Νομοθετική Συνέλευση (Γαλλική επανάσταση)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νομοθετική Συνέλευση

Assemblée nationale législative
Coat of arms or logo
Ιστορία
Ίδρυση1η Οκτωβρίου 1791
Κατάργηση20 Σεπτεμβρίου 1792
ΑντικατέστησεΣυντακτική Εθνοσυνέλευση
Αντικαταστάθηκε απόΣυμβατική Εθνοσυνέλευση
Τόπος συνεδριάσεων
Παλάτι του Κεραμεικού, Παρίσι

Η Νομοθετική Συνέλευση (Γαλλικά: Assemblée nationale législative) ήταν η δεύτερη κυβέρνηση της Γαλλικής Επανάστασης (σύστημα Κυβερνώσας Βουλής), από την 1η Οκτωβρίου 1791 έως τις 20 Σεπτεμβρίου 1792. Διαδέχθηκε τη διετούς διάρκειας Συντακτική Εθνοσυνέλευση και αντικαταστάθηκε από την Συμβατική Εθνοσυνέλευση.

Οι 745 βουλευτές [1]της Νομοθετικής Συνέλευσης εκλέχθηκαν σύμφωνα με ένα σύστημα ψηφοφορίας κατά το οποίο δικαίωμα ψήφου είχαν οι ιδιοκτήτες γης και υπόχρεοι σε φόρους (τιμαριωτική ψήφος). [2]Συνεδρίαζε στην αίθουσα του Ιπποδρομίου του παλατιού του Κεραμεικού από την 1η Οκτωβρίου 1791 μετά την αναθεώρηση και θέσπιση του πρώτου Γαλλικού Συντάγματος, γνωστό ως «Σύνταγμα του 1791». Ήταν το Νομοθετικό Σώμα το υπεύθυνο για την εφαρμογή αυτού του Συντάγματος σε μια κοινωνία αποσταθεροποιημένη η οποία υφίστατο ριζικές αλλαγές.[3]

Όλοι οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι ήταν νέοι πολιτικοί, καθώς μια διάταξη έκρινε μη επανεκλέξιμους για τις πρώτες νομοθετικές εκλογές τους βουλευτές που συμμετείχαν στη Συντακτική Εθνοσυνέλευση.

Για τις εύπορες τάξεις που την εξέλεξαν, το καθήκον της ήταν να ολοκληρώσει την εδραίωση της συνταγματικής μοναρχίας, που είχε θεσπιστεί από τη Συντακτική Συνέλευση, και να θέσει τέλος στην Επανάσταση. Ωστόσο, από την αρχή, η Νομοθετική Συνέλευση βρέθηκε ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά δύο αντίθετων πολιτικών ρευμάτων, που δημιουργήθηκαν από τη διάσπαση της λέσχης των Ιακωβίνων, τους συνταγματικούς Φεγιαντίνους από τη μία πλευρά, προερχόμενους τόσο από την αστική τάξη όσο και από τη συνταγματική αριστοκρατία, υπέρμαχους του βασιλιά, για τους οποίους η Επανάσταση έχει επιτύχει τον στόχο της και είχε ολοκληρωθεί, και από την άλλη, τους δημοκράτες, των οποίων η εμπιστοσύνη στον βασιλιά και την αυλή είχε χαθεί, που εκπροσωπούνταν από νέους βουλευτές Ιακωβίνους που θεωρούσαν ότι η Συνέλευση δεν είχε επιτύχει όλους τους στόχους της και έπρεπε να συνεχίσει.

Αυτή η Συνέλευση, που συγκροτήθηκε με συντριπτική πλειοψηφία από πεπεισμένους και ειλικρινείς συνταγματικούς μοναρχικούς - ακόμη και αν το Κέντρο, το πιο πολυάριθμο, ήταν επιφυλακτικό προς τον βασιλιά - βρέθηκε στη δύσκολη θέση να υπερασπίζεται τη βασιλική οικογένεια που ήταν προσκολλημένη στην παλιά τάξη των πραγμάτων και βρισκόταν σε επαφή με ξένες μοναρχίες.

