Συμβουλευτική Ποιμαντική

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Συμβουλευτική Ποιμαντική είναι κλάδος της Ποιμαντικής Θεολογίας, η οποία έχει ως αντικείμενο την πνευματική και συμβουλευτική καθοδήγηση του ανθρώπου που ανήκει στην Εκκλησία, τα προσόντα του συμβούλου, τις προϋποθέσεις και τις αρχές πάνω στις οποίες δομείται η σχέση ανάμεσα στον σύμβουλο και τον συμβουλόμενο, μέσα από ένα Χριστοκεντρικό πρίσμα με εσχατολογική διάσταση, δηλαδή την σωτηρία του ανθρώπου [1]. Κεντρικό χαρακτηριστικό που την διαφοροποιεί από τους υπόλοιπους κλάδους της Συμβουλευτικής σε διεθνές επίπεδο, είναι ότι εφαρμόζεται κυρίως από τον κλήρο σε ενορίες ή σε μέρη - χώρους που σχετίζονται με την εκκλησία[2].

Η κυκλοφορία βιβλίων Συμβουλευτικής και Συμβουλευτικής Ψυχολογίας δεν είναι άγνωστη και απρόσιτη στο κοινό. Αρκετοί κλάδοι όπως η Αναπτυξιακή, η Παιδαγωγική Ψυχολογία, αφενός είναι χρήσιμοι για τους θεολόγους, αφετέρου παρουσιάζουν δυσκολίες στην επαφή τους με σπουδές θεολογικής κατεύθυνσης. Η Συμβουλευτική Ψυχολογία, ως εφαρμοσμένος κλάδος της Ψυχολογίας, έχει σχέση με την κατάρτιση και εκπαίδευση ατόμων, οι οποίοι θα είναι σε θέση να υποστηρίξουν ψυχολογικά, άτομα που έρχονται αντιμέτωπα με προβληματικές καταστάσεις «μή κλινικής μορφής και έντασης» [3].

Τομείς Πρακτικής Εφαρμογής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δύο από τους κυριότερους τομείς στους οποίους, έχει εφαρμοστεί η Συμβουλευτική Ποιμαντική, είναι ο τομέας των κατηχητικών συναντήσεων και κατά την τέλεση του ιερού μυστήριου της εξομολογήσεως, ανοίγοντας με αυτό τον τρόπο το ηλικιακό εύρος των ατόμων στους οποίους απευθύνονται[2]. Επίσης, μέσα από τις φοιτητικές συνάξεις και τις ομάδες ενηλίκων, μπορεί να βοηθηθούν αρκετά άτομα και να λάβουν την απαραίτητη υποστήριξη σε θέματα και προβλήματα που τους απασχολούν. Αυτές οι ομάδες αποτελούν μία καλή ευκαιρία για ανάπτυξη διαλόγου και εποικοδομητικής συζήτησης με τους νέους και την αντιμετώπιση κοινωνικών φαινομένων που αφορούν τις σχέσεις των ενηλίκων, των γονέων, των συζύγων, της οικογένειας και του κόσμου με την εκκλησία.

Συμβουλευτική Ψυχολογία και Άνθρωπος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος

Είναι γεγονός, ότι μπορεί να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά προβληματικές ψυχικές καταστάσεις, χωρίς όμως την συνδρομή κάποιας ειδικής ψυχιατρικής υπηρεσίας, όπως για παράδειγμα αγχώδεις ή συναισθηματικού τύπου διαταραχές και μάλιστα εφόσον αυτές προβλεφθούν σε αρχικό στάδιο, φροντιστούν και θεραπευτούν κατάλληλα. Πολύ κοντά σε αυτό είναι προβληματικές οι οποίες δεν αποτελούν στοιχεία προειδοποίησης που αφορά στην διάγνωση μίας διαταραχής της ψυχής. Δηλαδή, συμπεριφορές και καταστάσεις αντίδρασης, όταν ένα άτομο έρχεται αντιμέτωπο, λόγου χάρη με μία απώλεια ή μία απαξίωση. Αυτές είναι δυνατό να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά χωρίς ιατρική παρέμβαση. Κύριο υποστηρικτικό ρόλο λαμβάνουν, άνθρωποι ή ομάδες ανθρώπων οι οποίοι έχουν θεωρητικό και πρακτικό υπόβαθρο αφενός και αφετέρου έχουν αναπτύξει στρατηγικές και δεξιότητες την αντιμετώπιση αυτών των δυσκολιών[4] και την ενίσχυση της ψυχικής ανθεκτικότητας των ατόμων στους οποίους απευθύνονται.

