Τραγουδάει το χορτάρι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τραγουδάει το χορτάρι
ΣυγγραφέαςΝτόρις Λέσινγκ
ΤίτλοςThe Grass Is Singing
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1950
Μορφήμυθιστόρημα
LC ClassOL17037134W[1]
Πρώτη έκδοσηPenguin Group

Τραγουδάει το χορτάρι (αγγλικός τίτλος: The Grass Is Singing) είναι το πρώτο μυθιστόρημα της Βρετανίδας συγγραφέα Ντόρις Λέσινγκ που εκδόθηκε το 1950. Διαδραματίζεται στη Ροδεσία (τώρα Ζιμπάμπουε), στη νότια Αφρική, στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και αναφέρεται στη φυλετική πολιτική μεταξύ λευκών και ιθαγενών στη χώρα (η οποία τότε ήταν Βρετανική αποικία). Το έργο, ακολουθώντας τον δυστυχισμένο γάμο μιας συναισθηματικά ανώριμης γυναίκας και τη δολοφονία της, είναι μια κριτική της αποικιακής βρετανικής κοινωνίας. Κεντρικά θέματα του βιβλίου είναι ο ρατσισμός, οι ταξικές διαφορές, η εξουσία, οι συζυγικές σχέσεις και η γυναικεία χειραφέτηση. [2]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μυθιστόρημα ξεκινά με μια είδηση εφημερίδας που αναφέρει τον θάνατο της Μαίρης Τέρνερ, μιας λευκής γυναίκας, που σκοτώθηκε από τον ιθαγενή υπηρέτη της Μόουζες ο οποίος ομολόγησε το φόνο και συνελήφθη. Το μεγαλύτερο μέρος του μυθιστορήματος αναφέρεται στην ιστορία της τραγικής ζωής της Μαίρης και στην έρευνα για τη δολοφονία της.[3]

Μετά από μια φτωχική παιδική ηλικία με έναν πατέρα αλκοολικό, μια διαταραγμένη μητέρα και δύο μεγαλύτερα αδέρφια που πέθαναν στην παιδική ηλικία, η Μαίρη φεύγει από το σπίτι και εργάζεται ως υπάλληλος γραφείου σε μια πόλη της Ροδεσίας, δημιουργώντας μια ζωή που πιστεύει ότι είναι ευτυχισμένη. Ωστόσο, όταν οι φίλοι της τη σχολιάζουν για τη μοναχική ζωή της, αποφασίζει μετά από μια πολύ σύντομη γνωριμία να παντρευτεί τον αγρότη Ντικ Τέρνερ, τον ακολουθεί και προσπαθεί να εγκλιματιστεί στη σκληρή ζωή στο αγρόκτημά του. [4]

Σύντομα ανακαλύπτει ότι ο γάμος της δεν ανταποκρίνεται στη ζωή που είχε φανταστεί. Οι σχέσεις του ζευγαριού είναι ψυχρές, οι προσπάθειες του Ντικ να βελτιώσει το αγρόκτημα αποτυγχάνουν, προς μεγάλη αγανάκτηση της Μαίρης, ο καιρός είναι ανυπόφορος και οι σχέσεις της με τους μαύρους εργάτες, τόσο στο σπίτι όσο και στα χωράφια, αποδεικνύονται δύσκολες. Εν τω μεταξύ, από ντροπή για τη φτώχεια της, απορρίπτει τη φιλία με τους γείτονές της, ιδιαίτερα με τον Τσάρλι Σλάτερ και τη σύζυγό του, οι οποίοι τελικά σταματούν να τους προσκαλούν. Με τα χρόνια η κατάσταση επιδεινώνεται σταθερά, σε σημείο που προσπαθεί να εγκαταλείψει τη φάρμα και να επιστρέψει στη ζωή της στην πόλη - όταν ανακαλύπτει ότι δεν μπορεί να πάρει πίσω την παλιά της δουλειά και δεν έχει πού να μείνει και καμιά οικονομική υποστήριξη, δεν έχει άλλη επιλογή από το να επιστρέψει ταπεινωμένη στον γάμο της.[5]

Λίγο μετά την επιστροφή της, ο Ντικ αρρωσταίνει με ελονοσία. Η Μαίρη τον φροντίζει και αναλαμβάνει τη διαχείριση της φάρμας. Πολύ πιο οργανωμένη και πολύ πιο αυστηρή από τον σύζυγό της, σύντομα έρχεται σε σύγκρουση με τους ιθαγενείς, φτάνοντας στο σημείο να χτυπήσει έναν από αυτούς με το μαστίγιο, έξαλλη με κάτι που θεώρησε αυθάδεια. Όταν ο Ντικ αναρρώνει, κάνει μια προσπάθεια να εξορθολογίσει την κατάσταση, αλλά αποτυγχάνει. Λίγο καιρό αργότερα, αφού πολλοί υπηρέτες του σπιτιού έχουν φύγει λόγω της συμπεριφοράς της Μαίρης, ο Ντικ φέρνει τον Μόουζες, τον εργάτη που μαστίγωσε η Μαίρη, για να δουλέψει ως οικιακός υπηρέτης. Ο φόβος της Μαίρης για τους ιθαγενείς γενικά, και για τον Μόουζες ειδικότερα, την κάνει να συμπεριφέρεται ακόμη πιο επιθετικά, μια επιθετικότητα που δεν μειώνεται ακόμη και όταν αυτός αρχίζει να τη φροντίζει όταν η Μαίρη καταρρέει ψυχολογικά.

Λίγο καιρό αργότερα, αφού ο Ντικ έχει συνέλθει από μια δεύτερη κρίση ελονοσίας, ο Τσάρλι Σλάτερ επισκέπτεται τη φάρμα του Τέρνερ και σοκάρεται βλέποντας την παρακμή. Ωστόσο, σοκάρεται περισσότερο όταν βλέπει την αυθάδεια με την οποία ο Μόουζες συμπεριφέρεται στη Μαίρη και τη σχεδόν ερωτική οικειότητα με την οποία αυτή του απαντά. Ο Σλάτερ παίρνει την κατάσταση στα χέρια του και πείθει τον Ντικ να προσλάβει έναν διαχειριστή και να φύγει με τη Μαίρη για διακοπές. Ο Ντικ και η Μαίρη κάνουν απρόθυμα σχέδια να φύγουν. Ωστόσο, τη νύχτα πριν φύγουν, η Μαίρη (η οποία έχει βυθιστεί στην κατάθλιψη) δολοφονείται από τον Μόουζες, μια πράξη εκδίκησης για το χτύπημα που είχε δεχθεί παλιότερα. Στο τέλος του μυθιστορήματος, ο Μόουζες συλλαμβάνεται από την αστυνομία.[6]

Διασκευή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1981 το μυθιστόρημα διασκευάστηκε σε κινηματογραφική ταινία από σουηδική κινηματογραφική εταιρεία. Γυρίστηκε στη Ζάμπια από τον σκηνοθέτη Μίκαελ Ρέιμπερν με πρωταγωνιστές τους Τζον Θόου και Κάρεν Μπλακ. [7]

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Τραγουδάει το χορτάρι, μτφ. Κωστούλα Σκλαβενίτη, εκδ. Γνώση, 1984 [8]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]