Έτσι, αντιμέτωπη με τις αμέτρητες δυσκολίες που προέκυψαν, αυτή η σύντομη εμπειρία της συνταγματικής μοναρχίας στη Γαλλία διήρκεσε λιγότερο από ένα χρόνο, έληξε στις 20 Σεπτεμβρίου 1792.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Συντακτική Εθνοσυνέλευση διαλύθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 1791, αφού πραγματοποίησε τον κύριο στόχο που είχε από τον Αύγουστο του 1789 που ήταν η καθιέρωση ενός πολιτεύματος πιστού στις αρχές που διατυπώνονταν στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Αυτό το καθεστώς, σύμφωνα με την αντίληψη της εποχής, θα μπορούσε να είναι μόνο η συνταγματική μοναρχία. Η πλειοψηφία των βουλευτών θεωρούσαν ότι η Επανάσταση τελείωσε. Μετά από πρόταση του Ροβεσπιέρου, που πίστευε ότι οι βουλευτές της Συντακτικής δεν ήταν αρκετά επαναστατικοί, αποφασίστηκε ότι κανένα από τα μέλη της δεν θα ήταν επιλέξιμο για την επόμενη συνέλευση.

Το διάδοχό της όργανο, η Νομοθετική Συνέλευση, που δημιουργήθηκε βάσει του φιλελεύθερου Γαλλικού Συντάγματος του 1791, διήρκεσε έως τις 20 Σεπτεμβρίου 1792, αν και στην πραγματικότητα από τις 10 Αυγούστου 1792, μοιράστηκε την εξουσία με την Κομμούνα του Παρισιού έως την εγκαθίδρυση της Συμβατικής Εθνοσυνέλευσης.

Η Νομοθετική Συνέλευση καθιέρωσε το πολιτικό φάσμα αριστεράς- δεξιάς που εξακολουθεί να ισχύει μέχρι σήμερα. Αποτελούνταν από 745 μέλη. Πριν διαλυθεί, ψήφισε ότι οι επόμενες εκλογές θα διεξάγονταν με καθολική ψηφοφορία με κατάργηση του κριτηρίου καταβολής φόρων και κατοχής περιουσίας.

Σύνθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκλεγμένοι για δύο χρόνια, οι 745 βουλευτές [1]εκλέχθηκαν σύμφωνα με τιμαριωτικό σύστημα ψηφοφορίας, κατά το οποίο δικαίωμα ψήφου είχαν οι ιδιοκτήτες γης και υπόχρεοι σε φόρους. [2] Κάτω από αυτές τις συνθήκες, τα μέλη της αποτελούνταν από εύπορους αστούς και ευγενείς.

Οι βουλευτές που εκλέχθηκαν το καλοκαίρι του 1791 ήταν όλοι νέοι πολιτικοί, στερούμενοι σε μεγάλο βαθμό πολιτικής εμπειρίας, διότι οι βουλευτές της προηγούμενης Συνέλευσης, που είχαν ψηφίσει για το σύνταγμα, απαγορεύτηκε να επανεκλεγούν στις νέες εκλογές.

Στην Εθνική Νομοθετική Συνέλευση δημιουργήθηκαν τρεις μεγάλες ομάδες.

