Αρχιερατικό εγκόλπιο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το αρχιερατικό εγκόλπιο δεν θεωρείται άμφιο, αλλά έμβλημα του επισκοπικού βαθμού στην Ορθόδοξη Εκκλησία, στη θέα του οποίου τόσο οι ένστολοι όσο και οι φιλαρμονικές μπάντες αποδίδουν τιμές στρατηγού. Καθιερώθηκε με Βασιλικό Διάταγμα το 1856. Το εγκόλπιο συμβολίζει την αξία της καθαρής καρδιάς και τη σφραγίδα και την ομολογία της πίστης.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχιερατικό εγκόλπιο

Είναι ένα μεταλλικό εικόνισμα συνήθως ωοειδούς σχήματος, στολισμένο με πολύχρωμες πέτρες ή σμάλτα, που φέρεται με χρυσή αλυσίδα από το λαιμό του επισκόπου στο στήθος του πάντοτε, είτε ιερουργεί είτε όχι. Υπάρχουν δύο είδη εγκολπίων.

Τα πρώτα φέρουν την παράσταση της Θεοτόκου να κρατάει τον Ιησού και γι' αυτό, το εγκόλπιο ονομάζεται «Παναγία». Αυτού του είδους τα εγκόλπια φέρονται από όλους όσους κατέχουν τον τρίτο βαθμό της ιεροσύνης (δηλ. τους επισκόπους).

Τα δεύτερα, εικονίζουν τον Ιησού Χριστό να ευλογεί και να κρατάει το Ευαγγέλιο, οπότε σε αυτή την περίπτωση το εγκόλπιο ονομάζεται «Χριστός». Αυτά τα εγκόλπια φέρονται συμπληρωματικά κατά κύριο λόγο μόνο από προκαθήμενους Αυτοκεφάλων Εκκλησιών.

Κατά την Θεία Λειτουργία, ο αρχιερέας φέρει όσα εγκόλπια δικαιούται μαζί με τον επιστήθιο σταυρό. Είναι παράδοση όταν οι υποδιάκονοι ενδύουν το εγκόλπιο στον αρχιερέα, ο αρχιδιάκονος ή ο ενδυόμενος αρχιερέας να εκφωνεί την ακόλουθη προσευχή:

"Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θέος και πνεύμα ευθές εγκαίνιζον εν τοις εγκάτοις μου, πάντοτε νυν και αεί και εις του αιώνας των αιώνων. Αμήν".