Μετάβαση στο περιεχόμενο

Νυχτερινή περίπολος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νυχτερινή περίπολος
ΟνομασίαΝυχτερινή περίπολος
ΔημιουργόςQ5598
Έτος δημιουργίας1642
ΕίδοςΕλαιογραφία σε καμβά
Ύψος363  
Πλάτος437 εκ.
ΠόληΆμστερνταμ
ΜουσείοΡέικσμουζεουμ
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα

Η Νυχτερινή περίπολος ολλανδικά: De Nachtwacht (αναλυτικός πλήρης τίτλος Ο λόχος της πολιτοφυλακής υπό τη διοίκηση του λοχαγού Φρανς Μπάννινκ Κοκ (στα ολλανδικά: Schutters van wijk II onder leiding van kapitein Frans Banninck Cocq),[1] είναι πίνακας ζωγραφικής του 1642 του Ολλανδού ζωγράφου Ρέμπραντ φαν Ράιν. Σήμερα αποτελεί τμήμα της συλλογής του Μουσείου του Άμστερνταμ αλλά εκτίθεται στο Ρέικσμουζεουμ του Άμστερνταμ υπό μορφή διαρκούς δανείου. Πρόκειται για έναν από τους πλέον γνωστούς πίνακες της χρυσής ολλανδικής εποχής στη ζωγραφική και είναι το "παράθυρο 16" στον "Κανόνα του Άμστερνταμ".[2][3]

Ο πίνακας είναι διάσημος χάρη σε τρία βασικά του χαρακτηριστικά: Το πολύ μεγάλο του μέγεθος (363 εκ. × 437 εκ.), την υποβλητική χρήση φωτός και σκιάσεων (τενεμπρισμός) και τη σύλληψη της κίνησης σε ένα θέμα που παραδοσιακά θα ήταν ένα στατικό πορτρέτο στρατιωτικών.

Ο πίνακας ολοκληρώθηκε το 1642, στο απόγειο της Ζωγραφικής της ολλανδικής Χρυσής Εποχής. Απεικονίζει τον επώνυμο λόχο που μετακινείται, υπό τη διοίκηση του λοχαγού Φρανς Μπάννινκ Κοκ, ο οποίος είναι ντυμένος στα μαύρα και φέρει κόκκινο σειρήτι, και τον υπολοχαγό του Βίλλεμ φαν Ρόιτενμπουρχ (Willem van Ruytenburch), ο οποίος είναι ντυμένος στα κίτρινα και φέρει λευκό σειρήτι. Με την αποτελεσματική χρήση του ηλιακού φωτός και των σκιάσεων, ο Ρέμπραντ οδηγεί το μάτι του θεατή στους τρεις πιο σημαντικούς χαρακτήρες που απεικονίζονται στη σκηνή ανάμεσα στο πλήθος των άλλων μορφών: Οι δύο άνδρες στο κέντρο (από τους οποίους ο πίνακας έλαβε τον πρωτότυπο τίτλο του) και το νεαρό κορίτσι στο κέντρο και αριστερά του περιθωρίου. Πίσω από αυτούς, τα χρώματα του λόχου φέρονται από τον σημαιοφόρο Γιαν Φίσχερ Κορνέλισσεν (Jan Visscher Cornelissen).

Ο Ρέμπραντ έχει αναπαραστήσει το παραδοσιακό έμβλημα των τυφεκιοφόρων της εποχής με φυσικό τρόπο, με το κορίτσι στο περιθώριο να φέρει τα κύρια σύμβολα. Το ίδιο το κορίτσι είναι ένα είδος μασκότ: Τα άκρα των ποδιών του νεκρού κοτόπουλου (claws) στη ζώνη του αντιπροσωπεύουν τους clauweniers (τυφεκιοφόρους - άνδρες που εκείνη την εποχή έφεραν αρκεβούζια), το πιστόλι πίσω από το κοτόπουλο αντιπροσωπεύει το τριφύλλι και η ίδια κρατά τον κύλικα της πολιτοφυλακής. Ο άνδρας μπροστά από το κορίτσι φορά κράνος με ένα φύλλο βαλανιδιάς, παραδοσιακό μοτίβο των τυφεκιοφόρων. Το νεκρό κοτόπουλο αναπαριστά, επίσης, τον νικημένο αντίπαλο. Το κίτρινο χρώμα συχνά σχετίζεται με τη νίκη.