  • Η Δεξιά: Οι Φεγιαντίνοι, που κάθονταν στα δεξιά του προέδρου της συνέλευσης. Ήταν 264 βουλευτές, συντηρητικοί αστοί, υπέρ της συνταγματικής μοναρχίας. που θεωρούσαν ότι η Επανάσταση τελείωσε αφού η Γαλλία μεταρρυθμίστηκε σύμφωνα με τις επιθυμίες που εξέφρασαν οι Γάλλοι το 1789 και επιθυμούσαν την αυστηρή εφαρμογή του Συντάγματος. Αρνούμενοι να επιστρέψουν στο Παλαιό καθεστώς, το περιβάλλον του βασιλιά δυσπιστούσε απέναντί τους αλλά ο λαός τους κατηγορούσε ότι ήταν πολύ στενά συνδεδεμένοι με την αριστοκρατία. Αρχικά ανήκαν στη λέσχη των Ιακωβίνων αλλά από τον Ιούνιο 1791, μετά την αποτυχημένη φυγή του βασιλιά αποχώρησαν και ίδρυσαν τη Λέσχη των Φεγιαντίνων, καθώς διαφωνούσαν με άλλους Ιακωβίνους, συσπειρωμένους γύρω από τον Ροβεσπιέρο, οι οποίοι πίεζαν για την ανατροπή του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄ και την εγκαθίδρυση αβασίλευτης δημοκρατίας. Ηγέτες τους ήταν ο μαρκήσιος Λα Φαγιέτ και ο Αντουάν Μπαρνάβ, αλλά δεν ήταν βουλευτές λόγω του ασυμβίβαστου.
  • Το Κέντρο: Οι Ανεξάρτητοι. Ήταν 345 βουλευτές που κάθονταν στο κέντρο. Δεν συμμετείχαν σε πολιτικές λέσχες και ψήφιζαν σύμφωνα με τα γεγονότα. Υπηρετούσαν τα ιδανικά της Επανάστασης, ως εκ τούτου γενικά έτειναν να ψηφίζουν με την Αριστερά, αλλά επίσης περιστασιακά υποστήριζαν προτάσεις της Δεξιάς.
  • Η Αριστερά: Η αριστερά αποτελούνταν από 136 βουλευτές που ανήκαν σε δύο αντίπαλες ομάδες που μάχονταν σκληρά μεταξύ τους, όχι μόνο μέσα στη Συνέλευση, αλλά και στη λέσχη των Ιακωβίνων, στην οποία και οι δύο ανήκαν.
    • Η μία ομάδα, οι Μπρισοτίνοι (οι μελλοντικοί Γιρονδίνοι) υπερασπίζονταν τα συμφέροντα της μεγάλης εμπορικής αστικής τάξης (ιδίως εκείνα των λιμένων της Μασσαλίας και του Μπορντώ). Πολύ νεαροί, οι περισσότεροι ήταν κάτω των 30 ετών, πολύ καλλιεργημένοι, υποστήριζαν τις ιδέες του Διαφωτισμού. Οι περισσότεροι ήταν μοναρχικοί, επιφυλακτικοί όμως προς τον βασιλιά και το περιβάλλον του. Επιθυμούσαν να εξάγουν τις επαναστατικές ιδέες σε όλη την Ευρώπη. Πίστευαν ότι ο πόλεμος με τους Ευρωπαίους κυρίαρχους θα ήταν ευνοϊκός για τη διάδοση των επαναστατικών ιδεών και θα δοκίμαζε την πίστη του βασιλιά, αναγκάζοντάς τον να επιλέξει στρατόπεδο. Θεωρούσαν τους ευγενείς που εκπατρίστηκαν (εμιγκρέ) ως προδότες και υποστήριζαν τον αντικληρικαλισμό. Οι Μπρισοτίνοι σύχναζαν στο σαλόνι της Μαντάμ Ρολάν, συζύγου του υπουργού Εσωτερικών. Επικεφαλής τους ήταν ο δημοσιογράφος Ζακ-Πιέρ Μπρισό, ο εγκυκλοπαιδιστής μαρκήσιος ντε Κοντορσέ και οι τρεις δικηγόροι από το Μπορντώ οι Ζανσονέ, Γκουαντέ και Βερνιώ.
    • Η δεύτερη ομάδα ήταν ολιγομελής, γνωστή με το όνομα Ορεινοί, είχαν για αρχηγούς τους Ρομπέρ Λεντέ, Φρανσουά Σαμπό, Κλωντ Μπαζίρ και Μερλέν ντε Τιονβίλ και αποτελούσαν, με σύγχρονους όρους, την άκρα αριστερά. Στηρίζονταν στους Ιακωβίνους, όπου ο Ροβεσπιέρος τους υποστήριζε και στη λέσχη των Κορδελιέρων, με επικεφαλής τους Δαντών, Φαμπρ ντ'Εγκλατίν και Καμίγ Ντεμουλέν, οι οποίοι είχαν απόψεις ακόμη πιο επαναστατικές από αυτές των Ιακωβίνων. [4]

Αλλά καμία από αυτές τις πολιτικές ομάδες δεν αποτελούσε «πολιτικό κόμμα» με τη σύγχρονη έννοια του όρου και δεν είχαν σαφή πολιτική γραμμή.

