Αρχιτεκτονική στην Ξάνθη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η αρχιτεκτονική στην Ξάνθη κατά τα νεότερα χρόνια ήταν ηπειρομακεδονικής τεχνοτροπίας, όπως δηλαδή διατηρείται μέχρι και σήμερα η δημοτική πινακοθήκη που αποτελεί χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικό δείγμα της εποχής εκείνης. Τα κυριότερα χαρακτηριστικά ηπειρομακεδονικής τεχνοτροπίας είναι τα σαχνισιά, δηλαδή τα δοκάρια που στηρίζουν τον όροφο επιτρέποντας τον να εξέχει αντικαθιστώντας έτσι τα μπαλκόνια[1] λόγω του ορεινού κλίματος και των πολλών βροχών. Ακόμη με αυτή την εξοχή προστατευόταν και ο διαβάτης από τη βροχή. Στα σπίτια της ηπειρομακεδονικής τεχνοτροπίας ήταν έντονες οι αραβοπερσικές επιρροές στη διακόσμηση. Στους γάμους τα διπλανά ή αντικριστά σπίτια μπορούσαν να ενωθούν δημιουργώντας στοές.

Ένας άλλος τύπος σπιτιού ήταν ο τσατμάς. Αυτός είχε πέτρινο ισόγειο και όμορφο με ξύλινους πήχεις, τους οποίους σοβάτιζαν, για να είναι ελαφρείς. Τα υλικά που χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή αυτού του σπιτιού ήταν ποταμίσια πέτρα από τον Κόσυνθο (παραπόταμος του Νέστου που διασχίζει την Ξάνθη) και ξύλο από παραποτάμια δέντρα.

Αυτές ήταν οι κυρίαρχες τεχνοτροπίες στη κατασκευή των σπιτιών μέχρι το 1829, όταν ο μεγάλος σεισμός ισοπέδωσε την Ξάνθη. Οπότε τα σπίτια ξαναχτίστηκαν από τη αρχή.

Περίοδος από το 1860[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παλιά πόλη Ξάνθης (αρχιτεκτονική τύπου σαχνισί)

Στα 1860 εμφανίστηκαν τα πρώτα αρχοντικά. Ήταν οικείες επιβλητικές που ανήκαν στους Ξανθιώτες καπνέμπορους της εποχής. Περίπου εκατό οικογένειες είναι αυτές που κρατούν τον πλούτο από το εμπόριο καπνού στα χέρια τους. Τον πλούτο αυτό επένδυσαν εκτός από τα καπνεργοστάσια και στην επιδεικτική αισθητική των σπιτιών τους που συγκεντρώνονται όλα στη βόρεια πλευρά της Ξάνθης στους πρόποδες του βουνού. Αντίθετα τα καπνεργοστάσια, οι καπναποθήκες και η εργατική τάξη βρίσκονταν στη νότια περιοχή (βαλτώδης περιοχή) από τη σημερινή συνοικία των Δώδεκα Αποστόλων μέχρι τη σιδηροδρομική γραμμή. Η συγκυρία που βοήθησε στην ανάπτυξη της καπνεμπορικής τάξης της Ξάνθης και κατά συνέπεια της οικονομίας και της αρχιτεκτονικής των αρχοντικών ήταν η μεγάλη πυρκαγιά που έκαψε τη μέχρι τότε πρωτεύουσα του νομού, τη Γενισέα. Το αποτέλεσμα ήταν να μεταφερθεί το διοικητικό κέντρο στην Ξάνθη που διέθετε και σιδηροδρομική γραμμή για τη διευκόλυνση του εμπορίου. Έτσι αυξάνεται και ο πληθυσμός της πόλης από πενήντα σε ενενήντα περίπου χιλιάδες κατοίκους, καθώς συρρέουν εργάτες για τα καπνομάγαζα από άλλες πόλεις αφού οι ντόπιοι αρνούνται να αφήσουν τη γεωργία.

Αυτή η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη στα τέλη του 19ου αιώνα επηρεάζει την αρχιτεκτονική των σπιτιών. Συντεχνίες πετράδων κατασκεύασαν με απαράμιλλη τέχνη πέτρινα πλέον σπίτια. Έχοντας ταξιδέψει στο εξωτερικό οι Ξανθιώτες έμποροι διακοσμούσαν τα σπίτια τους με τοιχογραφίες, πίνακες, χαλιά και έπιπλα αντιγράφοντας το κύμα νεοκλασικισμού της κεντρικής Ευρώπης. Στην πόρτα της εισόδου και στα παράθυρα χρησιμοποιούσαν ψαμμίτη, πέτρα που ευδοκιμούσε στη Μάνδρα, για την ανθεκτικότητά του και την ευκολία του στο σκάλισμα. Τα σπίτια τους διέθεταν κοινό ισόγειο για όλους τους ενοίκους και ξεχωριστά διαμερίσματα με υπνοδωμάτια, γραφεία και μικρές τραπεζαρίες στον όροφο. Στο υπόγειο υπήρχαν κελάρια και μικρά δωμάτια με μπερντέδες όπου διέμεναν οι ψυχοκόρες. Στην πίσω αυλή ήταν χτισμένα δύο χαμάμ, ένα μεγάλο για τους άνδρες και ένα μικρό για τις γυναίκες. Παράλληλα εμφανίζονται και οι πρώτες τουαλέτες.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Σαχνισί». mythotopia.eu. Ινστιτούτο Επεξεργασίας του Λόγου. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2023.