Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ο μύθος του Ηρός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο μύθος του Ηρός
Αναγεννησιακό χειρόγραφο, από λατινική μετάφραση της Πολιτείας του Πλάτωνα

Ο μύθος του Ηρός είναι ο επίλογος της Πολιτείας του Πλάτωνα (10.614-10.621), που γράφτηκε από τον Έλληνα φιλόσοφο γύρω στο 360 π.Χ. Αυτός ο εσχατολογικός μύθος αφηγείται την ιστορία του μυθικού στρατιώτη Ηρ που πεθαίνει στη μάχη, μετά λίγες μέρες επανέρχεται στη ζωή και στη συνέχεια αφηγείται το ταξίδι του στη μεταθανάτια ζωή. Με τον μύθο, ο Πλάτωνας, μέσω του Σωκράτη, εισάγει την ιδέα ότι οι ηθικοί άνθρωποι ανταμείβονται μετά θάνατον και ότι οι ανήθικοι τιμωρούνται.[1]

Η ιστορία περιλαμβάνει μια αφήγηση του σύμπαντος και της μετά θάνατον ζωής και επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τη θρησκευτική, τη φιλοσοφική και την επιστημονική σκέψη για πολλούς αιώνες.

Περιεχόμενο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο μύθος αναφέρεται στον Ηρα, γιο του Αρμενίου, έναν γενναίο στρατιώτη με καταγωγή από την Παμφυλία, ο οποίος έχασε τη ζωή του στη μάχη. Το πτώμα του παρέμεινε άταφο ανάμεσα στα πτώματα άλλων πολεμιστών για δέκα μέρες και όταν το περισυνέλλεξαν δεν είχε αποσυντεθεί. Τον τοποθέτησαν για να καεί στη νεκρική πυρά, αλλά δύο μέρες αργότερα ξύπνησε από τον θανάσιμο ύπνο του και διηγήθηκε όσα είχε δει στη μεταθανάτια ζωή:

Η ψυχή του, μόλις έφυγε από το σώμα, ενώθηκε με πολλές άλλες ψυχές και έφτασαν σε ένα θεϊκό μέρος με τέσσερα χάσματα – δύο προς και έξω από τον ουρανό και δύο μέσα και έξω από τη γη. Οι κριτές των ψυχών κάθονταν ανάμεσα σε αυτά τα χάσματα και διέταζαν τις ψυχές ποιο μονοπάτι να ακολουθήσουν: οι καλοί οδηγούνταν προς τον ουρανό, οι ανήθικοι κατευθύνονταν προς τα κάτω. Αλλά όταν ο Ηρ πλησίασε τους κριτές, του είπαν να περιμένει, να ακούει και να παρατηρεί για να αναφέρει την εμπειρία του στην ανθρωπότητα.[2]

Εν τω μεταξύ, από το άλλο χάσμα του ουρανού, καθαρές ψυχές κατέβαιναν, αφηγούμενες όμορφες και θαυμαστές απολαύσεις. Εκείνες που επέστρεφαν από τα έγκατα της γης φαίνονταν βρώμικες, απογοητευμένες και κουρασμένες, έκλαιγαν από απόγνωση όταν διηγούνταν τις φρικτές εμπειρίες τους που κράτησαν χίλια χρόνια και πλήρωσαν δεκαπλάσια ποινή για όλες τις κακές πράξεις που είχαν διαπράξει όταν ζούσαν. Υπήρχαν, ωστόσο, κάποιοι που δεν μπορούσαν ποτέ να απελευθερωθούν από το χάσμα της γης. Δολοφόνοι, τύραννοι και άλλοι εγκληματίες ήταν καταδικασμένοι να παραμείνουν κάτω, ανίκανοι να ξεφύγουν.

