Γέφυρα Κέστιου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 41°53′24.8″N 12°28′38″E / 41.890222°N 12.47722°E / 41.890222; 12.47722


Γέφυρα Κέστιου
Χάρτης
Είδοςτοξωτή γέφυρα με επίπεδη επιφάνεια, πέτρινη γέφυρα και Ρωμαϊκή γέφυρα
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°53′24″N 12°28′38″E
Διοικητική υπαγωγήRoma Capitale
ΧώραΙταλία
Έναρξη κατασκευής46 π.Χ.
Ολοκλήρωση44 π.Χ.
Μήκος80,4 μέτρα
Υλικάπέτρα
Προστασίαιταλικό πολιτισμικό αγαθό[1]
Commons page Πολυμέσα

Η Γέφυρα του Κέστιου, λατιν.: Pons Cestius, ιταλ.: Ponte Cestio, είναι μία αρχαία ρωμαϊκή γέφυρα, που συνδέει τη δεξιά όχθη του Τίβερη με τη νήσο Τιβερίνα, στη Ρώμη της Ιταλίας. [2] Στην Ύστερη αρχαιότητα, η γέφυρα αντικαταστάθηκε και μετονομάστηκε σε Γέφυρα του Γρατιανού (Pons Gratiani). [2] Είναι επίσης γνωστή ως Γέφυρα του Αγίου Βαρθολομαίου (ιταλ. Ponte San Bartolomeo). [2] Τα 2/3 της σημερινής λίθινης γέφυρας είναι από αρχαίο υλικό, καθώς ανοικοδομήθηκε εξ ολοκλήρου και επεκτάθηκε τον 19ο αι., μετά από πολυάριθμες προηγούμενες ανακαινίσεις. [2]

Αρχαίες γέφυρες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η γέφυρα του 1ου αι. π.Χ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αρχική Γέφυρα του Κέστιου (λατιν. Pons Cestius) κτίστηκε γύρω στον 1ο αι. π.Χ. (κάποια στιγμή μεταξύ 62 και 27 π.Χ.) μετά από τη Γέφυρα Φαβρίκιου (Pons Fabricius), που συνδέει την άλλη πλευρά του νησιού με την αριστερή όχθη του ποταμού. Η ταυτότητα του Κέστιου, στον οποίο αναφέρεται το όνομα της γέφυρας, είναι άγνωστη. Μπορεί να ήταν υπεύθυνος για την κατασκευή της αρχικής γέφυρας ή για τη μετέπειτα αποκατάσταση μίας υπάρχουσας και μπορεί να ήταν μέλος του Κέστιου γένους κατά τη διάρκεια της ύστερης Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. [2]

Η Γέφυρα του Κέστιου ήταν η πρώτη γέφυρα, που ένωνε τη δεξιά όχθη του Τίβερη (σημερινό Τραστέβερε) με τη νήσο Τιβερίνα. Ενώ το νησί ήταν από καιρό συνδεδεμένο με την αριστερή όχθη του Τίβερη και την καρδιά της αρχαίας Ρώμης (στα ανατολικά) ακόμη και πριν κτιστεί η Γέφυρα του Φαβρίκιου, η περιοχή προς τα δυτικά, η πέραν του Τίβερη (Transtiber > Trastevere) παρέμεινε ασύνδετη μέχρι την κατασκευή της Γέφυρας του Κέστιου. Είναι γνωστά αρκετά μέλη του γένους των Κεστίων από τον 1ο αι. π.Χ., αλλά είναι άγνωστο ποιο από αυτά ήταν υπεύθυνο. [3] Το Κέστιο γένος δεν ήταν μία εξέχουσα οικογένεια μέχρι την εποχή του Γάιου Κέστιου Έπουλο, του οποίου ο τάφος, η Πυραμίδα του Κέστιου, σώζεται ενσωματωμένη στα Αυρηλιανά Τείχη της Ρώμης του 3ου αι. [2]

Η Γέφυρα του Κέστιου ανακαινίστηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Αυτοκράτορα Αντωνίνου Πίου (βασ. 138–161). Μία επιγραφή που μνημονεύει την ανοικοδόμηση, τοποθετήθηκε στην κατασκευή. [2]

