Η Ρωσική Εκκλησία στη Σόφια της Βουλγαρίας (Εκκλησία του Αγίου Νικολάου του Θαυματουργού) που χτίστηκε το 1914
Ο Μιχαήλ Τιμοφέβιτς Πρεομπραζένσκι (Ρωσικά: Михаил Тимофеевич Преображенский, Βαμπαλνίνκας 1854 – Λένινγκραντ 1930) ήταν Ρώσος αρχιτέκτονας, ιστορικός αρχιτεκτονικής, ακαδημαϊκός και αναστηλωτής. Ήταν ενεργό μέλος τόσο της Αυτοκρατορικής Ακαδημίας Τεχνών όσο και της Αυτοκρατορικής Ορθόδοξης Παλαιστινιακής Εταιρείας. Τα έργα του περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τη Ρωσική Εκκλησία στη Φλωρεντία της Ιταλίας, μια συνεργασία με τον Ιταλό αρχιτέκτονα Τζουζέπε Μποτσίνι.
Γεννήθηκε στην πόλη Βαμπαλνίνκας, σήμερα στη Λιθουανία αλλά τότε στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Σπούδασε στο Τμήμα Αρχιτεκτονικής της Σχολής Ζωγραφικής, Γλυπτικής και Αρχιτεκτονικής της Μόσχας την περίοδο 1870–1874. Αποφοίτησε το 1875 και του απονεμήθηκε ένα μικρό αργυρό μετάλλιο για το σχέδιο της δημόσιας βιβλιοθήκης.
Σπούδασε στην Αρχιτεκτονική Σχολή της Αυτοκρατορικής Ακαδημίας Τεχνών (1875–1879). Μαθητής του καθηγητή Αλεξάντρ Ρεζάνοφ και του ακαδημαϊκού Ντέιβιντ Γκριμ (ιδρυτή του «ρωσικού στυλ» στην αρχιτεκτονική). Βραβεύτηκε με μεγάλο ασημένιο μετάλλιο της Ακαδημίας Τεχνών (1876) για το έργο του μαυσωλείου, ένα μικρό χρυσό μετάλλιο (1877) για το πρόγραμμα "Σταθμός στο Μητροπολιτικό Πάρκο", ένα μεγάλο χρυσό μετάλλιο (1879) για το έργο "Στρατώνας για 1000 στρατιώτες». Αποφοίτησε από την Αυτοκρατορική Ακαδημία Τεχνών (1879) με τον τίτλο του καλλιτέχνη πρώτης τάξεως και το χρυσό μετάλλιο «Για πολύ καλή γνώση της αρχιτεκτονικής».
Αλλοδαπός υπότροφος της Αυτοκρατορικής Ακαδημίας Τεχνών (από το 1882–1888) στην Ιταλία (Βενετία, Φλωρεντία και Ρώμη), στο Παρίσι, στο Μόναχο και τη Βιέννη. Εξελέγη ακαδημαϊκός αρχιτεκτονικής της Αυτοκρατορικής Ακαδημίας Τεχνών (1887).
Το 1888 διορίστηκε αναπληρωτής καθηγητής της Ακαδημίας και επέστρεψε στη Ρωσία για να μελετήσει τα μνημεία της αρχαίας ρωσικής τέχνης και αρχιτεκτονικής. Το αποτέλεσμα της έρευνας ήταν η επιστημονική εργασία «Μνημεία αρχαίας ρωσικής αρχιτεκτονικής στην επαρχία Καλούγκα». Η έκδοση τιμήθηκε με μεγάλο ασημένιο μετάλλιο της Αυτοκρατορικής Ρωσικής Αρχαιολογικής Εταιρείας.
Τακτικό μέλος της Ακαδημίας Τεχνών (1893). Λαμβάνει τη θέση του καθηγητή κατά βαθμό Ακαδημίας Τεχνών (1894) και γίνεται μέλος του Συμβουλίου της Ακαδημίας. Διδάσκει στην Αυτοκρατορική Ακαδημία Τεχνών πριν από το κλείσιμό της το 1918.
Διηύθυνε το αρχιτεκτονικό γραφείο υπό τη Λαϊκή Επιτροπεία Παιδείας της Ρωσικής Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας (1919–1922). Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ηγήθηκε του επιστημονικού έργου στην Κρατική Ακαδημία της Ιστορίας του Υλικού Πολιτισμού στο Λένινγκραντ.
Πέθανε στις 25 Σεπτεμβρίου 1930 στο Λένινγκραντ. Κηδεύτηκε στο Κοιμητήριο της Ανάστασης της Ιστορικής Μονής Νοβοντέβιτσι στο Λένινγκραντ.
Καθεδρικός ναός του Αγίου Αλεξάνδρου Νιέφσκι (1895–1900) Ταλίν, ΕσθονίαΟρθόδοξος Καθεδρικός ναός του Αγίου Αλεξάνδρου Νιέφσκι (1895–1900) Ταλίν, Εσθονία[4]
Ρωσικός Ορθόδοξος Ναός της Γέννησης του Χριστού και του Αγίου Νικολάου του Θαυματουργού (1899–1903), Φλωρεντία, Ιταλία[5]
Ορθόδοξος Καθεδρικός Ναός του Αγίου Νικολάου (1903-1912), Νίκαια, Γαλλία[6][7]