Γιάσερ Αραφάτ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γιάσερ Αραφάτ
ياسر عرفات
1ος Πρόεδρος της Εθνικής Παλαιστινιακής Αρχής
Περίοδος
20 Ιανουαρίου 1996 – 11 Νοεμβρίου 2004
ΠρωθυπουργόςΜαχμούντ Αμπάς
Αχμέντ Κορέι
ΔιάδοχοςΡαουΐ Φατούχ
3ος Πρόεδρος της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης
Περίοδος
4 Φεβρουαρίου 1969 – 29 Οκτωβρίου 2004
ΠροκάτοχοςΓιαχιά Αμουντά
ΔιάδοχοςΜαχμούντ Αμπάς
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση24 Αυγούστου 1929, Κάϊρο, Αίγυπτος
Θάνατος11 Νοεμβρίου 2004 (75 ετών)
Κλαμάρ, Ω-ντε-Σεν, Γαλλία
ΕθνότηταΠαλαιστίνιος
Πολιτικό κόμμαΦατάχ
ΕπάγγελμαΠολιτικός μηχανικός
ΘρήσκευμαΙσλάμ
Υπογραφή
ΠαρωνύμιοΑμπού Αμάρ
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Μοχάμεντ Γιάσερ Αμπντέλ Ραχμάν Αμπντέλ Ραούφ Αραφάτ αλ-Κούντουα (αραβικά: محمد ياسر عبد الرحمن عبد الرؤوف عرفات‎‎‎, 24 Αυγούστου 1929 - 11 Νοεμβρίου 2004), γνωστός ως Γιάσερ Αραφάτ (αραβικά: ياسر عرفات) ή Αμπού Αμάρ, ήταν Παλαιστίνιος πολιτικός ηγέτης. Διετέλεσε πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής και της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης.

Ο Αραφάτ γεννήθηκε από Παλαιστίνιους γονείς στο Κάιρο της Αιγύπτου, όπου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της νιότης του και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Βασιλιά Φουάντ Α' . Όταν ήταν φοιτητής, ασπάστηκε τις αραβικές εθνικιστικές και αντισιωνιστικές ιδέες. Ενάντια στη δημιουργία του Κράτους του Ισραήλ το 1948, πολέμησε στο πλευρό της Μουσουλμανικής Αδελφότητας κατά τη διάρκεια του Αραβο-Ισραηλινού πολέμου του 1948. Μετά την ήττα των αραβικών δυνάμεων, ο Αραφάτ επέστρεψε στο Κάιρο και υπηρέτησε ως πρόεδρος της Γενικής Ένωσης Παλαιστινίων Φοιτητών από το 1952 έως το 1956.

Στο τελευταίο μέρος της δεκαετίας του 1950, ο Αραφάτ συνίδρυσε τη Φατάχ, μια παραστρατιωτική οργάνωση που επιδιώκει την απομάκρυνση του Ισραήλ και την αντικατάστασή του με ένα παλαιστινιακό κράτος. Η Φατάχ έδρασε σε αρκετές αραβικές χώρες, απ' όπου εξαπέλυσε επιθέσεις σε ισραηλινούς στόχους. Στο τελευταίο μέρος της δεκαετίας του 1960, η δημοτικότητα προφίλ του Αραφάτ μεγάλωσε. Το 1967 εντάχθηκε στην Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) και το 1969 εξελέγη πρόεδρος του Παλαιστινιακού Εθνικού Συμβουλίου (PNC). Η αυξανόμενη παρουσία της Φατάχ στην Ιορδανία οδήγησε σε στρατιωτικές συγκρούσεις με την ιορδανική κυβέρνηση του βασιλιά Χουσεΐν και στις αρχές της δεκαετίας του 1970 μετεγκαταστάθηκε στον Λίβανο. Εκεί, η Φατάχ βοήθησε το Εθνικό Κίνημα του Λιβάνου κατά τον εμφύλιο πόλεμο του Λιβάνου και συνέχισε τις επιθέσεις του στο Ισραήλ, με αποτέλεσμα η οργάνωση να γίνει κύριος στόχος ισραηλινών εισβολών κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης του Νότιου Λιβάνου το 1978 και του πολέμου του Λιβάνου το 1982.