Μια διαφορετική ερμηνεία προτείνει ότι ο Ρέμπραντ ζωγράφισε αυτόν τον πίνακα, ενσωματώνοντας πολλά διαφορετικά εννοιολογικά επίπεδα, όπως συνηθίζεται στους πλέον ταλαντούχους καλλιτέχνες. Έτσι, η νυχτερινή περίπολος έχει συμμετρικά υποδιαιρεθεί, πρώτον για να τονίσει την ενότητα μεταξύ των Ολλανδών προτεσταντών και καθολικών και δεύτερον για να τονίσει την πολεμική προσπάθειά τους εναντίον των Ισπανών των Κάτω Χωρών. Σύμφωνα με την πολυεπίπεδη σχεδίαση του Ρέμπραντ, ο ψηλότερος λοχαγός (με τα μαύρα) συμβολίζει την προτεσταντική ηγεμονία, η οποία υποστηρίζεται πιστά από τους Ολλανδούς καθολικούς, τους οποίους αντιπροσωπεύει ο (κοντύτερος) υπολοχαγός, ντυμένος στα κίτρινα. Επιπλέον, όλοι οι χαρακτήρες του πίνακα είναι έτσι σχεδιασμένοι ώστε να τους αποδίδονται διπλές αναγνώσεις.[4]

Ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά του πίνακα είναι ότι οι μορφές έχουν πραγματικές ανθρώπινες διαστάσεις. Ο Ρέμπραντ καταφέρνει να προσδώσει την ψευδαίσθηση ότι οι μορφές είναι έτοιμες να πηδήσουν από τον καμβά στον πραγματικό χώρο.

Παραλλαγές του πρωτοτύπου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Αντίγραφο του 17ου αιώνα με ένδειξη των περιοχών που αποκόπηκαν το 1715

Επί μεγάλο χρονικό διάστημα κατά την ύπαρξή του, το έργο ήταν καλυμμένο με σκούρο βερνίκι, το οποίο του έδινε την εσφαλμένη εντύπωση ότι απεικόνιζε νυχτερινή σκηνή, γεγονός το οποίο οδήγησε στην απόδοση του ονόματος με το οποίο είναι κοινά γνωστό σήμερα. Το βερνίκι αυτό αφαιρέθηκε μόνο κατά τη δεκαετία του 1940.

Το 1715, κατά τη μετακίνησή του από το Kloveniersdoelen (το κτίριο συγκεντρώσεων των πολιτοφυλάκων) προς το Δημαρχείο του Άμστερνταμ, το έργο περικόπηκε και στις τέσσερις πλευρές του. Αυτό, πιθανόν, έγινε ώστε να χωρέσει ανάμεσα σε δύο κολώνες, κάτι που ήταν συνήθης πρακτική πριν τον 19ο αιώνα. Η περικοπή αυτή είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια δύο μορφών στην αριστερή πλευρά του πίνακα, του άνω τμήματος της αψίδας, του κιγκλιδώματος και της άκρης του σκαλιού. Το κιγκλίδωμα και το σκαλί ήταν ζωτικά οπτικά "εργαλεία", που χρησιμοποιήθηκαν από τον Ρέμπραντ προκειμένου να προσδώσει στο έργο την ψευδαίσθηση της κίνησης προς τα εμπρός. Αντίγραφο του 17ου αιώνα, δημιουργημένο από τον Χέρριτ Λούντενς στην Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου, δείχνει την αρχική σύνθεση.[5]