Η ψυχική ανθεκτικότητα αφορά, στην προσαρμοστικότητα του ατόμου σε δύσκολες καταστάσεις[5]. Είναι μία διαδικασία, διαφορετική σε κάθε άτομο κατά την οποία αντιμετωπίζονται επιτυχώς οι καθημερινές δυσκολίες. Υπάρχουν παράγοντες που προάγουν και ενισχύουν την ψυχική ανθεκτικότητα όπως το υποστηρικτικό περιβάλλον, η αναγνώριση ικανοτήτων, οι αξίες κ.ά.

Όταν γίνεται αναφορά για διαταραχή της ψυχικής υγείας ενός ατόμου, αυτό ταυτόχρονα δεν μεταφράζεται ως προσβολή του ιδίου από κάποια συγκεκριμένη ψυχική ασθένεια. Σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο, οι θλίψεις που έρχονται στην ζωή δεν είναι σε θέση να οδηγήσουν τον άνθρωπο σε μη αναστρέψιμες καταστάσεις, εφόσον αυτός μπορεί και είναι σε θέση να τις διαχειριστεί με ορθόδοξο τρόπο [6].  Αυτός που πάσχει και υποφέρει ψυχικά, ακόμη και εάν βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία να επανέλθει, ή εάν βρίσκεται στην τραγικότερη «μορφή ψυχικής ασθένειας» [7], συνεχώς επιζητεί να υπερβεί τον ίδιο του τον εαυτό και να λυτρωθεί από την αρνητική κατάσταση του. Αυτό συμβαίνει διότι ο άνθρωπος είναι αδύνατον να βρίσκεται για πάντα σε κατάσταση θλίψης [6].

Αρετές του Σύμβουλου - Ποιμένα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Συμβουλευτική Ψυχολογία, αποτελώντας εφαρμοσμένο κλάδο της Ψυχολογίας, εκπαιδεύει άτομα, ούτως ώστε αυτά να είναι ικανά και σε θέση να βοηθήσουν άλλους ανθρώπους είτε ατομικά είτε ομαδικά, το οποία βρίσκονται αντιμέτωπα με προβληματικές καταστάσεις είτε στο επαγγελματικό, οικογενειακό, κοινωνικό περιβάλλον είτε σε προσωπικό επίπεδο, οι οποίες δεν χρήζουν κλινικής θεραπείας[8]. Στην προσέγγιση ενός ατόμου, ο ψυχολόγος που ασκεί την συμβουλευτική, στηρίζεται στις έρευνες, έχοντας ως στόχο, την όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη κατανόηση του εκάστοτε προβλήματος που αντιμετωπίζει ο άνθρωπος που ζητάει την βοήθεια της Συμβουλευτικής αφενός και αφετέρου την αυτο-βοήθεια ώστε να είναι σε θέση να προβάλει τους πιο κατάλληλους τρόπους επίλυσης του ζητήματος, ώστε το ίδιο το άτομο να βελτιώσει την ποιότητα της ζωής του και να ενισχύσει την αυτοεκτίμηση του[9].

