Μπαλέτα Μπολσόι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο θίασος από παράσταση του Χρυσόψαρου, 1900
Παράσταση του μπαλέτου Δον Κιχώτης του θιάσου Μπολσόι στο Παρίσι, 2011
Η λίμνη των κύκνων, 2006

Τα μπαλέτα Μπολσόι είναι ένας παγκοσμίως διάσημος ρωσικός θίασος με έδρα του το θέατρο Μπολσόι της Μόσχας. Ιδρύθηκαν το 1776 και είναι ένα από τα παλαιότερα συγκροτήματα μπαλέτου στον κόσμο αλλά και από τα πιο πολυπρόσωπα. Στις μέρες μας, απασχολεί συνήθως 220 χορευτές. Η πλειοψηφία των χορευτών προέρχεται από την Κρατική Ακαδημία Χορογραφίας της Μόσχας, γνωστή ως Ακαδημία Μπαλέτου Μπολσόι. Η Παγκόσμια Πρώτη του θρυλικού μπαλέτου Η λίμνη των κύκνων δόθηκε το 1877 από τα μπαλέτα Μπολσόι.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

18ος αιώνας - Δημιουργία του θιάσου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πρώτες παραστάσεις μπαλέτου στη Ρωσία δόθηκαν στο 2ο μισό του 17ου αιώνα. Το 1738 άνοιξε η πρώτη ρωσική σχολή μπαλέτου στην Αγία Πετρούπολη[1]. Η Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας, η οποία ανέλαβε τα ηνία της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από το 1762, ενθάρρυνε την άνθηση των γραμμάτων και των τεχνών. Σε αυτήν οφείλεται το διάταγμα τις 28ης (17ης με το παλαιό ημερολόγιο) Μαρτίου 1776, στο οποίο παραχωρούσε στον πρίγκιπα Π. Ουρούσωφ το προνόμιο να οργανώνει στη Μόσχα θεατρικές παραστάσεις. Ο Ιταλός χοροδιδάσκαλος Φιλίππο Μπεκκάρι[2] είχε αρχίσει να δίνει από το 1773 τα πρώτα μαθήματα στα παιδιά του ορφανοτροφείου της Μόσχας, τα οποία μέσα σε 3 (τρία) χρόνια ήταν έτοιμα να ξεκινήσουν τις παραστάσεις, αποτελώντας τον πρωταρχικό πυρήνα του συγκροτήματος από τον οποίον ξεπήδησαν τα μπαλέτα Μπολσόι. Στον αρχικό θίασο του θεάτρου Πετρόφσκυ (όπως αρχικά ονομαζόταν το θέατρο Μπολσόι) συμμετείχαν και πρώην δουλοπάροικοι-ηθοποιοί του Γκολόφκιν, ενός πλούσιου γαιοκτήμονα[3]. Στις αρχές ο θίασος περιελάμβανε μόνο 13 μουσικούς και συνήθως 30 καλλιτέχνες, οι οποίοι δεν χωρίζονταν ανά ειδικότητα: οι ηθοποιοί συμμετείχαν στις όπερες και οι τραγουδιστές και οι χορευτές έπαιρναν μέρος σε παραστάσεις πρόζας. Το 1785 ο θίασος έφτανε τα 80 μέλη, ενώ στις αρχές του 20ου αιώνα είχε φτάσει τα 500 και το 1990 ξεπερνούσε τα 900 άτομα, διαφόρων ειδικοτήτων, της όπερας και του μπαλέτου. Το όνομα άλλωστε του ίδιου του θεάτρου Μπολσόι στα ρώσικα σημαίνει Μεγάλο θέατρο.

Από το ξεκίνημά τους, τα ρώσικα μπαλέτα βασίστηκαν στην δυτικοευρωπαϊκή πολιτιστική κληρονομιά, αλλά ταυτόχρονα άντλησαν στοιχεία από την ρωσική κουλτούρα και τις λαϊκές παραδόσεις. Αυτό το πάντρεμα ίσχυσε τόσο στη θεματολογία των έργων όσο και στις χορογραφίες. Μια ευρεία γκάμα ρεπερτορίου χαρακτήριζε τα προγράμματα της εποχής αυτής. Στις αρχές του 18ου αιώνα επικρατεί το μπαλέτο-ντιβερτισμάν. Ήταν μια γιορτινή, χαρούμενη, φαντασμαγορική, χορευτική σουίτα με ασύνδετα μεταξύ τους νούμερα μπαλέτου, κωμικά σκετς, λαϊκούς χορούς και χορούς καρακτέρ.

19ος αιώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ιστορικά γεγονότα της εποχής επηρέασαν σιγά σιγά και τα θέματα των μπαλέτων. Μέσα από τις παραστάσεις των μπαλέτων άρχισαν να περνούν πατριωτικά μηνύματα σχετικά με τους Ναπολεόντειους Πολέμους και πιο συγκεκριμένα με τους αγώνες αναχαίτισης των Γάλλων κατά την Εκστρατεία στη Ρωσία. Τέτοια ήταν αρκετά από τα μπαλέτα που ανέβηκαν στη σκηνή του θεάτρου Μπολσόι όπως Γυναίκες Κοζάκοι (1811) και Η αγάπη της πατρίδας (1814) του Ιβάν Βάλμπρεχ και στη συνέχεια του Άνταμ Γκλουζκόφσκι Ο Θρίαμβος των Ρώσων (1816), Οι Κοζάκοι στο Ρήνο (1817) κ.ά. Ο Γκλουζκόφσκι ήταν ο πρώτος Maître de Ballet που εμπνεύστηκε από το ποίημα Ρουσλάν και Λιουντμίλα του Πούσκιν το 1821[4].

