Emden (καταδρομικό)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Για άλλες χρήσεις, δείτε: Emden.
Emden
Το ελαφρύ καταδρομικό Emden (Κίνα, 1931)
Πληροφορίες
Παραγγελία1921
Έναρξη ναυπήγησης8 Δεκεμβρίου 1921
Καθέλκυση6 Ιανουαρίου 1925
Ένταξη σε υπηρεσία15 Οκτωβρίου 1925
Κατάληξηβυθίστηκε έξω από τον λιμένα του Κίελου στις 3 Μαΐου 1945, διαλύθηκε για σκραπ το 1949
Γενικά χαρακτηριστικά
Εκτόπισμαstandard: 5.300 LT (5.400 t)
με πλήρη φόρτο μάχης: 6.990 LT (7.100 t)
Μήκος155,1 m
Πλάτος14,2 m
Βύθισμα5,3 m
Πρόωσημέγιστη ισχύς: 46.500 shp
Ταχύτητα29,5 kn
Αυτονομία6.700 ναυτικά μίλια με ταχύτητα πλεύσης 15 kn
Πλήρωμα19 ως 30 αξιωματικοί
445 ως 653 ναύτες
Οπλισμός8 πυροβόλα των 15 cm
3 των 88 mm
4 τορπιλοσωλήνες των 50 cm
ΘωράκισηΚύρια ζώνη θωράκισης: 50 mm
Κατάστρωμα: μέχρι 40 mm
Γέφυρα: 100 mm
Σημειώσεις
Πολλές παράμετροι, ιδίως σχετικά με τον οπλισμό, άλλαξαν κατά τη διάρκεια της επιχειρησιακής πορείας του σκάφους.
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το Emden ήταν ελαφρύ καταδρομικό το οποίο ναυπηγήθηκε για το Reichsmarine στις αρχές της δεκαετίας του 1920. Ήταν το μοναδικό σκάφος αυτής της κλάσης καθώς και το πρώτο μεγάλο πολεμικό πλοίο που κατασκευάστηκε στη Γερμανία μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Η ναυπήγηση του ξεκίνησε στο Βιλχελμσχάφεν τον Δεκέμβριο του 1921 και εντάχθηκε στη δύναμη του στόλου τον Ιανουάριο του 1925. Τον σχεδιασμό του επηρέασαν σημαντικά οι επιταγές της Συνθήκης των Βερσαλλιών καθώς και η άμεση εποπτεία από τη συμμαχική επιτροπή αφοπλισμού.

Στο μεγαλύτερο μέρος της επιχειρησιακής του ζωής ήταν εκπαιδευτικό πλοίο. Την περίοδο του Μεσοπολέμου πραγματοποίησε πολλά εκπαιδευτικά ταξίδια σε όλον τον κόσμο. Όταν ξέσπασε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος πόντισε αμυντικά ναρκοπέδια στα ανοικτά των γερμανικών ακτών και υπέστη ζημιές όταν προσέκρουσε πάνω του ένα βρετανικό βομβαρδιστικό. Τον Απρίλιο του 1940 έλαβε μέρος στην Επιχείρηση Weserübung,[N 1] ενώ τα επόμενα έτη ανέλαβε ξανά καθήκοντα εκπαιδευτικού σκάφους. Τον Σεπτέμβριο του 1944 στάθηκε ξανά στη Νορβηγία ως ναυαρχίδα των δυνάμεων ναρκοθέτησης στην περιοχή. Τον Ιανουάριο του 1945 μετέφερε τα λείψανα του στρατάρχη Πάουλ φον Χίντενμπουργκ (Paul von Hindenburg) από την Ανατολική Πρωσία στο Πίλαου για να μην πέσουν στα χέρια του προελαύνοντος Ερυθρού Στρατού. Ενώ ήταν υπό επισκευή στο Κίελο υπέστη σοβαρότατες ζημιές από αεροπορικό βομβαρδισμό. Αργότερα μεταφέρθηκε εκτός του λιμανιού και ανατινάχτηκε. Το κύτος του διαλύθηκε για σκραπ το 1949.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βάσει του Άρθου 181 της Συνθήκης των Βερσαλλιών, η Γερμανία μπορούσε να διαθέτει το πολύ έξι ελαφρά καταδρομικά. Βάσει του Άρθρου 190 αυτά θα έπρεπε να έχουν εκτόπισμα το πολύ 6.000 LT και η ναυπήγηση νέων σκαφών επιτρέπονταν μόνο προς αντικατάσταση παλαιοτέρων ηλικίας τουλάχιστον 20 ετών.[N 2] Οι εργασίες πάνω στο πρώτο ελαφρύ καταδρομικό, υπό την ονομασία «Ersatz Niobe», ξεκίνησαν το 1921.[1] Το σκάφος προορίζονταν για αποστολές μεγάλων αποστάσεων και διάρκειας, συνεπώς οι σχεδιαστές έδωσαν έμφαση στη μεγάλη ακτίνα δράσης και στη δημιουργία ευρύχωρων χώρων διαμονής για το πλήρωμα.[2] Ήθελαν επίσης να εγκαταστήσουν οκτώ πυροβόλα των 150 mm, ανά δύο σε τέσσερις πύργους, όμως η συμμαχική επιτροπή επέμεινε οι πύργοι να έχουν από ένα μόνο όπλο. Με αυτή τη διάταξη μπορούσαν να βάλουν ανά πάσα στιγμή μέχρι έξι όπλα, αντί για τα οκτώ που προβλέπονταν αρχικά.[3]

