Σερβική ελάτη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σερβική ελάτη
Συστάδα σε βοτανικό κήπο της Φινλανδίας
Συστάδα σε βοτανικό κήπο της Φινλανδίας
Κατάσταση διατήρησης
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Κωνοφόρα (Pinophyta)
Ομοταξία: Πευκόψιδα (Pinopsida)
Τάξη: Πευκώδη (Pinales)
Οικογένεια: Πευκοειδή (Pinaceae)
Γένος: Πικέα (Picea)
Είδος: P. omorika
Διώνυμο
Picea omorika
(Πάντσιτς) Purk.

κατανομή στη φύση

Η σερβική ελάτη (επιστημονική ονομασία: Picea omorika) είναι είδος κωνοφόρου δέντρου το οποίο είναι ενδημικό στην κοιλάδα του Δρίνου, στα σύνορα Σερβίας και Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Το δέντρο έχει πολύ περιορισμένη κατανομή και θεωρείται ως κινδυνεύον με εξαφάνιση. Το είδος ανακαλύφθηκε και περιγράφηκε στο όρος Τάρα το 1875 από τον Σέρβο βοτανολόγο Ιωσήφ Πάντσιτς.[2][3][4]

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φύλλωμα

Είναι μετρίου μεγέθους αειθαλές δέντρο, ύψους συνήθως 20 μέτρων, το οποίο μπορεί να φτάσει μέχρι τα 40 μέτρα, και διάμετρο κορμού μέχρι ένα μέτρου. Τα βλαστάρια είναι καφετιά και με πυκνές τρίχες. Τα φύλλα είναι βελονοειδή, με μήκος 10-20 χιλιοστά, επιπεδωμένα σε διατομή, και είναι σκούρα πράσινα-μπλε από πάνω και γαλανόλευκα από κάτω. Οι κώνοι έχουν μήκους 4 με 7 εκατοστά και είναι ατρακτοειδείς, σκούροι μοβ, σχεδόν μαύροι, όταν είναι νεαροί και όταν ωριμάζουν γίνονται σκούροι καφέ 5-7 μήνες μετά την επικονίαση, με σκληρές φολίδες.[2][3][4] Οι αρσενικοί κώνοι ωριμάζουν τον Μάιο και οι θηλυκοί τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο, αλλά παραμένουν κλειστοί μέχρι τον επόμενο Μάιο-Ιούνιο και παραμένουν πάνω στο δέντρο για μέχρι και πέντε χρόνια.[1]

Τα κύρια συστατικά του αιθέριου έλαιου του δέντρου ήταν αιθανική βορνεόλη (29,2%), καμφένιο (18,7%) και άλφα-πινένιο (12,9%). Άλλα συστατικά περιλαμβάνουν το άλφα-καδινόλη, λεμονένιο, (ε)-εξα-2-ενάλη, Τ-καδινόλη, δ-καδινένη, τρικυκλένιο, μυρκήνη, β-πινένιο και βορνεόλη. Τα δέντρα στο φαράγγι Μιλεσέφκα είχαν μεγαλύτερη περιεκτικτότητα σε αιθανική βορνεόλη (42,9%) και τα δέντρα στο όρος Τάρα περιείχαν μεγαλύτερες συγκεντρώσεις πεντατερπένιων (μέχρι 18,2%).[5]

Κατανομή και περιβάλλον[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δέντρα στη φύση (Βοσνία-Ερζεγοβίνη)

Η σερβική ελάτη στη φύση απαντάται σε μια περιορισμένη περιοχή έκτασης περίπου 4.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, σε τέσσερις περιοχές, στα σύνορα Σερβίας και Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, σε υψόμετρο ανάμεσα στα 800 και στα 1500 μέτρα στις απότομες βόρειες και βορειοδυτικές πλαγιές των ασβεστολιθικών, κυρίως, βουνών. Οι περιοχές αυτές είναι το Εθνικό Πάρκο Τάρα στη Σερβία και οι γειτονικές περιοχές στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, ανάμεσα στο Βίσεγκραντ και τη Σρεμπρένιτσα, στα χωριά Βιόγκορ και Ραντομίσλιε στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και στο Ραβνίστε-φαράγγι Μιλέσβκε στη Σερβία. Παλαιότερα η κατανομή του είδους ήταν πιο συνεχής, αλλά κατακερματίστηκε, κυρίως λόγω ανθρωπογενών δραστηριοτήτων.[1]

