Τσιναντάλι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 41°53′41″N 45°34′32″E / 41.89472°N 45.57556°E / 41.89472; 45.57556

Τσιναντάλι
წინანდალი
Χάρτης
Είδοςχωριό
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°53′41″N 45°34′32″E
Διοικητική υπαγωγήΚαχετία[1], Τελάβι και Telav County
ΧώραΓεωργία
Commons page Πολυμέσα
Η έπαυλη του Τσινταντάλι

Το Τσιναντάλι ( γεωργιανά: წინანდალი) είναι ένα χωριό στο Καχέτι Γεωργίας, που είναι γνωστό για το κτήμα και το ιστορικό του οινοποιείο που κάποτε ανήκε στον αριστοκρατικό ποιητή του 19ου αιώνα Αλεξάνδρου Τσαβτσαβάτζε (1786-1846). Βρίσκεται στην περιοχή Τελάβι, 79 χλμ. ανατολικά της Τιφλίδας.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πρίγκιπας Αλέξανδρος Τσαβτσαβάτζε και η σύζυγός του Σαλομέ Ορβελιάνι

Ο Αλέξανδρος Τσαβτσαβάτζε κληρονόμησε αυτό το χωριό, που βρίσκεται στην κοιλάδα του ποταμού Αλαζάνι, από τον πατέρα του, τον πρίγκιπα Γκαρσεβάν. Αυτός ανακαίνισε το κτήμα, έχτισε ένα νέο Ιταλιάνικο ανάκτορο και δημιούργησε έναν διακοσμητικό κήπο το 1835. Το Τσιναντάλι ήταν μέρος πολλών ενδιαφέροντων συναντήσεων.[2] Η οικογένεια Τσαβτσαβάτζε συχνά φιλοξενούσε ξένους επισκέπτες, ευγενείς, διπλωμάτες, συγγραφείς και ποιητές, τους οποίους διασκέδαζε με μουσική, πνεύμα και - ιδιαίτερα - τα εξαιρετικά κρασιά που παρασκευάζονταν στο οινοποιείο (μαράνι) του κτήματος.[2] Ο Αλέξανδρος Τσαβτσαβάτζε, ο οποίος ήταν εξοικειωμένος με το ευρωπαϊκό στυλ και τρόπο ζωής, δημιούργησε το παλαιότερο και μεγαλύτερο οινοποιείο της Γεωργίας όπου συνδύασε τις Ευρωπαϊκές και μακραίωνες Γεωργιανές παραδόσεις οινοποιίας. Ο θεωρούμενος εξαιρετικός ξηρός λευκός οίνος Τσιναντάλι εξακολουθεί να παράγεται εκεί.[3]

«Το Λεηλατημένο Τσιναντάλι», πίνακας του Βασίλι Τιμ, δεκαετίας 1850
Η έπαυλη του Δαβίδ Τσαβτσαβάτζε στο Τσιναντάλι το 1884

Την 2 Ιουλίου 1854, το χωριό και το κτήμα των Τσαβτσαβάτζε δέχτηκε μια αιφνίδια επιδρομή από τα στρατεύματα του Ιμάμ Σαμίλ, ενός μουσουλμάνου αρχηγού της αντίστασης του βορειοανατολικού Καυκάσου στη Ρωσική επέκταση. Την επίθεση διηύθυνε ο Γκάζι-Μωχάμαντ, ο γιος του Σαμίλ. Τιμωρώντας την οικογένεια Τσαβτσαβάτζε για τη συμβολή τους στη Ρωσική επιτυχία στον Καυκάσιο Πόλεμο, οι ορεσίβιοι λεηλάτησαν το κτήμα, έκαψαν την έπαυλη, και απήγαγαν 24 μέλη της οικογένειάς του, με συμπεριλαμβανόμενους: τη σύζυγο του πρίγκιπα Δαβίδ Τσαβτσαβάτζε και τη χήρα αδελφή της, Βαρβάρα Ορβελιάνι, οι οποίες ήταν και οι δύο εγγονές του Γεωργίου ΙΒ' της Γεωργίας, τα παιδιά τους και αρκετούς συγγενείς. Το περιστατικό συγκλόνισε τη Ρωσία και τη Δύση. Την 22 Μαρτίου 1855, μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις, οι όμηροι απελευθερώθηκαν με αντάλλαγμα 40.000 αργυρά ρούβλια και την απελευθέρωση του αιχμάλωτου γιού του Σαμίλ, Τζαμάλ αλ-Ντιν. [4]

Αργότερα, ο Δαβίδ επισκεύασε την καμένη έπαυλη και η οικογένεια εγκαταστάθηκε ξανά στην παλιά της κατοικία. Ο Δαβίδ πήρε ένα δάνειο από τη Ρωσική Δημόσια Τράπεζα το οποίο δεν κατάφερε να αποπληρώσει και τελικά τα κτήματα και η έπαυλη πέρασαν στα χέρια της Αυτοκρατορικής Ρωσίας. Το Τσιναντάλι ανακαινίστηκε το 1887 και το 1917 έγινε κρατική ιδιοκτησία. Το 1947 η έπαυλη μετατράπηκε σε μουσείο.

