Μετάβαση στο περιεχόμενο

Χουσιλή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 40°25′24″N 39°30′59″E / 40.423298°N 39.516471°E / 40.423298; 39.516471

Χουσιλή (Hozevrek)
Χουσιλή (Hozevrek) is located in Τουρκία
Χουσιλή (Hozevrek)
Χουσιλή (Hozevrek)
Διοίκηση
ΧώραΤουρκία
Γεωγραφία
ΝομόςΤραπεζούντας

Η Χουσιλή, (Τουρκική ονομασία:Hozevrek, απόδοση στα Ελληνικά ως "Χοζεβρέκη") είναι χωριό της Τουρκίας στην περιοχή της Αργυρούπολης (Gumushane) του Νομού Τραπεζούντας στον Πόντο. Πριν την Ανταλλαγή πληθυσμών, το χωριό ήταν αμιγώς Ελληνικό (Tο 1916 αριθμούσε περίπου 35 αμιγείς Ελληνικές οικογένειες και ο συνολικός του πληθυσμός ήταν 210 κάτοικοι[1]), με τους πολλούς από τους κατοίκους του χωριού να μετακινούνται στον οικισμό Χρύσα Πέλλας.[2] Σήμερα αποτελεί μαχαλά του οικισμού Αχτσά-Καλέ.

Ίδρυση και πρώτοι κάτοικοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού ήταν δύο οικογένειες, μία εξ Όφεως, παραθαλάσσιας κωμόπολης του Εύξεινου Πόντου κι άλλη μία εκ Χασογλάν, ενός χωριού σε απόσταση 10 χιλιομέτρων από την Τραπεζούντα.[1] Το Ελληνικό όνομα του χωριού (Χουσιλή) προέρχεται κατ' ασφαλή παράδοση από την Τουρκική λέξη Χος-Ογλάν (Χας ογλή), δηλαδή όμορφος νέος ή καλός νέος, ενώ το τουρκικό όνομα του χωριού (Hozevrek - Χοζεβρέκη), προέρχεται από ένα παλαιό ομώνυμο χωριό υπέρθεν της Χουσιλής και σε ωριαία περίπου απόσταση, του οποίου οι κάτοικοι δεν ξεπερνούσαν τις 8-10 οικογένειες. Οι κάτοικοι της Χοζεβρέκης μετανάστευσαν ως μεταλλωρύχοι, άγνωστο που, πλην μίας οικογένειας, κάποιου Γαβριήλ, ο οποίος εγκαταστάθηκε με τον γιο του στην Χουσιλή.[3]

Δεν υπάρχει ακριβής χρονολογία για την εγκατάσταση των εν λόγω οικογενειών, αν και από τα διάφορα περισυλλεγέντα στοιχείων από τα πέριξ Ελληνόφωνα χωριά, την Αργυρούπολη και από πληροφορίες των γεροντότερων, το χωριό κατοικήθηκε περί το 1740-50 των οικογενειών εξ Χασογλάν (Ελευθερίου) και εκ Όφεως (Χαραλάμπους), των οποίων τα πατρώνυμα και επώνυμα είναι άγνωστα. Η οικογένεια του Γαβριήλ με τον υιό Γρηγόριο, έπαψε να υφίσταται κατά τα τέλη του 18ου Αιώνα, αν και η οικία τους παρέμεινε σε διατήρηση μέχρι και την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923.[4]

Ο ιατρός Νικόλαος Λουκάς και ο Γεώργιος Κανδηλάπτης αναφέρουν πως ιδρυτές του χωριού ήταν τρεις ιερομόναχοι, οι Σωφρόνιος, Λαυρέντιος και Παΐσιος της Μονής Γουμερά.[5][6] Η εν λόγω μονή, ωστόσο, σύμφωνα με τον Μιλτιάδη Γ. Γρηγοριάδη, ιδρύθηκε περί τον 10ο Αιώνα και εκείνον τον καιρό δεν υπήρχε χωριό με αυτό το όνομα, αλλά ούτε στο παλαιότερο χωριό Χοζεβρέκη αναφέρεται, καθώς αυτό οικίστηκε μετά το 1365.[4][7]

Ο λόγος της μετεγκατάστασης των ως άνω οικογενειών θεωρείται θρησκευτικός και αφορούσε την μη-αποδοχή του εξισλαμισμού. Και οι δύο οικογένειες επιδόθηκαν στην καλλιέργεια του αμπελιού και των λεπτοκαρύων, αργότερα όμως την εγκατέλειψαν και και εργάζονταν στην μεταλλεία αργύρου και χαλκού ως σιδηρουργοί. Μια νέα οικογένεια προστέθηκε το 1825 από τα Χουτουρά. [8]

