Ημέρες της 31 Μαΐου και 2 Ιουνίου 1793
Οι ημέρες της 31ης Μαΐου και της 2ας Ιουνίου 1793 | |
---|---|
Γαλλική επανάσταση | |
Ο Ανριό αντιμέτωπος με τους βουλευτές της Συμβατικής | |
Χρονολογία | 31 Μαΐου – 2 Ιουνίου 1793 |
Τόπος | Παρίσι, Γαλλία |
Οι ημέρες της 31ης Μαΐου και της 2ας Ιουνίου 1793 (Γαλλικά: Les journées du 31 mai et du 2 juin 1793) κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, ήταν λαϊκή εξέγερση στο Παρίσι που είχε ως αποτέλεσμα την πτώση των Γιρονδίνων βουλευτών από τη Συμβατική Συνέλευση υπό την πίεση των Ορεινών, της Κομμούνας του Παρισιού και της Εθνοφρουράς υπό τις εντολές του Φρανσουά Ανριό.
Η κατάσταση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης της Νομοθετικής Συνέλευσης (Οκτώβριος 1791 - Σεπτέμβριος 1792), η πολιτική παράταξη των Γιρονδίνων κυριάρχησε στη γαλλική πολιτική, αποτελώντας την αριστερή πτέρυγα της Συνέλευσης.
Στη νεοεκλεγείσα Συμβατική τον Σεπτέμβριο του 1792, η πολιτική παράταξη των Γιρονδίνων (περίπου 150 βουλευτές) ήταν μεγαλύτερη από τους Ορεινούς (περίπου 120). Τα περισσότερα υπουργεία ήταν στα χέρια φίλων ή συμμάχων των Γιρονδίνων, επίσης η κρατική γραφειοκρατία και οι επαρχίες παρέμειναν υπό τον έλεγχό τους και προσανατολίσθηκαν σε μετριοπαθή πολιτική, την αριστερή πτέρυγα την αποτελούσαν πλέον οι Ορεινοί.
Η αντιπαλότητα ανάμεσα σ' αυτές τις δύο κύριες πολιτικές ομάδες προέρχονταν από το γεγονός ότι οι Γιρονδίνοι πίστευαν ότι οι Ορεινοί φιλοδοξούσαν να εγκαθιδρύσουν δικτατορία, ενώ οι Ορεινοί θεωρούσαν πως οι Γιρονδίνοι ήταν έτοιμοι για συμβιβασμό με τους συντηρητικούς και με τους μοναρχικούς.
Μέχρι την άνοιξη του 1793, η Γαλλική Επανάσταση έμοιαζε με αδιέξοδο. Δεν είχε βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο της μεγάλης μάζας των ανθρώπων που φαίνονταν απογοητευμένοι. [1]Η οικονομική κατάσταση επιδεινώθηκε γρήγορα. Μέχρι το τέλος του χειμώνα, η κυκλοφορία των σιτηρών είχε σταματήσει εντελώς και οι τιμές τους διπλασιάστηκαν. Σε αντίθεση με τις συμβουλές του Σαιν-Ζυστ, τεράστιες ποσότητες ασινιάτων ήταν ακόμη σε κυκλοφορία. Τον Φεβρουάριο του 1793, είχαν πέσει στο 50% της ονομαστικής τους αξίας. Η υποτίμηση προκάλεσε τον πληθωρισμό και την κερδοσκοπία.
Οι στρατιωτικές ήττες ενάντια στον Πρώτο Συνασπισμό, που επανήλθε δριμύτερος μετά την εκτέλεση του Λουδοβίκου ΙΣΤ' τον Ιανουάριο του 1793, η προδοσία του Ντυμουριέ και ο εμφύλιος πόλεμος της Βανδέας που είχε αρχίσει τον Μάρτιο του 1793 οδήγησαν πολλούς δημοκρατικούς προς τους Ορεινούς. Οι Γιρονδίνοι αναγκάστηκαν να αποδεχθούν τη δημιουργία της Επιτροπής Κοινής Σωτηρίας και την ανασύσταση του Επαναστατικού Δικαστηρίου.
Καθώς η αδυναμία των Γιρονδίνων να αναστρέψει όλους αυτούς τους κινδύνους έγινε εμφανής, οι Ορεινοί, στην αποφασιστικότητά τους να «σώσουν την επανάσταση», υιοθέτησαν σταδιακά το πολιτικό πρόγραμμα που πρότειναν οι λαϊκοί μαχητές, όπως ο Ζακ Ρου και Βαρλέ στο Παρίσι, ο Ταμπουρώ στην Ορλεάνη, ο Σαλιέ στη Λυών. Η εξουσία πέρασε στα χέρια των Ορεινών ενώ οι Γιρονδίνοι είδαν την επιρροή τους να μειώνεται και ο αριθμός των διαμαρτυριών κατά του ηγέτη τους Ζακ Πιερ Μπρισό αυξήθηκαν μέχρι τα τέλη Μαρτίου 1793.