Κάλλιστος Γουέαρ

Η συμβουλευτική γενικότερα μπορεί να ασκηθεί από άτομα τα οποία, έπειτα από την κατάλληλη εκπαίδευση τους σε δεξιότητες συμβουλευτικής μπορούν να προσφέρουν βοήθεια σε ανθρώπους, σκοπεύοντας στην διευκόλυνση επίλυσης προβληματικών καταστάσεων [10]. Η άσκηση του ουσιαστικού έργου της Συμβουλευτικής στην Ποιμαντική, πραγματοποιείται από τους εξομολόγους, τους γέροντες, τους πνευματικούς πατέρες και οδηγούς.  Έχοντας ως πηγές την πατερική και την βιβλική θεολογία, από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής της, η Εκκλησία συνέδεσε την έννοια που αποδίδεται στον πνευματικό, με το Άγιο Πνεύμα. Με άλλα λόγια ο πνευματικός διδάσκεται από το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, και αυτό διότι το ίδιο το Άγιο Πνεύμα, όπως αναφέρει ο Κάλλιστος Γουεαρ είναι «ο μόνος αληθής πνευματικός οδηγός» [11].

Ο άνθρωπος ο οποίος είναι φορέας του Αγίου Πνεύματος, έχει αναγεννηθεί σε έναν καινούργιο άνθρωπο, σε έναν Χριστοειδή άνθρωπο. Αυτός ο καινούργιος άνθρωπος, από την ορθόδοξη οπτική είναι Πνευματοφόρος, και η διαφοροποίηση του από τον μη ορθόδοξο ή αυτόν που δεν είναι χριστιανός, δεν κρίνεται από κάποια ηθικότητα, καθόσον υπάρχουν σοφοί και γενικά θρησκευτικώς ενάρετοι άνθρωποι, αλλά από την ταύτιση του με τον Χριστό. Με μία άλλη διατύπωση, και σύμφωνα με την Παύλεια Πνευματικότητα, είναι η μετοχή του ανθρώπου στις άκτιστες ενέργειες του Αγίου Πνεύματος, πεμπόμενες από τον Υιό του Θεού[12].

Ο πνευματικός οδηγός ή ο πατέρας κατά τα πρότυπα της Αγίας Γραφής και της πατερικής διδασκαλίας, είναι ένα πρόσωπο το οποίο κοσμείται από χαρίσματα και αρετές. Για την άσκηση της πνευματικής καθοδήγησης και της συμβουλευτικής, ο οδηγός και σύμβουλος προϋποθέτει να κατέχει ορισμένα προσόντα. Σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας κέντρο και άξονας της ζωής του πνευματικού ανθρώπου είναι η ταπείνωση και αυτό γιατί, όπως αναφέρεται από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο, είναι μία αρετή περιεκτική , δηλαδή «περιέχει δυνάμει τις άλλες αρετές»[13].  Αποτελεί εκ θεμελίου, το στήριγμα πάνω στο οποίο στηρίζεται το οικοδόμημα των αρετών, ενώ με την απουσία της «η οικοδομή των αρετών καταπεσούσα απόλλυται»[14]  καθώς, «ο Θεός υπεριφάνοις αντιττάσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν»[15]

Πολύ κοντά στην ταπεινοφροσύνη βρίσκεται η μετριοφροσύνη. Ο μετριόφρων άνθρωπος, είναι επιεικής με τα άτομα που βρίσκονται σε πτώση και απευθύνεται προς τα πρόσωπα τους όχι με τρόπο που φανερώνει μία άσκηση κριτικής το οποίο δημιουργεί ένα βαρύ αίσθημα και κλίμα, αλλά το ακριβώς αντίθετο. Για αυτό το λόγο η συμπεριφορά του, εκφράζεται με ευγένεια και καλοσύνη[16].  Αυτό βοηθάει πολύ στην απόκτηση οικειότητας το οποίο είναι το κλειδί της επικοινωνίας μεταξύ των συνομιλητών[17].