Αξιοθέατα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η έπαυλη των Τσαβτσαβάτζε[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το παλάτι του Αλέξανδρου Τσαβτσαβάτζε έχει υποστεί τροποποιήσεις αρκετές φορές: είναι γνωστό ότι αρχικά περιλάμβανε 28 υπνοδωμάτια και αρκετά σαλόνια. Ολόγυρα περιβαλλόταν από μία μεγάλη βεράντα. Το εσωτερικό είχε διακόσμηση Ευρωπαϊκής τεχνοτροπίας που σπάνιζε τότε. Μετά την εισβολή του Σαμίλ το 1854, το παλάτι κάηκε. Ο γιος του Αλεξάνδρου, ο Δαβίδ, κατάφερε να επισκευάσει την έπαυλη όσο ήταν δυνατόν αλλά είχε μικρύνει αισθητά. Το 1886 που η έπαυλη μεταβιβάστηκε στον Οίκο των Ρομανώφ, άρχισαν εκτεταμένες εργασίες αναστήλωσης υπό την επίβλεψη του γνωστού Ρώσου αρχιτέκτονα Αλεξάνδρου Οζέροβ. Η έπαυλη μετατράπηκε σε θερινή κατοικία των Ρομανώφ.

Κατά τη Σοβιετική περίοδο το Τσιναντάλι και οι κάτοικοι του πέρασαν στα χέρια των Σοβιετικών οι οποίοι αξιοποίησαν το οινοποιείο. Την 1η Αυγούστου 1946 με πρωτοβουλία του ποιητή Γκιόργκι Λεονίτζε η έπαυλη έγινε μουσείο αφιερωμένο στον Αλέξανδρο Τσαβτσαβάτζε. Το 1983 η έπαυλη ανακαινίστηκε με Σοβιετική τεχνοτροπία. Το 2007 ο δήμος ανακαίνισε εκ νέου το μουσείο σε στυλ αυθεντικό της εποχής του.

Ο κήπος του Τσιναντάλι

Ο κήπος του Τσιναντάλι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο κήπος καλύπτει έκταση 12 εκταρίων σήμερα, αλλά τον καιρό του Αλεξάνδρου ήταν πολύ μεγαλύτερος. Το πάρκο ξεχώριζε για την μεγάλη ποικιλία εξωτικών φυτών, όπως Τζίνγκο το δίλοβο, Γιαπωνέζικοι κέδροι, μαγνόλιες, τοξόδεντρα, κ.ά., αλλά και για τον όλο σχεδιασμό του τοπίου.

Επί του παρόντος ο κήπος περιλαμβάνει μουσμουλιές, ιαπωνικά σταφιδόδεντρα, κυδωνιές, διόσπυρους, ελιές, Φυτά ριζόχαρτου (Tetrapanax papyriferum), Νεοζηλανδέζικα οπωροφόρα, κρανιές, καστανιές, πευκόφυτα, δρυς φελλοφόρες, καμφορόδεντρα, δάφνες, ιπποκαστανιές, λευκαγκαθιές, φράγκουλα, κ.ά.

Το κελάρι του οινοποιείου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περί το 1830, ο Αλέξανδρος Τσαβτσαβάτζε είχε ένα μικρό κελάρι στο οποίο φύλασσε ξεχωριστά Ευρωπαϊκά κρασιά και κρασιά παραγωγής του οινοποιείου του. Οι συνθήκες φύλαξης ήταν οι ιδανικές για την ωρίμανση των οίνων ως προς θερμοκρασία και υγρασία. Το οινοποιείο επεκτάθηκε σημαντικά περί το 1888 από τους Ρομανώφ. Σήμερα, το κελάρι είναι ανοικτό για επισκέπτες και σε αυτό φυλάσσονται περίπου 16.500 μπουκάλια κρασί. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται: το Σαπεραβί (γεωργιανά: საფერავი) που ήταν το πρώτο εμφιαλωμένο κρασί του Αλεξάνδρου το 1841, το «Πολωνικό μέλι» (γεωργιανά:პოლონური თაფლისა) του 1814 και το Chateau D’Yquem του 1861.

Δημογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έτος Πληθυσμός
2002 3264[5]
2014 2675[6] Μείωση
Πανόραμα του εσωτερικού της έπαυλης

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ανακτήθηκε στις 2  Αυγούστου 2020.
  2. 2,0 2,1 «Η έπαυλη στο Τσιναντάλι | GEORGIA». Η έπαυλη στο Τσιναντάλι | GEORGIA. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουλίου 2019. 
  3. Goldstein, Darra (1999), The Georgian Feast: The Vibrant Culture and Savory Food of the Republic of Georgia, p. 53. University of California Press,
  4. Gammer, Moshe (1992), Muslim resistance to the tsar, pp. 272-4. Routledge, (ISBN 0-7146-3431-X).
  5. «2002 წლის აღწერის მონაცემები». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 5 Ιουλίου 2019. 
  6. Circle. «საქართველოს სტატისტიკის ეროვნული სამსახური». www.geostat.ge (στα Γεωργιανά). Ανακτήθηκε στις 5 Ιουλίου 2019.