Σχεδιαστικά βασίζονταν σε αντίστοιχα σκάφη από τα τελευταία στάδια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Παρόλα αυτά ενσωματώθηκαν διάφορες καινοτομίες, όπως η εκτεταμένη χρήση της συγκόλλησης στην κατασκευή και η αύξηση της αποδοτικότητας του συστήματος πρόωσης, χάρη στην οποία η ακτίνα δράση του ήταν κατά 50% μεγαλύτερη από των παλαιότερων πλοίων.[1] Η ναυπήγηση του Emden ξεκίνησε στις εγκαταστάσεις Reichsmarinewerft στο Βιλχελμσχάφεν την 8η Δεκεμβρίου 1921. Καθελκύστηκε στις 7 Ιανουαρίου 1925 και εντάχθηκε στη δύναμη του στόλου στις 15 Οκτωβρίου 1925.[4]

Το Emden είχε μήκος 150,5 m στη γραμμή της ισάλου και 155,1 m ολικό. Το πλάτος του ήταν 14,2 m και το βύθισμα του 5,3 m με κανονικό φορτίο και 5,93 m με πλήρη φόρτο μάχης. Το εκτόπισμα του ήταν 5.900 LT και έφτανε τους 6.990 LT με πλήρη φόρτο μάχης. Η κύρια ζώνη θωράκισης είχε πάχος 50 mm, η θωράκιση του καταστρώματος κυμαίνονταν από τα 20 μέχρι τα 40 mm ενώ στις πλευρές της γέφυρας ήταν 100 mm.[3]

Το πλήρωμα αποτελούνταν από δεκαεννέα αξιωματικούς και 464 ναύτες, ενώ όταν ενεργούσε ως εκπαιδευτικό ήταν 29 αξιωματικοί και 445 ναύτες (εκ των οποίων οι 162 ήταν δόκιμοι/εκπαιδευόμενοι). Μετά το 1940 αυξήθηκε σε 26 και 556 αντίστοιχα, ενώ αργότερα έφτασε τους 30 αξιωματικούς και 653 ναύτες.

Προωθούνταν από δύο σειρές ατμοστροβίλων. Οι μηχανές απέδιδαν 46.500 shp και η μέγιστη ταχύτητα ήταν 29 kn. Προβλέπονταν η μεταφορά 300 t κάρβουνου, όμως η ποσότητα αυτή μπορούσε να αυξηθεί μέχρι τους 875 t. Κανονικά μεταφέρονταν 200 t πετρελαίου, αλλά ήταν δυνατό να φτάσουν μέχρι και τους 1170 t σε επιπρόσθετες αποθήκες καυσίμων. Η ακτίνα δράσης ήταν 6.700 ναυτικά μίλια με ταχύτητα πλεύσης 12 kn.

Ο κύριος οπλισμός αποτελούνταν από οκτώ πυροβόλα των 150 mm, εγκατεστημένα σε ισάριθμους πύργους.[1] Για την αντιαεροπορική του προστασία, το καταδρομικό διέθετε δύο (αργότερα τρία) πυροβόλα των 88 mm. Αργότερα αναβαθμίστηκε ο αντιαεροπορικός οπλισμός: προστέθηκαν ως και 18 πυροβόλα των 20 mm καθώς και τέσσερα πυροβόλα των 37 mm. Υπήρχαν επίσης τέσσερις τορπιλοσωλήνες των 50 cm, οι οποίοι αντικαταστάθηκαν αργότερα από ανώτερους των 53,3 cm. Επί του σκάφους μεταφέρονταν δώδεκα τορπίλες.[1] Το 1942 αφαιρέθηκαν δύο τορπιλοσωλήνες και αντικαταστάθηκαν τα πυροβόλα των 150 mm από πιο σύγχρονα ίδιου διαμετρήματος.[1] Τέλος ήταν δυνατή η μεταφορά 120 ναρκών.

