Αναστάσιος (Άστρικ)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Άγιος Άστρικ
Αρχιεπίσκοπος Έστεργκομ
Γέννησηπιθανότ. Βοημία
Κοίμησηπερ. 1036 ή 1039/1040
Ουγγαρία
Τιμάται απόΡωμαιοκαθολική Εκκλησία
Εορτασμός12 Νοεμβρίου

Ο Άστρικ της Παννονάλμης (Szent Asztrik) ή Αναστάσιος (Anastasius), γνωστός και ως Άσκρικ (Ascrick) και με τις εκλατινισμένες μορφές ονόματος Αστέρικος (Astericus) και Astrissicus, ήταν αρχιεπίσκοπος στην Ουγγαρία κατά τον πρώιμο 11ο αιώνα, ο οποίος ανακηρύχθηκε άγιος από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Είναι ένα από τα πρόσωπα που συνδέονται με την ίδρυση του Βασιλείου της Ουγγαρίας.

Βίος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κατά κόσμο όνομα του Αγίου ήταν Ράντλα (Radla) και ως προς την εθνικότητα ήταν είτε Τσέχος είτε Κροάτης από τη Βοημία. Αρχικώς ήταν μοναχός και έλαβε το όνομα Αναστάσιος όταν χειροτονήθηκε ιερέας, πιθανώς στο Μπρέβνοφ έξω από την Πράγα, με το Άστρικ να είναι η ουγγρική μετάφραση του ονόματος.[1] Ο νέος ιερομόναχος συνόδευσε τον Άγιο Αδαλβέρτο στο ιεραποστολικό του έργο στους Βοημούς και έγινε ο πρώτος ηγούμενος της ιστορικής Μονής του Μπρέβνοφ. Επειδή ο Αδαλβέρτος δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει τη θέση του στη Βοημία και εγκατέλειψε την Πράγα, ο Αναστάσιος Ράντλα απεφάσισε να μεταβεί στο επικείμενο να ιδρυθεί Βασίλειο της Ουγγαρίας, προκειμένου να βοηθήσει τους ιεραπόστολους που κήρυτταν τον Χριστιανισμό στους Μαγυάρους.[2]

Αρχικώς έμεινε με τον πρίγκιπα Γκέζα και το 997 έγινε ο πρώτος αββάς της Μονής του Αγίου Μαρτίνου. Αυτό το Αββαείο των Βενεδικτίνων, που είναι σήμερα γνωστό ως Αρχιαββαείο του Παννονχάλμα[2], ήταν το πρώτο εκκλησιαστικό ίδρυμα στην ιστορία της Ουγγαρίας και ιδρύθηκε από τον Γκέζα.[1] Μετά τον θάνατο του Γκέζα, ο Άστρικ υπηρέτησε τον γιο του, τον Στέφανο, και έγινε ο πρώτος Αρχιεπίσκοπος της ρωμαιοκαθολικής Ουγγρικής Εκκλησίας.[3]

Ο Άστρικ στάλθηκε ως πρεσβεία του Στεφάνου στον τότε Πάπα Σιλβέστρο Β΄.[4] Ο Πάπας ανεγνώρισε τον Στέφανο ως τον πρώτο στη ιστορία Βασιλέα των Ούγγρων. Λίγο μετά την επιστροφή του Άστρικ στην Ουγγαρία, ο Στέφανος στέφθηκε από αυτόν βασιλέας (Στέφανος Α΄), με ένα βασιλικό στέμμα που στάλθηκε από τον Πάπα το έτος 1001.[1]

