Χένρικ Ποντόπινταν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χένρικ Ποντοπιντάν
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Henrik Pontoppidan (Δανικά)
Γέννηση24  Ιουλίου 1857[1][2][3]
Fredericia[4][5]
Θάνατος21  Αυγούστου 1943[1][4][2]
Ordrup
ΚατοικίαFredericia
Ράντερς
Χώρα πολιτογράφησηςΒασίλειο της Δανίας
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΔανικά[6][7]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυγγραφέας
μυθιστοριογράφος
αυτοβιογράφος
ποιητής[8]
Περίοδος ακμής1881 - 1943
Οικογένεια
ΣύζυγοςMette Marie Hansen (1881–1892)[9]
Antoinette Kofoed (από 1892)[9]
ΓονείςDines Pontoppidan
ΑδέλφιαKnud Pontoppidan
Erik Pontoppidan
Morten Pontoppidan
Οικογένειαd:Q121301188
Αξιώματα και βραβεύσεις
Βραβεύσειςβραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας (1917)[10][11]
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Χένρικ Ποντόπινταν (Henrik Pontoppidan, 24 Ιουλίου 185721 Αυγούστου 1943) ήταν Δανός συγγραφέας του ρεαλισμού, που μοιράστηκε με τον συμπατριώτη του Καρλ Άντολφ Γκγιέλερουπ το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1917 για «τις αυθεντικές περιγραφές του της σύγχρονης ζωής στη Δανία».

Τα μυθιστορήματα και τα διηγήματα του Ποντόπινταν, γραμμένα με έναν πόθο για κοινωνική πρόοδο, αλλά και με έλλειψη ελπίδας αργότερα στη ζωή του για την επίτευξη αυτού του στόχου, παρουσιάζουν μία ασυνήθιστα ολοκληρωμένη εικόνα της χώρας του και της εποχής του. Ως συγγραφέας, ο Ποντόπινταν παρουσιάζει ενδιαφέρον στο ότι παίρνει αποστάσεις τόσο από το συντηρητικό περιβάλλον στο οποίο αναθράφηκε, όσο και από τους σοσιαλιστές συγχρόνους και φίλους του. Υπήρξε το νεότερο και από πολλές πλευρές το πλέον πρωτότυπο και επιδραστικό μέλος του moderne gennembrud, ισχυρού κινήματος λογοτεχνίας νατουραλισμού και επιχειρηματολογίας στη Σκανδιναβία, που διαδέχθηκε τον ρομαντισμό στα τέλη του 19ου αιώνα.

Οικογένεια και σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γιος ενός βικάριου της Γιουτλάνδης και μέλος παλαιάς οικογένειας βικαρίων και συγγραφέων, ο Ποντόπινταν γεννήθηκε στη Φρεδερέτσια. Εγκατέλειψε τις σπουδές πολιτικού μηχανικού, εργάσθηκε ως δάσκαλος του δημοτικού σχολείου και τελικώς έγινε ελεύθερος δημοσιογράφος και συγγραφέας «πλήρους απασχολήσεως», με το πρώτο του έργο να δημοσιεύεται το 1881.

Ο Ποντόπινταν περί το 1874

Η πρώτη φάση του έργου του αποτελεί επαναστατική κοινωνική κριτική, που ως τέτοια συνιστούσε και μια εξέγερση κατά του δικού του προνομιούχου οικογενειακού υποβάθρου. Σε μια διάσημη ρήση του, ειρωνεύθηκε τον παλαιό εκλατινισμό του ίδιου του του επωνύμου από την αρχική δανέζικη ρίζα του Broby [12]

Σε διηγήματά του, ο Ποντόπινταν περιγράφει ανελέητα τη ζωή των αγροτών και των φτωχών ανθρώπων της υπαίθρου, κοντά στους οποίους ζούσε. Υπήρξε ίσως ο πρώτος Δανός προοδευτικός συγγραφέας που εγκατέλειψε την εξιδανικευμένη απεικόνιση των αγροτών. Τα διηγήματα από εκείνη την περίοδο είναι συγκεντρωμένα στις συλλογές Landsbybilleder (= «Χωριάτικες εικόνες», 1883) και Fra Hytterne («Από τις καλύβες», 1887). Σημαντική είναι επίσης η συλλογή πολιτικών διηγημάτων του 1890 Skyer (= «Σύννεφα»), μία δηκτική περιγραφή της Δανίας υπό την αυταρχική διακυβέρνηση των Συντηρητικών, που καταδικάζει τους καταπιεστές, αλλά και χλευάζει την έλλειψη πνεύματος των Δανών. Στα χρόνια που ακολούθησαν ο συγγραφέας όλο και περισσότερο επικεντρωνόταν σε ψυχολογικά ζητήματα, χωρίς να παραμερίζει τελείως την κοινωνική του θεματική. Το έργο του «Μεσσίας» (1889) και το κείμενο «Den gamle Adam» (1890) δημοσιεύθηκαν ανωνύμως και πυροδότησαν συζητήσεις αφότου αποκηρύχθηκαν ως βλάσφημα. Ο εκδότης εφημερίδας Ερνστ Ιμάνουελ Κοέν Μπράντες (Ernst Brandes) καταδικάσθηκε τον Δεκέμβριο του 1891 σε πρόστιμο 300 κορονών για τη δημοσίευση του «Μεσσία» και αυτοκτόνησε το 1892.

