Ο αισθηματίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο αισθηματίας
ΣυγγραφέαςΧένρι Μακένζι
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1771
Μορφήμυθιστόρημα

Ο αισθηματίας ή Ο συναισθηματικός άνθρωπος (αγγλικά: The Man of Feeling) είναι συναισθηματικό μυθιστόρημα του Σκωτσέζου συγγραφέα Χένρι Μακένζι που δημοσιεύθηκε το 1771. Παρουσιάζεται σαν μια σειρά διηγήσεων στις οποίες ο πρωταγωνιστής συμμετέχει ή παρατηρεί και αφηγείται. [1]

Ο ήρωας της ιστορίας είναι ο νεαρός Χάρλεϊ, ο «συναισθηματικός άνθρωπος» του τίτλου και φτωχός αριστοκράτης, που ζει μια ευγενική και ηθική ζωή. Η διήγηση αναφέρεται σε αποσπασματικά επεισόδια της ζωής του καθώς ταξιδεύει από το αγροτικό του κτήμα στο Λονδίνο σε μια απρόθυμη αναζήτηση οικονομικής βελτίωσης. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του, ο Χάρλεϊ έρχεται αντιμέτωπος με έναν «αδιάφορο κόσμο» και αναζητά εκείνα τα «συγγενικά πνεύματα» που πιστεύει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν.[2]

Εκτός από την παρουσίαση ενός αξιοσημείωτου αριθμού χαρακτήρων, το μυθιστόρημα παρουσιάζει μια εικόνα των ιστορικών αλλαγών που μεταμόρφωσαν την οικονομία, το τοπίο και τις κοινωνικές σχέσεις της Αγγλίας και της Σκωτίας του 18ου αιώνα.[3]

Το μυθιστόρημα θεωρείται ότι συνέβαλε στην ανάπτυξη του ρομαντικού μυθιστορήματος, το οποίο έγινε δημοφιλές στα χρόνια που ακολούθησαν τη δημοσίευσή του.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Είναι το πρώτο και πιο διάσημο μυθιστόρημα του κατά κύριο επάγγελμα δικηγόρου Χένρι Μακένζι, ο οποίος είχε προσπαθήσει για αρκετά χρόνια να το εκδώσει, αλλά οι εκδότες το απέρριπταν. Τελικά, το δημοσίευσε ανώνυμα το 1771 και είχε άμεση επιτυχία που καθιέρωσε τον συγγραφέα ως σημαντική λογοτεχνική προσωπικότητα στη Σκωτία. Η πρώτη έκδοση εξαντλήθηκε στις αρχές Ιουνίου και έφτασε στην έκτη έκδοσή του το 1791. Πριν από το τέλος του 18ου αιώνα, κατέγραψε πάνω από 30 εκδόσεις που τυπώθηκαν όχι μόνο στην Αγγλία αλλά στη Βόρεια Αμερική, τη Γαλλία και τη Γερμανία. [4]

Ένας κληρικός από το Μπαθ ονόματι Εκκλς διεκδίκησε τη συγγραφή του βιβλίου, υποστηρίζοντας τις αξιώσεις του με ένα χειρόγραφο γεμάτο αλλαγές και σβησίματα. Τότε το όνομα του Μακένζι ανακοινώθηκε επίσημα.

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αφήγηση παρουσιάζεται μέσα από ένα παλιό χειρόγραφο το οποίο είναι μισοκατεστραμμένο.

Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Χάρλεϊ βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση, καθώς οι κηδεμόνες του δεν μπορούν να συμφωνήσουν για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να φροντίσουν τα συμφέροντά του. Ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο, ότι πρέπει να βρει έναν τρόπο να αποκτήσει περιουσία. Έτσι τον παροτρύνουν να αναθερμάνει τους δεσμούς με έναν ηλικιωμένο μακρινό συγγενή ώστε να διεκδικήσει κάποια κληρονομιά αλλά αυτή η προσπάθεια αποτυγχάνει, καθώς ο Χάρλεϊ δεν συνεργάζεται σωστά. Ο γείτονάς του κύριος Γουόλτον τον συμβουλεύει να βρει έναν ισχυρό προστάτη με αντάλλαγμα την ψήφο του για μίσθωση γης. Ο Χάρλεϊ αποχαιρετά τον γείτονά του και την όμορφη κόρη του και φεύγει για το Λονδίνο, όπου υποτίθεται ότι θα συναντήσει έναν βαρόνο.