Η κρίση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά την ανακοίνωση της προδοσίας του Ντυμουριέ την 1η Απριλίου 1793, η σύγκρουση μεταξύ των Γιρονδίνων και των Ορεινών επιδεινώθηκε. Ο Ροβεσπιέρος άρχισε την επίθεση στις 3 Απριλίου ζητώντας την καταγγελία όλων όσων κατηγορούνταν για συνενοχή με τον Ντυμουριέ, «και συγκεκριμένα ο Μπρισό», η επίθεση επαναλήφθηκε στις 10 Απριλίου.
Στις 5 Απριλίου, η λέσχη των Ιακωβίνων, υπό την προεδρία του Μαρά, έστειλε μια εγκύκλιο στις συνδεδεμένες λέσχες, καλώντας τους να απαιτήσουν την ανάκληση των βουλευτών που ψήφισαν υπέρ της έκκλησης προς τον λαό για να σώσουν τη ζωή του βασιλιά κατά τη δίκη του. Σε αντίδραση, στις 13 Απριλίου, ύστερα από πρόταση των Γιρονδίνων, η Συντακτική ψήφισε να παραπεμφθεί σε δίκη και ο Μαρά με 226 ψήφους υπέρ, 93 κατά και 47 αποχές. Ωστόσο, στις 24 Απριλίου, το Επαναστατικό Δικαστήριο τον αθώωσε πανηγυρικά.
Στις 15 Απριλίου, 35 από τους 48 επαναστατικούς τομείς του Παρισιού υπέβαλαν αναφορά στη Συμβατική ζητώντας την απόσυρση 22 Γιρονδίνων βουλευτών.
Η αντιπαράθεση μεταφέρθηκε σε κοινωνικό επίπεδο. Ο Ροβεσπιέρος στις 24 Απριλίου υπέβαλε το σχέδιο για μια νέα διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη, που υπέτασσε την ιδιοκτησία στην κοινωνική ωφελιμότητα, Οι Γιρονδίνοι, απευθυνόμενοι στους κατόχους ιδιοκτησίας, τόνισαν την απειλή των «αναρχικών» και του «αγροτικού νόμου»: Στις 30 Απριλίου, ο Πετιόν κυκλοφόρησε μια επιστολή όπου ανέφερε: «Η ιδιοκτησία σας απειλείται, και εσείς κλείνετε τα μάτια μπροστά σ’ αυτόν τον κίνδυνο. Υποδαυλίζουν τον πόλεμο ανάμεσα σ’ εκείνους που κατέχουν και σ’ εκείνους που δεν έχουν τίποτα, αλλά εσείς δεν κάνετε τίποτα για να τον προλάβετε [...] Παρισινοί, ξυπνήστε επιτέλους από το λήθαργο σας και αναγκάστε αυτά τα θλιβερά ζωύφια να ξαναγυρίσουν στις κρυψώνες τους!»
Στις 9 Μαΐου, οι τομείς του Μπορντώ, στους οποίους κυριαρχούσε η εμπορική αστική τάξη, έστειλαν ένα «απειλητικό υπόμνημα» εναντίον των «αναρχικών» Ορεινών, επίσης και από τη Νάντη. Στη Μασσαλία, Γιρονδίνοι συμπράττοντας με αριστοκράτες απέλασαν τους λαϊκούς εκπροσώπους σε αποστολή στις 29 Απριλίου και συγκρότησαν μια Γενική επιτροπή των τομέων, η οποία άρχισε να καταδιώκει τους Αβράκωτους και τους Ιακωβίνους. Στη Λυών, Γιρονδίνοι και μοναρχικοί ανέτρεψαν την ιακωβινική διοίκηση της πόλης στις 29 Μαΐου και ο Σαλιέ φυλακίστηκε πριν εκτελεστεί στις 17 Ιουλίου. [2]
Στις 18 Μαΐου στο Παρίσι, ο Γιρονδίνος Γκουαντέ κατήγγειλε την Κομμούνα, οχυρό των Ορεινών, μιλώντας για «αναρχική εξουσία, άπληστη τόσο για χρήμα όσο και για κυριαρχία» και πρότεινε την άμεση ανατροπή της. Ιδρύθηκε μια έκτακτη Επιτροπή των Δώδεκα που περιλάμβανε μόνο Γιρονδίνους, που στις 24 Μαΐου, διέταξε τη σύλληψη του Εμπέρ λόγω δημοσιεύματος στην εφημερίδα του Περ Ντισέν στο οποίο κατηγορούσε τους Γιρονδίνους ως συνενόχους του βασιλιά και