Επιχειρησιακή ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την ένταξη του σε υπηρεσία το 1925, το Emden χρησιμοποιήθηκε σαν εκπαιδευτικό πλοίο για τους ναυτικούς δοκίμους. Πραγματοποίησε επίσης αρκετά εκπαιδευτικά ταξίδια ανά την υφήλιο. Στα 1925-26 έγιναν διάφορες τροποποιήσεις.[5] Το διάστημα Σεπτεμβρίου 1928 - Οκτωβρίου 1930 ήταν ο Lothar von Arnauld de la Perière.[6] Τον Απρίλιο του 1933 αντικαταστάθηκαν οι λέβητες άνθρακα από λέβητες πετρελαίου, που ήταν περισσότερο αποδοτικοί, ενώ το επόμενο έτος ακολούθησε νέος κύκλος τροποποιήσεων. Τον Σεπτέμβριο του 1934 ανέλαβε τη διοίκηση του ο Καρλ Ντένιτζ (Karl Dönitz), μελλοντικός Αρχηγός της Δύναμης των Υποβρυχίων και Αρχηγός του Kriegsmarine. Το 1936 το καταδρομικό στάλθηκε ξανά για δεξαμενισμό κατά τη διάρκεια του οποίου έγιναν επιπλέον τροποποιήσεις και τοποθετήθηκε το τρίτο πυροβόλο των 88 mm.[5] Από τις 30 Ιουλίου 1937 μέχρι τις 15 Ιουνίου 1938 ανέλαβε διοικητής ήταν ο Λέοπολντ Μπύρκνερ (Leopold Bürkner).[7] Μετά το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου τοποθετήθηκε αντιμαγνητικό καλώδιο για προστασία από τις μαγνητικές νάρκες.[8]

Η πρώτη αποστολή του Emden μετά την έναρξη του πολέμου πραγματοποιήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου. Επρόκειτο για επιχείρηση πόντισης ναρκοπεδίου στη Βόρεια Θάλασσα στα ανοιχτά των γερμανικών ακτών. Συμμετείχαν επίσης τα ελαφρά καταδρομικά Nürnberg, Leipzig, Köln και Königsberg καθώς και δεκαέξι αντιτορπιλικά.[9] Αφού πόντισε όλες τις νάρκες του, επέστρεψε στο Βιλχελμσχάφεν για να παραλάβει νέο φορτίο. Ενώ ήταν αγκυροβολημένο, δέχτηκε επίθεση από πέντε βρετανικά βομβαρδιστικά. Οι αεράμυνα κατέρριψε τα τέσσερα, όμως ένα εξ αυτών συνετρίβη πάνω στο Emden. Εικοσιεννιά άνθρωποι τραυματίστηκαν ή έχασαν τη ζωή τους.[10][11]

Το Emden έλαβε μέρος στην Επιχείρηση Weserübung, όντας μέρος ναυτικής μοίρας με αντικειμενικό σκοπό το Όσλο. Ναυαρχίδα της δύναμης ήταν το νεότευκτο βαρύ καταδρομικό Blücher, το οποίο βύθισαν όμως με τα πυρά τους οι νορβηγικές παράκτιες πυροβολαρχίες. Ύστερα από τη βαρύτατη αυτή απώλεια τα Emden και Lützow (πρώην Deutschland) αποβίβασαν τα στρατεύματα που μετέφεραν. Όταν οι δυνάμεις αυτές κατέλαβαν την πόλη, το Emden εισήλθε στον λιμένα για να αποτελέσει κέντρο επικοινωνιών για τον συντονισμό των δυνάμεων του Στρατού, της Αεροπορίας και του Ναυτικού. Όταν ολοκληρώθηκε η κατάκτηση της Νορβηγίας, επέστρεψε στη Γερμανία και ανέλαβε καθήκοντα εκπαιδευτικού πλοίου μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1941.[12]

