Άλμπερτ Μπάτελ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Άλμπερτ Μπάτελ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Albert Battel (Γερμανικά)
Προφορά
Γέννηση21  Ιανουαρίου 1891[1]
Πρεζίνκα
Θάνατος1952[2]
Φραγκφούρτη
Χώρα πολιτογράφησηςΠολωνία
Γερμανία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά[2]
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο του Μονάχου
Πανεπιστήμιο του Βρότσουαφ[3]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταδικηγόρος[4][1]
αξιωματικός[4][2]
αντιστασιακός
officer[1]
νομικός[2]
στρατιωτικός[2]
στρατιώτης[5]
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΕθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςυπολοχαγός (σλαβόφωνες χώρες) και στρατιώτης
Πόλεμοι/μάχεςΑ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΔίκαιοι των Εθνών (22  Ιανουαρίου 1981)[1]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Άλμπερτ Μπάτελ (γερμανικά: Albert Battel) (21 Ιανουαρίου 1891 – 1952) ήταν υπολοχαγός του Γερμανικού Στρατού και δικηγόρος, ο οποίος αναγνωρίστηκε για την αντίστασή του κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στα ναζιστικά σχέδια για την εκκαθάριση του γκέτο του Πσέμισλ το 1942. Αναγνωρίστηκε μεταθανάτια ως Δίκαιος των Εθνών το 1981.[6]

Πρώτα χρόνια ζωής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μπάτελ γεννήθηκε στο Κλάιν-Πράμσεν (Klein-Pramsen, σημερινή Πρεζίνκα), δίπλα στο Νόιστατ (Neustadt, σημερινό Προύντνικ), στην Πρωσική Σιλεσία το 1891. Αφού υπηρέτησε στον Αυτοκρατορικό Γερμανικό Στρατό στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σπούδασε οικονομικά και νομολογία στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου και στο Πανεπιστήμιο του Μπρέσλαου (Βρότσουαφ). Στη συνέχεια, εργάστηκε ως δικηγόρος στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Στη δεκαετία του 1930, εντάχθηκε στο Ναζιστικό Κόμμα.

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1942, ο Μπάτελ ήταν ένας 51χρονος έφεδρος αξιωματικός με τον βαθμό του υπολοχαγού, ο οποίος ήταν σε υπηρεσία στο Πσέμισλ της νότιας Πολωνίας. Ήταν ο βοηθός του τοπικού στρατιωτικού διοικητή, Ταγματάρχη Μαξ Λίντκε. Όταν τα SS ετοιμάστηκαν να ξεκινήσουν την πρώτη μεγάλης κλίμακας δράση «επανεγκατάστασης» (εκκαθάρισης) εναντίον των Εβραίων του Πσέμισλ στις 26 Ιουλίου 1942, ο Μπάτελ, σε συνεννόηση με τον προϊστάμενό του, διέταξε η γέφυρα πάνω από τον ποταμό Σαν, η μοναδική πρόσβαση στο εβραϊκό γκέτο, να αποκλειστεί. Καθώς ο κομάντο των SS προσπάθησε να περάσει στην άλλη πλευρά, ο λοχίας επικεφαλής της γέφυρας απείλησε να ανοίξει πυρ αν δεν αποσυρθούν. Τα γεγονότα έγιναν το μεσημέρι, προς έκπληξη των κατοίκων της περιοχής.

Αργότερα το ίδιο απόγευμα, ένα απόσπασμα στρατού υπό τη διοίκηση του Oberleutnant Μπάτελ εισήλθε στην αποκλεισμένη περιοχή του γκέτο και χρησιμοποίησε στρατιωτικά φορτηγά για να εκκενώσει περίπου 100 Εβραίους και τις οικογένειές τους στους στρατώνες της τοπικής στρατιωτικής διοίκησης. Αυτοί οι Εβραίοι τέθηκαν υπό την προστασία της Βέρμαχτ και έτσι προφυλάχθηκαν από την απέλαση στο στρατόπεδο εξόντωσης Μπέλζεκ. Όλοι οι εναπομείναντες τρόφιμοι του γκέτο, συμπεριλαμβανομένου του επικεφαλής της Γιούντενρατ, Δρ. Ντούλντιγκ, στάλθηκαν στους θαλάμους αερίων τις επόμενες ημέρες.