του Ντυμουριέ που προσπαθούσαν να αποκαταστήσουν τη μοναρχία. [3] Συνελήφθησαν επίσης και οι Βαρλέ και Ντομπσέν, θεωρούμενοι επικίνδυνοι ταραχοποιοί. Στη συνέχεια ακολούθησε βίαιος αγώνας για τον έλεγχο των γενικών συνελεύσεων και των επιτροπών των τομέων, ο οποίος συνεχίστηκε σε πολλούς τομείς κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Στις 25 Μαΐου, η Κομμούνα απαίτησε την απελευθέρωση του Εμπέρ, και τότε ο Γιρονδίνος Ινάρ, που προήδρευε στη Συμβατική, απάντησε απειλώντας το Παρίσι με αφανισμό.[4]
Την επόμενη μέρα, ο Ροβεσπιέρος κάλεσε τους Ιακωβίνους σε εξέγερση. Στις 28 Μαΐου, ο τομέας της Σιτέ κάλεσε τους άλλους τομείς για την επόμενη μέρα στο Παλάτι του Επισκόπου για να οργανώσουν την εξέγερση. Στις 29 Μαΐου, συγκροτήθηκε από αντιπροσώπους από 33 τομείς μια επαναστατική επιτροπή με 9 μέλη, γνωστή ως Επιτροπή του Επισκοπικού παλατιού, στην οποία συμμετείχαν και οι Βαρλέ και Ντομπσέν, που είχαν αφεθεί ελεύθεροι την προηγούμενη μέρα από τη Συμβατική, όταν οι Γιρονδίνοι αναχώρησαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας από την αίθουσα συσκέψεων. Στις 30 Μαΐου, ο νομός του Παρισιού προσχώρησε στην εξέγερση.
Στις 31 Μαΐου, η επιτροπή του Επισκοπικού παλατιού διευρύνθηκε σε μια επαναστατική κεντρική επιτροπή 25 μελών με τη συμμετοχή 4 μελών της Κομμούνας και 11 εκπροσώπων του νομού.
Η εξέγερση στις 31 Μαΐου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Υπό την καθοδήγηση της επιτροπής του Επισκοπικού παλατιού, η εξέγερση της 31ης Μαΐου εξελίχθηκε όπως και η ημέρα της 10ης Αυγούστου 1792. Οι καμπάνες χτύπησαν συναγερμό, οι αντιπρόσωποι των τομέων και της Κομμούνας παρουσιάστηκαν στις 5 μ.μ. στα έδρανα της Συμβατικής, ενώ το πλήθος καταλάμβανε τα περίχωρα του κτηρίου. Τα μέτρα που ζητούσαν περιλάμβαναν τον αποκλεισμό των Γιρονδίνων ηγετών, τη διάλυση της Επιτροπής των Δώδεκα, τη σύλληψη υπόπτων, την εκκαθάριση των διοικήσεων, τη δημιουργία επαναστατικού στρατού, τον περιορισμό του εκλογικού δικαιώματος μόνο στους Αβράκωτους, τον καθορισμό της τιμής του ψωμιού στα 3 λεπτά μέσω φορολόγησης των πλουσίων, την παροχή δημόσιας βοήθειας στους ηλικιωμένους, ασθενείς και τους συγγενείς των εθελοντών στρατιωτών.
Παρά την αναφορά του Μπαρέρ στο όνομα της Επιτροπής Κοινής Σωτηρίας, και παρά την παρέμβαση του Ροβεσπιέρου, η Συμβατική περιορίστηκε να ψηφίσει μόνο τη διάλυση της Επιτροπής των Δώδεκα. Έτσι η εξέγερση απέτυχε στο στόχο της.
Η εξέγερση στις 2 Ιουνίου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την Κυριακή 2 Ιουνίου 1793, ξέσπασε νέα εξέγερση, που εν τω μεταξύ είχε πυροδοτήσει ο Μαρά, προειδοποιώντας έντονα για τις «μισές επιτυχίες». Με εντολή της επαναστατικής επιτροπής, 80.000 πολίτες και Εθνοφρουροί με επικεφαλής τον Ανριό περικύκλωσαν τη Συμβατική, ενώ ένας αξιωματούχος ζήτησε από τη Συμβατική την άμεση σύλληψη των ηγετών των Γιρονδίνων.