Στα μέσα του 19ου αιώνα, ακολουθώντας τις τάσεις της εποχής, το μπαλέτο στρέφεται στον ρομαντισμό. Το λυρικό περιεχόμενο της έξαρσης των συναισθημάτων είχε ανάγκη από νέα εκφραστικά μέσα: η τεχνική του χορού πάνω στις μύτες (sur les pointes), τα άλματα που προσπαθούσαν να μιμηθούν το πέταγμα των πουλιών, οι μακριές ψηλές αραμπέσκ και οι ατιτύντ[5] χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά. Τα μπαλέτα Συλφίδα του Σνάιτσχοφερ και Ζιζέλ είναι χαρακτηριστικά δείγματα αυτού του κινήματος. Οι Τατιάνα Καρπάκοβα, Κονσταντίν Μπογκντάνωφ, Ι. Νικίτιν και Γ. Σανκόφσκαγια είναι οι σπουδαιότεροι χορευτές στο Μπολσόι αυτήν την εποχή. Τη δεκαετία 1850 με 1860 μεσουρανεί ως κύριος χορογράφος και μέγας δάσκαλος του χορού καρακτέρ ο Φ. Μανοχίν. Το επάγγελμα του χορευτή αρχίζει να περνάει από τη μια γενιά στην άλλη και ολόκληρες οικογένειες εργάζονταν στο Μπολσόι, όπως οι Μανοχίν, οι Ντομασώφ και οι Γερμολώφ[6].

Τον 19ο αιώνα τα μπαλέτα του θεάτρου Μαριίνσκι της Αγίας Πετρούπολης, που ήταν εξάλλου η πρωτεύουσα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, επισκίαζαν τα μπαλέτα Μπολσόι. Το αριστοκρατικό, εκλεπτυσμένο και δυτικότροπο στυλ της Αγίας Πετρούπολης ερχόταν σε αντίθεση με το πιο φανταχτερό στυλ των μπαλέτων Μπολσόι, που συγχωνεύει το δράμα με το θέαμα σε μια αποθέωση της αφήγησης μέσα από ήρωες που εκτελούν υπερφυσικές επιδείξεις δεξιοτεχνικών ικανοτήτων. Στην Αγία Πετρούπολη δέσποζε, από τα μισά του 19ου αιώνα, μια από τις κορυφαίες μορφές του μπαλέτου, ο Γάλλος χορευτής και κατόπιν χορογράφος Μαριούς Πετιπά, ο οποίος ανέπτυξε το στυλ που έγινε γνωστό ως «κλασικό» μπαλέτο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της όχι και τόσο ένδοξης πορείας εκείνη την εποχή του Μπολσόι, είναι η παγκόσμια Πρώτη της Λίμνης των κύκνων το 1877, σε χορογραφία του Γιούλιους Ράιζινγκερ, παράσταση που στέφθηκε με αποτυχία. Αντιθέτως το 1895, με νέα χορογραφία από τους Πετιπά και Λεβ Ιβάνωφ, η παράσταση στο θέατρο Μαρίνσκι αποθεώθηκε, και με αυτήν την χορογραφία επικράτησε διεθνώς.

20ος αιώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περίοδος Αλεξάντερ Γκόρσκυ 1900-1924[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημαντική καμπή για τα μπαλέτα Μπολσόι ήταν η τοποθέτηση του Αλεξάντερ Γκόρσκυ ως Premier Maître de Ballet (επικεφαλής χορογράφος), ο οποίος κράτησε τα ηνία του θιάσου από το 1900 μέχρι το 1924. Ο Γκόρσκυ επέβαλε τον νατουραλισμό και τον ρεαλισμό στο μπαλέτο, έδωσε μεγαλύτερη έμφαση στη θεατρικότητα παρά στις τεχνικές ικανότητες, καταργώντας την αλαζονική επίδειξη των δεξιοτήτων, όπως τις πολλές στροφές ή τα μεγάλα άλματα. Στο έργο του είναι φανερές οι επιρροές των θεωριών του Στανισλάφσκι για τη υποκριτική. Χορογραφίες του (όπως στο μπαλέτο Δον Κιχώτης) εκτελούνται μέχρι τις μέρες μας.

Ρωσική Επανάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Οκτωβριανή Επανάσταση δεν ανέτρεψε μόνο το πολιτικό σκηνικό της χώρας, σηματοδότησε και την πορεία των τεχνών γενικότερα. Το 1917 το θέατρο Μπολσόι άνοιξε για πρώτη φορά τις πύλες του στην εργατική τάξη. Το 1918, για τον εορτασμό της πρώτης επετείου της Επανάστασης ανέβηκε το μπαλέτο Στένκα Ράζιν του Αλεξάντρ Γκλαζουνόφ σε χορογραφία Γκόρσκυ[7].

Στα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια ο θίασος αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες και έγιναν σκέψεις να κλείσει εντελώς το θέατρο Μπολσόι. Κάποιοι χορευτές και χορογράφοι βρέθηκαν έξω από τα σύνορα της νεοσύστατης Σοβιετικής Ένωσης και έπρεπε να γίνει γρήγορα κατάρτιση νέων στελεχών. Νέες καλλιτεχνικές τάσεις δημιούργησαν έντονες διαμάχες. Η κλασική κληρονομιά ήρθε σε αντιπαράθεση με το ρεύμα που υποστήριζε ότι το κλασικό μπαλέτο στην προεπαναστατική του μορφή έχει ξεπεραστεί. Νέες χορογραφικές εκφράσεις δημιουργήθηκαν, που εμπεριείχαν στοιχεία κλασικισμού αλλά και το επικό σοσιαλιστικό ύφος, το οποίο επικρατούσε στις τέχνες στη μετεπαναστατική Ρωσία. Σκηνοθέτες, μουσουργοί και χορογράφοι προσπαθούσαν να μεταφέρουν στη σκηνή τα μεγαλειώδη γεγονότα της εποχής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του νέου ρεπερτορίου είναι το μπαλέτο Η κόκκινη παπαρούνα, που ανέβηκε στο θέατρο Μπολσόι στις 14 Ιουνίου 1927 και είναι το πρώτο Σοβιετικό μπαλέτο με μοντέρνο επαναστατικό θέμα. Σιγά σιγά τα μπαλέτα Μπολσόι έγιναν η ναυαρχίδα της τέχνης του μπαλέτου στη Σοβιετική Ένωση. Από το 1923 ανέλαβε προϊστάμενος ορχήστρας του θεάτρου Μπολσόι ο Γιούρι Φάιερ, θέση που κράτησε μέχρι το 1963. Το όνομά του συνδέθηκε με πολλές αξιομνημόνευτες παραστάσεις του μπαλέτου στην μακρόχρονη θητεία του. Διεύθυνε την ορχήστρα σε 400 παραστάσεις της Λίμνης των κύκνων, ήταν ο μαέστρος της ορχήστρας στην παγκόσμια Πρώτη Της Σταχτοπούτας (1945) και του Πέτρινου λουλουδιού του Προκόφιεφ.