Κυριότερα έργα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα τρία μυθιστορήματα που θεωρούνται συνήθως τα κυριότερα έργα του Ποντόπινταν, γράφτηκαν από το 1890 περίπου μέχρι το 1920. Σε αυτά ο συγγραφέας θεμελίωσε με τους δικούς του όρους μία δανέζικη εκδοχή του μυθιστορήματος «ευρείας περιγραφής της κοινωνίας», κατά την παράδοση των Μπαλζάκ και Ζολά. Επικεντρωνόμενος σε έναν ήρωα, διαζωγραφίζει μια εικόνα της Δανίας κατά την εποχή του Συνταγματικού Αγώνα ανάμεσα στους Συντηρητικούς και στους Φιλελευθέρους, της αυξανόμενης εκβιομηχάνισης, των πολιτιστικών συγκρούσεων και επαναστατικών κινημάτων. Αυτά τα μυθιστορήματα είναι τα εξής:

  • Det forjættede Land (I-III: 1891–1895, «Η Γη της Επαγγελίας»). Περιγράφει έναν φαντασιόπληκτο και το όνειρό του να γίνει ιεροκήρυκας, που τον οδηγεί στην αυταπάτη και στην τρέλα.
  • Lykke-Per (1898–1904, «Τυχερό μαργαριτάρι»). Είναι ίσως το γνωστότερο έργο του συγγραφέα και επικεντρώνεται σε έναν ταλαντούχο και γεμάτο αυτοπεποίθηση άνδρα, ο οποίος αποσυνδέεται από τη θρησκευάμενη οικογένειά του προκειμένου να γίνει μηχανικός και κατακτητής, ελεύθερος από οικογενειακή παράδοση και περιβάλλον. Ωστόσο, στο αποκορύφωμα της επιτυχίας του, η οικογένεια τον ξαναβρίσκει και παρατά τη σταδιοδρομία του. Προφανώς είναι εν μέρει αυτοβιογραφικό.
  • Το πικρό De dødes Rige (1912-1916, «Το βασίλειο των νεκρών»). Δείχνει τη Δανία μετά τη φαινομενική νίκη της δημοκρατίας το 1901, ως μία κοινωνία στην οποία τα πολιτικά ιδεώδη σαπίζουν, ο καπιταλισμός προελαύνει και ο τύπος και οι τέχνες εκπορνεύονται. Όλα αυτά με επίκεντρο τον απελπισμένο έρωτα και τα μεταρρυθμιστικά σχέδια ενός νεαρού προοδευτικού που ταλαιπωρείται από ασθένεια.

Επιπλέον έργα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το τελευταίο μεγάλο μυθιστόρημα του συγγραφέα, το Mands Himmerig (1927, «Ανθρώπινος Παράδεισος») είναι μία σχεδόν απελπιστική περιγραφή της κρίσεως που αντιμετωπίζει ένας Δανός διανοούμενος στο ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου.

Ο Ποντόπινταν συνέγραψε και πολλά μικρότερα μυθιστορήματα και μακρά διηγήματα, όπου συζητά πολιτικά, ψυχολογικά και σεξουαλικά θέματα:

  • Isbjørnen (1887, «Η πολική αρκούδα»), όπου περιγράφει την αντιπαράθεση ενός βικάριου από τη Γροιλανδία, που τα λέει «έξω από τα δόντια», με έναν στενοκέφαλο Δανό επαρχιακό κληρικό.
  • Mimoser (1886), μία ιστορία τραγικής ειρωνείας σχετικά με την έλλειψη ανοχής απέναντι στην απιστία.
  • Nattevagt (1894, «Νυχτερινή σκοπιά»), η ιστορία ενός θαρραλέου και επαναστατικού καλλιτέχνη, που ωστόσο αποτελεί μια αγχωμένη αποτυχία ως σύζυγος. Ο Ποντόπινταν εμπνεύσθηκε από τη ζωή του φίλου του ζωγράφου Λ.Α. Ρινγ, κάτι το οποίο ο Ρινγ θεώρησε προδοσία εμπιστοσύνης και τερμάτισε τη φιλία τους.[13]
  • Den gamle Adam (1894, «Ο γερο-Αδάμ»), με θέμα τον φόβο για τις γυναίκες που έχουν οι άνδρες και την ανθρώπινη σεξουαλικότητα γενικά.
  • Ørneflugt (1899, «Το πέταγμα του αετού»), μια ευθεία «μπηχτή» για Το ασχημόπαπο του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν με το αντίθετο ηθικό δίδαγμα: ένας αετός μεγαλωμένος μέσα σε έναν αχυρώνα γίνεται παχύσαρκος και τελικώς πεθαίνει πέφτοντας από τον αέρα πάνω σε έναν σωρό κοπριάς. Το δίδαγμα είναι ότι μπορεί να έχεις γεννηθεί από αυγό αετού, αλλά αυτό δεν παίζει ρόλο αν έχεις μεγαλώσει σε έναν αχυρώνα.
  • «Borgmester Hoeck og Hustru» (1905, «Ο δήμαρχος Χεκ και η σύζυγός του»), το πορτρέτο ενός τραγικού γάμου, που κυριαρχείται από τη ζήλεια του συζύγου και την απέχθειά του για τη χαρά για τη ζωή που έχει η γυναίκα του.

Μια κεντρική θεματική στις περισσότερες από αυτές τις ιστορίες είναι οι δυσκολίες στον χειρισμό της νέας ανοχής, του ανοικτόμυαλου και του εκδημοκρατισμού που εισάγονται τόσο από τη μετάβαση της κοινωνίας, όσο και από τη λογοτεχνία. Μια άλλη θεματική είναι η σύγκρουση ανάμεσα στην εσωστρεφή και κλειστή φύση των ανδρών στις σκανδιναβικές χώρες, και στη ζωτικότητα των γυναικών. Πίσω από αυτό κείται το κλασικό νατουραλιστικό θέμα της κληρονομικότητας-παράδοσης και του περιβάλλοντος, απέναντι στα οποία ο άνθρωπος πρέπει να επαναστατήσει, χωρίς να απαρνηθεί την ύπαρξή τους.

Από το 1933 ως το 1943 ο Ποντόπινταν συνέγραψε δύο διαφορετικές εκδοχές των «Αναμνήσεών» του, στις οποίες προσπάθησε να ορίσει τη δική του άποψη για την προσωπική του ανάπτυξη. Παρά το ότι είχε πολύ μειωμένη όραση και ακοή προς τα τέλη της ζωής του, συνέχισε να ενδιαφέρεται για την πολιτική και την πολιτιστική ζωή μέχρι τα τελευταία χρόνια του.

Λογοτεχνικές και πνευματικές επιδράσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προσωπογραφία του Ποντόπινταν από τον Μίκαελ Άνκερ (1908)

Ως προς το ύφος του, ο Ποντόπινταν έχει χαρακτηριστεί «γεννημένος νατουραλιστής. Η γλώσσα του μοιάζει απλή και εύκολη, αλλά συχνά είναι φορτωμένη με σύμβολα και κρυφά υπονοούμενα, συγκαλυμμένη ειρωνεία και «αντικειμενικές» περιγραφές. Συχνά αναθεωρούσε παλαιότερα έργα του, απλουστεύοντάς τα, αλλά και μεταβάλλοντας την υπόθεση.

Ο Ποντόπινταν παραμένει ένας από τους πλέον συζητούμενους νεότερους Δανούς συγγραφείς. Αυτό οφείλεται μερικώς στον προσωπικό χαρακτήρα του. Ο Ποντόπινταν ήταν ένας άνθρωπος πολλαπλών αντιφάσεων: ξεκάθαρα φιλελεύθερος στον καιρό του, αλλά αυστηρός πατριώτης, ένας αντικληρικαλιστής πουριτανός, ένας απογοητευμένος από τη μάχη του ενάντια στην ανθρώπινη φύση, συνεργαζόμενος με τους σοσιαλιστές, αλλά πάντοτε από μία ανεξάρτητη και ατομικιστική θέση. Αλλά οφείλεται μερικώς και στο γράψιμό του, που κάποτε αποδεικνύεται αμφίσημο και αδιαπέραστο. Η ανάμιξη μεροληψίας και αντικειμενικότητας έχει συχνά φέρει σύγχυση τόσο στους αναγνώστες, όσο και στους κριτικούς του έργου του.

