Αλέξανδρος Κατακουζηνός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Αλέξανδρος Κατακουζηνός
Ο Αλέξανδρος Κατακουζηνός στην Ποικίλη Στοά του 1894
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Αλέξανδρος Κατακουζηνός (Ελληνικά)
Γέννηση16ιουλ. / 28  Μαρτίου 1824γρηγ.
Τεργέστη
ΘάνατοςΟκτώβριος 1892
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΕλληνικά
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
νέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυνθέτης
μουσικός
διευθυντής ορχήστρας
ποιητής[1]
ΕργοδότηςΩδείο Αθηνών[2]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Αλέξανδρος Κατακουζηνός (Τεργέστη 16 Μαρτίου 1824 - Αθήνα 1892) ήταν συνθέτης, χοράρχης, μελουργός, μουσικός παιδαγωγός και ποιητής.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στην Τεργέστη, όπου είχαν καταφύγει οι γονείς του από τη Σμύρνη λόγω της επανάστασης του 1821. Ήταν εγγονός του Διδάσκαλου του Γένους Κωνσταντίνου Κούμα. Σε ηλικία 16 ετών μελετούσε μουσική κοντά στον Δημήτριο Διγενή στην Αθήνα και κατόπιν συνέχισε στο Παρίσι και τη Βιέννη.

Μετά το πέρας των σπουδών του στη Βιέννη έκανε το πρώτο βήμα για την εισαγωγή της τετράφωνης μουσικής στην εκεί Ελληνική Εκκλησία, καταρτίζοντας χορωδία, την οποία διηύθυνε επιτυχώς επί δεκαεπτά συνεχή έτη. Στα 1861, έπειτα από πρόσκληση των ομογενών της Οδησσού, εισήγαγε την τετραφωνία στον εκεί Ναό της Αγίας Τριάδος, δημιουργώντας χορωδία που διηύθυνε μέχρι το 1870. Τότε ακριβώς, το 1870, εκλήθη στην Αθήνα από την βασίλισσα Όλγα για να οργανώσει την χορωδία του ανακτορικού παρεκκλησίου του Αγίου Γεωργίου. Τον πρώτο ανακτορικό χορό αποτελούσαν οι εξής: Θεόδ. Βαλέττας, Θεόδ Φέρμπος, Νικόλ. Φέρμπος, Αντώνιος Βόλκε, Αθ. Αμερικάνος και οι σοπράνοι Επ. Κοντιάδης, Δ. Ρόδιος, Κ. Θεανόπουλος, Ν. Ζαχαριάδης, Ι. Αποστόλου, και Β. Πετροζίνης. Θεωρείται λοιπόν ο κύριος εισηγητής του πολυφωνικού συστήματος στην Ελληνορθόδοξη Εκκλησία (μια και οι δύο προηγούμενες απόπειρες εναρμονίσεως του Βυζαντινού μέλους, που είχαν γίνει στην ελληνική παροικία της Βιέννης, ήσαν επί το πλείστον έργα Αυστριακών, με γνωστότερη αυτή του Ραντχάρτιγγερ). Ο Κατακουζηνός επεχείρησε να συγκεράσει την μελωδική αρμονία της Ευρωπαϊκής μουσικής με την παθητικότητα και το κάλλος της Εκκλησιαστικής μουσικής, συνθέτοντας δικά του έργα στα οποία διατήρησε πιστά το αρχαίο μέλος, ενώ ταυτόχρονα είναι κατάδηλη και η επίδραση της ρωσικής ορθόδοξης εκκλησιαστικής μουσικής.

Διετέλεσε, συν τοίς άλλοις, αφιλοκερδώς έφορος και καθηγητής του Ωδείου Αθηνών, που είχε συστηθεί περίπου εκείνη την εποχή, και δίδαξε ακόμη στο Αρσάκειο και σε ιδιωτικές σχολές. Αμισθί παρείχε την διδασκαλία σε πλείστους μουσικούς και ερασιτέχνες όπως οι: Ιωάννης Αποστόλου (1860-1904, τενόρος με λαμπρή καριέρα στην Ιταλία), Δημήτριος Ρόδιος.(τραγουδοποιός), Βασίλειος Πετροζίνης (βαθύφωνος), Χρήστος Στρουμπούλης (συνθέτης καντάδων), Θεμιστοκλής Πολυκράτης (σημαντικός συνθέτης τετράφωνης εκκλησιαστικής μουσικής), Σπυρίδων Σπάθης (συνθέτης εκκλησιαστικής μουσικής), Γεώργιος Παχτίκος (εθνομουσικολόγος, συνθέτης) κ. ά. Απεβίωσε τον Οκτώβριο του 1892 στην Αθήνα.