Από το 1925 μέχρι το 1930 Premier Maître de Ballet ονομάστηκε ο Βασίλι Τικομίρωφ, ο οποίος από το 1900 εργαζόταν στα Μπολσόι ως Maître de Ballet. Η δημιουργική εξέλιξη στο Μπολσόι ενισχύθηκε και από τα μπαλέτα που βασίζονταν σε λογοτεχνικά αριστουργήματα. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν τα μπαλέτα Η πηγή του Μπαχτσί Σαράι (1934) και Ο Αιχμάλωτος του Καυκάσου από τα ομώνυμα ποιήματα του Πούσκιν και Ταράς Μπούλμπα του Νικολάι Γκόγκολ, που ανέβηκαν σε χορογραφία του Ρόστισλαβ Ζαχάρωφ, ο οποίος το διάστημα 1936-1939 ανέλαβε Premier Maître de Ballet και μέχρι το 1960 παρέμεινε από τους κορυφαίους χορογράφους του Μπολσόι.

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου πολλές κρατικές υπηρεσίες της Μόσχας μεταφέρθηκαν για λόγους ασφαλείας στο Κούιμπισεφ, το ίδιο και ένα μεγάλο μέρος του θιάσου Μπολσόι[8]. Κάποιοι χορευτές πήγαν να πολεμήσουν, κάποιοι άλλοι έδιναν παραστάσεις στα μέτωπα για την ψυχαγωγία και ενθάρρυνση των στρατευμάτων και μόνο μια μικρή ομάδα έμεινε στη Μόσχα με επικεφαλής τον Μιχαήλ Γκαμπόβιτς, πρώτο σολίστ των Μπολσόι εκείνη την εποχή και κομισάριο του εθελοντικού τάγματος επιφυλακής και άμυνας στο εσωτερικό της Μόσχας. Το ιστορικό θέατρο έμεινε κλειστό αλλά κάποιες παραστάσεις δίνονταν στο παράρτημα του θεάτρου. Το 1942 το τμήμα του θιάσου που βρισκόταν στο Κούιμπισεφ παρουσίασε ένα καινούριο μπαλέτο, Τα Ερυθρά Πανιά σε μουσική Γιουρόφσκι και την επόμενη χρονιά η παράσταση μεταφέρθηκε στο Μπολσόι.

Περίοδος Λεονίντ Λαβρόφσκι 1944-1963[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1944 τη διεύθυνση των μπαλέτων ανέλαβε ο Λεονίντ Λαβρόφσκι, με στόχο τον εκμοντερνισμό του θιάσου. Το θέατρο Μπολσόι γιόρτασε το τέλος του πολέμου με τις πρεμιέρες των μπαλέτων του Προκόφιεφ Σταχτοπούτα (1945) και Ρωμαίος και Ιουλιέτα (1946). Τα μπαλέτα αυτά ανέδειξαν ακόμη περισσότερο την αξία της πρίμα μπαλαρίνας Γκαλίνα Ουλάνοβα.[9] . Η Ουλάνοβα, είχε σπουδάσει δίπλα στην Αγκριπίνα Βαγκάνοβα και εργαζόταν στα μπαλέτα Κίροφ (πρώην Μαριίνσκι) από το 1928. Στο παρελθόν είχε μετακληθεί στο Μπολσόι για πολλές παραστάσεις μέχρι που το 1944 πέρασε μόνιμα στο δυναμικό του Μπολσόι. Η ευαίσθητη προσωπικότητά της και η άψογη τεχνική της κατέληγαν σε μια εκφραστική και ερμηνευτική τελειότητα γεμάτες λυρισμό. Συγκλονιστικές θεωρήθηκαν και οι ερμηνείες ως Ζιζέλ, Αουρόρα και Μαρία στο μπαλέτο Η πηγή του Μπαχτσί Σαράι. Από το 1962 και για περισσότερα 30 χρόνια αφιερώθηκε στη διδασκαλία. Το 1949 ο Λαβρόφσκι παρουσίασε το μπαλέτο Το κόκκινο λουλούδι του Γκλιέρ, ο Ζαχάρωφ ανέβασε τον Μπρούτζινο καβαλάρη, επίσης του Γκλιέρ και ο Βαϊνόνεν τη Μιραντολίνα σε μουσική Σ. Βασιλένκο. Σημαντική επιτυχία γνώρισαν επίσης τα μπαλέτα Σουραλέχ (1955) σε μουσική Φάριντ Γιαρούλιν και χορογραφία Λ. Γιάκομπσον, Λαουρέντσια (1956) σε μουσική Λ. Κρέιν και χορογραφία Β. Τσαμπουκιάνι και Το πέτρινο λουλούδι (1959) σε μουσική Προκόφιεφ και χορογραφία Γιούρι Γκριγκορόβιτς. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο νέα αστέρια ανέτειλαν στο θιάσο, όπως ο Νικολάι Φαντέγετσεφ, η Νίνα Τιμοφέγεφα, η Ραΐσα Στρουτσκόβα, η Μαρίνα Κοντράτιεβα, η Λουντμίλα Μπογκομόλοβα και η σπουδαιότερη όλων, η Μάγια Πλισέτσκαγια[10]. Η Πλισέτσκαγια σπούδασε από μικρή στη Ακαδημία μπαλέτου του Μπολσόι και από 18 ετών εντάχθηκε στο θίασο. Την αποκάλεσαν Απόλυτη Πρίμα Μπαλαρίνα, αληθινή Βασίλισσα του Μπολσόι και ιερό τέρας του μπαλέτου. Ξεχωρίζει η ερμηνεία της στο Πέτρινο λουλούδι, ως Οντέτ και Οντίλ στη Λίμνη των Κύκνων (ο «θάνατο του κύκνου» θεωρείται σήμα κατατεθέν της) και ως Αουρόρα στην Ωραία Κοιμωμένη. Ενέπνευσε όσο λίγες χορεύτριες τις μεγάλες προσωπικότητες της τέχνης στην εποχή της. Ο Κουβανός Maître de Ballet Αλμπέρτο Αλόνσο χορογράφησε ειδικά για αυτήν τη Σουίτα Κάρμεν (1966), σε μουσική του συζύγου της, του συνθέτη και πιανίστα Ροντιόν Στσεντρίν. Ο Στσεντρίν έγραψε τη μουσική και για άλλη μια μεγάλη επιτυχία της, την Άννα Καρένινα (1972), όπου η Πλισέτσκαγια έκανε το ντεμπούτο της και ως χορογράφος. Ο Ρολάν Πετί εμπνεύστηκε για αυτήν Το Άρρωστο τριαντάφυλλο (1973), σε μουσική Γκούσταβ Μάλερ ενώ ο Μωρίς Μπεζάρ δημιούργησε το μπαλέτο Ισιδώρα (1976) και το Άβε Μάγια (1995). Αποσύρθηκε σε ηλικία 65 από το Μπολσόι αλλά μέχρι τον θάνατό της, σε ηλικία 89 ετών[11], δεν εγκατέλειψε ποτέ το μπαλέτο. Το 1983-4 διηύθυνε το μπαλέτο της Όπερας της Ρώμης και το 1987-1990 το Εθνικό Λυρικό Μπαλέτο της Ισπανίας.

