Τζόζεφ Ντουβήν
Τζόζεφ Ντουβήν | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 14 Οκτωβρίου 1869[1][2][3] Κίνγκστον απόν Χαλ |
Θάνατος | 25 Μαΐου 1939[1][2][3] Λονδίνο[4] |
Τόπος ταφής | Willesden Jewish Cemetery |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένο Βασίλειο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας (έως 1927) |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά |
Σπουδές | University College School |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | έμπορος έργων τέχνης[5] πολιτικός[6] συλλέκτης τέχνης |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Elsie Solomon (1899–άγνωστη τιμή)[7] |
Τέκνα | Dorothy Duveen[8] |
Γονείς | Joseph Duveen και Rosetta Barnett[8] |
Αδέλφια | Charles Joel Duveen |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | μέλος της Βουλής των Λόρδων του Ηνωμένου Βασιλείου (έως άγνωστη τιμή) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Τζόζεφ Ντ(ι)ουβήν, βαρόνος Ντουβήν (αγγλ. Joseph Duveen, 1st Baron Duveen, 14 Οκτωβρίου 1869 – 25 Μαΐου 1939), γνωστός και ως βαρονέτος σερ Τζόζεφ Ντουβήν από το 1927 έως το 1933, ήταν εβραϊκής καταγωγής Βρετανός έμπορος τέχνης, ένας από τους πλέον επιδραστικούς όλων των εποχών παγκοσμίως στην ασχολία αυτή. Το επώνυμό του φέρει η αίθουσα όπου εκτίθενται τα γλυπτά του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο (Duveen Gallery).
Βίος και σταδιοδρομία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Τζόζεφ Ντουβήν γεννήθηκε στο Κίνγκστον απόν Χαλ της Αγγλίας και ήταν το πρωτότοκο από τα 13 τέκνα της Ροζέτα (το γένος Μάρνετ) και του σερ Τζόζεφ Τζόελ Ντουβήν, ενός Ολλανδοεβραίου μετανάστη, ο οποίος είχε στήσει με τον αδελφό του, τον Χένρυ Τζ. Ντουβήν, μια επιτυχημένη εμπορική επιχείρηση εισαγωγών στο Χαλ.
Η εταιρεία των Αδελφών Ντουβήν ευδοκίμησε και επεκτάθηκε στο εμπόριο παλαιών συλλεκτικών αντικειμένων. Μετά τον θάνατο του Τζόζεφ Τζόελ το 1908, την ανέλαβε ο γιος του, ο Τζόζεφ, συνεργαζόμενος και με τον θείο του. Είχε λάβει καλή εκπαίδευση στο προοδευτικών αρχών University College School στο Χάμπστηντ του Λονδίνου. Κατεύθυνε την επιχείρηση στο ριψοκίνδυνο αλλά προσοδοφόρο εμπόριο πινάκων ζωγραφικής και σύντομαα έγινε ένας από τους κορυφαίους εμπόρους τέχνης στον κόσμο, χάρη στην καλή του οπτική κρίση, που οξύνθηκε με τη βοήθεια του Αμερικανού ιστορικού της τέχνης Μπέρναρντ Μπέρενσον, πάνω στον οποίο βασιζόταν.
Η επιτυχία του αποδόθηκε επίσης στη διάσημη παρατήρησή του ότι «η Ευρώπη έχει μεγάλη ποσότητα τέχνης και η Αμερική έχει μεγάλη ποσότητα χρημάτων». Πράγματι, συνήθως αγόραζε έργα τέχνης από παρακμάζοντες Ευρωπαίους αριστοκράτες και τα πωλούσε σε εκατομμυριούχους των ΗΠΑ. Μερικοί σημαντικοί πελάτες του ήταν οι Χένρυ Κλέυ Φρικ, Γουίλιαμ Ράντολφ Χηρστ, Άντριου Μέλον, Τζ. Π. Μόργκαν και Τζον Ντ. Ροκφέλερ. Τα έργα που πωλούσε ο Ντουβήν αποτελούν και σήμερα τη βάση των συλλογών πολλών από τα γνωστότερα μουσεία των ΗΠΑ. Συνεισέφερε πολύ στη μεγάλη επέκταση της αγοράς, ιδίως στο πεδίο της αναγεννησιακής ζωγραφικής.
Ο Ντουβήν απέκτησε μέσα σε λίγα σχετικώς χρόνια τεράστια περιουσία και προέβη έτσι σε πολλές ευεργεσίες και δωρεές. Δώρισε ζωγραφικούς πίνακες σε βρετανικές πινακοθήκες, ενώ έδωσε και σημαντικά ποσά για την ανακαίνιση και επέκταση αρκετών πινακοθηκών και μουσείων. Με δικά του χρήματα κτίσθηκε η αίθουσα που σήμερα φέρει το επώνυμό του στο Βρετανικό Μουσείο, προκειμένου να στεγάσει τα γλυπτά του Παρθενώνα.
Προσωπική ζωή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Τζόζεφ Ντουβήν νυμφεύθηκε την Έλσι Σάλομον (1881-1963), κόρη του Γκούσταβ Σάλομον από τη Νέα Υόρκη, στις 31 Ιουλίου 1899. Απέκτησαν μόνο μία κόρη, την Ντόροθυ Ρόουζ (1903-1985). Ο Ντουβήν πέθανε στο Λονδίνο σε ηλικία 69 ετών και τάφηκε στο Εβραϊκό Νεκροταφείο του Γουίλζντεν.
