Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ράιχσταλερ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Εκλεκτοράτο της Σαξονίας: αυτοκρατορικό τάλερ του 1575 από το νομισματοκοπείο του Ντρέσντεν (Δρέσδης). Επιγρ.: AVGUSTUS Dei Gratia DUX SAXOniae SAncti ROMA Imperii / ARCHIMARCHAL ET ELECtor.

Το αυτοκρατορικό τάλερ, γερμ.: reichsthaler (Γερμανικά: ˈʁaɪçsˌtaːlɐ, σύγχρονη ορθογραφία reichstaler), ή πιο συγκεκριμένα το μεταλλικό (specie) reichsthaler, ήταν ένα πρότυπο αργυρό νόμισμα τάλερ, που εισήχθη από τη Γερμανική (Αγία Ρωμαϊκή) Αυτοκρατορία το 1566 για χρήση σε όλα τα Γερμανικά κρατίδια· κόπηκε σε διάφορες εκδόσεις για τα επόμενα 300 χρόνια και περιείχε 25-26 γραμ. καθαρό άργυρο. [1]

Το τάλερ της Βόρειας Γερμανίας αναφέρεται επίσης σε μία νομισματική μονάδα αξίας μικρότερης από το μεταλλικό αυτοκρατορικό τάλερ -που κόπηκε από διάφορα κράτη της Βόρειας Γερμανίας από τον 17ο αι.- και περιγράφεται χωριστά στο λήμμα τάλερ της Βόρειας Γερμανίας.

Πολλά παλαιά βιβλία χρησιμοποιούν με σύγχυση τον ίδιο όρο αυτοκρατορικό τάλερ για το μεταλλικό αργυρό νόμισμα, καθώς και για τη νομισματική μονάδα. Αυτό αποσαφηνίζεται με την αναφορά στο νόμισμα πλήρους αξίας ως μεταλλικό αυτοκρατορικό τάλερ και στη νομισματική μονάδα χαμηλότερης αξίας ως τρέχον (courant, kurant) αυτοκρατορικό τάλερ.

Το reichsthaler -αποδίδεται και ως το δολάριο του βασιλείου- ήταν το πιο επιτυχημένο πρότυπο αργυρό νόμισμα, που προέκυψε από το Αυτοκρατορικό Διάταγμα Νομισμάτων (reichsmünzordnungen) του 1524-1559, που καθόριζε ένα ενιαίο νομισματικό πρότυπο για τα κράτη της Γερμανικής (Αγίας Ρωμαϊκής) Αυτοκρατορίας. Παρακάτω είναι ένας πίνακας (σε γραμ. αργύρου) του μεταλλικού αυτοκρατορικού τάλερ και του προκατόχου του, του γκούλντενγκροσεν, καθώς και η νομισματική μονάδα γκούλντεν, που χρησιμοποιήθηκε πριν από το 1618. Η ιστορία της νομισματικής μονάδας τάλερ χαμηλότερης αξίας συνεχίζεται κάτω από το τάλερ της Βόρειας Γερμανίας. [1]

Αξία αυτοκρατορικού τάλερ / γκούλντενγκροσεν & γκούλντεν σε γραμ. αργύρου
Κέρμα ράιχσταλερ γραμ. γκούλντεν γραμ.
1486-1524 γκούλντενγκροσενς ~ 30
1524 γκούλντενγκροσεν, ιδανικό 27.405 27.405
1555 γκούλντενγκροσεν του 1.2G 27.405 22.837
1566 μεταλλικό ράιχσταλερ 1,2G 25.984 21.653
1615 μεταλλικό ράιχσταλερ 1,5G 25.984 17.323

