Ρωμανός (έξαρχος)
Ρωμανός | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 6ος αιώνας |
Θάνατος | Δεκαετία του 590[1] |
Χώρα πολιτογράφησης | Βυζαντινή Αυτοκρατορία |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | κυβερνητικός αξιωματούχος |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Έξαρχος της Ραβέννας (590–596) |
Ο Ρωμανός ήταν βυζαντινός αξιωματούχος, πατρίκιος και Έξαρχος της Ραβέννας από το 589 ως το 596 ή 597.
Το 589 έγινε Έξαρχος στη θέση του απαξιωμένου Σμαράγδου[2]. Κατά το πρώτο έτος της θητείας του ο Ρωμανός ανέκτησε από τους Λομβαρδούς τις πόλεις της Μόντενα, Ρέτζιο, Πάρμα, Πιασέντσα, Άλτινουμ, και τη Μάντοβα[3].
Το 592 ο Πάπας Γρηγόριος Α΄ έκανε έκκληση προς τον Έξαρχο για βοήθεια στην ενίσχυση της Νάπολης για να αντιμετωπίσει την Λομβαρδική επίθεση, αλλά ο Ρωμανός θεώρησε πιο συνετό να παραμείνει στην κεντρική Ιταλία. Ο Πάπας αναγκάστηκε να κάνει ειρήνη με το Λομβαρδικό Δουκάτο του Σπολέτο για να σώσει τη Νάπολη[4]. Λίγο αργότερα, οι Λομβαρδοί κατέλαβαν την Περούτζια, προκαλώντας τον Ρωμανό να στείλει στρατό για να την Ούμπρισ[5]. Οι Λομβαρδοί βλέποντας την απουσία του βυζαντινού στρατού πέρασαν στη κεντρική Ιταλία και απείλησαν ακόμη και τη Ρώμη. Απογοητευμένος με την έλλειψη υποστήριξης που έλαβε από τον Έξαρχο[6], ο Πάπας προσπάθησε να παρακάμψει τον Ρωμανό με μια έκκληση προς τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Μαυρίκιο το 595, αλλά απέβησε άκαρπη, με δεδομένο το γεγονός ότι ο Μαυρίκιος έδινε μεγαλύτερη προσοχή στα Βαλκάνια, όπου η αυτοκρατορία αντιμετώπιζε τους Αβάρους και τους Σλάβους.
Ο Ρωμανός πέθανε σύντομα όπου τον διαδέχθηκε ο Καλλίνικος, ο οποίος αποδείχθηκε πιο διαλλακτικός στον πάπα Γρηγόριο.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Ανακτήθηκε στις 27 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ Paul the Deacon (3.26). History of the Lombards, translated by William Dudley Foulke, 1907 (Philadelphia: University of Pennsylvania, 1974), p. 133
- ↑ As described in the Liber Pontificalis. Raymond Davis (translator), The Book of Pontiffs (Liber Pontificalis), first edition (Liverpool: University of Liverpool Press, 1989), p. 61.
- ↑ R.A. Markus, Gregory the Great and His World (Cambridge: University Press, 1997), p. 102f
- ↑ Paul the Deacon (4.8). Foulke however dates this to 594, while noting that the historian Thomas Hodgkin dates this to 593 (History of the Lombards, p. 155n .2)
- ↑ Markus, Gregory the Great, p. 105