Από το 1983 έως το 1993, ο Αραφάτ είχε έδρα στην Τυνησία και άρχισε να μετατοπίζει την προσέγγισή του από την ανοιχτή ένοπλη σύγκρουση με τους Ισραηλινούς στη διπλωματική διαπραγμάτευση. Το 1988, αναγνώρισε το δικαίωμα του Ισραήλ να υπάρχει και αναζήτησε μια λύση δύο κρατών στη σύγκρουση Ισραήλ-Παλαιστινίων. Το 1994, επέστρεψε στην Παλαιστίνη, εγκαταστάθηκε στην πόλη της Γάζας και προώθωσε την αυτοδιοίκηση για τα παλαιστινιακά εδάφη. Συμμετείχε σε μια σειρά διαπραγματεύσεων με την ισραηλινή κυβέρνηση για να τερματίσει τη σύγκρουση μεταξύ αυτής και της ΟΑΠ. Αυτές περιελάμβαναν τη Διάσκεψη της Μαδρίτης του 1991, τις Συμφωνίες του Όσλο του 1993 και τη Σύνοδο Κορυφής του Καμπ Ντέιβιντ του 2000.

Για την επιτυχία των διαπραγματεύσεων στο Όσλο παρέλαβε το Νόμπελ Ειρήνης, μαζί με τους Ισραηλινούς Πρωθυπουργούς Γιτζάκ Ράμπιν και Σιμόν Πέρες, το 1994. Εκείνη την εποχή, η υποστήριξη της Φατάχ μεταξύ των Παλαιστινίων μειώθηκε με την ανάπτυξη της Χαμάς και άλλων αντιπάλων. Στα τέλη του 2004, αφού ουσιαστικά εγκλωβίστηκε στη Ραμάλα για πάνω από δύο χρόνια από τον ισραηλινό στρατό, ο Αραφάτ έπεσε σε κώμα και πέθανε. Ενώ η αιτία του θανάτου του Αραφάτ παραμένει αντικείμενο εικασιών, οι έρευνες από ρωσικές και γαλλικές ομάδες διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχε κανένα θέμα.[1][2][3]

Ο Αραφάτ παραμένει ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο. Οι Παλαιστίνιοι τον θεωρούν γενικά ως μάρτυρα που συμβόλιζε τις εθνικές φιλοδοξίες του λαού του, ενώ οι Ισραηλινοί τον θεωρούσαν τρομοκράτη.[4][5][6][7] Παλαιστίνιοι αντίπαλοι, συμπεριλαμβανομένων ισλαμιστών και αρκετών αριστερών της ΟΑΠ, τον κατήγγειλαν συχνά ως διεφθαρμένο ή υπερβολικά υποταγμένο στις παραχωρήσεις του στην ισραηλινή κυβέρνηση.

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όσον αφορά τον τόπο γέννησης του Γιάσερ Αραφάτ οι πηγές διίστανται καθώς γεννήθηκε πιθανότατα στο Κάιρο ενώ ο ίδιος υποστήριζε ότι γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ.

Οι Βρετανοί διοίκησαν την Παλαιστίνη από το 1919 έως το 1948. Μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο και το Ολοκαύτωμα ο αριθμός των Εβραίων μεταναστών στην Παλαιστίνη αυξήθηκε εντυπωσιακά. Στις 29 Νοεμβρίου 1947 ο ΟΗΕ ανακοίνωσε σχέδιο για δημιουργία δυο κρατών, ενός Εβραϊκού και ενός Παλαιστινιακού, εδώ άρχισαν και οι διαφωνίες, οι οποίες κατέληξαν σε πολεμική αντιπαράθεση πέντε αραβικών κρατών (Αίγυπτος, Λίβανος, Συρία, Ιορδανία και Ιράκ) από τη μια, με το νεοσύστατο κράτος του Ισραήλ από την άλλη.

Ο Αραφάτ έλαβε μέρος στον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1947-49 και μετά την ήττα των Αράβων επέστρεψε στο Κάϊρο.

Από το 1949 έως 1956 σπούδασε μηχανικός στο Πανεπιστήμιο Βασιλιάς Φουάντ Β' (Πανεπιστήμιο του Καΐρου) της Αιγύπτου.

Η ανάδειξή του ως ηγέτης των Παλαιστινίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα 1959 ίδρυσε τη Φατάχ (που σημαίνει "νίκη"), ενώ παράλληλα δούλεψε ως μηχανικός στους πετρελαιαγωγούς του Κουβέιτ.

Το 1967, ξέσπασε ο πόλεμος των «έξι ημερών», μεταξύ Αράβων και Ισραηλινών,ο οποίος τερματίστηκε με ήττα και πάλι των αραβικών κρατών. Το 1964 ιδρύθηκε η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης γνωστή διεθνώς ως PLO (Palestine Liberation Organization) με σκοπό να ενώσει τις διάφορες παλαιστινιακές ομάδες αντίστασης ενάντια στην ισραηλινή κατοχή (όπως υποστήριζε) τής αραβικής "Παλαιστίνης"

Το 1969 ήταν χρονιά-σταθμός για τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Ήταν η χρονιά στην οποία αναδείχθηκε ο Γιασέρ Αραφάτ και στο Ισραήλ ανέλαβε την πρωθυπουργία η "γηραιά κυρία" του εβραϊκού κράτους, Γκόλντα Μέιρ[8].