Στη μετασταλινική εποχή τα μπαλέτα Μπολσόι άρχισαν να κάνουν παγκόσμιες περιοδείες με τεράστια επιτυχία και οι χορευτές τους χαρακτηρίστηκαν το καλύτερο εξαγώγιμο καλλιτεχνικό προϊόν της Σοβιετικής Ένωσης. Σε κάποιες από αυτές τις τουρνέ, χορευτές από διάφορα συγκροτήματα της Σοβιετικής Ένωσης αυτομόλησαν στη Δύση. Τα πιο ηχηρά ονόματα έφυγαν από τα μπαλέτα Κίροφ (Ρούντολφ Νουρέγιεφ, Νατάλια Μακάροβα, Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ κ.ά.). Και τα Μπολσόι είχαν τις απώλειές τους αλλά πιο περιορισμένες, όπως του Αλεξάντερ Γκοντούνοφ, του Λεονίντ Κουζλόφ και της συζύγου του Βαλεντίνας.

Περίοδος Γιούρι Γκριγκορόβιτς 1964-1995[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1964 τα ηνία πέρασαν στα χέρια του Γιούρι Γκριγκόροβιτς ο οποίος παρέμεινε σε αυτή τη θέση μέχρι το 1995. Ο Γκριγκορόβιτς είχε γεννηθεί και σπουδάσει στο Λένινγκραντ και ήταν σολίστ στα μπαλέτο Κίροφ μέχρι το 1962. Το 1965 ανέβασε το μπαλέτο Ο θρύλος της αγάπης σε μουσική Α. Μελίκωφ, με την χορογραφία που είχε κάνει για το ανέβασμά του στο Λένινγκραντ. Το μπαλέτο είναι ένας ύμνος στα ιδεώδη της γενναιοδωρίας, της αγάπης και του καθήκοντος. Ο Γκριγκορόβιτς μέσα από τις χορογραφίες του τόνισε τη σκιαγράφηση των χαρακτήρων και αναβίωσε τον χορό συνόλου και πλήθους[12]. Αντιπροσωπευτικό δείγμα της δουλειάς του Γκριγκόροβιτς είναι το μπαλέτο «Σπάρτακος» σε μουσική Αράμ Χατσατουριάν. Ο Σπάρτακος πρωτοανέβηκε στη σκηνή του Μπολσόι το 1958 (η παγκόσμια Πρώτη δόθηκε το 1956 στο Λένινγκραντ), σε χορογραφία Ιγκόρ Μοϊσέγεφ αλλά το ανέβασμα του μπαλέτου το 1968 σε χορογραφία Γκριγκόροβιτς γνώρισε την αποθέωση και καθιερώθηκε ως σήμα κατατεθέν του θιάσου. Τον ρόλο του Σπάρτακου είχε επωμισθεί ο Βλαντίμιρ Βασίλιεφ. Η συνεργασία του Γκριγκορόβιτς με τον Βασίλιεφ υπήρξε ιδιαίτερα γόνιμη και έδωσε εξαιρετικά αποτελέσματα, όπως στα μπαλέτα Το πέτρινο Λουλούδι, Ο Καρυοθραύστης (1966), ο Ιβάν ο Τρομερός (1975), Άνγκαρα (1976, βασισμένο στο έργο του Αλεξέι Αρμπούζοφ Μια ιστορία του Ιρκούτσκ) κ.ά. Με το μπαλέτο Ίκαρος (1971) σε μουσική Σ. Σλονίμσκι, ο Βασίλιεφ έκανε το ντεμπούτο και ως χορογράφος. Καινούρια αστέρια προσθέτονταν συνεχώς στο θίασο, όπως η Αικατερίνα Μαξίμοβα, η Νατάλια Μπεσμέρτνοβα, ο Μπόρις Ακίμωφ, η Λουντμίλα Σεμενιάκα και πολλοί άλλοι.