Οι εξουσίες της συνέλευσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βάσει του Συντάγματος του 1791, η Νομοθετική συνέλευση κατείχε το μεγαλύτερο μέρος της νομοθετικής εξουσίας. Είχε την πρωτοβουλία και την ψήφιση των νόμων, ψήφιζε τις οικονομικές συνεισφορές (φόροι) που πλήρωναν οι κάτοικοι του βασιλείου, αποφάσιζε για τα έξοδα και επόπτευε την εκτέλεσή τους. Σε συμφωνία με τον βασιλιά, αποφάσιζε για τον πόλεμο και την ειρήνη. Ωστόσο, ο βασιλιάς είχε ανασταλτική αρνησικυρία (βέτο) για τους νόμους που ψήφιζε η συνέλευση, που στην πραγματικότητα και αυτή μπορούσε να αχρηστευθεί με την έκδοση νομοθετικών πράξεων εκ μέρους της Συνέλευσης.

Η συνέλευση έλεγχε την εκτελεστική εξουσία, δηλαδή τον βασιλιά και τους έξι υπουργούς που διορίζονταν από αυτόν. Είχε το δικαίωμα να ελέγχει τους υπουργούς σχετικά με την πολιτική που ακολουθούσαν και τους ζητά να λογοδοτήσουν για τη δράση τους στο τέλος των καθηκόντων τους. Οι βουλευτές δεν μπορούσαν να είναι υπουργοί.

Η δικαστική εξουσία, που έως τότε την ασκούσε ο βασιλιάς, αυτονομήθηκε.[5]

Η συνέλευση συνεδρίαζε μόνιμα και δεν μπορούσε να παυθεί.

Η κοινωνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Γαλλία, παρά την ύπαρξη του νέου Συντάγματος, από το φθινόπωρο του 1791 περνούσε μια δύσκολη περίοδο με εντεινόμενες εξεγέρσεις στην επαρχία. Στη Νορμανδία και τη Βανδέα, οι ανυπότακτοι ιερείς αρνήθηκαν να πάρουν τον όρκο πίστης στην Επανάσταση, καθώς το Πολιτικό Σύνταγμα του Κλήρου καταδικάστηκε από τον Πάπα Πίο ΣΤ', και ωθούσαν τους υποστηρικτές τους να πολεμήσουν εναντίον των συνταγματικών ιερέων.

Η οικονομική κατάσταση επιδεινώθηκε, καθώς η αξία του νομίσματος (ασσινιάτο) υποτιμήθηκε. Η εξέγερση των μαύρων του Σάντο Ντομίνγκο, στους οποίους η Συντακτική Συνέλευση αρνήθηκε το τέλος της δουλείας, προκάλεσε την έλλειψη εισαγόμενων προϊόντων (ζάχαρη, ρούμι, καφές) αλλά και στα υπόλοιπα τρόφιμα οι τιμές είχαν φθάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Οι ταραχές πεινασμένων αυξήθηκαν στη Γαλλία. Παρουσιάστηκαν λεηλασίες καταστημάτων, επιθέσεις σε συνοδείες σιτηρών, εκφοβισμοί σε δήμους που όριζαν μια μέγιστη τιμή - φορολογία - για τα καθημερινά προϊόντα. Ο λαός πεινούσε. Οι αγρότες ξεσηκώθηκαν στην Ωβέρνη και το Λανγκεντόκ. Τα μέλη της Νομοθετικής συνέλευσης, όλα υπέρ των φιλελεύθερων ιδεών του Διαφωτισμού, δεν έλαβαν οικονομικά μέτρα για τη ρύθμιση του εμπορίου.