Πριν από το γκούλντενγκροσεν

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δεδομένου ότι η Γερμανική (Αγία Ρωμαϊκή) Αυτοκρατορία ήταν μία χαλαρή ομοσπονδία εκατοντάδων φεουδαρχών και πριγκίπων ηγεμόνων, η Γερμανία είχε ένα σύνολο νομισματικών συστημάτων, που σχετίζοντο χαλαρά με το Φραγκικό νομισματικό σύστημα των Καρολιγγίων, με μία λίβρα (αργότερα γκούλντεν) ίση με 20 σολδία (αργότερα γκρόσεν, σελίνια) και 1 σολδίο ίσο με 12 δηνάρια (πφένιχ, πέννες). Πολλοί φεουδάρχες διεκδίκησαν το δικαίωμα να εκδίδουν το δικό τους νόμισμα στις δικές τους περιοχές και συχνά το υποτίμησαν σε στιγμές λιτότητας. Οι εξελίξεις στο νομισματικό σύστημα της λίβρας Γαλλίας επηρέασαν την εξέλιξη των Γερμανικών νομισμάτων. Το δηνάριο Γαλλίας οδήγησε στο πφένιχ τον 9ο αι. Έπειτα το γκρος της Τουρ (σολδίο) της Γαλλίας έγινε το γκρόσεν τον 13ο αι. Τέλος, η σε μέγεθος ουγγιάς λίβρα Γαλλίας και το γκούλντεν Ολλανδίας του 15ου αι. βοήθησαν στον προσδιορισμό του γκούλντενγκροσεν της Γερμανίας μεγέθους ουγγιάς και των υποδιαιρέσεών του.

Tο γκούλντενγκροσεν, 1486-1524

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  Το γκούλντενγκροσεν ήταν ένα μεγάλο αργυρό νόμισμα περίπου 30 γραμ., που κόπηκε από την παραγωγή ορυχείων σε περιοχές, οι οποίες βρίσκοντο νοτιοανατολικά της σύγχρονης Γερμανίας. Το όνομα του νομίσματος υποδηλώνει την κατά προσέγγιση ισοδυναμία του με το γκούλντεν Ολλανδίας και τη Γαλλική λίβρα Παρισιού του 15ου αι., που τότε άξιζε περίπου 1 ουγγιά αργύρου ή 2,6 γραμ. χρυσού. Αν και αρχικά είχε διαφορετικά βάρη και μάλιστα αντιμετώπιζε τον ανταγωνισμό του γιόαχιμσταλερ, ήταν ένα νόμισμα που ήλθε στην εποχή των άφθονων πολύτιμων μετάλλων τον 16ο αι. και ήταν μία φυσική επιλογή μονάδας για ένα ενοποιημένο Γερμανικό νόμισμα. [1] [2]

Αυτοκρατορικό Διάταγμα Νομισμάτων, 1524-1566

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  Το Αυτοκρατορικό Διάταγμα Νομισμάτων (reichsmünzordnung) ήταν μία σειρά από νομισματικά διατάγματα της Γερμανικής (Αγίας Ρωμαϊκής) Αυτοκρατορίας, που καθόριζαν το νομισματικό σύστημα, το οποίο θα ενοποιούσε τα πολυάριθμα ανόμοια νομίσματα των κρατών μελών της. Το διάταγμα του 1524 όριζε δύο νομίσματα ίσης αξίας με το αυτοκρατορικό γκούλντεν (reichsgulden). [1] [3]

  • Το αργυρό γκούλντενγκροσεν, 8 κομμένα από μάρκο Κολωνίας 8 ουγγιές (233,856 γραμ.) αργύρου (άρα, 1 ουγγιά ή 29,232 γραμ. ανά νόμισμα) καθαρότητας 15/16, δηλ. 27,405 γραμ. καθαρού αργύρου
  • Το χρυσό γκούλντεν ή φλορίνι, το οποίο στην τελική του μορφή είχε μία ισοτιμία 72 σε ένα μάρκο Κολωνίας, καθαρότητας 18 12 καρατίων, δηλ. 2,5036 γραμ. καθαρού χρυσού.
  • Και τα δύο νομίσματα ήταν ίσα με το αυτοκρατορικό γκούλντεν, χωρισμένα σε 60 κρόιτσερ, 21 γκρόσεν ή 21x12 = 252 πφένιχ.