Οι ψυχές παρέμειναν σε εκείνο το μέρος για επτά ημέρες και στη συνέχεια ταξίδεψαν μακρύτερα. Μετά από τέσσερις ημέρες έφτασαν σε ένα μέρος όπου έλαμπε ένα φως σαν ουράνιο τόξο αλλά πιο φωτεινό από οποιοδήποτε άλλο είχαν δει πριν. Το φως αυτό βρισκόταν στο κέντρο του σύμπαντος σαν κίονας και συγκρατούσε την ουράνια περιφορά. Στη μια άκρη κρεμόταν το αδράχτι που ακουμπούσε στα γόνατα της θεάς Ανάγκης και ρύθμιζε όλες τις περιστροφές. Είχε ως βάρος οκτώ ομόκεντρα περιστρεφόμενα δοχεία διατεταγμένα το ένα μέσα στο άλλο, το εξώτατο ήταν το ουράνιο στερέωμα και τα άλλα επτά ήταν οι σφαίρες των πλανητών. Στους κύκλους που σχημάτιζαν ήταν καθισμένες και περιστρέφονταν Σειρήνες, μια πάνω σε κάθε κύκλο, που εξέπεμπαν τον ήχο μιας μόνο νότας η οποία, όταν συνδυαζόταν με τις άλλες, σχημάτιζε μια αρμονία, τη μουσική των ουράνιων σφαιρών.[3]

Οι κόρες της Ανάγκης,[4] οι τρεις Μοίρες, κάθονταν σε κύκλο κοντά στη μητέρα τους: η Κλωθώ έκλωθε με τη ρόκα της και τραγουδούσε το παρόν, η Λάχεσις το παρελθόν και η Άτροπος το μέλλον. Ένας κήρυκας έβαλε τις ψυχές στη σειρά και, αφού πήρε έναν μεγάλο αριθμό κλήρων, προχώρησε στην κλήρωση για να επιλέξουν οι ψυχές τη ζωή που θα ήθελαν να ζήσουν κατά την επόμενη ενσάρκωσή τους, προειδοποιώντας ότι ο καθένας θα ήταν υπεύθυνος για την επιλογή του και ότι κανείς δεν θα βρισκόταν σε μειονεκτική θέση, αφού ακόμη και όποιος επέλεγε τελευταίος θα είχε ακόμη πολλά μοντέλα ζωής για να επιλέξει. Οι ψυχές – εκτός από τον Ήρα – μπήκαν στη σειρά και η κάθε μια έλαβε έναν κλήρο.

Οι Μοίρες Κλωθώ και Λάχεσις τυλίγουν το νήμα της ζωής. Η Άτροπος κάθεται ανελέητα περιμένοντας να το κόψει - Τζον Στρούντγουικ, 1885

Στη συνέχεια, με τη σειρά των κλήρων, κάθε ψυχή έπρεπε να εμφανιστεί για να επιλέξει την επόμενη ζωή της. Ο Ηρ είπε για τον τρόπο που επέλεγαν οι ψυχές, όχι μόνο με βάση την τύχη της κλήρωσης, αλλά και σύμφωνα με τα βιώματα της προηγούμενης ζωής τους. Μια ενάρετη ψυχή που είχε ζήσει σε μια καλά διοικούμενη πόλη, από επιθυμία αλλαγής, διάλεξε αστόχαστα τη ζωή ενός τυράννου για να συνειδητοποιήσει αργότερα πώς ήταν γεμάτη πόνο. Οι ψυχές που έρχονταν από το χάσμα της γης όμως είχαν υποφέρει από τις επίγειες εμπειρίες τους και επέλεγαν με μεγαλύτερη κρίση. Ο Οδυσσέας, κουρασμένος από ριψοκίνδυνες περιπέτειες, είχε προτιμήσει τη ζωή ειρηνικού ανθρώπου. Πολλοί προτιμούσαν μια ζωή διαφορετική από την προηγούμενη. Τα ζώα επέλεγαν ανθρώπινες ζωές ενώ οι άνθρωποι συχνά επέλεγαν την φαινομενικά ευκολότερη ζωή των ζώων. Για παράδειγμα, ο Αγαμέμνονας, από εχθρότητα προς το ανθρώπινο γένος λόγω των βασάνων που είχε υποστεί, είχε επιλέξει να ζήσει σαν αετός. Ο Ορφέας, που δεν ήθελε να γεννηθεί από γυναίκα λόγω του μίσους που είχε για τις Μαινάδες που είχαν προκαλέσει τον θάνατό του, είχε προτιμήσει τη ζωή ενός κύκνου. [5]