Οι Αβράκωτοι δεν αισθάνονταν δικαιωμένοι από την πορεία της Επανάστασης, αντίθετα, με το σύνταγμα του 1791 ζημιώθηκαν από την κατάργηση των συντεχνιών, τη διατήρηση της απαγόρευσης εργατικών σωματείων και του δικαιώματος της απεργίας, ενώ αυτοί είχαν πληγεί περισσότερο από τους χωρικούς και τους μεγαλοαστούς από την αύξηση των τιμών των τροφίμων και την υποτίμηση. Επιθυμούσαν έτσι την οργάνωση ενός νέου καθεστώτος, ευνοϊκότερου γι' αυτούς.

Από τον Ιούνιο 1791, μετά την αποτυχημένη φυγή του βασιλιά, στην κοινωνία επικρατούσε ένα διαρκώς αυξανόμενο κλίμα καχυποψίας κατά του βασιλιά και της βασίλισσας Μαρίας – Αντουανέτας και συγκεκριμένα για τις σχέσεις και επαφές τους με ξένους ηγεμόνες για την κατάπνιξη της Επανάστασης και την παλινόρθωση του παλαιού καθεστώτος. Τη φιλοπόλεμη ατμόσφαιρα ευνοούσαν και οι Λέσχες, άλλες ελπίζοντας ότι μέσω του πολέμου η μοναρχία θα εξασθενούσε και άλλες ότι θα ενισχύονταν σε περίπτωση νίκης των ξένων στρατευμάτων. Μονάχα οι ριζοσπαστικοί δημοκράτες τάχθηκαν κατά του πολέμου, κι αυτό επειδή δυσπιστούσαν προς τους στρατηγούς - και είχαν δίκιο, όπως αποδείχθηκε αργότερα με τον Ναπολέοντα.

Γεγονότα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Νομοθετική Συνέλευση έπρεπε να αντιμετωπίσει οικονομικές δυσκολίες, θρησκευτικές αναταραχές που προκαλούσαν οι ανυπότακτοι κληρικοί και αντεπαναστατικές εξεγέρσεις. Σημαντικά γεγονότα:

  • 8 Νοεμβρίου 1791: Νόμος για τους ευγενείς που είχαν φύγει από τη Γαλλία, οι οποίοι κρίθηκαν ένοχοι για συνωμοσία, και θα διώκονταν ως προδότες και θα καταδικάζονταν σε θάνατο εάν δεν επέστρεφαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 1792.
  • 20 Απριλίου 1792: Κήρυξη πολέμου κατά της Αυστρίας. Η αυλή υποστήριξε αυτό το μέτρο, καθώς ήλπιζε ότι οι στρατιωτικές αποτυχίες θα επέτρεπαν στον βασιλιά να ανακτήσει την εξουσία. Αυτή η κήρυξη πολέμου ψηφίστηκε σχεδόν ομόφωνα. Είχε μόνο επτά ψήφους εναντίον (μεταξύ αυτών του Ροβεσπιέρου) και άρχισε τον πόλεμο του Πρώτου Συνασπισμού.
  • 26 Μαΐου: Ψηφίστηκε η εξορία των ανυπότακτων κληρικών που είχαν αρνηθεί να υποταχθούν στο Πολιτικό σύνταγμα του Κλήρου.
  • 8 Ιουνίου 1792: Ψηφίστηκε η στρατοπέδευση κοντά στο Παρίσι 20.000 εθελοντών «Ομόσπονδων» για την υπεράσπιση της πρωτεύουσας.
  • 20 Ιουνίου 1792: Οι Παρισινοί Αβράκωτοι επιτέθηκαν στο παλάτι του Κεραμεικού για να πιέσουν σε αλλαγή στην πολιτική του βασιλιά, ο οποίος είχε θέσει βέτο στις προηγούμενες δύο αποφάσεις.
  • 11 Ιουλίου: η Συνέλευση κήρυξε «την πατρίδα σε κίνδυνο», μια τυπική φράση που επέτρεπε να στρατολογηθούν άνδρες και να καταγραφούν τα όπλα. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, οι συνεδριάσεις της Συνέλευσης ήταν μόνιμες, όλα τα δημοτικά συμβούλια και όλα τα συμβούλια περιφέρειας και διαμερισμάτων συνεδρίαζαν χωρίς διακοπή, όλες οι εθνικές φρουρές κινητοποιήθηκαν.
  • 25 Ιουλίου 1792: τα συμμαχικά στρατεύματα της Αυστρίας και της Πρωσίας συνοδευόμενα από 20.000 Γάλλους της Στρατιάς των Εμιγκρέδων εισέβαλαν στη Γαλλία και απειλούσαν το Παρίσι.
  • 1 - 3 Αυγούστου 1792: Κοινοποιείται στο Παρίσι το μανιφέστο του Μπράουνσβαϊγκ που πυροδότησε αντιδράσεις: 47 τμήματα από τα 48 ζήτησαν από τη Συνέλευση να καταργήσει τη μοναρχία και να εκλεγεί μια νέα Συνέλευση.
  • 3 Αυγούστου 1792 Ο δήμαρχος του Παρισιού Πετιόν μίλησε στη Συνέλευση, ζητώντας την κατάργηση της μοναρχίας στο όνομα της πόλης και των τμημάτων.
  • Νύχτα 9-10 Αυγούστου 1792: Οι επίτροποι Παρισινών τμημάτων αντικατέστησαν την Κομμούνα του Παρισιού με μια Επαναστατική Κομμούνα που κατέλαβε το Δημαρχείο του Παρισιού.
  • 10 Αυγούστου 1792: Τα αιματηρά γεγονότα της 10ης Αυγούστου 1792, οδήγησαν στην πτώση της μοναρχίας και τη φυλάκιση του βασιλιά. Ο βασιλιάς παύθηκε από την εξουσία του και προκηρύχθηκαν εκλογές για νέα Συνέλευση, εκλεγμένη με καθολική ψηφοφορία, η οποία έλαβε το όνομα Συμβατική Εθνοσυνέλευση.
  • 10 - 11 Αυγούστου 1792 : Η Συνέλευση δημιούργησε ένα προσωρινό Εκτελεστικό Συμβούλιο έξι μελών με ηγέτη τον Δαντών, στέλεχος της πολιτικής λέσχης των Κορδελιέρων.[6]
  • 2 - 6 Σεπτεμβρίου 1792: Εκλογές για τη Συμβατική συνέλευση, που διεξήχθησαν με καθολική ψηφοφορία.
  • 2 - 7 Σεπτεμβρίου: Οι σφαγές του Σεπτεμβρίου. Επαναστάτες, καθώς τα αυστρο-πρωσικά στρατεύματα πλησίαζαν το Παρίσι, εισέβαλαν στις φυλακές και εκτέλεσαν μεγάλο αριθμό κρατουμένων, αδιάκριτα ευγενείς, ανυπότακτους κληρικούς και κατάδικους του κοινού ποινικού δικαίου.
  • 20 Σεπτεμβρίου 1792: Η Νομοθετική συνέλευση διαλύθηκε. Η νίκη στη μάχη του Βαλμί έσωσε την Επανάσταση.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η περίοδος της Νομοθετικής Συνέλευσης (σελ. 171-206)

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 . «assemblee-nationale.fr/sycomore/liste/(legislature)/2-Liste des députés». 
  2. 2,0 2,1 . «herodote.net/1er_octobre_1791-evenement». 
  3. Michel Vovelle, La Chute de la monarchie (1787-1792), tome 1 de la Nouvelle histoire de la France contemporaine, Le Seuil, coll. Points-Histoire, 1972 p. 185 (rééd. revue et développée, 1999).
  4. . «cosmovisions.com/ChronoRevolutionLegislative.htm». 
  5. . «Τα γεγονότα ύστερα από την ψήφιση του Συντάγματος». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Ιανουαρίου 2022. 
  6. . «pischools.gr/books/gymnasio/istoria_c/math/s_.pdf σελ. 18» (PDF).