H απόκτηση της οικειότητας, είναι το αποτέλεσμα μίας εργασίας που χρειάζεται υπομονή. Αποτελεί, λοιπόν ακόμη μία αρετή (Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών) διαβάζουμε στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο(21,19), που όπως στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο (24,13) «ο δε υπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται.», είναι απαραίτητη για αυτόν ο οποίος διέρχεται την στενή οδό της σωτηρίας. Μέσω της υπομονής ο σύμβουλος κατά την άσκηση της ποιμαντικής του διακονίας, φέρει εις πέρας το έργο του με ασφάλεια. Με άλλα λόγια το τέλος, η ολοκλήρωση της διαδρομής του, είναι η επίτευξη του ζητούμενου, η οποία κατορθώνεται με την υπομονή.

Προσόντα του Σύμβουλου - Ποιμένα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άγιος Νεκτάριος

Τα προσόντα τα οποία κοσμούν τον πνευματικό ποιμένα και σύμβουλο είναι καταγεγραμμένα, στην Α προς Τιμόθεον επιστολή, έτσι όπως ορίζονται από τον απόστολο των εθνών Παύλο. Αυτό αφορά όλους όσοι είναι στο επισκοπικό αξίωμα, αλλά και κατ επέκταση όσοι επιθυμούν να ασχοληθούν, με την διοίκηση αφενός, και αφετέρου με την διαποίμανση της Εκκλησίας [18]. Αυτά ονομάζονται κοινά, βασικά προσόντα και αφορούν κυρίως στον έντιμο και ήρεμο βίο, στην σωστή διαπαιδαγώγηση των τέκνων τους, στην παραδειγματική εν Χριστώ οικογένεια και στην ορθή διακυβέρνηση του οίκου τους ως αφετηρία για την ορθή διακυβέρνηση του λαού του Θεού.

Τα κοινά αυτά προσόντα που αναφέρει ο απόστολος Παύλος, πλαισιώνουν, τα θρησκευτικά, ως απαραίτητες προϋποθέσεις για την άσκηση της ποιμαντικής διακονίας και κατ επέκταση της συμβουλευτικής ποιμαντικής.  Κύρια θρησκευτική προϋπόθεση είναι η αγάπη προς τον Ιησού Χριστό. Ο ίδιος μάλιστα, έτσι όπως καταγράφεται στο κατά Ιωάννην ευαγγέλιο, ρώτησε τρεις φορές τον μαθητή του Πέτρο και μετέπειτα πρωτοκορυφαίο απόστολο εάν τον αγαπά. Συνεπώς η αγάπη προς το πρόσωπο του Υιού και Λόγου του Θεού είναι γνώρισμα των αποστόλων, γνώρισμα του ποιμένα και κατ’ επέκταση οποιουδήποτε ασκεί την ποιμαντική με συμβουλευτικό έργο.

Από την αγάπη προς τον Ιησού Χριστό, πηγάζει ο Θείος ζήλος. Αυτός ο οποίος εργάζεται με Θείο ζήλο, το πράττει με βαθύ πόθο για την δόξα του Κυρίου, έχοντας ως στόχο την διάδοση του ευαγγελικού μηνύματος και της διδασκαλίας του Θεού και το ωφέλιμο κέρδος του πλησίον, ο οποίος φυσικά αποτελεί εικόνα του ίδιου του Θεού.  Σύμφωνα με τον άγιο Νεκτάριο επίσκοπο Πενταπόλεως, ο ζήλος αυτός είναι Θείος κατ΄ επίγνωση, διότι το πνεύμα του ανθρώπου δέχεται τον φωτισμό και πληροφορείται από το Θείο λόγο. Από αυτό συνεπάγεται η αγάπη προς τον πλησίον και η πραγματοποίηση του Θείου θελήματος. Ως εκ τούτου όλα τα μέλη της στρατευόμενης Εκκλησίας οφείλουν να «εμφορούνται» από αυτόν τον ζήλο,  ο οποίος γεννά στους ανθρώπους τον φόβο Θεού[16].

