Λουκουμάς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
⚫ | |||
[[Image:Loukoumades.jpg|thumb|200px|Λουκουμάδες.]] |
|||
⚫ | |||
Παρασκευάζεται από [[ζύμη]] μαγιάς τηγανισμένη σε καυτό λάδι. Οι λουκουμάδες έχουν σχήμα σφαιρικό ή κρίκου και περιχύνονται με μέλι ή με σιρόπι, γαρνίρονται με [[κανέλλα]] και μερικές φορές με [[ζάχαρη]] άχνη. |
Παρασκευάζεται από [[ζύμη]] μαγιάς τηγανισμένη σε καυτό λάδι. Οι λουκουμάδες έχουν σχήμα σφαιρικό ή κρίκου και περιχύνονται με μέλι ή με σιρόπι, γαρνίρονται με [[κανέλλα]] και μερικές φορές με [[ζάχαρη]] άχνη. |
Έκδοση από την 12:30, 26 Οκτωβρίου 2019
Πρότυπο:ΠληροφορίεςΟ λουκουμάς, (στην κυπριακή διάλεκτο λοκμάς /λοκμάδες, στα Αραβικά και στα Τούρκικα lokma και στα Ποντιακά "τσιριχτά"), είναι ένα γλυκό δημοφιλές στα Βαλκάνια και στη Μέση Ανατολή.
Παρασκευάζεται από ζύμη μαγιάς τηγανισμένη σε καυτό λάδι. Οι λουκουμάδες έχουν σχήμα σφαιρικό ή κρίκου και περιχύνονται με μέλι ή με σιρόπι, γαρνίρονται με κανέλλα και μερικές φορές με ζάχαρη άχνη.
Οι λουκουμάδες ονομάζονται σβιγκοί από τους Έλληνες Εβραϊκής καταγωγής, που τους προσφέρουν σαν γλυκό τα Χριστούγεννα. Αναφέρεται ότι η λέξη προέρχεται από τους Ρωμανιώτες, αν και προέρχεται από τη μεσαιωνική γερμανική λέξη swinge[1]. Ένα παρόμοιο γλυκό αναφέρεται στην Ιταλία ως sfingi di San Giuseppe.
Στην Τουρκία, οι λουκουμάδες προσφέρονται παραδοσιακά στις κηδείες[2] και σε διάφορες εκδηλώσεις [3].
Ετυμολογία
Η Τούρκικη λέξη lokma σημαίνει τη μπουκιά. Την ίδια σημασία έχει στα Αραβικά (لقمة luqma(t))[4]. Μία παραλλαγή που ονομάζεται لقمة القادي (η μπουκιά του δικαστή) περιγράφεται από τον Muhammad bin Hasan al-Baghdadi τον 13ο αιώνα[5] και παρασκευάζεται στα Αραβικά κράτη μέχρι σήμερα.
Εκφράσεις
Στα ελληνικά, χρησιμοποιείται η λέξη λουκουμάς και υποτιμητικά, αναφερόμενη σε υπέρβαρο ή μαλθακό πρόσωπο ("ρε λουκουμά").
Πηγές
- A.D. Alderson and Fahir İz, The Concise Oxford Turkish Dictionary, 1959. ISBN 0-19-864109-5
- Γ. Μπαμπινιώτης, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Aθήνα, 1998
- Oxford Companion to Food, s.v. jalebi.