Μετασοβιετική εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό και η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης προκάλεσαν τριγμούς και στο θέατρο Μπολσόι. Η κυβερνητική χρηματοδότηση μειώθηκε και τα οικονομικά προβλήματα έκαναν δύσκολη τη διαχείριση του θεάτρου. Το 1995 ο Γκριγκορόβιτς απομακρύνθηκε από τη θέση που κατείχε για περισσότερα από 30 χρόνια και ανέλαβε ο Βλαντίμιρ Βασίλιεφ. Το 1998 ο Βασίλιεφ αντικαταστάθηκε από τον Αλεξέι Φαντέγετσεφ. Το 2000 ανέλαβε ο Μπορίς Ακίμωφ και το 2004 ο Αλεξέι Ρατμάνσκυ. Ο πυρήνας του ρεπερτορίου εξακολουθεί να αποτελείται από τα κλασικά μπαλέτα όπως η Ζιζέλ, η Λίμνη των Κύκνων, ο Καρυοθραύστης κά. σε κλασικές χορογραφίες αλλά με τον Ρατμάνσκυ το πεδίο διευρύνθηκε σημαντικά συμπεριλαμβάνοντας χορογραφίες του Ζορζ Μπαλανσίν, του Κρίστοφερ Γουίλντον, του Ρολάν Πετί και άλλων. Εισάγονται συνεχώς μοντέρνα έργα αλλά αξιοποιείται και το παρελθόν όπως στην περίπτωση του παλιού σοβιετικού μπαλέτου Αστραφτερό ρυάκι, του 1935, σε μουσική Ντμίτρι Σοστακόβιτς, ανεβασμένο με νέα χορογραφία και του έργου Οι φλόγες του Παρισιού , των Βασίλι Βαϊνόνεν και Μπόρις Ασάφιεφ του 1932. Το 2009 καλλιτεχνικός διευθυντής ανέλαβε ο Γιούρι Μπουρλάκα και το 2011 ο Σεργκέι Φίλιν. Από το Μάρτιο του 2016 τη διεύθυνση των μπαλέτων Μπολσόι έχει ο Μαχάρ Βαζίεφ, ο οποίος από το 2009 διεύθυνε το μπαλέτο της Σκάλας του Μιλάνου.

Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει και για τους σκηνογράφους που συνέβαλαν με την τέχνη τους στις μεγαλειώδεις παραστάσεις του θιάσου. Οι κυριότεροι σκηνογράφοι του πρόσφατου παρελθόντος είναι οι Β. Ρίντιν, Ε. Στένμπεργκ, Α. Γκοντσάρωφ, Μπ. Μεσερέρ, Β. Λεβεντάλ και Σ. Βιρσαλάτζε[13].

Δομή του θιάσου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι χορευτές του Μπολσόι, που επί του παρόντος είναι περίπου 220, χωρίζονται στις εξής κατηγορίες: (16) κορυφαίοι (principals), (10) κορυφαίοι σολίστ (principals solists) , (16) Α' σολίστ (first soloists), (20) σολίστ (soloists), συνεργαζόμενοι και λόγω του αυξημένου αριθμού παραστάσεων, υπάρχουν 2 Corps de Ballet. Ο θίασος διοικείται από τον διευθυντή του μπαλέτου και ακολουθούν ο Ballet Master και οι Ballet Master-repetiteurs, που διδάσκουν τις χορογραφίες και παρακολουθούν τις πρόβες. Ο θίασος πλαισιώνεται από μάνατζερ, διευθυντές παραγωγής, διευθυντές κάστινγκ, μουσικούς, μασέρ και διοικητικό προσωπικό. Το μπαλέτο είναι το ένα σκέλος του θεάτρου Μπολσόι, το άλλο είναι η όπερα, συνολικά το θέατρο απασχολεί περίπου 3000 προσωπικό. Το γενικό πρόσταγμα ανήκει στον διευθυντή του θεάτρου.

Διάσημοι χορευτές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μάγια Πλισέτσκαγια στο μπαλέτο Ρωμαίος και Ιουλιέτα, 1961
Ο Βλαντίμιρ Βασίλιεφ στο μπαλέτο Ο Καρυοθραύστης,1966

Ίντριγκες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Μπολσόι, μπορεί να έχει χαρακτηριστεί το διαμάντι στο στέμμα της Ρωσίας, αλλά όσο λαμπερό κι αν μοιάζει δεν παύει να έχει και τη σκοτεινή του πλευρά. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των χορευτών δημιουργεί ίντριγκες, δολοπλοκίες, άσβεστα μίση και φοβερές ιστορίες εκδίκησης. Σπασμένα γυαλιά μέσα στις πουέντ, καρφίτσες μέσα στις στολές και άλλες μικρές ή μεγάλες κακίες συνοδεύουν την επίσημη ιστορία του θιάσου. Όταν το 1848 ο διευθυντής των Αυτοκρατορικών θιάσων έστειλε την ερωμένη του Γιελένα Αντρεγιάνοβα, μπαλαρίνα του θεάτρου Μαριίνσκι, να χορέψει στο Μπολσόι, το κοινό της Μόσχας ένιωσε προσβεβλημένο και αντί για λουλούδια, στο τέλος της παράστασης, της πέταξε μια νεκρή γάτα. Στην αυτοβιογραφία της η Πλισέτσκαγια αναφέρει ομηρικούς παρασκηνιακούς καβγάδες μεταξύ των χορευτών. Οι πρόσφατες περιπτώσεις είναι ακόμη πιο σοβαρές[14]. Η Αναστάζια Βολοτσκόβα, όταν απολύθηκε από τον θίασο το 2003 με την κατηγορία ότι ήταν πολύ βαριά, αποκάλυψε ότι μέλη του θιάσου εξαναγκάζονται, για να πάρουν καλούς ρόλους, να γίνονται συνοδοί πλούσιων χορηγών και ισχυρών πολιτικών[15]. Η διεύθυνση του θιάσου διέψευσε κατηγορηματικά τους ισχυρισμούς της Βολοτσκόβα. Στις 17 Ιανουαρίου 2013 ο καλλιτεχνικός διευθυντής Σεργκέι Φίλιν δέχθηκε επίθεση με οξύ στο πρόσωπο από έναν μασκοφόρο. Έχασε την όραση από το ένα μάτι και υποβλήθηκε σε 20 εγχειρίσεις για την αποκατάσταση του προσώπου του. Ένοχος κρίθηκε ο χορευτής Πάβελ Ντμιτριτσένκο, ο οποίος σύμφωνα με τις επίσημες πηγές οργάνωσε την επίθεση γιατί η φίλη του δεν προτιμήθηκε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη Λίμνη των κύκνων. Καταδικάστηκε σε 6 χρόνια φυλακή[16].