Η παραγγελία του πίνακα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πίνακας παραγγέλθηκε (περί το 1639) από τον λοχαγό Μπάννινκ Κοκ και δεκαεπτά μέλη των Kloveniers (πολιτοφυλάκων).[6] Δεκαοκτώ ονόματα αναφέρονται σε μια ασπίδα, που ζωγραφίστηκε περί το 1715, στο κέντρο και δεξιά του περιθωρίου, όταν ο μισθωμένος τυμπανιστής προστέθηκε δωρεάν στο έργο.[7] Συνολικά στο έργο απεικονίζονται 34 μορφές. Ο Ρέμπραντ έλαβε ως αμοιβή 1.600 γκίλντερς (χρυσά νομίσματα) για τον πίνακα (καθένας από τους απεικονιζομένους πλήρωσε 100 γκίλντερς), μεγάλο ποσό για την εποχή. Ο πίνακας ήταν ο πρώτος μιας σειράς επτά παρόμοιων πινάκων με άνδρες της πολιτοφυλακής (Schuttersstuk) που δόθηκαν ως παραγγελίες σε διάφορους καλλιτέχνες.

Ο πίνακας παραγγέλθηκε για να αναρτηθεί στην αίθουσα δεξιώσεων του νεοκτισμένου Kloveniersdoelen (κτίσμα συναντήσεων των τυφεκιοφόρων) στο Άμστερνταμ. Κάποιοι έχουν διατυπώσει την άποψη ότι η ευκαιρία για τις παραγγελίες αυτές, τόσο στον Ρέμπραντ όσο και στους άλλους καλλιτέχνες, ήταν η επίσκεψη της βασίλισσας της Γαλλίας Μαρίας των Μεδίκων το 1638. Αν και δραπέτευε από τη χώρα της, έχοντας εξοριστεί κατ' εντολή του γιου της Λουδοβίκου ΙΓ΄, η άφιξη της βασίλισσας συνοδεύτηκε από λαμπρή τελετή.

Η νυχτερινή περίπολος όπως είχε αναρτηθεί στο Trippenhuis το 1885, έργο του Άουγκουστ Γέρνμπερχ (August Jernberg)

Ο πίνακας αρχικά αναρτήθηκε στη "Μεγάλη Σάλα" (Groote Zaal) στο Kloveniersdoelen του Άμστερνταμ. Σήμερα στο κτίριο αυτό στεγάζεται το ξενοδοχείο Ντούλεν (Doelen Hotel). Το 1715 το έργο μεταφέρθηκε στο Δημαρχείο του Άμστερνταμ και υπέστη τροποποιήσεις. Όταν ο Μέγας Ναπολέων κατέκτησε την Ολλανδία, το Δημαρχείο έγινε το "Ανάκτορο του Νταμ" και οι άρχοντες το μετέφεραν στο Trippenhuis, κτίριο της οικογένειας Τριπ. Ο Ναπολέων διέταξε την επιστροφή του, αλλά όταν, το 1813, η κατοχή της χώρας τερματίστηκε, το έργο μεταφέρθηκε ξανά στο Trippenhuis, στο οποίο σήμερα στεγάζεται η Βασιλική Ακαδημία Τεχνών και Επιστημών της Ολλανδίας. Παρέμεινε εκεί μέχρι τη μεταφορά του στο Ρέικσμουζεουμ, όταν ολοκληρώθηκε η κατασκευή του κτιρίου του το 1885.

Ο πίνακας αφαιρέθηκε από το μουσείο τον Σεπτέμβριο του 1939, με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο καμβάς αποσπάστηκε από το πλαίσιο και τυλίχθηκε γύρω από έναν κύλινδρο, ο οποίος τοποθετήθηκε σε κιβώτιο συσκευασιών. Φυλάχθηκε στο Κάστρο Ραντμπάουντ (Kasteel Radboud) στο Μεντέμπλικ, βόρεια του Άμστερνταμ.[8] Με τη λήξη του Πολέμου, τοποθετήθηκε εκ νέου στην κορνίζα του, συντηρήηκε και επέστρεψε στη θέση του στο Ρέικσμουζεουμ.