Ο Χάρλεϊ δεν καταφέρνει να συναντήσει τον βαρόνο, γιατί λείπει, αλλά οι περιπέτειές του συνεχίζονται. Συναντά διάφορους κατατρεγμένους και συμπάσχει με τα βάσανά τους, λόγω της υπερβολικής ευαισθησίας, της καλοσύνης και της φιλανθρωπίας του πέφτει ακόμη και θύμα της δεξιοτεχνίας απατεώνων που εκμεταλλεύονται την αθωότητα και την η αφέλειά του. Με τα περιορισμένα οικονομικά του, κάνει το γεύμα σε έναν περιφρονημένο φιλόσοφο, ο οποίος επικρίνει όλα όσα βλέπει, επισκέπτεται ένα ψυχιατρείο όπου συγκινείται βλέποντας μια φτωχή γυναίκα, η οποία του διηγείται την άτυχη ιστορία του έρωτά της και του χαρίζει ένα δαχτυλίδι. Ένα βράδυ, βοηθά μια πόρνη, την πηγαίνει σε μια ταβέρνα και την ταΐζει, παρόλο που χρειάστηκε να δώσει στον σερβιτόρο το ρολόι του ως εγγύηση για την πληρωμή του λογαριασμού, και στη συνέχεια συναντιέται ξανά μαζί της το επόμενο πρωί για να ακούσει την ιστορία της. Ο πατέρας της φτάνει την επόμενη κιόλας μέρα και τη σώζει από αυτή την ακατάλληλη για μια κυρία ζωή.

Όταν μαθαίνει ότι η αξίωσή του για τη μίσθωση γης απέτυχε, αποφασίζει να επιστρέψει στο σπίτι του. Συναντά τον παλιό του φίλο κ. Έντουαρντς, ο οποίος επιστρέφει από την Ινδία, όπου υπηρετούσε στο στρατό. Μαζί έρχονται στο χωριό, όπου τους περιμένουν τρομερά νέα. Ο γιος του κ. Έντουαρντς και η νύφη του είναι νεκροί. Το μόνο πράγμα που κρατά τον ηλικιωμένο λογικό είναι τα εγγόνια του. Ο Χάρλεϊ τους φροντίζει. Ανακαλύπτει ότι η αγαπημένη του, η δεσποινίς Γουόλτον, αρραβωνιάστηκε με έναν πλούσιο άνδρα. Παρεμβάλλεται μια άσχετη ιστορία ενός κόμη που επισκέπτεται μια φυλακή οφειλετών όπου βρίσκει έναν άντρα και την οικογένειά του να ζουν εκεί κατόπιν εντολής του γιου του και πληρώνει το χρέος της οικογένειας.

Όταν η αφήγηση επιστρέφει ξανά στον Χάρλεϊ, ο αναγνώστης μαθαίνει ότι είναι άρρωστος και πρόκειται να πεθάνει. Η δεσποινίς Γουόλτον λύνει τον αρραβώνα της και εξομολογείται τα συναισθήματά της στον Χάρλεϊ, που πεθαίνει κρατώντας το χέρι της. [5]

Λογοτεχνικό ύφος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τυπικό της συναισθηματικής μυθοπλασίας, το έργο είναι κατακερματισμένο: λείπουν κεφάλαια και αποσπάσματα, αν και αυτό είναι επινοημένο, καθώς η αφήγηση παραμένει κατανοητή. Ο Μακένζι υπογραμμίζει αυτές τις απουσίες, υπονοώντας το περιεχόμενο των ανύπαρκτων κεφαλαίων, με αρίθμηση κεφαλαίων (δείχνοντας τα κενά) ή μέσω επεξηγήσεων κατά την εισαγωγή νέων προσώπων: «Ο Πίτερ στάθηκε στην πόρτα. Έχουμε αναφερθεί σ' αυτόν παλιότερα...».  Ο αποσπασματικός χαρακτήρας του κειμένου επιτρέπει παραλείψεις και παύσεις, έτσι ώστε το περιεχόμενο που δεν προκαλεί τον συναισθηματισμό να μπορεί να αποκλειστεί εντελώς από το κείμενο. Η αποσπασματική φύση του κειμένου αναλύεται στην Εισαγωγή. [2]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]