Σοφία Ελισάβετ του Άνχαλτ-Ντέσαου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σοφία Ελισάβετ του Άνχαλτ-Ντέσαου
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση10  Φεβρουαρίου 1589[1]
Ντέσαου
Θάνατος9  Φεβρουαρίου 1622[1]
Λεγκνίτσα
Χώρα πολιτογράφησηςΠολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμοναχή
Οικογένεια
ΣύζυγοςΓεώργιος Ροδόλφος της Λεγκνίτσα (από 1614)[2]
ΓονείςΙωάννης Γεώργιος Α΄ του Άνχαλτ-Ντέσαου[3] και Δωροθέα του Μάνσφελντ-Άρνσταϊν[3]
ΑδέλφιαΣίβυλλα Χριστίνα του Άνχαλτ-Ντέσαου
Αγνή Μαγδαληνή του Άνχαλτ-Ντέσαου
Ελεονώρα Δωροθέα του Άνχαλτ-Ντέσαου
Άννα Ελισάβετ του Άνχαλτ-Ντέσαου
Γεώργιος Αριβέρτος του Άνχαλτ-Ντέσαου
Ιωάννης Καζιμίρ του Άνχαλτ-Ντέσαου
Ιωακείμ Ερνέστος του Άνχαλτ-Ντέσαου
Σουζάννα Μαργαρίτα του Άνχαλτ-Ντέσαου
Άννα Μαρία του Άνχαλτ-Ντέσαου
ΟικογένειαHouse of Ascania (Anhalt-Dessau branch)

Η Σοφία-Ελισάβετ, γερμ.:Sophie-Elisabeth von Αnhalt-Δessau von Ascania (10 Φεβρουαρίου 1589 - 9 Φεβρουαρίου 1620) από τον Οίκο των Ασκάνια ήταν κόρη του πρίγκιπα του Άνχαλτ-Ντέσαου. Έγινε η τελευταία ηγουμένη του Γκέρνροντε (1593-1614). Αφού έφυγε από το μοναστήρι, η Σοφία-Ελισάβετ έγινε δούκισσα του Λάιγκνιτς μέχρι το τέλος της το 1620.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ήταν κόρη του Ιωάννη-Γεωργίου Α΄ πρίγκιπα του Άνχαλτ-Ντέσαου και της πρώτης συζύγου του Δωροθέας του Μάνσφελντ-Άρνσταϊν (1561-1594), κόρη του Ιωάννη-Αλβέρτου ΣΤ΄ κόμη του Μάνσφελντ-Άρνσταϊν. Η Σοφία-Ελισάβετ είχε άλλα 3 αμφιθαλή αδέλφια και 9 αδέλφια (από τον δεύτερο γάμο του πατέρα της με τη Δωροθέα του Παλατινάτου-Ζίμμερν). Στα ετεροθαλή περιλαμβάνονται οι Ιωάννης-Κάζιμιρ, Eλεονώρα-Δωροθέα, Σίβυλλα-Χριστίνα, Γεώργιος-Αριβέρτος και Σουζάνα-Μαργαρίτα.

Ηγουμένη του Γκέρνροντε[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την ηλικία των τεσσάρων ετών η Σοφία-Ελισάβετ ήταν ηγουμένη του Γκέρνροντε. Το αβαείο ήταν σε παρακμή για αρκετό καιρό, πριν από την ηγουμενία της Σοφίας-Ελισάβετ. Συγκεκριμένα από τον 15ο αι. μέλη του κλάδου τής Σοφίας-Ελισάβετ, των πριγκίπων του Άνχαλτ, (που κατάγονται από τον Οίκο των Ασκάνια) προσπάθησαν διαδοχικά να ενσωματώσουν το μοναστήρι στις δικές τους κτήσεις. Όταν η Σοφία-Ελισάβετ έγινε μοναχή, οι εκτάσεις της μονής κάλυπταν μόνο περίπου δύο τετραγωνικά μίλια. Μεταξύ 1610 και 1614, τα μέλη του Οίκου των Ασκάνια συνέχισαν να ενσωματώνουν αυτές τις τελευταίες εκτάσεις του Γκέρνροντε στις δικές τους κτήσεις.