Λόγω των μεγάλων ανακαινίσεων στο μουσείο, στις 11 Δεκεμβρίου 2003 ο πίνακας μεταφέρθηκε σε προσωρινή θέση αφού αποσπάστηκε από την κορνίζα του, τυλίχτηκε σε αντιοξειδωτικό χαρτί, τοποθετήθηκε σε ξύλινο πλαίσιο και σε δύο ειδικά περιτυλίγματα, μεταφέρθηκε στο νέο του προορισμό και επανήλθε στο μουσείο όταν ολοκληρώθηκαν οι εργασίες ανακαίνισής του, τον Απρίλιο του 2013, οπότε και τοποθετήθηκε στην αίθουσα που έλαβε το όνομά του: Nachtwachtzaal (αίθουσα της νυχτερινής περιπόλου).

Λαϊκές αντιλήψεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχει μια επίμονη παρανόηση σχετικά με το γεγονός ότι η δημοτικότητα του Ρέμπραντ εξασθένισε ως αποτέλεσμα της αρνητικής υποδοχής του κοινού στον πίνακα. Ο μύθος αυτός επεκτάθηκε και στη σύγχρονη διαφήμιση: Το 1967, η αεροπορική εταιρεία KLM προέβαλε σε διαφήμιση τον πίνακα, συνοδευόμενο από κείμενο που ανέφερε: "Δείτε τη νυχτερινή περίπολο, τη φαντασμαγορική "αποτυχία" του Ρέμπραντ, (που προκάλεσε) την αποδοκιμασία του, σε σημείο να χρεωκοπήσει". Ο μύθος δεν έχει καμία λογική προέλευση και δεν υπάρχουν καταγραφές κριτικής του έργου κατά τη διάρκεια της ζωής του Ρέμπραντ, ενώ ο λοχαγός Κοκ παράγγειλε στον καλλιτέχνη ένα αντίγραφο του πίνακα με υδροχρώματα για την προσωπική του συλλογή.

Είναι πολύ πιθανότερο η εξασθένιση της δημοτικότητας του καλλιτέχνη δεν ήταν αποτέλεσμα αντίδρασης απέναντι σε κάποιο έργο του, αλλά οφείλεται σε ευρύτερη μεταβολή των προσωπικών προτιμήσεων του κοινού. Κατά τη δεκαετία του 1640, οι εύποροι πάτρονες άρχισαν να προτιμούν τα λαμπερά χρώματα και τον χαριτωμένο τρόπο που είχαν εγκαινιάσει ζωγράφοι όπως ο Φλαμανδός προσωπογράφος Άντονι βαν Ντάικ.

Σύμφωνα με τον Βρετανό εικαστικό και σκηνοθέτη Πίτερ Γκρίναγουεϊ, η νυχτερινή περίπολος αποτελεί κλειδί μιας συνωμοσίας και ενός φόνου, αυτού του Πίερς Χάσελμπεργκ, διοικητή του 13ου λόχου πολιτοφυλακής του Αμστερνταμ, υπόθεση που τότε είχε συνταράξει την πόλη του Άμστερνταμ. Το έργο αποτελεί ένα είδος «κατηγορώ» του καλλιτέχνη, το οποίο τελικά οδήγησε στην εξασθένιση της δημοτικότητάς του. Ο Γκρίναγουεϊ γύρισε την ταινία "Rembrandt's J' accuse" για να στηρίξει τα λεγόμενά του.[9].

Πράξεις βανδαλισμού στον πίνακα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 13 Ιανουαρίου 1911 ένας άνδρας έσκισε τον καμβά του πίνακα χρησιμοποιώντας μαχαίρι υποδηματοποιού.

