Γεωσύγκλινο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το γεωσύγκλινο είναι στην γεωλογία μία μεγάλη κοιλότητα της επιφάνειας της Γης ανάμεσα σε δύο ηπείρους, όπου συσσωρεύονται ιζήματα καθώς ο γεωφλοιός βυθίζεται σ' εκείνη την περιοχή. Ο όρος αυτός, δημιουργήθηκε απ' τον Αμερικανό Τζέημς Ντ. Ντάνα το 1873, ο οποίος εφάρμοσε την ιδέα του συμπατριώτη του, Τζέημς Χωλ.

Χωρίζεται σε δύο κατηγορίες. Τα ορθογεωσύγκλινα και τα παραγεωσύγκλινα.

Ορθογεωσύγκλινα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ορθογεωσύγκλινα είναι συνήθως θαλάσσιοι τάφροι, μέσα στα οποία γίνεται μεγάλη απόθεση ιζημάτων. Κάτω από το βάρος των ιζημάτων, το οποίο αυξάνεται ακατάπαυστα, ο πυθμένας του γεωσύγκλινου υποχωρεί και βυθίζεται βαθμιαία.

Παραγεωσύγκλινα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα παραγεωσύγκλινα βρίσκονται στο εσωτερικό των ηπείρων, ανάμεσα σε μεγάλους ορεινούς όγκους. Και σε αυτά, γίνεται απόθεση ηπείρωτικών ιζημάτων.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Εγκυκλοπαίδεια «Επιστήμη και Ζωή» (τόμος 4, σελ. 79)
  • Εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα» (τόμος 17, σελ. 160)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τηθύς (γεωλογία)