Ευφλεκτότητα
Ευφλεκτότητα είναι η ικανότητα μιας χημικής ουσίας να καίγεται ή να αναφλέγεται, προκαλώντας την ανάφλεξη (ή έστω βοηθώντας την εξάπλωσή της). Ο βαθμός της δυσκολίας που απαιτείται για να προκληθεί ανάφλεξη μιας χημικής ουσίας για ανάφλεξη ποσοτικοποιείται μέσω δοκιμής ευφλεκτότητας. Διεθνώς, υπάρχει μια ποικιλία των προτοκόλλων δοκιμών για την ποσοτικοποίηση της ευφλεκτότητας. Η βαθμονόμιση επιτυγχάνεται με τη χρήση κώδικα κατασκευής, απαιτήσεις ασφαλειών, κωδικών φωτιάς και άλλων κανονισμών που διέπουν τη χρήση δομικών υλικών, αλλά και για την αποθήκευση και τον χειρισμό πολύ εύφλεκτων χημικών ουσιών, μέσα και έξω από διάφορες κατασκευές, αλλά και στις επιφανειακές και στις εναέριες μεταφορές αυτών. Για παράδειγμα, η αλλαγή της χρήσης ενός κτιρίου, αν έχει ως συνέπεια την τροποποίηση της ευφλεκτότητας των περιεχομένων του απαιτεί από τον ιδιοκτήτη του κτιρίου να υποβάλει αίτηση για (σχετική) άδεια, για να βεβαιωθεί ότι η συνολική πυροπροστασία, με βάση τον σχεδιασμό της εγκατάστασης, έχει λάβει υπόψη την αλλαγή[1].
Ορισμοί
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο όρος «ευφλεκτότητα» χρησιμοποιήθηκε για υλικά που μπορούν να αναφλεγούν ευκολότερα συγκριτικά με άλλα, καθιστώντας τα έτσι συγκριτικά πιο επικίνδυνα, οπότε χρειάζονται περισσότερο προσοχή στη διαχείρησή τους, και αυτό επέβαλε (πιθανώς) και κάποιους σχετικούς κανονισμούς. Στις ΗΠΑ (τουλάχιστον) «εύφλεκτα» (flammable) χαρακτηρίζονται τα υγρά που έχουν ελάχιστη θερμοκρασία ανάφλεξης (flash point) κάτω από 38 °C, ενώ αυτά που έχουν ελάχιστη θερμοκρασία ανάφλεξης πάνω από αυτήν τη θερμοκρασία χαρακτηρίζονται απλώς «αναφλέξιμα» (combustible), Για τα στερεά, θεωρούνται εύφλεκτα αυτά που είναι έτοιμα να αναφλεγούν ή αυτά που μπορούν να προκαλέσουν ή να συνεισφέρουν σε μια ανάφλεξη, μετά από τριβή με αυτά. Ως «έτοιμα» να αναφλεγούν θεωρούνται τα αναφλέξιμα στερεά που βρίσκονται σε μορφή σκόνης, κόκκων ή είναι ημίρρευστα και γι' αυτό πιο επικίνδυνο να αναφλεγούν μετά από σύντομη επαφή με πηγή ανάφλεξης, όπως ένα αναμμένο σπίρτο, και είναι πιο πιθανό να κάνουν τη φλόγα να εξαπλωθεί ταχύτερα[2]. Οι τεχνικοί ορισμοί ποικίλλουν πολύ ανάμεσα στις χώρες. Ο ΟΗΕ δημιούργησε (για αυτόν τον λόγο) το παγκόσμιο σύστημα εναρμονισμένης ταξινόμησης και ετικετοποίησης των χημικών (Globally Harmonized System of Classification and Labelling of Chemicals), που ορίζει ότι η ελάχιστη θερμοκρασία ανάφλεξης πρέπει να είναι μεταξύ -32°C και 60°C για εύφλεκτα και μεταξύ 60°C και 93°C για τα (απλώς) αναφλέξιμα.
Δοκιμές ευφλεκτότητας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μια δοκιμή ευφλεκτότητας μπορεί να πραγματοποιηθεί για να καθοριστεί ο βαθμός ευφλεκτότητας μιας χημικής ουσίας. Πρότυπα δοκιμής που χρησιμοποιήθηκαν για να καθορίσουν τον βαθμό αυτό είναι (μεταξύ άλλων) τα ακόλουθα:
- Οι δοκιμές ευφλεκτότητας UL94 (Underwriters Laboratories).
- Οι δοκιμές ευφλεκτότητας IEC (International Electrotechnical Commission) 60707, 60695-11-10 και 60695-11-20.
- Οι δοκιμές ευφλεκτότητας ISO (International Organization for Standardization ) 9772 και 9773.
- Οι δοκιμές ευφλεκτότητας NFPA (National Fire Protection Associatio) 287, χρησιμοποιώντας μια συσκευή πρόκλησης φωτιάς.
- Οι δοκιμές ευφλεκτότητας NFPA 701, για υφάσματα και φιλμ.
- Οι δοκιμές ευφλεκτότητας NFPA 850, για ηλεκτροπαραγωγές γεννήτριες και σταθμούς μετατροπής υψηλής διαφοράς δυναμικού συνεχούς ρεύματος.
Παρατηρήσεις και παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Σημείωση: Η υποχρέωση αυτή εξαρτάται, προφανώς, και από την ισχύουσα στην εκάστοτε περιοχή νομοθεσία.
- ↑ «ahdictionary».
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Flammability της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες). |