004). Los Lara. Nobleza y morarquía en la España Medieval. Madrid: Turner Publicaciones, S.L. y C.S.I.C. ISBN 84-7506-650-X.
  • Estepa Díez, Carlos (2006). «Frontera, nobleza y señoríos en Castilla: el señorío de Molina (siglos xii-xiii)». Studia histórica. Historia medieval (Salamanca: Ediciones Universidad de Salamanca) (24): 15-86. ISSN 0213-2060.
  • Sánchez de Mora, Antonio (2003). La nobleza castellana en la plena Edad Media: el linaje de Lara. Tesis doctoral. Universidad de Sevilla.
  • Sánchez de Mora, Antonio (2004). «Nuño González de Lara: "El más poderoso omne que sennor ouiese e más honrado de Espanna"». Historia,instituciones, documentos (Sevilla: Universidad de Sevilla: Departamento de Historia Medieval y Ciencias y Técnicas Historiográficas) (31): 631-644. ISSN 0210-7716.
  • Torres Sevilla-Quiñones de León, Margarita Cecilia (1999). Linajes nobiliarios de León y Castilla: Siglos ix-xiii. Salamanca: Junta de Castilla y León, Consejería de educación y cultura. ISBN 84-7846-781-5.