Αυτό παρέμεινε ένα ιδανικό, ανεφάρμοστο σύστημα, έως ότου έγιναν οι ακόλουθες αλλαγές το 1555: [1] [4]

  • Το αργυρό γκούλντενγκροσεν και το χρυσό γκούλντεν αυξήθηκαν σε αξία σε 1,2 γκούλντεν, 24 γκρόσεν, 72 κρόιτσερ ή 24x12 = 288 πφένιχ.
  • Ως εκ τούτου, το γκούλντεν έγινε μία (μη νομισματική) λογιστική ή νομισματική μονάδα αξίας 60 κρόιτσερ ή 60x4 = 240 πφένιχ
  • και περιείχε 27,405/1,2 = 22,84 γραμ. καθαρού αργύρου ή 2,5032/1,2 = 2,086 γραμ. καθαρού χρυσού.

Εισαγωγή του αυτοκρατορικού τάλερ, 1566

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το αυτοκρατορικό τάλερ (reichsthaler) αποδείχθηκε, ότι ήταν το πιο επιτυχημένο νόμισμα, που προέκυψε από το ΔΑυτοκρατορικό Διάταγμα Νομισμάτων του 16ου αι. Προέκυψε από διάταγμα το 1559 με το οποίο διακόπηκε το των 72-κρόιτσερ γκούλντενγκροσεν και πρότεινε στη θέση του ένα μικρότερο νόμισμα των 60-κρόιτσερ γκούλντεν. Η δημοφιλής ζήτηση για αντικατάσταση του νομίσματος σε μέγεθος ουγγιάς είχε ως αποτέλεσμα το αυτοκρατορικό τάλερ, με άργυρο 1 ουγγιάς με καθαρότητα 8/9 (επομένως, 9 σε μάρκα Κολωνίας ή 25,984 γραμ. καθαρού αργύρου) και καθορίστηκε στα 68 κρόιτσερ. [1] [5]

Το νέο νόμισμα έγινε ευρέως αποδεκτό, αλλά σε υψηλότερη αξία 72 κρόιτσερ ή 1,2 γκούλντεν. [5] Κατά συνέπεια, καταδίκασε το (πλέον υπερτιμημένο) γκούλντεν. Το αυτοκρατορικό τάλερ επικράτησαε ως κυκλοφορούν νόμισμα, και το γκούλντεν έγινε και πάλι μία λογιστική μονάδα χωρίς νομίσματα, που ισοδυναμούσε με 25,984/1,2 = 21,653 γραμ. καθαρού αργύρου.

Αυτό το μεταλλικό αυτοκρατορικό τάλερ θα εξακολουθούσε να χωρίζεται σε 24 γκρόσεν, αλλά θα αυξανόταν σε αξία έναντι του νομίσματος στο 1,5 γκούλντεν ή 90 κρόιτσερ μέχρι το 1615. [1] [6] Οι Ολλανδοί το υιοθέτησαν ως βασιλικό τάλερ (rijksdaalder) με 25,40 γραμ. καθαρού αργύρου και αποτιμήθηκανε σε 2,5 γκούλντεν Ολλανδίας από το 1618.

Κρίση Ελλειπούς ζύγισης και Κιβδηλίας, 1618

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τριακονταετής Πόλεμος 1618-48 και η οικονομική κρίση Ελλειπούς ζύγισης και Κιβδηλίας (Kipper und Wipper) του 1618-23 οδήγησαν σε εκτεταμένες υποτιμήσεις νομισμάτων έως και 10 γκούλντεν σε ένα μεταλλικό αυτοκρατορικό τάλερ. Η κρίση κατέστρεψε το χρηματοπιστωτικό σύστημα, που είχε δημιουργηθεί κατά την εποχή του Αυτοκρατορικού Διατάγματος Νομισμάτων καθώς και την κεντρική εξουσία της Αυτοκρατορίας στα κράτη. [7]

Μετά το 1630 τα διάφορα κράτη της Βόρειας Γερμανίας αναθεώρησαν τα νομισματικά τους συστήματα με ένα τάλερ αξίας 24 γκούτεγκροσεν (gutegroschen) ή 1 12 γκούλντεν, [6] αλλά λίγα έχουν καταγραφεί σχετικά με τα συστήματα νομισματοκοπείων μέχρι μετά το 1667. Βρίσκοντο έτσι σε μία de facto νομισματική μονάδα τάλερ με κάποια αβεβαιότητα ως προς την αξία της έναντι του μεταλλικού αυτοκρατορικού τάλερ. Μία δοκιμή νομίσματος που έγινε το 1665, έδειξε χαμηλότερο επικρατούν (και ανεπίσημο) επιτόκιο 14 14 γκούλντεν ή 9 12 τάλερ σε ένα μάρκο Κολωνίας.