Τα θρησκευτικά αυτά προσόντα πλαισιώνονται από διανοητικά όπως η παιδεία. Ο σύμβουλος και κατ επέκταση ο πνευματικός οδηγός οφείλει να είναι θεολογικά εκπαιδευμένος, με την έννοια της επιστημονικής θεολογικής εκπαίδευσης και όχι με την απλή κατάκτηση  συγκεχυμένων πληροφοριών που οδηγούν σε αδιέξοδα. Μέσω της θεολογικής παιδείας ο ποιμένας ή ο γέροντας ακόμη και ο ίδιος ο γονέας και εκπαιδευτικός που ασκεί την συμβουλευτική, μπορεί να λογοδοτήσει για την ορθή πίστη και να αναζωπυρώσει την ελπίδα σε αυτόν που θα του ζητήσει την λύση των αποριών του.  Βέβαια δεν πρέπει να αποκλείεται η εγκυκλοπαιδική μόρφωση, η οποία είναι σημαντική για το συμβουλευτικό έργο ώστε να επιτευχθεί ο έλεγχος ετεροδοξιών, και η θωράκιση των δογμάτων της Εκκλησίας, όπως συναντούμε στους «πατέρες και διδασκάλους»[19].

Δυσκολίες Εφαρμογής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Συμβουλευτική Ποιμαντική στην εφαρμογή της, αντιμετωπίζει ορισμένες δυσκολίες, κυρίως λόγω της απόστασης που ενδεχομένως να υπάρχει ανάμεσα στην Εκκλησία και στις κοσμικές ανθρωπογνωσίες. Η προκατάληψη που επικρατεί αφορά κυρίως στον τρόπο και την ικανότητα των κληρικών να αντιμετωπίσουν προβληματικές καταστάσεις. Αυτό οφείλεται κυρίως στην ποιμαντική ανεπάρκεια ορισμένων κληρικών με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, στερεοτυπικές αντιλήψεις και ανικανότητα να προσεγγίσουν τις αγωνίες και αναζητήσεις του σύγχρονου ανθρώπου[2].