Από την ως τις 5 Φεβρουαρίου διεξήχθη στο Κάιρο η σύνοδος του Παλαιστινιακού Εθνικού Συμβουλίου, το οποίο οι παλαιστινιακές οργανώσεις αναγνώριζαν ως εξόριστη κυβέρνηση του μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους[9].

Σκοπός της συνόδου, στην οποία μετείχαν 105 εκπρόσωποι των περισσοτέρων παλαιστινιακών οργανώσεων, ήταν η εκλογή της νέας ηγεσίας της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης[10].

Η σύνοδος εξελίχθηκε σε πραγματικό θρίαμβο της Αλ Φατάχ, της μεγαλύτερης από τις ένοπλες ομάδες και του ηγέτη της, του 39ετούς Γιάσερ Αραφάτ, ο οποίος ανέλαβε ουσιαστικά τον πλήρη έλεγχο της ΟΑΠ[11].

Στο τελικό ανακοινωθέν της διάσκεψης, στην οποία καθορίστηκε και η περαιτέρω δράση του παλαιστινιακού κινήματος, έγινε μνεία στον απώτερο στόχο της ειρηνικής συμβίωσης των λαών της περιοχής, αλλά ταυτόχρονα απορρίφθηκε κατηγορηματικά κάθε ειρηνική λύση του προβλήματος η οποία θα αντιβαίνει τα δίκαια των Παλαιστινίων. Λίγες ημέρες αργότερα η ΟΑΠ άνοιξε δικά της γραφεία στις πρωτεύουσες των αραβικών κρατών και απέστειλε εκπρόσωπό της στην "τετραμερή" διάσκεψη Η.Π.Α., Ε.Σ.Σ.Δ., Γαλλίας και Μεγάλης Βρετανίας, η οποία διεξήχθη στη Νέα Υόρκη με στόχο την εξεύρεση λύσης για το μεσανατολικό. Οι κινήσεις αυτές δεν ήταν τυχαίες. Έδειχναν καθαρά την πρόθεση της ΟΑΠ να αποτελέσει η ίδια τον πυρήνα ενός μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους και, κυρίως, να απογαλακτίσει το παλαιστινιακό κίνημα από την κηδεμονία των αραβικών καθεστώτων που το χρησιμοποιούσαν κυρίως ως υπομόχλιο των δικών τους, συχνά αντικρουόμενων, φιλοδοξιών[12].

Εκπρόσωπος της ΟΑΠ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Οκτώβριο του 1974 η Αραβική Συνδιάσκεψη αναγνώρισε την PLO (ΟΑΠ) ως τον μοναδικό εκπρόσωπο του Παλαιστινιακού λαού και ένα μήνα αργότερα ο Αραφάτ συμμετείχε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ως αντιπρόσωπος της. Τον Ιούνιο του 1982, οι Ισραηλινοί στην προσπάθεια τους να καταστρέψουν την PLO, που δρούσε από το γειτονικό Λίβανο, ξεκίνησαν μια σαρωτική εισβολή, που εξελίχτηκε σε πραγματικό πόλεμο. Το αποτέλεσμα ήταν μεγάλες σφαγές αμάχων στα στρατόπεδα προσφύγων Σάμπρα και Σατίλα από φανατικούς, με την ανοχή των Ισραηλινών δυνάμεων. Μετά τα παραπάνω γεγονότα ο Αραφάτ και η ηγεσία της PLO μεταφέρθηκαν στην Τυνησία.

Το 1987 ξέσπασε η πρώτη Ιντιφάντα (που σημαίνει "εξέγερση") ενώ το 1988 το Παλαιστινιακό Εθνικό Συμβούλιο (PNC) αποδέχθηκε την απόφαση 242 του ΟΗΕ που, μεταξύ άλλων, αναγνωρίζει το κράτος του Ισραήλ.

Το 1991 στη Συνδιάσκεψη της Μαδρίτης στο θέμα της Παλαιστίνης δεν σημειώθηκε καμία πρόοδος, το 1993 όμως με τη Συμφωνία του Όσλο, παραχωρήθηκε περιορισμένη αυτονομία στην Λωρίδα της Γάζας και στη Δυτική Όχθη.

Ηγέτης της Παλαιστινιακής Αρχής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Ιούνιο 1994 ο Γιάσερ Αραφάτ —μετά από 27 χρόνια— επέστρεψε στη Λωρίδα της Γάζας και την Ιεριχώ για να αναλάβει την ηγεσία της Παλαιστινιακής Εθνικής Αρχής (PNA).

