Μετάβαση στο περιεχόμενο

Γιανίνα Οϊσανόφσκα-Ποπλέφσκα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γιανίνα Οϊσανόφσκα-Ποπλέφσκα
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Janina Oyrzanowska-Poplewska (Πολωνικά)
Γέννηση2  Μαΐου 1918[1]
Βαρσοβία
Θάνατος16  Ιουλίου 2001
Βαρσοβία
Τόπος ταφήςΚοιμητήριο Ποβόνσκι
Χώρα πολιτογράφησηςΠολωνία
ΘρησκείαΛατινική Εκκλησία[1]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΠολωνικά
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο της Βαρσοβίας
Πανεπιστήμιο Μαρία Κιουρί-Σκουοντόφσκα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητακτηνίατρος
ερευνητής
ΕργοδότηςΠανεπιστήμιο Επιστημών Ζωής της Βαρσοβίας
Περίοδος ακμής1947
Οικογένεια
ΟικογένειαHouse of Ojrzanowski
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΔίκαιοι των Εθνών (6  Ιουλίου 1981)[1]

Η Γιανίνα Οϊσανόφσκα-Ποπλέφσκα (πολωνικά: Janina Oyrzanowska-Poplewska) (2 Μαΐου 1918 – 16 Ιουλίου 2001) ήταν Πολωνή ακαδημαϊκός και κτηνίατρος. Ήταν καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Επιστημών Ζωής της Βαρσοβίας, όπου ειδικευόταν στην επιζωοτιολογία, αλλά ο κύριος τομέας της έρευνάς της αφορούσε τις ιογενείς ασθένειες των κυνών, οι οποίες οδήγησαν στην ανάπτυξη του πρώτου εμβολίου για την μόρβα στην Πολωνία.

Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, συμμετείχε στην πολωνική αντίσταση και η οικογένειά της βοήθησε αρκετούς πρόσφυγες. Το 1981, τιμήθηκε ως Δίκαιος των Εθνών από το Γιαντ Βασσέμ για τις προσπάθειές της να σώσει τους Εβραίους κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος.

Η Γιανίνα Ρούζα Οϊσανόφσκα γεννήθηκε στις 2 Μαΐου 1918 στη Βαρσοβία, κατά τη διάρκεια της γερμανικής Αντιβασιλείας του Βασιλείου της Πολωνίας. Οι γονείς της ήταν ο Καζίμιες Οϊσανόφσκι και η Μάρια Ελζμπιέτα (το γένος Τσαρνέτσκα).[2][3] Η οικογένεια Οϊσανόφσκι ήταν Πολωνοί ευγενείς, έφεραν το οικόσημο Γιουνόσα και κατείχαν το κτήμα Ηκολέμπιε κοντά στο Πούουτουσκ.[4] Ήταν η δισέγγονη του Ρόμπερτ Φρεντέρικ Στίχελ, του πρώτου ανθρώπου που κέρδισε μεταπτυχιακό στην Πολωνία στην κτηνιατρική επιστήμη.[3] Η Οϊσανόφσκα ολοκλήρωσε την εκπαίδευση της στο γυμνάσιο της το 1936 και άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα στη σχολή κτηνιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας.[2] Οι σπουδές της διακόπηκαν από τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία το Σεπτέμβριο του 1939.[5]

Η Οϊσανόφσκα παντρεύτηκε τον κτηνίατρο Μιετσίσουαφ Ποπλέφσκι (1916-1940), ο οποίος θα εντασσόταν στον Πολωνικό Στρατό Ξηράς στην αρχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Ποπλέφσκι ήταν ανθυπολοχαγός του 7ου Πολωνικού Συντάγματος Ιππικού και εκτελέστηκε από το Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων το 1940 κοντά στο Χάρκοβο όταν οι σοβιετικές δυνάμεις εισέβαλαν στην Πολωνία και πραγματοποίησαν τη Σφαγή του Κάτιν.[6][5][7]

Κατά τη διάρκεια του πολέμου, η Οϊσανόφσκα ζούσε με τη μητέρα της, τη μικρότερη αδερφή της, Μάρια και τον μεγαλύτερο αδερφό της, Καζίμιες, σε ένα διαμέρισμα στη Βαρσοβία. Είχαν επίσης άλλα διαμερίσματα στην πόλη και ένα μικρό καλοκαιρινό σπίτι σε ένα κομμάτι γης που νοίκιασαν για την καλλιέργεια λαχανικών στη γειτονιά Τσερνιάκουφ.[4][8] Η οικογένειά της ενεπλάκη με την πολωνική αντίσταση από τον Οκτώβριο του 1939 και ένα από τα οικογενειακά τους διαμερίσματα φιλοξενούσε ένα υπόγειο τυπογραφείο και στούντιο πλαστογραφίας εγγράφων.[5] Βοήθησαν Εβραίους κατά τη διάρκεια του πολέμου, συμπεριλαμβανομένων των γειτόνων τους, των οικογενειών Λίνφελντ και Στέρλινγκ, του κηπουρού τους, Γέζι Γκλινίτσκι και άλλων, συμπεριλαμβανομένων των Βικτόρια Στσαβίνσκα και Φραντσίσκα Τουσκ Σάινβεχσλερ (κατά τη διάρκεια του πολέμου γνωστή ως Νατάλια Ομπρέμπκα).[4][6][8] Η Μάρια, η οποία μόλις είχε ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή της, και η Οϊσανόφσκα, που σπούδαζε στο πανεπιστήμιο,[4] καλλιέργησαν λουλούδια και λαχανικά για να συντηρήσουν την οικογένεια.[9] Μετακίνησαν τους Εβραίους που βοηθούσαν, κρύβοντάς τους στα διάφορα σπίτια τους, διασφαλίζοντας ότι ο καθένας τους θα επιζούσε από τον πόλεμο.[6][8] Η οικογένειά της πρόσφερε επίσης κρυψώνες σε άλλους πρόσφυγες, συμπεριλαμβανομένων των δραπετών Σοβιετικών αιχμαλώτων πολέμου.[5][7] Για τις προσπάθειές τους, η αδερφή της, Μάρια, συνελήφθη από τους Γερμανούς το 1942 και από τον Μάρτιο έως τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους φυλακίστηκε στη φυλακή Πάβιακ. Τελικά, η οικογένεια δραπέτευσε από τη Βαρσοβία στα τελευταία στάδια της Εξέγερσης της Βαρσοβίας.[7]