Το μουσικό του έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκτός από αυτή την αξιόλογη συμβολή του στην πρόοδο της μουσικής τέχνης στην Ελλάδα προέβη και στη σύνθεση πολλών έργων. Συνέθεσε πάνω σε δικούς του στίχους πολλά παιδικά τραγούδια, τρία μελοδράματα πάνω σε δικό του κείμενο: «Αρετούσα των Αθηνών» που παραστάθηκε με επιτυχία το 1861 στην Οδησσό, «Αντώνιο Φώσκορι», το οποίο δεν παρεστάθη, «Μαρία της Βρεταννίας», τη «Δοξολογία σε λα μείζονα» γνωστή και ως σύντομη ή μικρή, τη «Μεγάλη Δοξολογία» (Σε Ντο, που ψάλλεται και τώρα τις Κυριακές στον Άγιο Σπυρίδωνα της Κέρκυρας, καθώς και σε εθνικές επετείους και συναφείς τελετές στον Ναό του Αγίου Γεωργίου Καρύκη των Αθηνών από την ανδρική πολυφωνική χορωδία του εν λόγω ναού, την οποία ίδρυσε το 1896 ο Μαθητής του Κατακουζηνού Θεμιστοκλής Πολυκράτης), «Λειτουργικά» για τη Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, το τραγούδι «Πατρίς σε αφήνω», το ανέκδοτο «Πλήρες σύστημα έκκλησιαστικής μουσικής διά τετράφωνον μικτήν χορωδίαν» (που αργότερα μετέγραψε για ανδρική), «Αρμονική» (ανέκδοτο), σονάτες και τραγούδια, οι παρτιτούρες των οποίων δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά της εποχής κ. ά. Η εκκλησιαστική του μουσική, εξ αιτίας της κατανυκτικότητας και της μεγαλοπρέπειάς της, εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να ερμηνεύται σε ναούς της χώρας από χορωδίες.

Η συγγραφική του δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παράλληλα με τη μουσική ο Κατακουζηνός καλλιέργησε και την ποίηση. Δημοσίευσε τις ποιητικές συλλογές : «Το Σούλι», «Παίγνια ερωτικά» (1843, 1846, 1851), «Μύθοι» (1869), «Ο Πατριάρχης Γρηγόριος» (1871), «Ερωτικόν Χαρτοφυλάκιον», (1877), «Η θυγάτηρ του Τειρεσίου», «Ο υιός του Δημίου» (1879), «Λυρικά» (1879), «Ελεγεία» (1884), «Μούσα» (1892). Έναν χρόνο προ του θανάτου του, τύπωσε το πρώτο μέρος από την ποιητική του συλλογή «Ώραι ανέσεως» (1891). Οι αξιολογότεροί του στίχοι βρίσκονται στο «Ερωτικό Χαρτοφυλάκιο». Στην ποιήσή του κυριαρχούν ο ρομαντισμός, η φυσιολατρία, ο πατριωτικός τόνος, η θρησκευτική ευλάβεια και η αρχαιολατρία, ενώ φανερές είναι οι επιδράσεις από τον Ανακρέοντα, τον Χριστόπουλο και γενικότερα από τους Φαναριώτες. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι η αρχαΐζουσα. Συνεργάσθηκε και με την «Διάπλαση των Παίδων» και όπως προαναφέρθηκε ασχολήθηκε πολύ με την συγγραφή παιδικών ποιημάτων εκδίδοντας τα «Παιδικά Άσματα». Δική του σύνθεση είναι το ποίημα «Το αρνάκι» με τους πολύ γνωστούς στίχους «αρνάκι άσπρο και παχύ, της μάνας του καμάρι». Ορισμένα από τα παιδικά του ποιήματα είναι γραμμένα σε δημοτική, ή μάλλον στην καθομιλουμένη της εποχής. Λέγεται πως κάποτε ένας φίλος του τον ρώτησε γιατί γράφει ποιήματα όλο για παιδιά κι ο Κατακουζηνός απάντησε πως μόνον αυτά τον εννοούν· οι άλλοι ὑποκρίνονται. Ο Α. Κατακουζηνός λέγεται ότι απαγόρευσε την έκδοση και κυκλοφορία μουσικών έργων του, αντιδρώντας κατ’ αυτό τον τρόπο στις ζηλόφθονες επικρίσεις που γέννησαν οι μουσικές του επιτυχίες. Ενδιαφέρων είναι ο ορισμός που έδωσε για τη μουσική: «Δι’ όσους την εννοούν, δεν έχει ανάγκην ορισμού· δι’ όσους δεν την εννοούν, επίσης».

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Συναδινός Θεόδωρος, Ιστορία της Νεοελληνικής Μουσικής, 1824-1919. (1919)
  • Γιάννης Φιλόπουλος, Εισαγωγή στην ελληνική πολυφωνική εκκλησιαστική μουσική, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1990

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]