Αφού έκανε την επιλογή, κάθε ψυχή έλαβε από τη Λάχεσι για φύλακα έναν δαίμονα, που θα φρόντιζε να εκπληρωθεί η νέα ζωή. Τότε κάθε ψυχή έπρεπε να περάσει από την Κλωθώ, για να επιβεβαιώσει το πεπρωμένο της, και τελικά από την Άτροπο. Οι ψυχές ξεκίνησαν τότε για την έρημη και καυτή πεδιάδα της Λήθης και, σταματώντας να ξεκουραστούν στις όχθες του Αμέλητα ποταμού, όλες, εκτός από τον Ήρα, ήπιαν το νερό που προκαλεί τη λήθη. Όταν ήρθε η νύχτα, οι ψυχές κοιμήθηκαν. Τα μεσάνυχτα, ένας σεισμός συντάραξε τον τόπο και τις έκανε να ξαναγεννηθούν στη νέα τους ζωή. Ο Ηρ δεν θυμόταν πώς επέστρεψε στο σώμα του. Άνοιξε τα μάτια του και βρέθηκε ξαπλωμένος στην νεκρική πυρά νωρίς το πρωί, ικανός να θυμηθεί το ταξίδι του στη μετά θάνατον ζωή. [6]

Σχόλια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Σε αυτόν τον «διάλογο» ο Σωκράτης εισάγει την ιστορία εξηγώντας στον συνομιλητή του Γλαύκωνα τις σκέψεις του για την αθανασία της ψυχής. Η ψυχή δεν μπορεί να καταστραφεί από την ανηθικότητα με τον τρόπο που η τροφή πετάγεται όταν χαλάει. Ακόμη και εξωτερικές αιτίες όπως η ασθένεια δεν μπορούν να την βλάψουν. Το έργο συνδέει την πορεία της ψυχής με την λειτουργία του πλανητικού μας συστήματος και επιχειρεί να αναλύσει μία σειρά μυστηριακών και επιστημονικών θεμάτων. Ο Σωκράτης διηγείται τον Μύθο του Ηρός για να τονίσει ότι το να ζει κάποιος μια ηθική ζωή είναι ωφέλιμο ακόμη και μετά τον θάνατο και ότι το αντίθετο ισχύει εξίσου για τους ανήθικους ανθρώπους. [7]
  • Οι Μοίρες, οι Σειρήνες και η Ανάγκη αναφέρονται, εν μέρει, για να εξηγήσουν πώς τα ουράνια σώματα περιστρέφονταν «γύρω από τη γη», σύμφωνα με την αντίληψη του Πλάτωνα για την κοσμολογία και την αστρονομία. Ο Πλάτωνας εντοπίζει οκτώ τέλεια κυκλικές τροχιές γύρω από την απόσταση που περιγράφουν οι πλανήτες γύρω από τη Γη. [8]
  • Ο μύθος είναι σημαντικά εμπνευσμένος από τις απόψεις του Ορφισμού και των Πυθαγόρειων φιλοσόφων για τη μετενσάρκωση, αλλά αναφέρεται επίσης στην ηθική ευθύνη απέναντι στη μετά θάνατον μοίρα του ανθρώπου.
  • Ο μύθος του Ηρός αναφέρεται συχνά σε μεταγενέστερα λογοτεχνικά έργα με θέμα τις μετά θάνατον εμπειρίες, μεταξύ άλλων στο Όνειρο του Σκιπίωνος του Κικέρωνα και στις χριστιανικές Αποκαλύψεις (Αποκάλυψις Ιωάννου).

Απόδοση στα νέα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ο μύθος του Ηρός, μετάφραση: Γιώργος Χαραλαμπίδης, εκδόσεις Οσελότος, 2014 [7]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]