Στις 14 Σεπτεμβρίου 1975, ένας άνεργος καθηγητής "επιτέθηκε" στον πίνακα με μαχαίρι ψωμιού και κατάφερε να κάνει μερικά μεγάλα, σε σχήμα ζιγκ-ζαγκ κοψίματα. Ο πίνακας αποκαταστάθηκε με επιτυχία μετά από τέσσερα χρόνια, αλλά από κοντά είναι ορατά ορισμένα σημεία που εμφαίνουν την καταστροφή. Ο δράστης δεν διώχθηκε επίσημα και αυτοκτόνησε σε ίδρυμα νοητικής αποκατάστασης τον Απρίλιο του 1976.

Στις 6 Απριλίου 1990 ένας άνδρας ψέκασε με οξύ τον πίνακα έχοντας κρύψει το σπρέι ώστε να τον προσεγγίσει. Παρενέβησαν οι φρουροί ασφαλείας και σύντομο διάστημα ο πίνακας ψεκάστηκε με νερό. Ευτυχώς το οξύ είχε προλάβει να διαπεράσει μόνο το λούστρο του πίνακα και αποκαταστάθηκε πλήρως.[10]

Πολιτιστική κληρονομιά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Ο Μωρίς Μερλώ-Ποντύ αναφέρει το έργο στο δοκίμιό του Οφθαλμός και Νους. Γράφει ότι "η χωρικότητα του λοχαγού οφείλεται στη συνάντηση δύο γραμμών θέασης, ασύμβατων μεταξύ τους. Καθένας που έχει μάτια έχει, σε κάποια χρονική στιγμή, διαπιστώσει αυτό το παιχνίδι με τις σκιές ή κάτι που του μοιάζει, και έχει γίνει για να είναι ορατός ο χώρος και τα πράγματα που περιέχονται σε αυτόν."
  • Ο πίνακας έχει αποτελέσει πηγή έμπνευσης τόσο στην κλασική όσο και στη ροκ παράδοση, περιλαμβανομένων του δεύτερου μέρους της Συμφωνίας αριθ. 7 του Γκούσταβ Μάλερ και το "The Shooting Company of Captain Frans B. Cocq" του Ayreon από το έργο "Universal Migrator Part 1: The Dream Sequencer".
  • Η βιογραφική ταινία του Αλεξάντερ Κόρντα Rembrandt του 1936 αναφέρεται στον πίνακα, ο οποίος λανθασμένα παρουσιάζεται στην αποκομμένη του μορφή, ως αποτυχία της ολοκλήρωσής του, και θεωρείται ως διακωμώδηση των εξαγριωμένων υποκειμένων του.
  • Στο τραγούδι The Night Watch των Κινγκ Κρίμσον από το άλμπουμ του 1974 Starless and Bible Black, ο στιχουργός Ρίτσαρντ Πάλμερ-Τζέιμς στοχάζεται με βάση τον πίνακα για να συλλάβει μια κρίσιμη στιγμή της ολλανδικής ιστορίας όταν, μετά τη μακρά περίοδο των "ισπανικών πολέμων", οι έμποροι και άλλα μέλη της αστικής τάξης έχουν την ευκαιρία της ενδοσκόπησης ώστε να επικεντρωθούν στα απτά αποτελέσματα των προσπαθειών στη ζωή τους. Το τραγούδι υιοθετεί ορισμένες προοπτικές , που περιλαμβάνουν τα πρωταρχικά υποκείμενα, τον ίδιο τον καλλιτέχνη και έναν σύγχρονο θεατή του πίνακα και "ζωγραφίζει" ένα μίνι πορτρέτο της εμφάνισης της σύγχρονης ανώτερης αστικής τάξης και της κουλτούρας του καταναλωτισμού. Εν τούτοις, το τραγούδι παρουσιάζει το πορτρέτο αυτό εξετάζοντάς το με επιδεξιότητα και, ενώ δεν το εγκρίνει απολύτως, επιδεικνύει ένα τόνο συμπάθειας.
  • Στην ταινία Passion του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ (1982) η νυχτερινή περίπολος αναπαρίσταται με πραγματικούς ηθοποιούς στο αρχικό της πλάνο. Ο Γκοντάρ ρητά συγκρίνει την ταινία του με τον πίνακα του Ρέμπραντ, περιγράφοντας και τα δύο ως "γεμάτα οπές και κακογεμισμένους χώρους". Καθοδηγεί τον θεατή να μην εστιάσει στην σύνθεση ως σύνολο, αλλά να προσεγγίσει την ταινία του όπως θα έκανε και ο Ρέμπραντ, "εστιάζοντας στα πρόσωπα".
  • Ο πίνακας είναι κεντρικό σημείο στην πλοκή της ομώνυμης ταινίας του 1995, η οποία εστιάζει στην κλοπή του πίνακα.
  • Το έργο παρωδείται στο εξώφυλλο της βρετανικής έκδοσης του βιβλίου του Τέρι Πράτσετ (Terry Pratchett) Night Watch του 2002 της σειράς "Discworld". Ο εικονογράφος του εξωφύλλου, Πωλ Κίντμπυ αποτίει φόρο τιμής στον προκάτοχό του Τζος Κίρμπυ[11][12][13] τοποθετώντας τον στην εικόνα, στη θέση που ο Ρέμπραντ λέγεται ότι ζωγράφισε τον εαυτό του. Στο οπισθόφυλλο εμφανίζεται αντίγραφο του πραγματικού πίνακα.
  • Η ταινία του Πίτερ Γκρίναγουεϊ αναφέρεται πιο πάνω.
  • Ο πίνακας αποτελεί την πηγή έμπνευσης του λογοτεχνικού έργου A Ronda da Noite της διάσημης Πορτογαλίδας συγγραφέως Αγκουστίνα Μπέσσα Λουίς.