Έρευνα των SS[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά το περιστατικό, οι αρχές των SS ξεκίνησαν μυστική έρευνα για τη συμπεριφορά του Μπάτελ. Ο Μπάτελ, αν και ο ίδιος ήταν μέλος του Ναζιστικού Κόμματος από τον Μάιο του 1933, είχε προσελκύσει την προσοχή στο παρελθόν λόγω της φιλικής του συμπεριφοράς προς τους Εβραίους. Πριν από τον πόλεμο, είχε κατηγορηθεί ενώπιον ενός κομματικού δικαστηρίου επειδή είχε χορηγήσει δάνειο σε έναν Εβραίο συνάδελφό του. Αργότερα, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στο Πσέμισλ, δέχθηκε επίσημα επίπληξη επειδή έσφιξε εγκάρδια το χέρι του ιατρού Ντούλντιγκ.

Η υπόθεση έφτασε στην προσοχή του ανώτατου επιπέδου της ναζιστικής ιεραρχίας. Ο Χάινριχ Χίμλερ, ο Reichsführer-SS, ενδιαφέρθηκε για τα αποτελέσματα της έρευνας και έστειλε ένα αντίγραφο της ενοχοποιητικής τεκμηρίωσης στον Μάρτιν Μπόρμαν, αρχηγό της Καγκελαρίας του Κόμματος και δεξί χέρι του Αδόλφου Χίτλερ. Στη συνοδευτική επιστολή, ο Χίμλερ δεσμεύτηκε να εκδιώξει τον δικηγόρο από το Ναζιστικό Κόμμα και να συλληφθεί αμέσως μετά τον πόλεμο.[7]

Το 1944, ο Μπάτελ απαλλάχθηκε από τη στρατιωτική θητεία λόγω καρδιακής νόσου. Επέστρεψε στη γενέτειρά του, Μπρέσλαου, μόνο για να επιστραφεί στο Volkssturm και να πέσει στη σοβιετική αιχμαλωσία. Αποφυλακίστηκε το 1946.[8]

Μεταπολεμικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την απελευθέρωσή του, ο Μπάτελ εγκαταστάθηκε στη Δυτική Γερμανία, αλλά δεν του επετράπη να επιστρέψει στη δικηγορία από ένα δικαστήριο αποναζοποίησης. Αντίθετα, εργάστηκε σε ένα εργοστάσιο γυαλιού.[8]

Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μπάτελ πέθανε το 1952 στο Χάτερσαϊμ αμ Μάιν, κοντά στη Φραγκφούρτη, σε ηλικία 61 ετών.

Αναγνώριση και τιμή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η στάση του Μπάτελ ενάντια στα SS δεν αναγνωρίστηκε παρά μόνο χρόνια μετά τον θάνατό του, κυρίως μέσω των επίμονων προσπαθειών του Ισραηλινού ερευνητή και δικηγόρου, Δρ. Ζέεφ Γκόσεν.

Στις 22 Ιανουαρίου 1981, σχεδόν 30 χρόνια μετά τον θάνατο του Μπάτελ, το Γιαντ Βασσέμ τον αναγνώρισε ως Δίκαιο των Εθνών.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 «The Righteous Among the Nations Database» (Αγγλικά)
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. pna20211100207. Ανακτήθηκε στις 8  Ιουνίου 2022.
  3. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουλίου 2019.
  4. 4,0 4,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 2  Απριλίου 2015.
  5. Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. pna20211100207. Ανακτήθηκε στις 19  Δεκεμβρίου 2022.
  6. «Righteous Among the Nations Honored by Yad Vashem by 1 January 2020 – Germany» (PDF). Yad Vashem. 1 Ιανουαρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2022. 
  7. Kitterman, David H. (1988). «Those Who Said "No!": Germans Who Refused to Execute Civilians during World War II». German Studies Review 11 (2): 241–254. doi:10.2307/1429971. ISSN 0149-7952. https://www.jstor.org/stable/1429971. 
  8. 8,0 8,1 «A lawyer like no other – the true crime story of Albert Battel, a Nazi lawyer who stood up to the SS | Duhaime's Anti-Money Laundering & Financial Crime News» (στα Αγγλικά). 31 Μαρτίου 2020. Ανακτήθηκε στις 1 Σεπτεμβρίου 2022. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]