Τιμητικές διακρίσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Για τις ευεργεσίες του ο Ντουβήν έγινε ιππότης (σερ) το 1919, βαρονέτος του Μίλμπανκ της πόλεως του Ουέστμινστερ[9] το 1927 και τέλος βαρόνος Ντουβήν του Μίλμπανκ[10] στις 3 Φεβρουαρίου 1933.
Αντιδικίες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η σημαντικότερη ίσως αντιδικία στη σταδιοδρομία του Ντουβήν άρχισε το 1921, όταν τού έγινε αγωγή από την Αντρέ Χαν (Andrée Hahn), η οποία απαίτησε μισό εκατομμύριο δολάρια της εποχής ως αποζημίωση επειδή ο Ντουβήν είχε αμφισβητήσει τη γνησιότητα μιας εκδοχής του πίνακα του Ντα Βίντσι «La Belle Ferronnière», την οποία κατείχε η Χαν και σχεδίαζε να την πωλήσει.[11] Η υπόθεση χρειάσθηκε μια επταετία ώσπου να εκδικασθεί και μετά την έκδοση αποφάσεως της επιτροπής εμπειρογνωμόνων ότι δεν μπορούσαν να αποφανθούν με κάποια βεβαιότητα περί της γνησιότητας του πίνακα, ο Ντουβήν συμφώνησε σε συμβιβασμό και πλήρωσε στην ιδιοκτήτρια 60 χιλιάδες δολάρια, ενώ ανέλαβε και τα έξοδα της δίκης.[12]
Τον 21ο αιώνα η φήμη του Ντουβήν δέχθηκε σημαντικά πλήγματα. Υποστηρίχθηκε ότι συντηρητές που εργάζονταν υπό την καθοδήγησή του προκάλεσαν φθορές σε πίνακες της κλασικής ευρωπαϊκής τέχνης ξύνοντας το παλαιό βερνίκι από τις επιφάνειές τους προκειμένου να το αντικαταστήσουν με νέο, γυαλιστερό βερνίκι. Ο Ντουβήν είναι επίσης προσωπικά υπεύθυνος για τις καταστροφικές ενέργειες πάνω στα μάρμαρα του Παρθενώνα.[13] Συγκεκριμένα, δυσαρεστημένος με το φυσικό χρώμα της επιφάνειάς τους, που έφερε και ίχνη της αρχαίας βαφής, διέταξε να τα ξύσουν με σκληρές συρμάτινες βούρτσες και άλλα αιχμηρά εργαλεία προκειμένου «να τα κάνουν πιο άσπρα»[14], προκαλώντας έτσι ανεπανόρθωτη απώλεια στις λεπτομέρειες.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 (Ολλανδικά) RKDartists. 350637. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 (Αγγλικά) SNAC. w6n303tr. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Joseph-Duveen-Baron-Duveen-of-Millbank. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ (Αγγλικά) Union List of Artist Names. 19 Ιουλίου 2018. 500114555. Ανακτήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 2018.
- ↑ (Αγγλικά) Union List of Artist Names. 19 Ιουλίου 2018. 500114555. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2019.
- ↑ (Αγγλικά) Hansard 1803–2005.
- ↑ p23371.htm#i233704. Ανακτήθηκε στις 7 Αυγούστου 2020.
- ↑ 8,0 8,1 8,2 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
- ↑ London Gazette, τεύχος 33249, 18 Φεβρουαρίου 1927
- ↑ London Gazette, τεύχος 33909, 7 Φεβρ. 1933, σελ. 825
- ↑ NYT staff (5 Νοεμβρίου 1921). «$500,000 Suit Hangs on da Vinci Fingers: Impressions on Canvas Said to Prove Master Painted Picture Denounced by Duveen» (PDF). The New York Times. Ανακτήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2014.
- ↑ Nanol, Emmabeth (23 Μαΐου 2013). «The Man of La Belle Ferronière: A fake Leonardo? The scandalous court case of art dealer Joseph Duveen». blogs.getty.edu.
- ↑ Kehoe, Elisabeth (November 2004). «Working hard at giving it away: Lord Duveen, the British Museum and the Elgin marbles». Historical Research 77 (198): 503-519. doi:. https://onlinelibrary.wiley.com/doi/pdf/10.1111/j.1468-2281.2004.00220.x.
- ↑ Titi, Catharine (2023). The Parthenon Marbles and International Law. Springer. σελίδες 148–152. ISBN 978-3-031-26356-9.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- S.N. Behrman: Duveen, Hamish Hamilton, Λονδίνο 1972, ISBN 0-241-02179-0
- Rachel Cohen: «Priceless – How Art Became Commerce», The New Yorker, 8 Οκτωβρίου 2012, σσ. 64-71
- Meryle Secrest: Duveen: A Life in Art, 2004
- Το θεατρικό έργο του Σάιμον Γκρέυ The Old Masters (2004)
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Βοήθεια για τα αρχεία των Αδελφών Duveen Brother στο Ερευνητικό Ινστιτούτο Γκετύ: περιέχει καταλόγους του σχετικού περιεχομένου των συλλογών του Μουσείου Γκετύ και βιογραφικά δεδομένα
- Αποθεματικά έγγραφα των Αδελφών Ντουβήν από τη βιβλιοθήκη του Τζόζεφ Ντουβήν