Ακαδημία Μπαλέτου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Κρατική Ακαδημία Χορογραφίας της Μόσχας, γνωστή μέχρι το 1961 ως Ακαδημία Μπαλέτου Μπολσόι[17], είναι ένας από τους παλαιότερους παιδαγωγικούς θεσμούς χορού στη Ρωσία. Δημιουργήθηκε το 1763 στο ορφανοτροφείο της Μόσχας αλλά τα πρώτα μαθήματα ξεκίνησαν το 1773. Από αυτήν την Ακαδημία παίρνουν τους περισσότερους χορευτές τους τόσο τα μπαλέτα Μπολσόι όσο και οι άλλοι ρωσικοί θίασοι. Περιλαμβάνει τα τμήματα κλασσικού μπαλέτου γυναικών, κλασσικού μπαλέτου ανδρών, ντουέτων, μπαλέτου καρακτέρ, σύγχρονου μπαλέτου, λαϊκών χορών, χορογραφίας και επιστήμης του χορού[18]. Ετήσιες οντισιόν γίνονται από την Ακαδημία για την εισαγωγή νέων φοιτητών[19]. Τα παιδιά μεταξύ 9 και 18 ετών, εκτός από την αυστηρή εκπαίδευση στο μπαλέτο, παρακολουθούν τα αντίστοιχα με την ηλικία τους παιδαγωγικά μαθήματα. Η Ακαδημία παρέχει στους μαθητές της μία από τις καλύτερες εγκαταστάσεις κατάρτιση χορού στον κόσμο. Διαθέτει είκοσι μεγάλα στούντιο με επαγγελματικό αντιολισθητικό πάτωμα, ψηλοτάβανα στούντιο για τα μαθήματα Pas de Deux, δύο διαφορετικά επίπεδα με μπάρες μπαλέτου για μικρά παιδιά και ενήλικες, χώρους μελέτης, αίθουσα φυσιοθεραπείας και αποδυτήρια με ντους. Η διεθνής φήμη της σχολής προσελκύει σπουδαστές και από άλλα κράτη εκτός Ρωσίας, από τους σχεδόν 750 σπουδαστές της, περίπου το 10% προέρχεται από το εξωτερικό [20].

Τα μπαλέτα Μπολσόι και η Ελλάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο θίασος των Μπολσόι στο Ηρώδειο, 19 Σεπτεμβρίου 2017

Στις παγκόσμιες τουρνέ τους, τα μπαλέτα Μπολσόι έχουν επισκεφθεί αρκετές φορές την Ελλάδα και έχουν δώσει πολλές παραστάσεις στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών, μάλιστα είναι το δεύτερο σε συχνότητα εμφανίσεων συγκρότημα στο Ηρώδειο έπειτα από αυτό του Μωρίς Μπεζάρ[21]. Η πρώτη τους εμφάνιση στο αθηναϊκό κοινό έγινε με το μπαλέτο Σπάρτακος (σε χορογραφία Γκριγκορόβιτς), του οποίου δόθηκαν 4 παραστάσεις, στις 16, 17,18 και 27 Αυγούστου 1977[22], με σολίστ εναλλάξ στον ομώνυμο ρόλο τους Β. Βασίλιεφ, Γιούρι Βλαντιμίροφ[23] και Μιχαήλ Λαβρόφσκι[24] (γιο του Λεονίντ Λαβρόφσκι). Στις 21, 22, 24 και 28 Αυγούστου ανέβασαν τη Λίμνη των κύκνων με τις Λ. Σεμενιάκα, Σ. Αντιρκάγιεβα και Ν. Μπεσμέρτνοβα εναλλάξ στο ρόλο του κύκνου. Στις 25 και 26 Αυγούστου ανέβηκε η Ζιζέλ με τις Λ. Σεμενιάκα και Ν. Μπεσμέρτνοβα εναλλάξ στον ομώνυμο ρόλο. Ενδιάμεσα, στις 19 και στις 23 Αυγούστου η ορχήστρα του θεάτρου Μπολσόι έδωσε συναυλίες με μαέστρο των Αλεξάντερ Λαζάρεφ. To 1979[25], από 16 έως 19 Αυγούστου ανέβηκε στο Ηρώδειο το μπαλέτο του Σεργκέι Σλονίμσκι[26] Ίκαρος, με το Β. Βασίλιεφ στον ομώνυμο ρόλο.