Νέος φωτισμός με λυχνίες LED

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 26 Οκτωβρίου 2011, το Ρέικσμουζέουμ εγκατέστησε νέο φωτισμό του έργου με λυχνίες LED με τεχνολογία που δεν προκαλεί ζημιές στον πίνακα. Με την τεχνολογία αυτή είναι η πρώτη φορά που ο πίνακας, φωτισμένος με φως από LED, αποκαλύπτει τις λεπτές αποχρώσεις της πολύπλοκης χρωματικής παλέτας που χρησιμοποίησε ο Ρέμπραντ.

Ο φωτισμός αυτός χρησιμοποιεί λυχνίες LED με χρωματική θερμοκρασία 3.200° Κ, που παρέχουν φωτισμό παρόμοιο με το θερμό λευκό των λαμπτήρων βολφραμίου - αλογόνου. Έχει δείκτη χρωματικής απεικόνισης άνω του 90, κάτι που τον καθιστά κατάλληλο για φωτισμό έργων τέχνης, όπως η νυχτερινή περίπολος. Με τον νέο φωτισμό LED το μουσείο εξοικονομεί το 80% της ενέργειας, ενώ παράλληλα παρέχει στο έργο ασφαλέστερο περιβάλλον, λόγω της απουσίας υπεριωδών ακτίνων, ακτινοβολίας και θερμότητας.