Ο ναός του χωριού χτίστηκε στις αρχές του 19ου αιώνα και ονομαζόταν "Ιερός Ναός Αγίου Θεοδώρου του Τύρωνος". Ο ναός αυτός ήταν πετρόκτιστος με γυναικωνίτη και καλλωπίστηκε και τελοιοποιήθηκε το 1892 με την προσθήκη κωδωνοστασίου.[9] Το πηγάδι οικοδομήθηκε το 1905 κατόπιν πρωτοβουλίας του κ. Χρήστου Χ. Μακρίδη και κόστισε 1500 γρόσια.[10]

Μέχρι και το 1880 οι κάτοικοι διδάσκονταν τα γράμματα, την γραφή, το ψαλτήρι και την χρηστομάθεια επί πληρωμή από τις καλόγριες και τους Μοναχούς των παρακειμένων Μονών Αγίου Γεωργίου και Παναγίας Χουτουρά στο ισόγειο της οικίας του Νικολάου Γρ. Γρηγοριάδη. Το 1881 ανεγέρθη σχολείο με δύο αίθουσες και δασκάλους τους πρώτους αποφοίτους του φροντιστηρίου Αργυρούπολης. Το 1911 μεταφέρθηκε στο νεόδμητο κτήριο του κ. Χρήστου Μακρίδη, καθώς το παλαιό δεν πληρούσε πλέον τις ανάγκες.[11]

Παρακμή και μετανάστευση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την αποχώρηση των Ρωσσικών στρατευμάτων τον Ιανουάριου του 1918, εξαπλώθηκε σε όλη την επαρχία το ρεύμα της μετανάστευσης. Καθώς τα στρατεύματα αποχωρούσαν, τα Οθωμανικά στρατεύματα εισέδευσαν στην επαρχία. Με τον θάνατο ενός κατοίκου του χωριού ονόματι Ευθύμιο Νικ. Προκοπίδη, και κατόπιν συνέλευσης της ολομέλειας του χωριού, αποφασίστηκε η νεολαία να διαφύγει προς Τραπεζούντα, αλλά και προς Ρωσσία. [12] Μερικές οικογένειες κατευθύνθηκαν και προς Θεωδοσιούπολη και Καρς. Ωστόσο, λόγω συγκρούσεων με τους Νεότουρκους, αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στο χωριό. [13] Αργότερα, πληροφορήθηκαν ότι ο Οθωμανικός στρατός πλησιάζει το χωριό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ζητηθεί από τα γυναικόπαιδα να κλειστούν στα σπίτια τους, ενώ οι άντρες θα πολεμούσαν εναντίον του στρατού.[14] Μετά από περεταίρω συγκρούσεις και μια αποτυχημένη απόπειρα προμήθευσης του χωριού με όπλα,[15] το 1918 κάποιες οικογένειες κατάφεραν, των οποίων τα μέλη εργάζονταν ως σιδηρουργοί, να μεταναστέψουν στα γύρω χωριά, ενώ άλλες μετέβησαν στην Ρωσσία. Στο χωριό παρέμειναν συνολικά 13 οικογένειες. [16] Ωστόσο, οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν και έτσι το 1924, στα πλαίσια της ανταλλαγής πληθυσμών Ελλάδας-Τουρκίας, οι Ορθοδοξοχριστιανοί κάτοικοι μεταφέρονται δια θαλάσσης στην Θεσσαλονίκη και από κει, αφού συναντήθηκαν με όσους μετανάστευσαν στην Ρωσσία, κινήθηκαν στους οικισμούς Τσάκων Τσιφλίκ (Χρύσα) Αλμωπίας, Μιναρέ Τσιφλίκ (Σιταγροί) Δράμας και αλλού.[16]

Σήμερα το χωριό αποτελεί Μαχαλά του παρακείμενου οικισμού Αχτσάκαλε, ενώ η εκκλησία του χωριού είναi Καταχωρημένη Πολιτιστική και Φυσική Ιδιοκτησία, σύμφωνα με επίσημες σελίδες της Επαρχίας Αργυρούπολης.[17]

Το χωριό κείτεται νοτιοανατολικά της Αργυρούπολης (Κιουμούς-Χανέ) του νομού Τραπεζούντας, σε δίωρη από αυτήν απόσταση. Είναι χτισμένη στην δυτική όχθη του Κάνεως ποταμού, έναντι της άγουσας δημόσιας οδού προς Θεοδοσιούπολη (Ερζερούμ) και Ερζιγκιάν, και κοντά στην κωμόπολη Σόρδαν, απέναντι από το τούρκικο χωριό Αχτσέ-Καλέ και σε υψόμετρο περίπου τριακοσίων μέτρων ύπερθεν του ποταμού, στην είσοδο δύο οροπεδίων επί της δεξιάς πλευράς.[1]