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Γιαννακοπούλου, Βαρβάρα. Συμβουλευτική Ποιμαντική. Αθήνα: Γ. Γκέλμπεσης. σελ. 11-12. Συμβουλευτική Ποιμαντική ή Ποιμαντική Συμβουλευτική (Pastoral Counseling) κατά τον επικρατέστερον όρον ή πνευματική καθοδήγηση κατά τον παραδοσιακόν όρον είναι η πτυχή της Ποιμαντικής Θεολογίας, που πραγματεύεται περί του λειτουργήματος της ποιμαντικής συμβουλευτικής ή πνευματικής καθοδηγήσεως που ασκείται στην Εκκλησία, περί του προσώπου του συμβούλου εξεικονίζουσα το πρότυπο αυτού, περί των προϋποθέσεων συμβούλου και συμβουλευόμενου και των αρχών που πρέπει να διέπουν την ποιμαντική συμβουλευτική, με σκοπό την εν Χριστώ σωτηρία του. ανθρώπου 
  2. 2,0 2,1 2,2 Δημητρόπουλος, Ευστάθιος; Χαροκοπάκη, Αργυρώ (1999). «Ποιμαντική Συμβουλευτική: Μία Πρόκληση για τη Συμβουλευτική Αλλά και την Εκκλησία στη Χώρα Μας». Επιθεώρηση Συμβουλευτικής και Προσανατολισμού: 21-36. 
  3. Κουφογιάννη, Πανωραία. Εκπαιδεύοντας Θεολόγους στη Συμβουλευτική και τη Συμβουλευτική Ψυχολογία. Αθήνα: Γρηγόρης. σελ. 12. 
  4. Βασιλειάδου, Μαρία (2008). Προαγωγή Ψυχικής Υγείας και Εκπαίδευση - ΕΠΙΚΤΗΤΟΣ - Στρατηγικές Αξιολογικής Γνωσιακής Εκπαίδευσης. Αθήνα: ΒΗΤΑ Ιατρικές Εκδόσεις ΜΕΠΕ. σελ. 11-14. ISBN 978-960-452-049-7. 
  5. Ματσόπουλος, Αθανάσιος (2011). Από την ευαλωτότητα στην ψυχική ανθεκτικότητα: Εφαρμογές στο σχολικό πλαίσιο και στην οικογένεια. Αθήνα: Παπαζήσης. 
  6. 6,0 6,1 Migne, Jacques-Paul (1862). Patrologiae cursus completus, seu bibliotheca universalis, integra, uniformis, commoda, oeconomica, omnium SS. Patrum, doctorum scriptorumque ecclesiasticorum ...: Series Graeca ... Migne. 
  7. Τσιτσίγκος, Σπυρίδων. Πνευματικότητα (Θρησκειοψυχολογική Θεώρηση) με έμφαση στην Ανατολική και Δυτική Πατερική Πνευματικότητα, και με στοιχεία Πνευματικής Ψυχο-Θεραπείας. Αθήνα: TREMENDUM. σελ. 462. ISBN 978-618-5170-20-2. Ο ψυχικά πάσχων δεν παύει στο βάθος της ψυχής του να επιζητεί, με οποιαδήποτε μέσα, την υπέρβαση του εαυτού του ακόμα και σε κατάσταση έντονης ψυχικής αποδυνάμωσης υπάρχει βαθιά μέσα στην ψυχή του ασθενή η ελπίδα και η προσδοκία για μία εσωτερική αναδόμηση. Η ασθένεια, συνεπώς, είναι αίτιο επανόδου «εἰς ἑαυτὸν». Στην κραυγή αυτή απελπισίας του ατόμου έρχεται αρωγός η Εκκλησία, η οποία πιστεύει ότι ακόμα και ο πιο αμαρτωλός διαθέτει στην ψυχή του υγιή ψήγματα, εφόσον η ασθένεια (το κακό) δεν είναι κάτι που υφίσταται οντολογικά 
  8. Κουφογιάννη, Πανωραία. Εκπαιδεύοντας Θεολόγους στη Συμβουλευτική και τη Συμβουλευτική Ψυχολογία. Αθήνα: Γρηγόρη. σελ. 19. 
  9. Μαλικιώση - Λοΐζου, Μαρία (1193). Συμβουλευτική Ψυχολογία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. σελ. 23. 