Η γέφυρα του 4ου αι.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον 4ο αιώνα τη Γέφυρα του Κέστιου αντικαταστάθηκε από μία νέα κατασκευή. Σύμφωνα με τον Λατίνο ιστορικό του 5ου αι. Πολέμιο Σίλβιο, το 370 εγκαινιάστηκε και αφιερώθηκε εκ νέου ως Γέφυρα του Γρατιανού, στους αδελφούς Αυτοκράτορες Βαλεντινιανό Α΄ (βασ. 364–375 ) και Βάλη (βασ. 364–378 ) και στον γιο (και διάδοχο) του πρώτου, τον Γρατιανό (βασ. 367–383), τον συναύγουστο της δυναστείας του Βαλεντινιανού. [2] Η γέφυρα ξανακτίστηκε χρησιμοποιώντας ηφαιστειακή πέτρα τόφφου και μάρμαρο πεπερίνο, με μία επένδυση από ασβεστόλιθο τραβερτίνη. [2] Μέρος του υλικού ανοικοδόμησης προήλθε από το κατεδαφισμένο περιστύλιο του κοντινού Θεάτρου του Mάρκελλου. [4] Στη γέφυρα και στο στηθαίο τοποθετήθηκαν επιγραφές σε μαρμάρινες πλάκες, που μνημονεύουν το έργο και ονομάζουν τους Αυτοκράτορες. [2] Η γέφυρα του 4ου αι. μάλλον ακολουθούσε τις αρχιτεκτονικές γραμμές της -στην περίοδο της Δημοκρατίας κτισμένη- προκατόχου της. [2] Πριν από την ανοικοδόμηση του 19ου αι. η γέφυρα ήταν 48 μ. μακριά, με κεντρικό τόξο ανοίγματος 23,65 μ., που πλαισιώνεται από δύο τόξα, το καθένα ανοίγματος 5,8 μ. Η γέφυρα ήταν 8,2 μ. πλατιά. [2]

Τόσο η Γέφυρα του Κέστιου, όσο και του Φαβρίκιου ήταν γέφυρες για μακρύ χρονικό διάστημα. Αν και αυτή του Φαβρίκιου παραμένει εντελώς άθικτη, η Γέφυρα του Κέστιου αναστηλώθηκε πολλές φορές από τον 12ο αι. και αποσυναρμολογήθηκε πλήρως και ξανακτίστηκε τον 19ο αι., με μόνο ένα μέρος της αρχαίας κατασκευής να διατηρείται. [2]

Η παρούσα γέφυρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τίβερης με υψωμένα τα νερά του, Δεκέμβριος 2008.

Η ανοικοδόμηση του 19ου αι.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια της ανύψωσης των οχθών του Τίβερη το 1888–1892, η κατασκευή των τοίχων και των λεωφόρων (το Λουνγκοτέβερι) κατά μήκος του ποταμού, κατέστησε αναγκαία την κατεδάφιση της ρωμαϊκής γέφυρας και την κατασκευή μίας νέας. [2] Η αρχαία γέφυρα, που είχε δύο μικρά τόξα εκατέρωθεν του μεγάλου κεντρικού τόξου, απλά δεν ήταν αρκετά μεγάλη. Η σημερινή γέφυρα -με τρία μεγάλα τόξα- κατασκευάστηκε στη θέση της, με το κεντρικό της τόξο να επαναχρησιμοποιεί περίπου τα δύο τρίτα του αρχικού υλικού. [2]

Τα δύο τρίτα της σημερινής κατασκευής χρονολογούνται σε αυτήν την περίοδο, με μόνο περίπου το ένα τρίτο της κατασκευής να είναι κατασκευασμένο από μοντέρνο υλικό. [2] Μετά την ανοικοδόμηση του 19ου αι. η γέφυρα ήταν 80,4 μ. μακριά, με το αρχικό κεντρικό τόξο να πλαισιώνεται από δύο άλλα τόξα ίσου ανοίγματος. [2] Η γέφυρα σχετίζεται με την εκκλησία (ελάσσονα βασιλική) την αφιερωμένη στον Απόστολο Βαρθολομαίο, στο νησί του Τίβερη, η οποία καλείται Άγιος Βαρθολομαίος του Νησιού (San Bartolomeo all'Isola).

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • O’Connor, Colin (1993). Roman Bridges. Cambridge University Press. σελίδες 66f. ISBN 0-521-39326-4. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Pons Cestius στο Wikimedia Commons