Το νομισματικό πρότυπο που συμφωνήθηκε στην πόλη Τσίννα (Zinnaische) του 1667 ήταν το πρώτο, που όρισε το τάλερ της Βόρειας Γερμανίας, de jure, ως νομισματική μονάδα αξίας μικρότερης από το μεταλλικό αυτοκρατορικό τάλερ. Στο διάδοχο πρότυπο της Λειψίας του 1690 έγιναν τότε κυρίαρχα νομίσματα τα τάλερ και γκούλντεν σε όλη τη Γερμανική (Αγία Ρωμαϊκή) Αυτοκρατορία. Σύνοψη των προτύπων τάλερ, εν συντομία: [1] [8]

  • Το 1667 τάλερ της Τσίννα κυκλοφόρησε στο 10 12 σε ένα μάρκο Κολωνίας από καθαρό άργυρο.
  • Το ευρέως υιοθετημένο τάλερ του Λάιπτσιχ (Λειψίας) του 1690 εκδόθηκε στα 34 του μεταλλικού αυτοκρατορικού τάλερ, ή 12 σε ένα μάρκο, ή 19,488 γραμ. καθαρού αργύρου.
  • Από τη δεκαετία του 1730, τα Γερμανικά κράτη διολίσθησαν ανεπίσημα σε έναν "κανόνα χρυσού", αφού η αναλογία χρυσού-αργύρου έπεσε στο 1:14,5, καθώς τα κράτη έσπευσαν να επανεκδώσουν τα νομίσματά τους σε φθηνότερο χρυσό. Από το 1741 η πιστόλα ή χρυσό του Φρειδερίκου Β΄ περίπου 6,0 γραμ. καθαρού χρυσού αποτιμήθηκε στα 5 τάλερ, κάνοντας κάθε τάλερ να αξίζει περίπου 1,2 γραμ. χρυσού ή 1.2 x 14.5 = 17,4 γραμ. αργύρου.
  • Από το 1754 πολλά κράτη της Βόρειας Γερμανίας εφάρμοσαν το πρότυπο των Αυστριακών Συμβάσεων με το τάλερ, που εκδόθηκε στο 34 τού συμβατικού τάλερ (conventionsthaler), ή 13 13 σε ένα μάρκο, ή 17,5392 γραμ. καθαρού αργύρου.
  • Από το 1840 πολλά κρατίδια της Βόρειας Γερμανίας υιοθέτησαν το πρότυπο τάλερ Πρωσίας σε 14 τέτοια στο μάρκο, ή 16,704 γραμ. καθαρού αργύρου. Αυτό το πρότυπο τροποποιήθηκε ελαφρώς το 1857 με το τάλερ της ένωσης (vereinsthaler) των 16 23 γραμ. καθαρού αργύρου.

Όλα τα τάλερ Βόρειας Γερμανίας και τα τάλερ της ένωσης αποσύρθηκαν μετά το 1873 υπέρ του Γερμανικού χρυσού μάρκου, με κάθε μάρκο να περιέχει 100279 γραμ. καθαρού χρυσού, σε αναλογία 1 τάλερ = 3 μάρκα, ή αναλογία χρυσού 1:15,5.

== Το αυτοκρατορικό τάλερ σε άλλα νομισματικά συστήματα ==  Το μεταλλικό αυτοκρατορικό τάλερ κυκλοφορούσε ευρέως στη Γερμανία για 200 χρόνια, αλλά σταμάτησε σε πολλές πολιτείες μετά το 1754 υπέρ του ελαφρύτερου συμβατικού τάλερ (conventionsthaler) στο 110 του μάρκου Κολωνίας ή 23,3856 γραμ. καθαρού αργύρου. Ωστόσο επέζησε τόσο ως νόμισμα, όσο και ως τραπεζικό χρήμα σε πολλά κράτη της Βόρειας Ευρώπης, μέχρι που υιοθέτησαν τον κανόνα του χρυσού το 1875.