  10. Κουφογιάννη, Πανωραία. Εκπαιδεύοντας Θεολόγους στη Συμβουλευτική και τη Συμβουλευτική Ψυχολογία. Αθήνα: Γρηγόρης. σελ. 18. προβλημάτων της καθημερινότητας ή στην προσωπική τους ανάπτυξη. Για παράδειγμα η συμβουλευτική στα πλαίσια του επαγγελματικού προσανατολισμού κτλ 
  11. Γουέαρ, Καλλιστος. Η Εντός Ημών Βασιλεία. Αθήνα: Ακρίτας. σελ. 139. 
  12. Τσιτσίγκος, Σπυρίδων. Πνευματικότητα (Θρησκειοψυχολογική Θεώρηση) με έμφαση στην Ανατολική και Δυτική Πατερική Πνευματικότητα, και με στοιχεία Πνευματικής Ψυχο-Θεραπείας. Αθήνα: Tremendum. σελ. 95. Έτσι η Παύλεια πνευματικότητα νοείται ως ένα γεγονός, που αποκαλύπτει και επιβεβαιώνει στον άνθρωπο την σωτηριώδη ενέργεια του Θεού «εν Χριστώ Ιησού», ώστε ο πιστός να ζει πλέον ολόκληρος από αυτήν: είναι η δόξα του Χριστού μέσα μας. πρόκειται για ένα ξεχωριστό τρόπο ζωής («κατά Πνεύμα περιπατείν»), αντίθετο του σαρκικού. Και αυτός ο τρόπος ζωής (τι φρόνημα του πνεύματος) μπορεί – μέσω του «πνεύματος της πίστεως» και της προσωπικής ελεύθερα υπακοής στο νόμο του Πνεύματος – να καταστήσει τον άνθρωπο από πνευματικό βρέφος σε «άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού». Η έννοια της «εν Χριστώ» ελευθερίας στον Παύλο είναι κεντρική για την Ορθόδοξη πνευματικότητα. Όταν οι άκτιστες ενέργειες του Αγίου Πνεύματος ενοικούν σον άνθρωπο, τον καθιστούν πραγματικά ελεύθερο (πνευματικά) από την αμαρτία, δηλ. την οποιαδήποτε εξάρτηση, δουλεία και κακία. Σύμφωνα, λοιπόν, με τον απόστολο Παύλο, το Άγιο Πνεύμα απεργάζεται την ηθική τελείωση (ολοκληρία – ανακαίνιση) και τον αγιασμό των πιστών μαθητών και, κατά Χάρη, υιών» του Χριστού. πρόκειται, ουσιαστικά, για μία Χριστοκεντρική (χαρισματικά) πνευματικότητα. Και υπ’ αυτήν την έννοια, μπορεί να γίνει λόγος για μυστικισμό του αποστόλου Παύλου. Κατά συνέπεια, πνευματικός άνθρωπος, κατά τον Απόστολο, θεωρείται ο πληρούμενος, ως οίκος ή ναός του Θεού (ο «έσω άνθρωπος») και φερόμενος από το (Άγιο) Πνεύμα (πνευματέμφορος / πνευματοφόρος , ή θεοφόρος και Χριστοφόρος, κατά τον Άγιο Ιγνάτιο) της «υιοθεσίας», ο οποίος, διαθέτοντας θεοφιλή νου, και πηγαία / αυθόρμητα εκδηλώνει όλους τους «καρπούς», δηλ. τα Χαρίσματα, του Αγίου Πνεύματος (ειρήνη, χαρά, αγάπη κ.α.). Πράγματι ο απόστολος Παύλος συνδέει σαφώς τα Χαρίσματα (δωρεές) του Αγίου Πνεύματος με την πνευματική ειρήνη (του Πνεύματος), την κατάνυξη, την πραότητα, τη χαρά, την αγάπη, την αγαθοσύνη, τη δικαιοσύνη και την αλήθεια. 
  13. Γιαννακοπούλου, Βαρβάρα (2005). Συμβουλευτική Ποιμαντική. Αθήνα: Γκέλμπεση. σελ. 44. 
  14. Turner, H.J.M. (2009). The Epistles of St Symeon the New Theologian. New York: Oxford University Press. σελ. 160. 