Είχε ξεκινήσει ήδη από τον Ιούνιο η Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα, η γερμανική επίθεση στη Σοβιετική Ένωση. Το ελαφρύ καταδρομικό παρείχε υποστηρικτικά πυρά για τα γερμανικά στρατεύματα που κατέλαβαν τη Ρίγα.[13] Στις 16 Σεπτεμβρίου βρίσκονταν στα ανοιχτά του Dagö, μαζί με το Leipzig και τρεις τορπιλακάτους, όταν δέχτηκαν πυρά από σοβιετικές παράκτιες πυροβολαρχίες -χωρίς να υποστούν ζημιές. Τέσσερις σοβιετικές τορπιλάκατοι επίσης επιχείρησαν ανεπιτυχώς να πλήξουν τα γερμανικά πλοία.[14] Μετέπειτα εντάχθηκε στη δύναμη του Γερμανικού Στόλου της Βαλτικής, που είχε ως πυρήνα το περίφημο θωρηκτό Tirpitz. Ο Στόλος παρέμεινε για μικρό χρονικό διάστημα ανενεργός: στις 29 Σεπτεμβρίου τα πλοία ανακλήθηκαν στο Γκότενχαφεν.[15][N 3]

Ακολούθησαν εκπαιδευτικά ταξίδια μέχρι και το 1944, με εξαίρεση την παρατεταμένη συντήρηση του στο Βιλχελμσχάφεν το 1942. Τον Σεπτέμβριο του 1944 στάλθηκε στη Νορβηγία ως ναυαρχίδα των δυνάμεων ναρκοθέτησης στην περιοχή. Πόντισε αρκετά ναρκοπέδια μέχρι τον Οκτώβριο, οπότε και ανέλαβε τη συνοδεία νηοπομπών από και προς το Όσλο. Τον Δεκέμβριο προσάραξε στα αβαθή μέσα στο Όσλοφιορδ. Έγιναν επισκευές στα ναυπηγεία Schichau-Werke στην Ανατολική Πρωσία. Πριν να αποχωρήσει από εκεί παρέλαβε τα λείψανα του στρατάρχη φον Χιντενμπουργκ τα οποία, συνοδεία της συζύγου του, μετέφερε στη Γερμανία για να μην πέσουν στα χέρια του προελαύνοντος Ερυθρού Στρατού. Οι επισκευές του δεν είχαν ολοκληρωθεί ακόμη και έτσι το πλοίο ρυμουλκήθηκε στο Πίλαου όπου και παρεδόθησαν τα λείψανα του στρατάρχη.[13] Έγιναν επισκευές στις μηχανές του προκειμένου να καταστούν λειτουργικές,[16] και την 1η Φεβρουαρίου 1945 εγκατέλειψε το Πίλαου με προορισμό το Κίελο. Έφτασε στον προορισμό του στις 7 Φεβρουαρίου και στάλθηκε για δεξαμενισμό στις εγκαταστάσεις της Deutsche Werke. Εκεί δέχτηκε τα πλήγματα δύο αεροπορικών επιθέσεων της RAF και υπέστη βαρύτατες ζημιές. Ρυμουλκήθηκε έξω από το λιμάνι και στις 3 Μαΐου αποφασίστηκε η ανατίναξή του για να μην πέσει στα χέρια των Συμμάχων.[17] Το κύτος του διαλύθηκε για σκραπ το 1949.[2]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Η γερμανική επίθεση σε Δανία και Νορβηγία
  2. Βλέπε: Treaty of Versailles Section II: Naval Clauses, Articles 181 and 191 (αγγλικά)
  3. Η σημερινή πολωνική πόλη Γκντίνια.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Gröner, p. 118
  2. 2,0 2,1 Ward, p. 12
  3. 3,0 3,1 Williamson, p. 9
  4. Gardiner & Chesneau, p. 229
  5. 5,0 5,1 Williamson, pp. 9–11
  6. Hildebrand, Röhr & Steinmetz, p. 54
  7. «Leopold Bürkner». Wehrmacht History. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 18 Οκτωβρίου 2013. 
  8. Williamson, p. 10
  9. Rohwer, p. 2
  10. Williamson, p. 11
  11. Rohwer, p. 3
  12. Williamson, pp. 11–12
  13. 13,0 13,1 Williamson, p. 12
  14. Rohwer, p. 99
  15. Rohwer, pp. 102–103
  16. Williamson, pp. 12–13
  17. Williamson, p. 13

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Emden (ship, 1925) στο Wikimedia Commons