Το κλίμα στην περιοχή χαρακτηρίζεται από την πολύ υψηλή υγρασία, τις βροχοπτώσεις καθόλη τη διάρκεια του έτους, τις χαμηλές θερμοκρασίες τον χειμώνα και την έντονη χιονοκάλυψη.[1]

Καθεστώς διατήρησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πληθυσμός σερβικής ελάτης, ο οποίος υπολογίζεται 68.000 δέντρα, έχει καθοδική τάση. Η κύρια απειλή για το είδος θεωρούνται οι δασικές πυρκαγιές, όπως για παράδειγμα, μια μεγάλη πυρκαγιά στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη τη δεκαετία του 1950, η οποία έκαψε μια κατάφυτη κοιλάδα, αφήνοντας πίσω τρεις ξεχωριστές περιοχές με σερβική ελάτη, οι οποίες δεν έχουν επεκταθεί λόγω αλλαγής της χρήσης της καμμένης γης. Πιο πρόσφατα, το δάσος Στρουγκόβι, πυρπολήθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου της Βοσνίας. Η αναγέννηση γίνεται με αργούς ρυθμούς, με εξαίρεση τις απότομες πλαγιές στις οποίες δεν μπορούν να αναπτυχθούν εύκολα τα φυλλοβόλα δέντρα. Σήμερα τα δέντρα προστατεύονται. Στη Σερβία οι περισσότερες περιοχές όπου φύεται η σερβική ελάτη βρίσκονται εντός του Εθνικού Πάρκου Τάρα, ενώ στη Βοσνία οι συστάδες προστατεύονται από τη νομοθεσία.[1]

Καλλιέργεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πέρα από την ενδημική κατανομή της, η σερβική ελάτη χρησιμοποιείται ως καλλωπιστικό φυτό σε μεγάλους κήπους και θεωρείται ιδιαίτερης αξίας στη βόρεια Ευρώπη και βόρεια Αμερική για την ελκυστική κόμη του και την ικανότητά του να αναπτύσσεται σε μεγάλη ποικιλία χωμάτων, από αργιλώδες μέχρι αμμώδες και από αλκαλικό μέχρι όξινο. Είναι ανθεκτικό στο ψύχος. Όμως, δεν είναι ανθεκτικό στην ατμοσφαιρική μόλυνση και για να αναπτυχθεί απαιτεί ηλιοφάνεια.[6] Επίσης καλλιεργείται σε μικρότερο βαθμό για να χρησιμοποιηθεί ως χριστουγεννιάτικο δέντρο, για τη ξυλεία και την παραγωγή χαρτιού, αν και η ερυθρελάτη αναπτύσσεται ταχύτερα. Στις καλλιέργειες έχουν δημιουργηθεί υβρίδια με συγγενικά είδη όπως η Ελάτη της Σίτκα.[2][3]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Mataruga, M., Isajev, D., Gardner, M., Christian, T. & Thomas, P. 2011. Picea omorika. The IUCN Red List of Threatened Species 2011
  2. 2,0 2,1 2,2 Farjon, A. (1990). Pinaceae. Drawings and Descriptions of the Genera. Koeltz Scientific Books ISBN 3-87429-298-3.
  3. 3,0 3,1 3,2 Rushforth, K. (1987). Conifers. Helm ISBN 0-7470-2801-X.
  4. 4,0 4,1 Rushforth, K. (1999). Trees of Britain and Europe. Collins ISBN 0-00-220013-9.
  5. Nikolić, Biljana; Tešević, Vele; Ðorđević, Iris; Marin, Petar D.; Bojović, Srdjan (February 2009). «Essential Oil Variability in Natural Populations of Picea omorika, a Rare European Conifer». Chemistry & Biodiversity 6 (2): 193–203. doi:10.1002/cbdv.200800085. 
  6. «Picea omorika - (Pancic.)Purk». Plants For A Future. Ανακτήθηκε στις 14 Απριλίου 2017. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Picea omorika Πληροφορίες από το πρόγραμμα EUFORGEN