Μεταξύ όλων των συγγραφέων του του moderne gennembrud, ο Ποντόπινταν είναι ίσως αυτός που άσκησε τη μεγαλύτερη και την πλέον μακροπρόθεσμη επίδραση. Η κοινωνική κριτική του τον αναδεικνύει ως πρωτοπόρο της λογοτεχνίας της Δανίας του 20ού αιώνα. Οι πολιτιστικά συντηρητικοί έχουν εμπνευσθεί από την κριτική που άσκησε στον μοντερνισμό μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τέλος, έθεσε ένα πρότυπο για τα «μυθιστορήματα για την κοινωνία» το οποίο παραμένει επίκαιρο.

Ενδιαφέρουσες πληροφορίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ο Ποντόπινταν άρχισε να σπουδάζει στο Πολυτεχνείο του Læreanstalt (σήμερα Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Δανίας) για να γίνει πολιτικός μηχανικός. Αλλά όταν το 1876 ένας άλλος φοιτητής του ίδιου πολυτεχνείου προτιμήθηκε έναντι του Ποντόπινταν για να συμμετάσχει στην εξερευνητική αποστολή της Γροιλανδίας, ο Ποντόπινταν απογοητεύθηκε τόσο πολύ, ώστε παράτησε τις σπουδές του λίγο πριν τις τελικές εξετάσεις. Λέχθηκε ότι εξαιτίας της αποτυχίας του να επιλεγεί για την εξερευνητική αποστολή που έλπιζε ότι θα τον έκανε διάσημο, ο Ποντόπινταν έγινε διάσημος. Ενώ ο άλλος φοιτητής, που επιλέχθηκε και πήγε αντί για αυτόν στην αποστολή, σκοτώθηκε κατά τη διάρκειά της.
  • Η νύφη του αδελφού του συγγραφέα ήταν η γνωστή στη χώρα της ηθοποιός Κλάρα Ποντόπινταν.
  • Ο ίδιος ο αδελφός του συγγραφέα, ο Κνουτ (Knud Pontoppidan, 1853-1916), ήταν ονομαστός ψυχίατρος και ιατροδικαστής.
  • Ο Ποντόπινταν ήταν επίσης μακρινότερος συγγενής του διάσημου ευσεβιστή ιερέα Έρικ Ποντόπινταν
  • Ο συγγραφέας είναι θαμμένος στον οικογενειακό τάφο, στο κοιμητήριο του ναού του χωριού Rørvig, στη νήσο Σγιέλαν.
  • Το επώνυμο «Ποντόπινταν» είναι εκλατινισμός του δανέζικου επωνύμου Broby, που μεταφράζεται κατά λέξη ως «γέφυρα (δίπλα) στην πόλη», ή, στη λατινική, Pons Oppidum. Ο Χένρικ χλεύαζε αυτόν τον εκλατινισμό, που είχε γίνει κατά τον 17ο αιώνα, ως «την κακή ιδέα από συνήθεια μορφωμένων ανθρώπων, να διακοσμούν το καλό δανέζικό όνομά τους με ένα λατινικό κρινολίνο, ένα γελοίο φτέρωμα παγωνιού».[12]
  • Αντιθέτως με τις θετικές επιστήμες, στις οποίες κάτι τέτοιο αποτελεί πλέον τον κανόνα, το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας έχει δοθεί σε περισσότερους του ενός συγγραφείς σε ένα έτος μόλις 4 φορές στην ιστορία: το 1904 στους Μιστράλ και Εϊθαγίρρε, το 1917 στους Γκγιέλερουπ και Ποντόπινταν, το 1966 στους Άγκνον και Ζαχς, και το 1974 στους Γιόνσον και Μάρτινσον.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 27  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb12025383d. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Henrik-Pontoppidan. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. 4,0 4,1 «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28  Σεπτεμβρίου 2015.
  5. Mette Winge, Bo Tao Michaëlis: «Forfatternes Danmark» (Δανικά) Politikens Forlag. 2003. σελ. 66. ISBN-10 87-567-6760-9.
  6. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb12025383d. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  7. CONOR.SI. 19621987.
  8. Ανακτήθηκε στις 14  Ιουνίου 2019.
  9. 9,0 9,1 «Dansk Biografisk Leksikon, 3. udgave» (Δανικά) 20ος αιώνας. Henrik_Pontoppidan.
  10. www.nobelprize.org/nobel_prizes/literature/laureates/1917/.
  11. www.nobelprize.org/nobel_prizes/about/amounts/.
  12. 12,0 12,1 Henrik Pontoppidan. e-poke.dk (στη δανική)
  13. Finn, Terman, Frederiksen. 2007. EN KÆRLIGHEDSHISTORIE: Nogle kunsthistoriske konsekvenser af L.A. Rings forhold til Johanne Wilde. Ud.Tryk vol. 8:1. «Archived copy». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Αυγούστου 2013. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2013. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • P.M. Mitchell, Henrik Pontoppidan, Βοστώνη 1979

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]