Μετά από μια συγκεχυμένη συζήτηση, όλοι οι βουλευτές με επικεφαλής τον πρόεδρο Ερό ντε Σεσέλ, προσπάθησαν να βγουν από το κτήριο και να σπάσουν τον αποκλεισμό. Σε απάντηση, ο Ανριό διέταξε: «Πυροβολητές, στα όπλα!» Ηττημένη, η Συνέλευση επέστρεψε στην αίθουσα συνεδριάσεων, όπου, μετά από πρόταση του Ζωρζ Κουτόν, ψήφισαν τη σύλληψη και καταδίκη σε κατ' οίκον περιορισμό 29 Γιρονδίνων βουλευτών και των δύο υπουργών Κλαβιέρ και Λεμπρέν-Τοντύ. Αυτό ήταν το τέλος των Γιρονδίνων.
Έτσι, ο αγώνας που είχε αρχίσει στη Νομοθετική Συνέλευση τελείωσε με το θρίαμβο των Ορεινών. Οι Γιρονδίνοι έπαψαν να είναι πολιτική δύναμη. Είχαν κηρύξει πόλεμο χωρίς να ξέρουν πώς να τον διεξάγουν, είχαν καταγγείλει τον βασιλιά αλλά δείλιασαν να τον καταδικάσουν, επωφελήθηκαν από την υποστήριξη των λαϊκών μαζών ενάντια στη μοναρχία, αλλά σύντομα τις αρνήθηκαν. Συνέβαλαν στην επιδείνωση της οικονομικής κρίσης, απορρίπτοντας όλες τις απαιτήσεις των εργαζομένων. [5]
Μετά την πτώση των Γιρονδίνων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Αρκετοί Γιρονδίνοι διέφυγαν από τον κατ' οίκον περιορισμό στην επαρχία τους και συμμετείχαν και ενθάρρυναν τις Ομοσπονδιακές εξεγέρσεις στη Νορμανδία, τη Βρετάνη, τη νοτιοδυτική και τη νότια Γαλλία.
21 από αυτούς εκτελέστηκαν τον Οκτώβριο 1793. Όσοι επέζησαν από την εποχή της Τρομοκρατίας που ακολούθησε, κατέλαβαν τις θέσεις τους στη Συμβατική μετά την πτώση του Ροβεσπιέρου.
Αν και για το λαϊκό κίνημα τα περισσότερα από τα αιτήματα που παρουσιάστηκαν στη Συμβατική δεν επιτεύχθηκαν, η εξέγερση στις 31 Μαΐου - 2 Ιουνίου 1793 εγκαινίασε μια νέα εποχή για την Επανάσταση. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού 1793 δημιουργήθηκε Επαναστατική κυβέρνηση, εισήχθη ο έλεγχος των μέγιστων τιμών και οι Ιακωβίνοι και άλλες κοινωνικές δυνάμεις που ήρθαν στην εξουσία, ξεκίνησαν την επίθεσή τους ενάντια στους εχθρούς της Επανάστασης, εγκαθιστώντας από τον Σεπτέμβριο 1793 το καθεστώς της Τρομοκρατίας.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ . «cambridge.org/core/books/robespierre/robespierre-and-the-insurrection-of-31-may2-june».
- ↑ Jean-Paul Bertaud, La Révolution française, op. cit., p. 198.
- ↑ Το δημοσίευμα του Εμπέρ: «Μεγάλη καταταγγελία του Περ Ντισέν προς όλους τους αβράκωτους των νομών για τη συνωμοσία που σφυρηλατήθηκε από τους μπρισοτίνους, τους γιρονδίνους, τους ρολανδίνους, τους μπουζοτίνους, τους πετιονιστές και όλη την καταραμένη φάρα των συνενόχων του Καπέτου και του Ντιμουριέ, για να προκαλέσουν αιματοχυσία ανάμεσα στους τολμηρούς ορεινούς, τους Ιακωβίνους, την Κομμούνα του Παρισιού, με σκοπό να δώσουν τη χαριστική θολή στην ελευθερία και να αποκαταστήσουν τη βασιλεία»
- ↑ Η απάντηση του Ινάρ : «Αν μ’ αυτές τις συνεχείς, επαναλαμβανόμενες αναταραχές συμβεί να προσβληθεί η εθνική αντιπροσωπία, σας δηλώνω στο όνομα ολόκληρης της Γαλλίας ότι το Παρίσι θα καταστραφεί. Σε λίγο θα ψάχνουν στις όχθες του Σηκουάνα να βρουν αν υπήρξε ποτέ Παρίσι.»
- ↑ . «Βαλτέρ Μαρκόφ-Αλμπέρ Σομπούλ/1789-Γαλλική-Επανάσταση,pdf, σελ. 242» (PDF).