Krautrock

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Krautrock
ΚαταγωγήΓερμανία
Τόπος γέννησηςΓερμανία
Μουσικά όργαναΚιθάραΜπάσοΝτραμς – ηλεκτρονικά όργανα
Συναφή είδηΡοκ
ΜουσικοίNeu!
Tangerine Dream
Can
Kraftwerk


Το Krautrock (προφέρεται κράουτ-ροκ) είναι ο γενικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει το μουσικό ρεύμα που εμφανίστηκε στη Γερμανία στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και ανέβηκε σε δημοτικότητα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970. Το πρώτο μισό της ονομασίας, το “Kraut”, προέρχεται από τη προσβλητική λέξη (the krauts, δε κράουτς, οι γερμανοί) που χρησιμοποιούν στην Αγγλία (αλλά και σε άλλα μέρη της Ευρώπης) για να αναφερθούν σε ένα “άνθρωπο με γερμανική καταγωγή” (προκύπτει από τη γερμανική λέξη “sauerkraut”, λάχανο τουρσί, ένα τυπικό γερμανικό φαγητό). Η ονομασία επινοήθηκε από το μουσικό Τύπο της Μεγάλης Βρετανίας, όπου το krautrock συνάντησε αρχικά ενθουσιώδη υποστήριξη από την τοπική ανεξάρτητη σκηνή. Συγκεκριμένα ο John Peel, ραδιοφωνικός παραγωγός του BBC, θεωρείται υπεύθυνος για την εξάπλωση του έξω από τα σύνορα των γερμανόφωνων περιοχών της Ευρώπης. Καθώς το μουσικό ρεύμα και τα συγκροτήματα που το εξέφραζαν γίνονταν πιο γνωστά και δημοφιλή, η λέξη krautrock έχασε την προσβλητική της χροιά και έγινε αποδεκτή στο αγγλόφωνο κόσμο, σαν απλή μουσική αναφορά.[1][2] Θα πρέπει να αναφερθεί ότι πολύ λίγα από τα συγκροτήματα του είδους αποδέχονται αυτό το χαρακτηρισμό. Ο Julian Cope για παράδειγμα, στο βιβλίο του Krautrocksampler, αναφέρει ότι «το Krautrock είναι ένα υποκειμενικό μουσικό φαινόμενο από την πλευρά της Βρετανίας, γιατί περιγράφει τον τρόπο που υποδέχτηκαν αυτή τη μουσική στο Ηνωμένο Βασίλειο και όχι την πραγματική μουσική σκηνή από τη Δυτική Γερμανία στην οποία βασίζεται». Σήμερα, μέλη του συγκροτήματος Faust απορρίπτουν με έμφαση το συγκεκριμένο όρο:

".... όταν οι άγγλοι άρχισαν να μιλάνε για Krautrock, νομίζαμε ότι μας κοροϊδεύουν... και όταν ακούμε για την «αναγέννηση του Krautrock», μας κάνει να πιστεύουμε ότι ό,τι κάναμε ήταν για το τίποτα".[3]

Το Krautrock είναι μια εκλεκτική και συχνά πολύ πρωτότυπη μίξη Αγγλικού και Αμερικανικού μετά-ψυχεδελικού jamming και progressive rock, η οποία δανείζεται ιδέες από τη σύγχρονη πειραματική κλασική μουσική (ειδικά από το συνθέτη Karlheinz Stockhausen, με τον οποίο, για παράδειγμα, είχαν μελετήσει οι Irmin Schmidt και Holger Czukay, μέλη των Can) και έχει πολλές επιρροές από νέες κατευθύνσεις που είχαν προκύψει στη jazz των δεκαετιών του 1960 και 1970. Οι μουσικοί του ρεύματος προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τον παραδοσιακό τρόπο δημιουργίας τραγουδιών και μελωδιών της rock μουσικής της Αμερικής και της Αγγλίας, ενώ κάποιοι από αυτούς οδηγήθηκαν προς πιο μηχανικούς και ηλεκτρονικούς ήχους. Το βασικό συστατικό που χαρακτηρίζει τα συγκροτήματα που ταυτίζονται με το συγκεκριμένο ρεύμα είναι η προσπάθεια σύνθεσης μουσικής που βασιζόταν μεν στο «κλασσικό» Αγγλο-αμερικανικό πρότυπο της rock and roll μουσικής αλλά με ταυτόχρονη διάθεση να αποστασιοποιηθούν από τα blues (στο οποίο βασίζεται το αμερικανικό rock) και να επενδύσουν σε πιο γερμανικές επιρροές και πηγές. Ο Jean-Herve Peron, μέλος των Faust, λέει χαρακτηριστικά:

«Προσπαθούσαμε να παραμερίσουμε οτιδήποτε είχαμε ακούσει από το rock ‘n’ roll, τις τρίχορδες δομές μελωδίας, τους στίχους. Θέλαμε να πούμε κάτι τελείως διαφορετικό»