Στις 24 και 25 Αυγούστου 1988[27] παρουσιάστηκε στο Ηρώδειο το μπαλέτο Ρωμαίος και Ιουλιέτα με τους Μ. Λιέπα και Ι. Μουχαμέντοφ, στο ρόλο του Ρωμαίου και τις Λ. Σεμενιάκα και Ν. Ανανιασβίλι στο ρόλο της Ιουλιέτας. 27 και 28 Αυγούστου παρουσιάστηκαν αποσπάσματα από διάφορα διάσημα έργα. Το 1989[28] ήταν η σειρά της Ακαδημίας των Μπαλέτων Μπολσόι να δώσει 4 παραστάσεις στο Ηρώδειο. Το 1991[29], στις 26 και 27 Ιουνίου παρουσίασαν τη Ζιζέλ, στις 29 και 30 Ιουνίου τη Λίμνη των κύκνων. Τον Ιούνιο του 1995[30] επέστρεψε η Ακαδημία μπαλέτου για 2 παραστάσεις. Στις 29 και 31 Ιουλίου 2002[31] ανέβηκε ο Σπάρτακος με τους Ντ. Μπελογκολοβτσέβ και Γιούρι Κλέφτσοφ[32] στον ομώνυμο ρόλο, ενώ στις 30 Ιουλίου παρουσίασαν τη Ζιζέλ. Το κοινό του Ηρωδείου είχε την ευκαιρία να χειροκροτήσει και πάλι το θίασο των Μπολσόι στις 19 και 20 Σεπτεμβρίου 2017 (αφού είχε προηγηθεί μια παράσταση στη Θεσσαλονίκη στις 17 Σεπτεμβρίου). Η παράσταση ήταν μια παραγωγή του θεάτρου Μπολσόι για τα 75 χρόνια του κορυφαίου χορευτή και χορογράφου Μιχαήλ Λαβρόφσκι. Το πρόγραμμα περιελάμβανε χορογραφίες του Λαβρόφσκι όπως ο Καζανόβας (ο Ίγκορ Τσβίρκο στον ομώνυμο ρόλο), ο Νιζίνσκι (ο Ιβάν Βασίλιεφ στον ομώνυμο ρόλο) και η Ρωσίδα Μπαλαρίνα και αποσπάσματα από έργα σε ρόλους των οποίων είχε δοξαστεί παλιότερα ο ίδιος, όπως ο Σπάρτακος και ο Δον Κιχώτης[33]. Οι επισκέψεις των Μπολσόι στην Ελλάδα είχαν κι ένα τραγικό δυστύχημα. Σε μια εκδρομή στην Επίδαυρο, το πρώτο βιολί της Ορχήστρας, παρασυρμένο από την ομορφιά του ηλιοβασιλέματος, πέφτει σ' έναν γκρεμό. Η Ορχήστρα θα παίξει το ίδιο βράδυ, μ' ένα μπουκέτο λουλούδια στην κενή θέση[34].

Μερικές από τις πιο πρόσφατες επισκέψεις τους είναι επίσης: οι παραστάσεις του Καρυοθραύστη από χορευτές της Ακαδημίας στο θέατρο Badminton το 2015, οι παραστάσεις των μπαλέτων Η κακοφυλαγμένη κόρη και Ο καρυοθραύστης από τους χορευτές της Ακαδημίας στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών το 2010, όπως επίσης και συμμετοχές μεμονωμένων χορευτών του θιάσου Μπολσόι σε γκαλά χορού. Τον Αύγουστο του 1983 η Μάγια Πλισέτσκαγια χόρεψε στο Ηρώδειο με το θίασο του μπαλέτου της Λιθουανίας. Την Ελλάδα έχει επισκεφθεί και το συγκρότημα που ίδρυσε ο Γιούρι Γκριγκορόβιτς[35] μετά την αποχώρησή του από το Μπολσόι. Ο Ιρέκ Μουχαμέντοφ[36], πρώτος χορευτής στα Μπολσόι τη δεκαετία του '80, διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής του Μπαλέτου της ΕΛΣ από το 2007 έως το 2010 και χορογράφησε τα χοροδράματα Ζιζέλ (2007/08) και Ευγένιος Ονιέγκιν (2008/09, 2009/10). Στις 20-22 Απριλίου 2018 6 χορευτές[Σημ 1] των Μπολσόι μαζί με 6 χορευτές[Σημ 2] του θεάτρου Μαριίνσκι έδωσαν παραστάσεις στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με 12 διάσημα pas de deux από διάφορα μπαλέτα όπως η Ζιζέλ, ο Δον Κιχώτης, η Λίμνη των κύκνων κ.ά. Οι παραστάσεις είχαν τον τίτλο "Ο χορός είναι η ζωή μου"[37]. ΄

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Μαρία Αλεξαντρόβα, Ξένια Ζιγκάνσινα, Αναστασία Γκοριάτσεβα, Αλεξάντρ Βολτσκόβ, Βλάντισλαβ Λαντράτοβ και Ρουσλάν Σκβορτσόβ
  2. Εκατερίνα Οσμόλκινα, Κριστίνα Σαπράν, Οξάνα Μποντάρεβα, Τιμούρ Ασκέροβ, Φίλιπ Στέπιν και Κωνσταντίν Σβέρεβ