Το φθινόπωρο του 1994 ο Αραφάτ, ο Γιτζάκ Ράμπιν και ο υπουργός εξωτερικών του Ισραήλ Σιμόν Πέρες τιμήθηκαν με το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.

Ιντιφάντα 2000, αποκλεισμός, απελευθέρωση και θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μαυσωλείο του Αραφάτ

Το 2000, ξέσπασε η δεύτερη ιντιφάντα (εξέγερση), και ο Γιάσερ Αραφάτ πρότεινε τη λύση των δύο κρατών: οι Παλαιστίνιοι θα αναγνώριζαν το Ισραήλ, με αντάλλαγμα τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους στα εδάφη που είχαν καταληφθεί το 1967 από το Ισραήλ. Ο Τζορτζ Μπους χαρακτήρισε τον Γιάσερ Αραφάτ «αποτυχημένο ηγέτη» το 2001. Από το Δεκέμβριο του 2001, ο Αραφάτ παρέμεινε αποκλεισμένος στο αρχηγείο του στη Ραμάλα, κυκλωμένος από ισραηλινά στρατεύματα. Έπειτα από αμερικανικές πιέσεις, απελευθερώθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου του 2002.[13]

Το 2004 η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε με αποτέλεσμα να πεθάνει σε νοσοκομείο το Παρισιού τον Νοέμβριο του 2004. Σύμφωνα με τα ιατρικά αρχεία, ο Αραφάτ πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία, που προήλθε από εντερική φλεγμονή, σε ηλικία 75 ετών. Σύμφωνα με αναλύσεις που έγιναν σε ελβετικό εργαστήριο το 2012, εξετάστηκε η πιθανότητα δηλητηρίασης του με ραδιενεργό πολώνιο. Ο έλεγχος προσωπικών αντικειμένων του Αραφάτ έδειξε την ύπαρξη ιχνών πολωνίου.Παρόλα αυτά, Ρώσος αξιωματούχος δήλωσε στις 15-10-2013 πως τελικά δεν βρέθηκαν ίχνη πολωνίου σε έρευνα από ρώσικο εργαστήριο.[14]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Yasser Arafat: French rule out foul play in former Palestinian leader's death». The Guardian. 16 March 2015. https://www.theguardian.com/world/2015/mar/16/yasser-arafat-french-rule-out-foul-play. 
  2. «France drops investigation into Arafat's death». The Jerusalem Post. 2 September 2015. http://www.jpost.com/Arab-Israeli-Conflict/France-drops-investigation-into-Arafats-death-415023. 
  3. «Yasser Arafat investigation: Russian probe finds death not caused by radiation». CBS News. 26 December 2013. http://www.cbsnews.com/news/yasser-arafat-investigation-russian-probe-finds-death-not-caused-by-radiation/. 
  4. Creed, Richard D. Jr. (2014). Eighteen Years in Lebanon and Two Intifadas: The Israeli Defense Force and the U.S. Army Operational Environment. Pickle Partners Publishing. σελ. 53. ISBN 978-1-78289-593-0. 
  5. As'ad Ghanem Palestinian Politics after Arafat: A Failed National Movement:Palestinian Politics after Arafat, Indiana University Press, 2010 p.259.
  6. Kershner, Isabel (4 July 2012). «Palestinians May Exhume Arafat After Report of Poisoning». The New York Times. http://travel.nytimes.com/2012/07/05/world/middleeast/palestinians-may-exhume-arafat-after-report-of-poisoning.html. Ανακτήθηκε στις 5 August 2012. 
  7. Hockstader, Lee (11 November 2004). «A Dreamer Who Forced His Cause Onto World Stage». The Washington Post. https://www.washingtonpost.com/wp-dyn/articles/A41509-2004Nov10.html. Ανακτήθηκε στις 31 October 2007. 
  8. Golda Meir BBC
  9. Palestine National Council Gale Encyclopedia of the Mideast & N. Africa
  10. Al Fatah Chief To Lead Palestinian Liberation Associated Press
  11. Fatah Wins Control of Palestine Group The New York Times
  12. Ανατέλλει το άστρο του Γιασέρ Αραφάτ, Ιστορικό Λεύκωμα 1969, σελ. 120, Καθημερινή (1998)
  13. Ελευθεροτυπία[νεκρός σύνδεσμος], ΛΥΘΗΚΕ η πολιορκία Αραφάτ, 30 Σεπτεμβρίου 2002.
  14. Yasser Arafat's belongings have traces of polonium-210, say Swiss scientists The Guardian, 15 Οκτωβρίου 2013

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]