Στη δεκαετία του 1970, διάφορα συγκροτήματα όπως οι Tangerine Dream, Faust, Can, The Petards, Amon Düül και άλλα, χαρακτηρίστηκαν ως κυριότεροι εκπρόσωποι του Krautrock. Σε αυτά προστέθηκαν γκρουπ όπως οι Neu!, οι Kraftwerk και οι Cluster, τα οποία είχαν συνεργαστεί με τους φημισμένους παραγωγούς και μηχανικούς ήχου Dieter Dierks και Conny Plank από την Κολωνία. Αυτά τα συγκροτήματα ανταποκρίθηκαν στις ήδη υπάρχουσες τάσεις δημιουργίας νέων μουσικών ρευμάτων και τη ανάπτυξης μιας διαφορετικής πολιτιστικής ταυτότητας από ότι υπήρχε μετά το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Κάποια συγκροτήματα ξεκίνησαν την πορεία τους χωρίς να έχουν καμιά επαφή με το rock and roll ή κάποιο ενδιαφέρον για αυτό. Η σταδιακή τους έκθεση σε προοδευτική και καινοτόμο, για την εποχή, μουσική άλλων καλλιτεχνών όπως οι Velvet Underground, οι Φρανκ Ζάπα, Τζίμι Χέντριξ και οι Beatles, οδήγησε αρκετούς μουσικούς, όπως μέλη των Can και των Kraftwerk να εντρυφήσουν σε πιο δημοφιλή ακούσματα, για πρώτη φορά στην καριέρα τους.

Ο χαρακτηριστικός ήχος του Krautrock ήταν rock μουσική με “κλασσικά” όργανα (κιθάρα, μπάσο, ντραμς) πλαισιωμένη με ηλεκτρονικά όργανα και μελωδίες, ενώ πολλές φορές τα τραγούδια ήταν δομημένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε σήμερα θυμίζουν ambient μουσική. Κάποια άλμπουμ περιείχαν μελωδίες με ρυθμό τόσο σταθερό και μονότονο που οι δημιουργοί του χρησιμοποιούσαν τον όρο “motorik”, μια λέξη αργκό που εννοιολογικά σημαίνει «μηχανική μουσική».

Στο τέλος της δεκαετίας του 1960, διάφορα κινήματα αντικομφορμιστών και χίπηδων στην Αμερική και τη Βρετανία κινούνταν μουσικά προς την ψυχεδέλεια, το heavy metal και το progressive rock, ενσωματώνοντας κοινωνικούς και πολιτικούς προβληματισμούς στους στίχους των τραγουδιών τους, για πρώτη φορά στην ιστορία της ποπ μουσικής. Το 1968 στην Ευρώπη υπήρχε μεγάλος αριθμός νεαρών και μορφωμένων ακροατών με παρόμοιους προβληματισμούς, λόγω των φοιτητικών κινημάτων της Γερμανίας και της Ιταλίας, σε συνδυασμό με τις εξεγέρσεις στη Γαλλία (Μάης του 1968). Ταυτόχρονα, η απειλή των πυρηνικών όπλων, η μόλυνση του περιβάλλοντος και διάφορες πολεμικές συγκρούσεις σε όλο τον πλανήτη είχαν προκαλέσει διαδηλώσεις διαμαρτυρίας και κινήματα ακτιβισμού. Η μουσική avant-garde φλέρταρε με τον ηλεκτρονικό ήχο από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, αλλά οι ρίζες της ηλεκτρονικής μουσικής απλώνονται μέχρι τον 19ο αιώνα.

Οι παραπάνω παράγοντες δημιούργησαν το υπόβαθρο για την επερχόμενη εκρηκτική εξάπλωση του μουσικού κινήματος που τελικά ονομάστηκε Krautrock, το οποίο ουσιαστικά ξεκίνησε από το φεστιβάλ γερμανικής μουσικής του Έσσεν, το 1968. Οι σύγχρονοι γερμανοί rock μουσικοί, όπως και οι συνάδελφοι τους στην Αμερική και τη Βρετανία, έπαιζαν διάφορες παραλλαγές ψυχεδελικής μουσικής. Η δική τους εκδοχή όμως, ήταν πολύ διαφορετική από τις υπόλοιπες γιατί ενσωμάτωνε αρκετά ενδιαφέροντα στοιχεία από την ηλεκτρονική avant-garde. Την ίδια χρονιά, το 1968, οι Hans-Joachim Roedelius, Klaus Schulze και Conrad Schnitzler δημιούργησαν τη Λέσχη Ελεύθερης Τέχνης Zodiac στο Βερολίνο, η οποία βοήθησε στην εξάπλωση της ψυχεδελικής rock μουσικής στη νεολαία. Στην αρχική του μορφή, το Krautrock ανήκε στην Ελεύθερη Τέχνη. Σύμφωνα με τις πρακτικές της, οι μουσικοί διένειμαν τους δίσκους τους δωρεάν σε διάφορα φεστιβάλ ελεύθερης τέχνης.

