Αλ-Μουκταντί
αλ-Μουκταντί | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 24 Ιουλίου 1056 Βαγδάτη |
Θάνατος | 3 Φεβρουαρίου 1094 Βαγδάτη |
Χώρα πολιτογράφησης | Χαλιφάτο των Αββασιδών |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αραβικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ποιητής πολιτικός Χαλίφης |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Sifri Khatun (από 1072)[1] Mah-i Mulk Khatun (από 1082)[2] |
Τέκνα | Αλ-Μουσταζίρ d:Q125494021 |
Γονείς | Μουχαμάντ ιμπν αλ-Καΐμ |
Συγγενείς | Αλ-Καΐμ των Αββασιδών (παππούς) |
Οικογένεια | Αββασίδες |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Αββασίδης χαλίφης (1075–1094) |
Ο Αμπούλ-Κασίμ Αμπντ Αλάχ ιμπν Mουχαμάντ ιμπν αλ-Καΐμ (Αραβικά عبد الله بن محمد بن القائم), γνωστός περισσότερο με το βασιλικό όνομα αλ-Μουκταντί (αραβικά: المقتدي 'ο ακόλουθος' (1056 - Φεβρουάριο 1094) ήταν ο 27ος χαλίφης των Αββασιδών στη Βαγδάτη από το 1075 έως το 1094. Διαδέχτηκε τον παππού του 26ο χαλίφη Αλ Καΐμ το 1075.
Βιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γεννήθηκε από τον Μουχαμάντ Ντακιράτ, τον γιο του χαλίφη Αλ-Καΐμ, και μια Αρμένια σκλάβα, που ονομαζόταν Ουρτζουμάν.[3] Το πλήρες του όνομα ήταν ʿAbd Allāh ibn Muhammad ibn al-Qa'im και το από τον γιο του όνομα (kunia) ήταν Aμπούλ Κασίμ (δηλ. πατέρας τού Κασίμ). Γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου 1056.[4]
Όταν ο Αλ Καΐμ ήταν στην επιθανάτια κλίνη του το 1075, ο Φαχρ αντ Νταουλά[5] ανέλαβε την προσωπική του φροντίδα. Ο Αλ-Καΐμ δεν ήθελε να ακολουθήσει αιματοχυσία για τη διαδοχή, αλλά ο Φαχρ αντ Νταουλά θα το έκανε έτσι κι αλλιώς.[5] Πριν αποβιώσει, ο Αλ-Καΐμ συμβούλευσε τον εγγονό και διάδοχό του Αλ- Μουκταντί να κρατήσει την οικογένεια (banu) Τζαχίρ στη θέση της: "Δεν έχω δει καλύτερους ανθρώπους για τη θέση τού νταουλά από τον Ιμπν Τζαχίρ και τον γιο του. Μην τους απομακρύνεις". [5] Ο Αλ Μουχταντί ανέβηκε στον θρόνο στις 2 Απριλίου 1075.
Βλέπε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Μπανού Τζαχίρ, οικογένεια βεζιρών που ήταν εξέχοντες υπό τη βασιλεία του αλ-Μουκταντί.
Αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Ann Lambton: «Continuity and Change in Medieval Persia» (Αγγλικά) Όλμπανι. 1988. Ανακτήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2024. σελ. 259–69. ISBN-13 978-0-88706-133-2.
- ↑ Shawkat Toorawa: «Consorts of the Caliphs» (Αγγλικά) New York University Press. Νέα Υόρκη. 2017. Ανακτήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2024. σελ. 63. ISBN-13 978-1-4798-6679-3.
- ↑ Bennison, Amira K. (2009) The Great Caliphs: The Golden Age of the 'Abbasid Empire. Princeton: Yale University Press, p. 47. (ISBN 0300167989)
- ↑ Richards, D.S. (2014). The Annals of the Saljuq Turks: Selections from al-Kamil fi'l-Ta'rikh of Ibn al-Athir. Routledge Studies in the History of Iran and Turkey. Taylor & Francis. σελ. 187. ISBN 978-1-317-83255-3.
- ↑ 5,0 5,1 5,2 Hanne, Eric (2008). «The Banu Jahir and Their Role in the Abbasid and Saljuq Administrations». Al-Masaq 20 (1): 29–45. doi:. https://www.academia.edu/10968481. Ανακτήθηκε στις 22 March 2022.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- William Muir, Το Χαλιφάτο: η άνοδος, η παρακμή και η πτώση του.
- Boyle, J. A., επιμ. (1968). The Cambridge History of Iran, Volume 5. Cambridge University Press. σελ. 191. ISBN 978-0-521-06936-6.