Τζόζεφ Ντουβήν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τζόζεφ Ντουβήν
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση14  Οκτωβρίου 1869[1][2][3]
Κίνγκστον απόν Χαλ
Θάνατος25  Μαΐου 1939[1][2][3]
Λονδίνο[4]
Τόπος ταφήςWillesden Jewish Cemetery
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένο Βασίλειο
Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας (έως 1927)
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑγγλικά
ΣπουδέςUniversity College School
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταέμπορος έργων τέχνης[5]
πολιτικός[6]
συλλέκτης τέχνης
Οικογένεια
ΣύζυγοςElsie Solomon (1899–άγνωστη τιμή)[7]
ΤέκναDorothy Duveen[8]
ΓονείςJoseph Duveen και Rosetta Barnett[8]
ΑδέλφιαCharles Joel Duveen
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμέλος της Βουλής των Λόρδων του Ηνωμένου Βασιλείου
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Τζόζεφ Ντ(ι)ουβήν, βαρόνος Ντουβήν (αγγλ. Joseph Duveen, 1st Baron Duveen, 14 Οκτωβρίου 186925 Μαΐου 1939), γνωστός και ως βαρονέτος σερ Τζόζεφ Ντουβήν από το 1927 έως το 1933, ήταν εβραϊκής καταγωγής Βρετανός έμπορος τέχνης, ένας από τους πλέον επιδραστικούς όλων των εποχών παγκοσμίως στην ασχολία αυτή. Το επώνυμό του φέρει η αίθουσα όπου εκτίθενται τα γλυπτά του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο (Duveen Gallery).

Βίος και σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζόζεφ Ντουβήν γεννήθηκε στο Κίνγκστον απόν Χαλ της Αγγλίας και ήταν το πρωτότοκο από τα 13 τέκνα της Ροζέτα (το γένος Μάρνετ) και του σερ Τζόζεφ Τζόελ Ντουβήν, ενός Ολλανδοεβραίου μετανάστη, ο οποίος είχε στήσει με τον αδελφό του, τον Χένρυ Τζ. Ντουβήν, μια επιτυχημένη εμπορική επιχείρηση εισαγωγών στο Χαλ.

Η εταιρεία των Αδελφών Ντουβήν ευδοκίμησε και επεκτάθηκε στο εμπόριο παλαιών συλλεκτικών αντικειμένων. Μετά τον θάνατο του Τζόζεφ Τζόελ το 1908, την ανέλαβε ο γιος του, ο Τζόζεφ, συνεργαζόμενος και με τον θείο του. Είχε λάβει καλή εκπαίδευση στο προοδευτικών αρχών University College School στο Χάμπστηντ του Λονδίνου. Κατεύθυνε την επιχείρηση στο ριψοκίνδυνο αλλά προσοδοφόρο εμπόριο πινάκων ζωγραφικής και σύντομαα έγινε ένας από τους κορυφαίους εμπόρους τέχνης στον κόσμο, χάρη στην καλή του οπτική κρίση, που οξύνθηκε με τη βοήθεια του Αμερικανού ιστορικού της τέχνης Μπέρναρντ Μπέρενσον, πάνω στον οποίο βασιζόταν.

Η επιτυχία του αποδόθηκε επίσης στη διάσημη παρατήρησή του ότι «η Ευρώπη έχει μεγάλη ποσότητα τέχνης και η Αμερική έχει μεγάλη ποσότητα χρημάτων». Πράγματι, συνήθως αγόραζε έργα τέχνης από παρακμάζοντες Ευρωπαίους αριστοκράτες και τα πωλούσε σε εκατομμυριούχους των ΗΠΑ. Μερικοί σημαντικοί πελάτες του ήταν οι Χένρυ Κλέυ Φρικ, Γουίλιαμ Ράντολφ Χηρστ, Άντριου Μέλον, Τζ. Π. Μόργκαν και Τζον Ντ. Ροκφέλερ. Τα έργα που πωλούσε ο Ντουβήν αποτελούν και σήμερα τη βάση των συλλογών πολλών από τα γνωστότερα μουσεία των ΗΠΑ. Συνεισέφερε πολύ στη μεγάλη επέκταση της αγοράς, ιδίως στο πεδίο της αναγεννησιακής ζωγραφικής.

Τα γλυπτά του Παρθενώνα στην Αίθουσα Ντουβήν του Βρετανικού Μουσείου

Ο Ντουβήν απέκτησε μέσα σε λίγα σχετικώς χρόνια τεράστια περιουσία και προέβη έτσι σε πολλές ευεργεσίες και δωρεές. Δώρισε ζωγραφικούς πίνακες σε βρετανικές πινακοθήκες, ενώ έδωσε και σημαντικά ποσά για την ανακαίνιση και επέκταση αρκετών πινακοθηκών και μουσείων. Με δικά του χρήματα κτίσθηκε η αίθουσα που σήμερα φέρει το επώνυμό του στο Βρετανικό Μουσείο, προκειμένου να στεγάσει τα γλυπτά του Παρθενώνα.

Προσωπική ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζόζεφ Ντουβήν νυμφεύθηκε την Έλσι Σάλομον (1881-1963), κόρη του Γκούσταβ Σάλομον από τη Νέα Υόρκη, στις 31 Ιουλίου 1899. Απέκτησαν μόνο μία κόρη, την Ντόροθυ Ρόουζ (1903-1985). Ο Ντουβήν πέθανε στο Λονδίνο σε ηλικία 69 ετών και τάφηκε στο Εβραϊκό Νεκροταφείο του Γουίλζντεν.