Τα επόμενα χρόνια εμφανίστηκαν αρκετά πρωτοποριακά γκρουπ. Το 1969 δημιουργήθηκαν οι Can, οι οποίοι ενσωμάτωσαν στοιχεία jazz στη μουσική τους (παράλληλα με τη μουσική σκηνή του Καντέρμπερι στην Αγγλία), και τον επόμενο χρόνο οι Kluster (αργότερα μετονομάστηκαν σε Cluster) άρχισαν να ηχογραφούν μουσική instrumental με ηλεκτρονικούς ήχους με έμφαση σε επαναλαμβανόμενα μοτίβα. Το 1970, οι Popol Vuh έγιναν το πρώτο συγκρότημα Krautrock που χρησιμοποίησε συνθεσάιζερ για να δημιουργήσει μουσική που αργότερα ονομάστηκε “kosmische musik”. Τα συγκροτήματα Tangerine Dream, Ash Ra Temple και οι Cosmic Jokers (και στα τρία συμμετείχε ο Klaus Schulze) θα ακολουθούσαν κατά πόδας τα επόμενα χρόνια. Επίσης, οι Faust χρησιμοποίησαν συνθεσάιζερ και επιδόθηκαν σε επεξεργασία των κασετών ηχογράφησης, βάζοντας τις βάσεις για το μελλοντικό noise rock.

Το 1972 κυκλοφόρησαν δύο άλμπουμ ευρωπαϊκού rock που ενσωμάτωναν ηλεκτρονική ψυχεδέλια με ήχους από την Ασία: το In Der Garten Pharaos των Popol Vuh και το Aum των Deuter. Ταυτόχρονα, κυκλοφόρησαν διπλά άλμπουμ από το είδος “komische music”, το Cyborg από τον Klaus Schulze και το Zeit από τους Tangerine Dream (με παραγωγό τον Dieter Dierks), ενώ το συγκρότημα Neu! στράφηκε στην έντονα ρυθμική μουσική. Προς τα μέσα της δεκαετίας, οι Kraftwerk, ένα από τα πιο γνωστά σχήματα της Γερμανίας, ηχογράφησε τα άλμπουμ Autobahn και Radio-Activity, τα οποία έθεσαν τις βάσεις για την εξέλιξη των ρευμάτων της electro και της techno προς το τέλος του αιώνα.

Το 1974 οι Tangerine Dream κυκλοφόρησαν το άλμπουμ Phaedra, το οποίο σηματοδότησε τη στροφή του group από το καθαρό Krautrock προς ένα πιο μελωδικό ήχο (αργότερα ονομάστηκε Σχολή του Βερολίνου). Την ίδια χρονιά, ο Klaus Schulze κυκλοφόρησε το Blackdance, το τελευταίο του Krautrock άλμπουμ, και στη συνέχεια ακολούθησε την πορεία των Tangerine Dream.

Επιρροή του Krautrock στις επόμενες γενιές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Krautrock επηρέασε αρκετά τη post-punk μουσική σκηνή, κυρίως καλλιτέχνες όπως οι The Fall και οι This Heat. Προς τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000, με την επαναφορά της ηλεκτρονικής μουσικής στο προσκήνιο, μια νέα γενιά καλλιτεχνών άρχισε να ενδιαφέρεται για τη γερμανική μουσική εκείνης της περιόδου, οπότε το Krautrock καθιερώθηκε στη συλλογική συνείδηση ως ένα αυτούσιο και ανεξάρτητο μουσικό στυλ. Γκρουπ όπως οι Stereolab, Laika, Mouse On Mars, Tortoise και Coil, οι οποίοι ασχολούνται με το post-rock και την electronica, αναφέρουν ως βασικές επιρροές τους συγκροτήματα του Krautrock.[4] Οι Radiohead έχουν διασκευάσει το τραγούδι των Can “Thief” και αναφέρουν τους Can, Neu! και Faust ως επιρροές τους. Οι Secret Machines όχι μόνο έχουν διασκευάσει το “(De Luxe) Immer Wielder” των Harmonia στο EP τους “The Road Leads Where It’s Lead”, αλλά έχουν παίξει και ζωντανά με τον Michael Rother.[5] Οι Porcupine Tree έχουν διασκευάσει το “Hallogallo” των Neu! ως demo για το άλμπουμ τους Signify. Οι Wilco φαίνεται να έχουν επηρεαστεί από το Krautrock, ειδικά στα άλμπουμ τους Yankee Hotel Foxtrot και A Ghost Is Born (συγκεκριμένα στο τραγούδι Spiders (Kidsmoke).[6] Σε συνεντεύξεις του, ο ηγέτης του συγκροτήματος Jeff Tweedy (τραγουδιστής, κιθαρίστας και στιχουργός) έχει δηλώσει το θαυμασμό του για γκρουπ όπως οι Can και οι Neu!. Ο Julian Cope έχει δηλώσει ότι το Krautrock τον έχει επηρεάσει πάρα πολύ και έχει γράψει το βιβλίο Krautrocksampler, το οποίο ασχολείται με το συγκεκριμένο θέμα.

Δείγματα Μουσικής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κυριότεροι Καλλιτέχνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Julian Cope, Krautrocksampler: One Head's Guide to the Great Kosmische Musik - 1968 Onwards, πρώτη έκδοση: 1995, Head Heritage, 140 σελίδες, ISBN 0-9526719-1-3

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]