Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ρωμανός (έξαρχος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ρωμανός
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση6ος αιώνας
ΘάνατοςΔεκαετία του 590[1]
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητακυβερνητικός αξιωματούχος
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΈξαρχος της Ραβέννας (590–596)

Ο Ρωμανός ήταν βυζαντινός αξιωματούχος, πατρίκιος και Έξαρχος της Ραβέννας από το 589 ως το 596 ή 597.

Το 589 έγινε Έξαρχος στη θέση του απαξιωμένου Σμαράγδου[2]. Κατά το πρώτο έτος της θητείας του ο Ρωμανός ανέκτησε από τους Λομβαρδούς τις πόλεις της Μόντενα, Ρέτζιο, Πάρμα, Πιασέντσα, Άλτινουμ, και τη Μάντοβα[3].

Το 592 ο Πάπας Γρηγόριος Α΄ έκανε έκκληση προς τον Έξαρχο για βοήθεια στην ενίσχυση της Νάπολης για να αντιμετωπίσει την Λομβαρδική επίθεση, αλλά ο Ρωμανός θεώρησε πιο συνετό να παραμείνει στην κεντρική Ιταλία. Ο Πάπας αναγκάστηκε να κάνει ειρήνη με το Λομβαρδικό Δουκάτο του Σπολέτο για να σώσει τη Νάπολη[4]. Λίγο αργότερα, οι Λομβαρδοί κατέλαβαν την Περούτζια, προκαλώντας τον Ρωμανό να στείλει στρατό για να την Ούμπρισ[5]. Οι Λομβαρδοί βλέποντας την απουσία του βυζαντινού στρατού πέρασαν στη κεντρική Ιταλία και απείλησαν ακόμη και τη Ρώμη. Απογοητευμένος με την έλλειψη υποστήριξης που έλαβε από τον Έξαρχο[6], ο Πάπας προσπάθησε να παρακάμψει τον Ρωμανό με μια έκκληση προς τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Μαυρίκιο το 595, αλλά απέβησε άκαρπη, με δεδομένο το γεγονός ότι ο Μαυρίκιος έδινε μεγαλύτερη προσοχή στα Βαλκάνια, όπου η αυτοκρατορία αντιμετώπιζε τους Αβάρους και τους Σλάβους.

Ο Ρωμανός πέθανε σύντομα όπου τον διαδέχθηκε ο Καλλίνικος, ο οποίος αποδείχθηκε πιο διαλλακτικός στον πάπα Γρηγόριο.

  1. Ανακτήθηκε στις 27  Νοεμβρίου 2018.
  2. Paul the Deacon (3.26). History of the Lombards, translated by William Dudley Foulke, 1907 (Philadelphia: University of Pennsylvania, 1974), p. 133
  3. As described in the Liber Pontificalis. Raymond Davis (translator), The Book of Pontiffs (Liber Pontificalis), first edition (Liverpool: University of Liverpool Press, 1989), p. 61.
  4. R.A. Markus, Gregory the Great and His World (Cambridge: University Press, 1997), p. 102f
  5. Paul the Deacon (4.8). Foulke however dates this to 594, while noting that the historian Thomas Hodgkin dates this to 593 (History of the Lombards, p. 155n .2)
  6. Markus, Gregory the Great, p. 105