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Διεύθυνση θεατρικού μουσείου Α.Α. Μπαχρούσιν (1984). Σελίδες από το Ρώσικο και Σοβιετικό μπαλέτο. Αθήνα: Υπουργείο Πολιτισμού. 
  2. Sanjoy Roy (20 Ιουλίου 2010). «The Bolshoi ballet: a step-by-step guide to dance». The Guardian. http://www.theguardian.com/stage/2010/jul/20/bolshoi-ballet-guide-dance. Ανακτήθηκε στις 4 Απριλίου 2016. 
  3. Γιούρι Γκριγκόροβιτς, Βίκτωρ Βανσλώφ (1989). Το μπαλέτο Μπολσόι. Αθήνα: εκδ. Γνώση, μτφ. Αλέξης Κωστάλας. σελ. 32. ISBN 960-235-006-7. 
  4. Γιούρι Γκριγκόροβιτς, Βίκτωρ Βανσλώφ, 1989, σελ.33
  5. Craig Dodd (1993). Εγκόλπιον του καλού μπλοφαδόρου για το μπαλέτο. Αθήνα: εκδ. Δίαυλος, μτφ. Αλέξης Κωστάλας. σελ. 103. ISBN 960-7140-47-8. 
  6. Γιούρι Γκριγκόροβιτς, Βίκτωρ Βανσλώφ, 1989, σελ.40
  7. Γιούρι Γκριγκόροβιτς, Βίκτωρ Βανσλώφ, 1989, Εισαγωγή Γ. Γκριγκόροβιτς, σελ.19
  8. Ντάρια Γκονζάλες (8 Μαΐου 2012). «Κοντσέρτα για πολυβόλα». Η Σύγχρονη Ρωσία. Ανακτήθηκε στις 21 Απριλίου 2016. [νεκρός σύνδεσμος]
  9. Κλημεντίνη Βουνελάκη (29 Μαρτίου 1998). «Η τελευταία φούγκα μιας μεγάλης μπαλαρίνας». Το Βήμα. http://www.tovima.gr/relatedarticles/article/?aid=97806. Ανακτήθηκε στις 21 Απριλίου 2016. 
  10. Βαγγέλης Βαγγελάτος (6 Απριλίου 2011). «Και στα 86 Μάγια κάνει». Ελευθεροτυπία. http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=265632. Ανακτήθηκε στις 25 Απριλίου 2016. 
  11. «Μάγια Πλισέτσκαγια: Ο κύκνος πέταξε για αλλού». Η Αυγή. 5 Μαΐου 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2015-05-07. https://web.archive.org/web/20150507074621/http://www.avgi.gr/article/5512840/magia-plisetskagia-o-kuknos-petaxe-gia-allou. Ανακτήθηκε στις 21 Απριλίου 2016. 
  12. Γιούρι Γκριγκόροβιτς, Βίκτωρ Βανσλώφ, 1989, σελ.53
  13. Γιούρι Γκριγκόροβιτς, Βίκτωρ Βανσλώφ, 1989, σελ.59
  14. Miriam Elder (22 Μαρτίου 2011). «Bolshoi rocked by scandal and intrigue». The Guardian. http://www.theguardian.com/stage/2011/mar/22/bolshoi-rocked-by-scandal. Ανακτήθηκε στις 27 Μαρτίου 2016. 
  15. «Bolshoi ballet was 'giant brothel' claims former dancer». BBC. 20 Μαρτίου 2013. Ανακτήθηκε στις 27 Απριλίου 2016. 
  16. «Η σκοτεινή πλευρά των μπαλέτων Μπολσόι». Το Βήμα. 21 Ιανουαρίου 2013. http://www.tovima.gr/world/article/?aid=494157. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2016. 
  17. «Bolshoi Ballet». Encyclopædia Britannica. Ανακτήθηκε στις 4 Απριλίου 2016. 
  18. Τουλάτου Ίσμα Μ. (28 Νοεμβρίου 2004). «Έρχεται η μεγάλη των Ρώσων σχολή». Το Βήμα. http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=162666. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2016. 
  19. «Ακαδημία Μπαλέτου Μπολσόι». Ανακτήθηκε στις 4 Απριλίου 2016. 
  20. Γιώργος Μητρόπουλος (9 Μαρτίου 2016). «Μια Αμερικανίδα στα Μπολσόι». euronews. Ανακτήθηκε στις 4 Απριλίου 2016. 
  21. «"Χορός" συντάκτρια Κλημεντίνη Βουνελάκη». 50 χρόνια Φεστιβάλ Αθηνών, Επετειακή έκδοση. Αθήνα: Φεστιβάλ Αθηνών. 2005. σελ. 139. 
  22. Φεστιβάλ Αθηνών 1955-2005. Αθήνα: Φεστιβάλ Αθηνών. 2005. σελ. 104. 
  23. «Yuri Vladimirov». Επίσημη ιστοσελίδα θεάτρου Μπολσόι. Ανακτήθηκε στις 3 Αυγούστου 2016. 
  24. «Mikhail Lavrovsky». Επίσημη ιστοσελίδα θεάτρου Μπολσόι. Ανακτήθηκε στις 3 Αυγούστου 2016. 
  25. Φεστιβάλ Αθηνών 1955-2005. Αθήνα: Φεστιβάλ Αθηνών. 2005. σελ. 111. 
  26. «Sergei Sloniksky». Classical Music. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Απριλίου 2001. Ανακτήθηκε στις 3 Αυγούστου 2016. 
  27. Φεστιβάλ Αθηνών 1955-2005. Αθήνα: Φεστιβάλ Αθηνών. 2005. σελ. 148. 
  28. Φεστιβάλ Αθηνών 1955-2005. Αθήνα: Φεστιβάλ Αθηνών. 2005. σελ. 151. 
  29. Φεστιβάλ Αθηνών 1955-2005. Αθήνα: Φεστιβάλ Αθηνών. 2005. σελ. 159. 
  30. Φεστιβάλ Αθηνών 1955-2005. Αθήνα: Φεστιβάλ Αθηνών. 2005. σελ. 175. 
  31. Φεστιβάλ Αθηνών 1955-2005. Αθήνα: Φεστιβάλ Αθηνών. 2005. σελ. 204. 
  32. «Yuri Klevtsov». Επίσημη ιστοσελίδα θεάτρου Μπολσόι. Ανακτήθηκε στις 3 Αυγούστου 2016. 
  33. Ματούλα Κουστένη (16 Σεπτεμβρίου 2017). ««Αγαπώ τον χορό, δεν αγαπώ τους τίτλους»». Εφημερίδα των Συντακτών. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-09-19. https://web.archive.org/web/20170919005327/http://www.efsyn.gr/arthro/agapo-ton-horo-den-agapo-toys-titloys. Ανακτήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2017. 
  34. «"Μια φορά θυμάμαι...", συντάκτης Αλέξης Κωστάλας». 50 χρόνια Φεστιβάλ Αθηνών, Επετειακή έκδοση. Αθήνα: Φεστιβάλ Αθηνών. 2005. σελ. 178. 
  35. Ειρήνη Ορφανίδου (27 Μαΐου 2014). «Σπάρτακος, Ζιζέλ: Παγκόσμια πρώτη στο Ηρώδειο». The toc. Ανακτήθηκε στις 27 Απριλίου 2016. 
  36. Σάντρα Βούλγαρη (30 Οκτωβρίου 2007). «Όλα τα βλέμματα στον Ι. Μουχαμέντοφ». Η Καθημερινή. http://www.kathimerini.gr/302856/article/politismos/arxeio-politismoy/ola-ta-vlemmata-ston-i-moyxamentof. Ανακτήθηκε στις 28 Απριλίου 2016. 
  37. ««Ο χορός είναι η ζωή μου»: Γκαλά αστέρων ρώσικου μπαλέτου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών». Πρώτο Θέμα. 27 Φεβρουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 24 Απριλίου 2018. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]