  15. Η Καινή Διαθήκη. Αθήνα: Ελληνική Βιβλική Εταιρεία. 2003. 
  16. 16,0 16,1 Γιαννακοπούλου, Βαρβάρα. Ποιμαντική κατά την Θεολογία και την Πράξη των Αγίων. Αθήνα: Γκελμπέση. σελ. 27. 
  17. Jack, Domian (1998). Μοίραλη, Πέπη, επιμ. Μαθήματα Γάμου. Μετάφραση από τον Μεταξά Στέλλιο. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. 
  18. Η Καινή Διαθήκη. Αθήνα: Ελληνική Βιβλική Εταιρία. 2003. σελ. Δεῖ οὖν τὸν ἐπίσκοπον ἀνεπίληπτον εἶναι, μιᾶς γυναικὸς ἄνδρα, νηφάλιον, σώφρονα, κόσμιον, φιλόξενον, διδακτικόν, μὴ πάροινον, μὴ πλήκτην, μὴ αἰσχροκερδῆ, ἀλλ’ ἐπιεικῆ, ἄμαχον, ἀφιλάργυρον, τοῦ ἰδίου οἴκου καλῶς προϊστάμενον, τέκνα ἔχοντα ἐν ὑποταγῇ μετὰ πάσης σεμνότητος· εἰ δέ τις τοῦ ἰδίου οἴκου προστῆναι οὐκ οἶδε, πῶς ἐκκλησίας Θεοῦ ἐπιμελήσεται; μὴ νεόφυτον, ἵνα μὴ τυφωθεὶς εἰς κρίμα ἐμπέσῃ τοῦ διαβόλου. Δεῖ δὲ αὐτὸν καὶ μαρτυρίαν καλὴν ἔχειν ἀπὸ τῶν ἔξωθεν, ἵνα μὴ εἰς ὀνειδισμὸν ἐμπέσῃ καὶ παγίδα τοῦ διαβόλου. Διακόνους ὡσαύτως σεμνούς, μὴ διλόγους, μὴ οἴνῳ πολλῷ προσέχοντας, μὴ αἰσχροκερδεῖς, ἔχοντας τὸ μυστήριον τῆς πίστεως ἐν καθαρᾷ συνειδήσει. καὶ οὗτοι δὲ δοκιμαζέσθωσαν πρῶτον, εἶτα διακονείτωσαν ἀνέγκλητοι ὄντες. γυναῖκας ὡσαύτως σεμνάς, μὴ διαβόλους, νηφαλίους, πιστὰς ἐν πᾶσι. διάκονοι ἔστωσαν μιᾶς γυναικὸς ἄνδρες, τέκνων καλῶς προϊστάμενοι καὶ τῶν ἰδίων οἴκων. οἱ γὰρ καλῶς διακονήσαντες βαθμὸν ἑαυτοῖς καλὸν περιποιοῦνται καὶ πολλὴν παρρησίαν ἐν πίστει τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. 
  19. Παπαδόπουλος, Στυλιανός (2018). Μεγάλοι Σταθμοί της Θεολογίας – Πατέρες της Εκκλησίας- Εισαγωγή ΄Β, ΄Γ, κ ΄Δ αιώνες [Επιτομή]. Αθήνα: Γρηγόρης. σελ. 15. Η Εκκλησία διέκρινε (ξεχώρισε) λίγους από τους πολλούς πατέρες και τους ονόμασε τιμητικά Π α τ έ ρ ε ς και Δ ι δ α σ κ ά λ ο υ ς. Με τον όρο αυτό ένωσε δύο εξαιρετικής σημασίας λειτουργήματα σ’ ένα πρόσωπο, το οποίο έτσι έλαβε την πρώτη θέση στους κόλπους της. Τα λειτουργήματα αυτά είναι: α) του π ο ι μ έ ν α, που αναγεννά και κατευθύνει πνευματικά τους πιστούς, που συνδέει αυτούς με το Σωτήρα Χριστό διά του Αγίου Πνεύματος, που κηρύττει το Ευαγγέλιο, που τελεί τα μυστήρια της Εκκλησίας και που καλείται για όλα αυτά «πατήρ». β) του δ ι δ α σ κ ά λ ο υ, που έχει το ειδικό χάρισμα και άρα το ειδικό προνόμιο και την ειδική ευθύνη να διδάσκει και να ερμηνεύει στους πιστούς, την αλήθεια του Θεού, καθώς και να αντιμετωπίζει αυτός κατεξοχήν τα μεγάλα προβλήματα και τις ισχυρές θεολογικές κρίσεις στην Εκκλησία. 

Βιβλιογραφικές πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, «Εις Ματθαίον Ομιλία» 53, MPG 58,530
  • Η Καινή Διαθήκη. Αθήνα: Ελληνική Βιβλική Εταιρία. 2003. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]