Μετά το τέλος του πολέμου, η Οϊσανόφσκα σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Μαρία Κιουρί-Σκουοντόφσκα στο Λούμπλιν, πριν επιστρέψει στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας που άνοιξε ξανά, όπου έλαβε το πτυχίο της ως διδάκτορας κτηνιατρικών σπουδών το 1950. Εργαζόταν με αυτήν την επαγγελματική ιδιότητα από το 1947. Το 1960 πήρε το διδακτορικό της και το 1967 έκανε την υφηγεσία. Το 1978 έλαβε τον τίτλο της αναπληρώτριας καθηγήτριας στο Πανεπιστήμιο Επιστημών Ζωής της Βαρσοβίας.[5]

Στην αρχή της καριέρας της, η Οϊσανόφσκα επικεντρώθηκε σε ιογενείς ασθένειες σκύλων και αλεπούδων, όπως η μόρβα και νόσος του Ρούμπαρθ,[2] οι οποίες είχαν συζητηθεί στη διδακτορική της διατριβή Rozpoznanie serologiczne nosówki i epizootycznego zapalenia wątroby u psów i lisów (Ορολογική διάγνωση λοιμώξεων και επιζωοτικής ηπατίτιδας σε σκύλους και αλεπούδες, 1960).[10] Η δουλειά της είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη και την παραγωγή του πρώτου πολωνικού εμβολίου για την μόρβα.[5] Διεξήγαγε επίσης έρευνα για να καθορίσει την απαραίτητη δόση για προληπτικό εμβολιασμό κατά της λύσσας.[11] Άλλες αξιοσημείωτες έρευνές της αφορούσαν τα θέματα της ψευδολύσσας, καθώς και του βόειου ερπητοϊού τύπου 1.[5]

Η Οϊσανόφσκα ήταν συν-συγγραφέας του εγχειριδίου Choroby mięsożernych zwierząt futerkowych (Ασθένειες σαρκοφάγων γουνοφόρων ζώων). Ήταν μέλος της Πολωνικής Μικροβιολογικής Εταιρείας και της Πολωνικής Εταιρείας Κτηνιατρικών Επιστημών, όπου στην τελευταία ήταν διευθύντρια των τμημάτων της Βαρσοβίας και της επιζωοτολογίας.[5]

Το 1980, η Οϊσανόφσκα, μαζί με άλλους ακαδημαϊκούς, εντάχθηκαν στην ίδρυση του Ανεξάρτητου Αυτοδιοικούμενου Συνδικάτου Εργαζομένων στην Επιστήμη, την Τεχνολογία και την Εκπαίδευση (πολωνικά: Niezależny Samorządny Związek Zawodowy Pracowników Nauki, Techniki i Oświaty‎‎). Στην πρώτη τους συνάντηση, συμφώνησαν να ενώσουν το συνδικάτο τους με την Αλληλεγγύη σε μια προσπάθεια να προωθήσουν τη διαδικασία εκδημοκρατισμού.[12]

Κατά τη διάρκεια της καριέρας της, η Οϊσανόφσκα έλαβε πολλά βραβεία, όπως ο Χρυσός Σταυρός της Αξίας, ο Σταυρός του Ιππότη του Τάγματος της Αναγέννησης της Πολωνίας και το Τάγμα της Επιτροπής Εθνικής Παιδείας.[5] Με βάση την αφήγηση της Φραντσίσκα Τουσκ Σάινβεχσλερ, στις 6 Ιουνίου 1981, η Οϊσανόφσκα και η αδελφή της, Μάρια, αναγνωρίστηκαν από το Γιαντ Βασσέμ ως Δίκαιοι των Εθνών.[7][9]

Photograph of a tombstone
Ταφόπλακα της Οϊσανόφσκα-Ποπλέφσκα

Η Οϊσανόφσκα πέθανε στις 16 Ιουλίου 2001 στη Βαρσοβία και ενταφιάστηκε στο Κοιμητήριο Ποβόνσκι.[2][5]