Το 1614 η Σοφία-Ελισάβετ έφυγε από το μοναστήρι, για να παντρευτεί. Οι συγγενείς της, οι πρίγκιπες του Άνχαλτ, αρνήθηκαν να διορίσουν μία νέα ηγουμένη και ολοκλήρωσαν την ενσωμάτωση του Γκέρνροντε στην επικράτειά τους. [4] Η Σοφία-Ελισάβετ ήταν λοιπόν η τελευταία ηγουμένη του Γκένροντε.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 4 Νοεμβρίου 1614 η Σοφία-Ελισάβετ παντρεύτηκε στο Ντέσαου τον εξάδελφό της Γεώργιο-Ροδόλφο δούκα του Λάιγκνιτς/Λεγκνίτσα. Ένα βιβλίο γράφτηκε για να καταγράψει τους υπέροχους γάμους τους. [5] Αφού παντρεύτηκε τη Σοφία-Ελισάβετ, ο Γεώργιος-Ροδόλφος μεταστράφηκε από τον Λουθηρανισμό στον Καλβινισμό.

Ως δούκισσα του Λάιγκνιτς, η Σοφία- Ελισάβετ ήταν φίλη των λογοτεχνών και προστάτης της μουσικής. Έφερε πολλούς τόμους γαλλικών και ιταλικών έργων στη βιβλιοθήκη των δουκών. [6] Ο συγγραφέας Mάρτιν Όπιτς έγραψε πολλά ποιήματα για τη Σοφία-Ελισάβετ. [7]

Η δούκισσα και ο Γεώργιος-Ροδόλφος δεν απέκτησαν παιδιά. Αυτή απεβίωσε σε ηλικία 30 ετών, το 1620. [8]

Στο Ντέσαου στις 4 Νοεμβρίου 1614 ο Γεώργιος-Ροδόλφος νυμφεύτηκε την εξαδέλφη του Σοφία-Ελισάβετ (10 Φεβρουαρίου 1589 - 9 Φεβρουαρίου 1622), κόρη τού εκ μητρός θείου του Ιωάννη-Γεωργίου Α΄ πρίγκιπα του Άνχαλτ-Ντέσαου]]. Ο γάμος ήταν άτεκνος.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage. p4109.htm#i41087.
  2. p4109.htm#i41087. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  4. Schulze, Das Stift Gernrode, pp. 50f.
  5. Nick and Flögel: Die Hof und Volksnarren, p. 700.
  6. Koldau, Frauen-Musik-Kultur, p. 265.
  7. Becker-Cantarino, Martin Opitz, p. 704.
  8. Ersch: Allgemeine Encyclopädie, I.60, p. 102.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • O. von Heinemann, Geschichte der Abtei und Beschreibung der Stiftskirche zu Gernrode . (HC Huch, Quedlinburg 1877).
  • HK Schulze, Das Stift Gernrode . Unter Verwendung eines Manuskriptes von Reinhold Specht. Mit einem kunstgeschichtlichen Beitrag von Günther W. Vorbrodt. (Mitteldeutsche Forschungen Bd. 38), Böhlau, Köln 1965.
  • Friedrich Nick, Karl Friedrich Flögel: Die Hof und Volksnarren, sammt den närrischen Lustbarkeiten », τομ. 2, (Scheible, Στουτγκάρδη, 1861).
  • LM Koldau, Frauen-Musik-Kultur: ein Handbuch zum deutschen Sprachgebiet der Frühen Neuzeit (Böhlau-Verlag, 2005).
  • B. Becker-Cantarino: Martin Opitz: Studien zu Werk und Person, (Ροδόπη, Άμστερνταμ, 1982).
  • JS Ersch, Allgemeine Encyclopädie der Wissenschaften und Künste στο alphabetischer. . . (Brockhaus, Λειψία, 1855).