Ανακάλυψη των λειψάνων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Καθεδρικός Ναός της Αναλήψεως στην πόλη Κάλοτσα αποκαταστάθηκε σε μεγάλο βαθμό το 1907-1912, υπό την καθοδήγηση του αρχιτέκτονα Ernő Foerk. Στις σχετικές εργασίες ανασκάφηκε κάτω από το ιερό ένας αρχιεπισκοπικός τάφος από κόκκινο μάρμαρο. Μέσα στον τάφο βρέθηκε άθικτος σκελετός, επίχρυση ποιμαντορική ράβδος με ασημένια λαβή, ένα ασημένιο δισκοπότηρο, ένα δισκάριο, χρυσοί δακτύλιοι, σταυροί, ένα πάλλιον και υπολείμματα υφάσματος. Ο Foerk εκτίμησε την ηλικία του τάφου και, με δεδομένο ότι ο αρχικός ναός χρονολογείται από τον 11ο αιώνα, συμπέρανε ότι ο σκελετός ανήκε στον Άστρικ, καθώς στον κύριο άξονα των ναών θάβονταν συνήθως οι ιδρυτές τους. Ωστόσο ο Ιησουίτης ιστορικός τέχνης Γιόζεφ Μπράουν (Joseph Braun), εξετάζοντας μόνο το δισκοπότηρο και τα υπολείμματα υφάσματος απλώς από φωτογραφίες, χρονολόγησε τον τάφο στο όριο μεταξύ του 12ου και του 13ου αιώνα. Υπεστήριξε λοιπόν ότι ο σκελετός ανήκε είτε στον αρχιεπίσκοπο Σαούλ (Saul Győr), είτε στον αρχιεπίσκοπο Ουγολίνο (Ugrin Csák), οι οποίοι έζησαν σε αυτή τη μεταγενέστερη εποχή. Ο βιβλιοθηκάριος της επισκοπής της Κάλοτσα Παλ Βίνκλερ τόνισε ότι ο Ουγολίνος είχε σκοτωθεί στη Μάχη του ποταμού Τίσα το 1241 και η σορός του δεν είχε βρεθεί ποτέ. Ο Μόριτς Ντρέγκερ εκτίμησε ότι το ύφασμα είχε βυζαντινή προέλευση. Μετά από αυτά, το 1912 η πλάκα του τάφου ανατοποθετήθηκε στη νέα αρχιεπισκοπική κρύπτη με την προσθήκη της επιγραφής: «OSSA ANONYMI AEPPI COLOCEN. SAEC. XII. / SAULI DE GYŐR /? / 1192-1202 /»[5], δηλαδή «Ανώνυμα οστά ... αιώνα 12ου / τού Σαούλ του Győr ; .....»

Αλλά τον Ιανούαριο και τον Φεβρουάριο του 2014 ο σκελετός επανεξετάσθηκε με στόχο τον προσδιορισμό της ακριβούς ηλικίας του. Εξετάσθηκαν με τη μέθοδο του άνθρακα-14 δύο φάλαγγες από τον σκελετό. Το αποτέλεσμα καθόρισε τη χρονολογία του θανάτου του αρχιεπισκόπου που είχε ταφεί μεταξύ του 1001 και του 1030, δηλαδή σε μια περίοδο που συμπίπτει με τα ιστορικά δεδομένα που είναι γνωστά για τον Άστρικ. Μετά από αυτή την εξέλιξη, ο σκελετός ταυτοποιήθηκε ως το λείψανο του Άστρικ και όχι του Σαούλ.[6]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 «Butler, Alban. Lives of the Saints». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2014. 
  2. 2,0 2,1 «Saint Astrik of Pannonhalma (? – 1040)», Hungarian Catholic Mission
  3. Dawson, Christopher: Religion and the Rise of Western Culture, Crown Publishing Group, 2009, ISBN 9780307569165
  4. Aldásy, Antal: το λήμμα «Archdiocese of Gran» στην Catholic Encyclopedia, τόμ. 6, Robert Appleton Company, Νέα Υόρκη 1909
  5. Buzás 2014, σελίδες 2–4.
  6. Buzás 2014, σελ. 7.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Buzás, Gergely (2014). «A kalocsai érseksír azonosítása (= «Ταυτοποίηση του τάφου του Αρχιεπισκόπου στην Κάλοτσα»)». Archaeologia – Altum Castrum Online (MNM Visegrádi Mátyás Király Múzeum): 2-7. 
  • Το λήμμα «Αναστάσιος Άστρικ» στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 5, σελ. 489
  • Udvardy, József (1991). A kalocsai érsekek életrajza (1000-1526) (στα Ουγγρικά). Görres Gesellschaft. 
  • Zsoldos, Attila (2011). Magyarország világi archontológiája, 1000-1301 (στα Ουγγρικά). História, MTA Történettudományi Intézete. ISBN 978-963-9627-38-3.