Το κλίμα του χωριού (τουλάχιστον πριν την ανταλλαγή) ήταν ξηρό και εύκρατο, με τον χειμώνα να αρχίζει στις αρχές Οκτωβρίου και την χιονόπτωση να υπερβαίνει πολλάκις το μέτρο. Η άνοιξη ξεκινούσε κατά τις αρχές Μαρτίου. Οι άνεμοι ήταν σπάνιοι, με τον πιο συνηθισμένο να αποτελεί τον άνεμο του Φιλελήμ, ο οποίος προερχόταν από την κορυφολίμνη Αργυρούπολης-Άτρας. Οι βροχές ήταν σπάνιες, με εξαίρεση μερικές καταρρακτώδεις που σπανίως διαρκούσαν περισσότερο από ώρα. [18]

Λόγω του άγονου εδάφους και της στενότητας καλλιεργήσιμης γης, η γεωργία ήταν περιορισμένη και λίγοι κάτοικοι κατείχαν αροτριώντα ζώα. Οι κάτοικοι ήταν πάντοτε αυτάρκεις ως προς τα λαχανικά και τα οπωροφόρα δέντρα και ασχολούνταν κυρίως με την εκτροφή αγελάδων και αιγοπροβάτων. Κάθε οικογένεια διέθετε μία ή δύο αγελάδες και 5-20 αιγοπρόβατα. Τα ζώα αυτά εκτρέφονταν για το γάλα τους. Η ακμή των αιγοπροβάτων εμφανίστηκε μετά την ανταλλαγή πληθυσμών. Η μελισσοκομία ήταν καθυστερημένη παρά την ποικιλομορφία και την αφθονία των λουλουδιών. [19]

Τα ήθη και τα έθιμα του χωριού ήταν παρόμοια με αυτά της περιφέρειας· υπήρχε σεβασμός στους ανώτερους και στους γάμους η νύμφη δεν μιλούσε στον πεθερό, την πεθερά και τους ενήλικους ανδραδέλφους της και τους συγγενής τους συζύγου της επί σειρά ετών (εκτός μέσω τρίτων ή νευμάτων), πιθανόν λόγω σεβασμού ή για να αποφεύγονται τα διαπληκτίσματα. Επίσεις, δεν επιτρεπόταν να θηλάζει και να κρατάει το μωρό μπροστά σε άντρες και ενήλικες γυναίκες. Το έθιμο αυτό ονομαζόταν Στύμνομα ή Μας. Τα έγγαμα αδέλφια χωρίζονταν από τις οικογένειές τους μετά τον θάνατο των γονιών τους.[20] Οι άντρες φορούσαν τις παραδοσιακές βράκες (ζάπητες) και οι γυναίκες τις ζουπούνες (είδος αντερί) με σαλβάρι, κοντογούνι, λαχόρι και τάπλα. Από το 1890 η νεολαία ξεκίνησε να φοράει την ευρωπαϊκή ενδυμασία. [21]

Το μοναδικό όργανο που χρησιμοποιούνταν στους χορούς και τις διασκεδάσεις του χωριού ήταν η Ποντιακή λύρα. Τα τραγούδια ήταν κυρίως ερωτικά δίστιχα σαν αυτά των Κρητών και μόνο σε μεγάλες εορτές και γάμους οι πρεσβύτεροι του χωριού τραγουδούσαν τραγούδια της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, της Τραπεζούντας, του Ακρίτα, του Γιάννε του Μονόγιαννε, τη Τρίχας το γεφύρι κα.[22]

  1. 1,0 1,1 1,2 Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 9. 
  2. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 168. 
  3. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 10. 
  4. 4,0 4,1 Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 11. 
  5. Λουκάς, Νικόλαος (1904). «για την Μονή Χουτουρά». ημερολόγιο "Αυγή του Πόντου". σελ. 171. 
  6. Κανδηλάπτης, Γεώργιος; Κτενίδης, Φίλων (Μάρτιος 1952). «γεωγραφικόν και ιστορικόν λεξικόν της Επαρχίας Χαλδίας». Ποντιακή Εστία έτος Γ'. 
  7. βλ. και το σχετικό χρυσόβουλο του Αυτοκράτορα Τραπεζούντας Αλέξιο Γ' Μεγάλου Κομνηνού (Χαλδία)
  8. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 19. 
  9. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 30. 
  10. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 24-25. 
  11. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 34. 
  12. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 84-85. 
  13. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 86. 
  14. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 89-90. 
  15. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 100-101. 
  16. 16,0 16,1 Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 107. 
  17. «Merkez Akçakale (Hozevrek) Kilisesi». gumushane.ktb.gov.tr. Ανακτήθηκε στις 21 Οκτωβρίου 2021. 
  18. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 20. 
  19. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 23. 
  20. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 21. 
  21. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 22. 
  22. Μιλτιάδης Γ., Γρηγοριάδης (2014). Ένα κομμάτι από την ιστορίαν του χωριού Χουσιλή του 1918 - Β' έκδοση. Ρώμη. σελ. 29.