Το 1583 το βασιλικό τάλερ της Ολλανδίας (rijksdaalder) των 25,40 γραμ. καθαρού αργύρου ήταν το αντίστοιχο του αυτοκρατορικού τάλερ στην Ολλανδική Δημοκρατία. Από το 1608 έως το 1659 λειτούργησε ως τραπεζικό χρήμα της Τράπεζας Ανταλλαγών του Άμστερνταμ (Amsterdam Wisselbank), αξίας 2,5 γκούλντεν τράπεζας και αντιπροσώπευε 25,40 γραμμ. καθαρού αργύρου που περιείχε πραγματικά. Από το 1659 έως το 1800 το τραπεζικό χρήμα επαναπροσδιορίστηκε ως το αργυρό δουκάτο των 24,36 γραμ. καθαρού αργύρου αξίας 2,4 γκούλντεν τράπεζας, το οποίο στη συνέχεια ονομάστηκε επίσης (προς σύγχυση) ως βασιλικό τάλερ (rijksdaalder).

Το 1618 το πλήρες βάρους μεταλλικό αυτοκρατορικό τάλερ των 25,984 γραμ. καθαρού αργύρου ήταν το τραπεζικό χρήμα της Τράπεζας του Αμβούργου αξίας 3 μάρκων Αμβούργου. Το βάρος του επαναπροσδιορίστηκε μετά το 1770 στο 9 14 σε ένα μάρκο Κολωνίας από καθαρό άργυρο, ή 25,28 γραμ. και συνεχίστηκε να χρησιμοποιείται μέχρι την επανένωση της Γερμανίας το 1871.

Το rigsdaler χρησίμευσε ως νόμισμα στη Δανία και τη Νορβηγία μέχρι 1875, με το υψηλότερης αξίας μεταλλικό rigsdaler (25,28 γραμ. καθαρού αργύρου) επίσης να συνυπάρχει με το κατώτερης αξίας τρέχον rigsdaler, βλέπε rigsdaler Δανίας & rigsdaler Νορβηγίας. Στη Σουηδία, το μεταλλικό riksdaler των 25,50 γραμ. καθαρού αργύρου συνυπήρχε επίσης με άλλα riksdaler σε χαλκό ή νόμισμα χαμηλότερης αξίας, βλέπε Ρίκσνταλερ Σουηδίας.

Βιβλιογραφικές αναφορές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 1,7 MAIN reference p 360-393: German monetary system https://books.google.com/books?id=GrJCAAAAIAAJ&pg=PA360#v=onepage&q&f=false
  2. MAIN p363: Origins of the guldengroschen
  3. MAIN P364-365, 1524 ordinance: silver piece = gold gulden, Mark/8, 15/16 fine. Groschen = Gulden/21.
  4. MAIN p366: thaler advanced in 1555 to 24 groschen or 72 kreutzer.
  5. 5,0 5,1 MAIN p 367: The Reichstag at Augsburg authorised the thaler, 8 to the mark, 14 loth 4 grs. fine = (14+4/18)/16 = 8/9, Mark fine = 9 thaler. p 368, in 1568: Mark fine = 10 florin 43.16 kreuzer = 10.72 fl, hence thaler ~ 1.19 fl or 72 kreuzer
  6. 6,0 6,1 MAIN p 103: thaler = 1 florin 30 kreuzer = 1.5G in 1618 & after Kipper und Wipper 1623
  7. «"Kipper und Wipper": Rogue Traders, Rogue Princes, Rogue Bishops and the German Financial Meltdown of 1621-23». 
  8. MAIN p 386: #2 Zinnaische 1667, #3 Leipzig 1690, Gold std 1741 p388, #5 Convention 1753, #4 Prussian 1840, p382 1857 Vereinsthaler 500g/30=16.7g