Χρήστης:Germa

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βικιπαίδεια:Βαβέλ
el Αυτός ο χρήστης έχει ως μητρική γλώσσα την Ελληνική.
en-3 This user is able to contribute with an advanced level of English.
fr-4 Cet utilisateur parle français à un niveau comparable à la langue maternelle.
de-3 Dieser Benutzer spricht fließend Deutsch.
es-1 Este usuario puede contribuir con un nivel básico de español.
it-1 Questo utente può contribuire con un italiano di livello semplice.
Αναζήτηση χρηστών ανά γλώσσα

Είμαι 'Ελληνας. Μ'αρέσουν οι ξένες γλώσσες και η τηλεόραση. Μιλάω αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά. Στεναχωριέμαι για την μικρή παρουσία της Ελλάδας στη Βικιπαιδεία. Ελπίζω ότι στο μέλλον τα πράγματα θα είναι καλύτερα. Αυτό δε σημαίνει ότι έχω κάτι εναντίον άλλων γλωσσών. Όλες οι γλώσσες είναι ισότιμες μεταξύ τους. Αυτό καταδεικνύουν και οι αναρρίθμητες γλωσσικές αλληλλεπιδράσεις, τα δάνεια, τα αντιδάνεια μεταξύ τους που τις εμπλουτίζουν περισσότερο. Παρακολουθώ αδιάλειπτα δορυφορική τηλεόραση. Δυστυχώς, λόγω εργασίας, ο ελεύθερος χρόνος μου είναι περιορισμένος.

Άρθρα που θα ενδιέφεραν τον πατέρα μου. Βοηθήστε να δημιουργηθούν ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ - ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ - Μέσα μεταφοράς Σχεδόν όλα τα μέρη και τα εξαρτήματα αυτοκινήτου (αλερετούρ, αβάνς, αλκοτέστ, αμορτισέρ, αξεσουάρ, βαγκόν-λί, βαγκόν-ρεστοράν, βολάν, (άμαξα) βιζαβί, γρανάζι (engrenage) βουλκανιζατέρ, γκαζοζέν, γλασάρω, ντιστριμπιτέρ, δυναμό, εξπρές, ζιγκ-ζαγκ, ζιγκλέρ ή ζικλέρ, μοτέρ, καπό, καμιόνι, καμπριολέ, κλατάρω, κρεμαγιέρα, ταμπλό, παρμπρίζ, καλίμπρα, Καρμανιόλα (αποσαφήνιση), καροσερί, κοντέρ, κουπέ, κρεασιόν, λεβιές, λιμουζίνα, μαρκέ, πορτμπαγκάζ, μπουζί, μαρσπιέ ή μασπιές, μαρσάρω, μαρσάρισμα, μοτοκρός, μοτό, μοτοσικλέτα, μοτοσικλετιστής, μαρσπιέ, μουαγιέ, μπλοκάζ, μπλοκέ (διαφορικό), μπεκ (εγχυτήρας), μπενζίνα, μπουλόνι, αμπραγιάζ, ντίζα, ντεμπραγιάζ, ντελαπάρισμα, ντελαπάρω, οτομοτρίς, παρκόμετρο, πεντάλ, πορτ μπεμπέ, πετάλι, πιστολέ, πουάρ (βενζίνης), σαμπρέλα, σασμάν, ρεζερβουάρ, σούπερ, ρεκτιφιέ, ρελαντί, ρεπρίζ, ροντάρω, ροντάρισμα, σεβρό, σερβομοτέρ, σερβόφρενο, (φρένων), συσπανσιόν, σασί, σιλανσιέ, σοφέρ, σοφερίνα, σοφάρω, ταξί, ταμπούρο, τετ-α-κέ, τραμ, τρανσμισιόν, φλεξίμπλ, φρένο, φούιτ, καρμπιρατέρ,

H ελληνική Βικιπαίδεια έχει μόλις 234.584 άρθρα, ενώ ενδεικτικά η εσθονική 59.000+, η βουλγαρική 68.000+, η σλοβενική 70.000+, η σερβική 71.000+, η σλοβακική 105.000+, η τσεχική 119.000+, η ρουμανική 121.000+...

Το μεσκλάν[1] που στην διάλεκτο της Νίκαιας της Γαλλίας σημαίνει μίξη αποτελείται τουλάχιστον από πέντε διαφορετικές ποικιλίες ποτιστικών φυτών που καταναλώνονται σε σαλάτα (μαρούλι, σικορέ, ρόκα, ραντίκιο, βαλεριάνα κτλ. Μπορεί να προστεθεί μαρούλι λόλα, γλυστρίδα, σπανάκι ή ταραξάκο[2] Μπορεί να συνοδεύεται με φιν-ζερμπ και με ψιλοκομμένο σκόρδο.

Το μεσκλάν ή μεσκλέν εφευρέθηκε από τους καλόγερους του μοναστηριού του Cimiez[3] στην Νίκαια της Γαλλίας.


[4]

  1. [1]
  2. [2]
  3. [3]
  4. [...]