Άλλες αναπαραστάσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τρισδιάστατα γλυπτά από τη νυχτερινή περίπολο στην πλατεία Rembrandtplein του Άμστερνταμ το 2006–2009
  • Ο Ρώσος καλλιτέχνης Αλεξάντερ Ταράτυνοβ (Alexander Taratynov) φιλοτέχνησε μια αναπαράσταση των μορφών του πίνακα από μπρούντζο, η οποία είχε τοποθετηθεί στην Rembrandtplein (πλατεία Ρέμπραντ) του Άμστερνταμ κατά την περίοδο 2006 - 2009. Μετά από παρουσιάσεις των γλυπτών σε άλλες πόλεις, τα γλυπτά επέστρεψαν στο Άμστερνταμ το 2012 και είναι σήμερα μόνιμα εγκατεστημένα μπροστά από το άγαλμα του Ρέμπραντ από χυτοσίδηρο, που φιλοτέχνησε ο Φλαμανδός γλύπτης Λοντεβάικ Ρόγιερ (Lodewyk Royer) το 1852.[14]
  • Το μοναδικό αντίγραφο στο μέγεθος του ίδιου του πίνακα στον δυτικό κόσμο εκτίθεται στη βιβλιοθήκη και πινακοθήκη του Κανατζόχαρι (Canajoharie) στη Νέα Υόρκη, το οποίο δωρήθηκε στη βιβλιοθήκη στις αρχές του 20ού αιώνα από τον ιδρυτή της, Μπάρτλετ Άρκελ (Bartlett Arkell).
  • Η ομάδα εκδηλώσεων του Ρέικσμουζεουν "Οι ήρωές μας επέστρεψαν" αναπαρέστησε τη νυχτερινή περίπολο σε εμπορικό κέντρο της Μπρέντα στην Ολλανδία, χωρίς να το έχει προαναγγείλει. Η αναπαράσταση ανέβηκε στον ιστοχώρο YouTube την 1η Απριλίου 2013.[15]
  1. Militia Company of District II under the Command of Captain Frans Banninck Cocq Αρχειοθετήθηκε 2014-11-29 στο Wayback Machine. at rijksmuseum.nl.
  2. Ο "Κανόνας του Άμστερνταμ" είναι ένας κατάλογος πενήντα αντικειμένων, που αποκαλούνται "παράθυρα", η οποία περιέχει σημαντικά γεγονότα και εξελίξεις στη ιστορία της πόλης.
  3. «Ιστοσελίδα του "Κανόνα του Άμστερνταμ"». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Ιανουαρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 3 Αυγούστου 2016. 
  4. Oliveira, Paulo Martins The Dutch Company (online paper: academia.edu). 2013. Retrieved 2014-10-02.
  5. «The Company of Captain Banning Cocq ('The Nightwatch')». Nationalgallery.org.uk. Ανακτήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 2013. 
  6. D.C. Meijer Jr “De Amsterdamsche Schutters-stukken in en buiten het nieuwe Rijksmuseum,” In: Oud Holland 2, no. 4 (1886): 198–21 Translated in English by Tom van der Molen [1]
  7. «Rembrandt's Night Watch Unravelled: Identity of All the Militiamen Are Finally Revealed». ArtDaily. 14 March 2009. http://www.artdaily.com/index.asp?int_sec=11&int_new=29632. Ανακτήθηκε στις 2013-02-19. 
  8. Nicholas, Lynn H. (Μαΐου 1995) [1994]. The Rape of Europa: The Fate of Europe's Treasures in the Third Reich and the Second World War. New York City: Vintage Books. ISBN 978-0-679-40069-1. OCLC 32531154. 
  9. Άρθρο της Μαριας Κατσουνακη στην εφημερίδα "Καθημερινή", ΑΡΧΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 20.09.2009
  10. «Rembrandt's 'Night Watch' Painting Vandalized». Los Angeles Times. Associated Press (LATimes.com). 6 April 1990. http://articles.latimes.com/1990-04-06/news/mn-973_1_night-watch. Ανακτήθηκε στις 2013-02-19. 
  11. Night Watch (Terry Pratchett) Easter Egg – Night Watch Cover
  12. «BBC – h2g2 – Paul Kidby – Discworld Illustrator». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Σεπτεμβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 3 Αυγούστου 2016. 
  13. «Book: Night Watch – Discworld & Terry Pratchett Wiki». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 3 Αυγούστου 2016. 
  14. «About NW3D». Niveau. nightwatch3d.com. Spring 2004. Ανακτήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 2013. 
  15. «Onze helden zijn terug!». Rijksmuseum. youtube.com. 1 Απριλίου 2013. Ανακτήθηκε στις 7 Απριλίου 2013. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]