Τιμητικές διακρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για τις ευεργεσίες του ο Ντουβήν έγινε ιππότης (σερ) το 1919, βαρονέτος του Μίλμπανκ της πόλεως του Ουέστμινστερ[9] το 1927 και τέλος βαρόνος Ντουβήν του Μίλμπανκ[10] στις 3 Φεβρουαρίου 1933.

Αντιδικίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πίνακας «La belle ferronnière» του Λεονάρντο ντα Βίντσι στο Μουσείο του Λούβρου. Η γνησιότητα μιας άλλης εκδοχής του πίνακα ως προς το εάν είναι επίσης έργο του Ντα Βίντσι αμφισβητήθηκε από τον Ντουβήν.

Η σημαντικότερη ίσως αντιδικία στη σταδιοδρομία του Ντουβήν άρχισε το 1921, όταν τού έγινε αγωγή από την Αντρέ Χαν (Andrée Hahn), η οποία απαίτησε μισό εκατομμύριο δολάρια της εποχής ως αποζημίωση επειδή ο Ντουβήν είχε αμφισβητήσει τη γνησιότητα μιας εκδοχής του πίνακα του Ντα Βίντσι «La Belle Ferronnière», την οποία κατείχε η Χαν και σχεδίαζε να την πωλήσει.[11] Η υπόθεση χρειάσθηκε μια επταετία ώσπου να εκδικασθεί και μετά την έκδοση αποφάσεως της επιτροπής εμπειρογνωμόνων ότι δεν μπορούσαν να αποφανθούν με κάποια βεβαιότητα περί της γνησιότητας του πίνακα, ο Ντουβήν συμφώνησε σε συμβιβασμό και πλήρωσε στην ιδιοκτήτρια 60 χιλιάδες δολάρια, ενώ ανέλαβε και τα έξοδα της δίκης.[12]

Τον 21ο αιώνα η φήμη του Ντουβήν δέχθηκε σημαντικά πλήγματα. Υποστηρίχθηκε ότι συντηρητές που εργάζονταν υπό την καθοδήγησή του προκάλεσαν φθορές σε πίνακες της κλασικής ευρωπαϊκής τέχνης ξύνοντας το παλαιό βερνίκι από τις επιφάνειές τους προκειμένου να το αντικαταστήσουν με νέο, γυαλιστερό βερνίκι. Ο Ντουβήν είναι επίσης προσωπικά υπεύθυνος για τις καταστροφικές ενέργειες πάνω στα μάρμαρα του Παρθενώνα.[13] Συγκεκριμένα, δυσαρεστημένος με το φυσικό χρώμα της επιφάνειάς τους, που έφερε και ίχνη της αρχαίας βαφής, διέταξε να τα ξύσουν με σκληρές συρμάτινες βούρτσες και άλλα αιχμηρά εργαλεία προκειμένου «να τα κάνουν πιο άσπρα»[14], προκαλώντας έτσι ανεπανόρθωτη απώλεια στις λεπτομέρειες.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 rkd.nl/explore/artists/350637. Ανακτήθηκε στις 22  Αυγούστου 2017.
  2. 2,0 2,1 2,2 (Ολλανδικά) RKDartists. 350637. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 3,2 (Αγγλικά) SNAC. w6n303tr. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. (Αγγλικά) Union List of Artist Names. 19  Ιουλίου 2018. 500114555. Ανακτήθηκε στις 25  Οκτωβρίου 2018.
  5. (Αγγλικά) Union List of Artist Names. 19  Ιουλίου 2018. 500114555. Ανακτήθηκε στις 14  Μαΐου 2019.
  6. (Αγγλικά) Hansard 1803–2005.
  7. p23371.htm#i233704. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  8. 8,0 8,1 8,2 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  9. London Gazette, τεύχος 33249, 18 Φεβρουαρίου 1927
  10. London Gazette, τεύχος 33909, 7 Φεβρ. 1933, σελ. 825
  11. NYT staff (5 Νοεμβρίου 1921). «$500,000 Suit Hangs on da Vinci Fingers: Impressions on Canvas Said to Prove Master Painted Picture Denounced by Duveen» (PDF). The New York Times. Ανακτήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2014. 
  12. Nanol, Emmabeth (23 Μαΐου 2013). «The Man of La Belle Ferronière: A fake Leonardo? The scandalous court case of art dealer Joseph Duveen». blogs.getty.edu. 
  13. Kehoe, Elisabeth (November 2004). «Working hard at giving it away: Lord Duveen, the British Museum and the Elgin marbles». Historical Research 77 (198): 503-519. doi:10.1111/j.1468-2281.2004.00220.x. https://onlinelibrary.wiley.com/doi/pdf/10.1111/j.1468-2281.2004.00220.x. 
  14. Titi, Catharine (2023). The Parthenon Marbles and International Law. Springer. σελίδες 148–152. ISBN 978-3-031-26356-9. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • S.N. Behrman: Duveen, Hamish Hamilton, Λονδίνο 1972, ISBN 0-241-02179-0
  • Rachel Cohen: «Priceless – How Art Became Commerce», The New Yorker, 8 Οκτωβρίου 2012, σσ. 64-71
  • Meryle Secrest: Duveen: A Life in Art, 2004
  • Το θεατρικό έργο του Σάιμον Γκρέυ The Old Masters (2004)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]