Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ο Υποψήφιος (ταινία, 1972)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Υποψήφιος
(The Candidate)
ΣκηνοθεσίαΜάικλ Ρίτσι
ΠαραγωγήΓουόλτερ Κόμπλεντζ
ΣενάριοΤζέρεμι Λάρνερ
ΠρωταγωνιστέςΡόμπερτ Ρέντφορντ
Πίτερ Μπόιλ
ΜουσικήΤζον Ρούμπινσταϊν
ΦωτογραφίαΒίκτορ Τζ. Κέμπερ
Τζον Κόρτι
ΜοντάζΡόμπερτ Έστριν
Ρίτσαρντ Α. Χάρις
Εταιρεία παραγωγήςWarner Bros. και Warner Bros. Pictures
ΔιανομήWarner Bros.
Πρώτη προβολή29  Ιουνίου 1972 (Νέα Υόρκη)[1], 5  Αυγούστου 1972 (Καναδάς)[1], 11  Αυγούστου 1972 (Ιρλανδία)[1], 23  Αυγούστου 1972 (Γαλλία)[1], 26  Αυγούστου 1972 (33o Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας)[1], 5  Οκτωβρίου 1972 (Δανία)[1], 12  Οκτωβρίου 1972 (Ιταλία)[1], 18  Οκτωβρίου 1972 (Σουηδία)[1], 19  Οκτωβρίου 1972 (Αυστραλία)[1], 19  Οκτωβρίου 1972 (Λονδίνο)[1], 13  Δεκεμβρίου 1972 (Ισπανία)[1], 4  Ιανουαρίου 1973 (Αργεντινή)[1], 26  Ιανουαρίου 1973 (Γερμανία)[1], 7  Φεβρουαρίου 1973 (Πόρτο)[1], 21  Δεκεμβρίου 1973 (Ουρουγουάη)[1], 29  Νοεμβρίου 1974 (Φινλανδία)[1], 17  Ιουλίου 1975 (Ολλανδία)[1] και 20  Νοεμβρίου 1976 (Ιαπωνία)[1]
Διάρκεια109 λεπτά
ΠροέλευσηΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής
ΓλώσσαΑγγλικά
Προϋπολογισμός$1,6 εκατομμύρια [2]
Ακαθάριστα έσοδα$2,5 εκατομμύρια (ενοικιάσεις σε ΗΠΑ και Καναδά) [3]

Ο Υποψήφιος (αγγλικά: The Candidate) είναι αμερικανική πολιτική κωμική-δραματική ταινία του 1972 με πρωταγωνιστές τους Ρόμπερτ Ρέντφορντ και Πίτερ Μπόιλ, σε σκηνοθεσία Μάικλ Ρίτσι. Το σενάριο το οποίο βραβεύτηκε με Όσκαρ, εξετάζει τις διάφορες πτυχές και μηχανορραφίες που εμπλέκονται σε πολιτικές εκστρατείες, γράφτηκε από τον Τζέρεμι Λάρνερ, ο οποίος είναι συγγραφέας ομιλιών του Γερουσιαστή Γιουτζίν Τζ. ΜακΚάρθι κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Μακάρθι για την προεδρική υποψηφιότητα των Δημοκρατικών το 1968.

Ο Μάρβιν Λούκας, ένας πολιτικός σύμβουλος, πρέπει να βρει έναν υποψήφιο του Δημοκρατικού Κόμματος για να αντιταχθεί στον γερουσιαστή της Καλιφόρνια, ο οποίος έχει υπηρετήσει για τρεις θητείες, Κρόκερ Τζάρμον, ένα δημοφιλή Ρεπουμπλικάνο. Χωρίς κανένα μεγάλο όνομα Δημοκρατικό να θέλει να μπει στην κούρσα που δεν μπορεί να κερδιθεί, ο Λούκας αναζητά τον Μπιλ ΜακΚέι, τον ιδεαλιστή, όμορφο και χαρισματικό γιο του πρώην κυβερνήτη της Καλιφόρνια Τζον Τζ. ΜακΚέι ο οποίος εργάζεται ως δικηγόρος δημοσίου συμφέροντος.

Ο Λούκας κάνει στον ΜακΚέι μια πρόταση: αφού ο Τζάρμον δεν μπορεί να χάσει και ο αγώνας έχει ήδη αποφασιστεί, του επιτρέπει να κάνει την εκστρατεία του λέγοντας ακριβώς αυτό που θέλει. Εκείνος αποδέχεται την πρόταση με σκοπό να του δωθεί η ευκαιρία να διαδώσει τις αξίες του. Χωρίς σοβαρή αντιπολίτευση των Δημοκρατικών, ο ΜακΚέι φτάνει στο να είναι υποψήφιος μόνο εξαιτίας του ονόματός του. Ο Λούκας έχει τότε φέρνει δυσάρεστα νέα: σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση, ο ΜακΚέι θα ηττηθεί με πολύ μεγάλη διαφορά. Ο Λούκας λέει ότι το κόμμα ανέμενε την ήττα του ΜακΚέι, αλλά όχι ότι θα ταπεινωθεί, οπότε πείθει τον ΜακΚέι να μετριάσει το μήνυμά του ώστε να μπορεί να απευθύνεται σε ένα ευρύτερο φάσμα ψηφοφόρων.

Ο ΜακΚέι εκστρατεύει σε όλο το μήκος της πολιτείας, με το μήνυμά του να γίνεται πιο γενικό κάθε μέρα. Αυτή η προσέγγιση τον ανεβάζει στις δημοσκοπήσεις, αλλά του δημιουργεί ένα νέο πρόβλημα: επειδή ο πατέρας του έχει μείνει εκτός του αγώνα, τα μέσα ερμηνεύουν τη σιωπή του ως επιδοκιμασία για τον Τζάρμον. Ο ΜακΚέι συναντά απρόθυμα τον πατέρα του και του αναφέρει το πρόβλημα, και αυτός λέει στα μέσα ενημέρωσης ότι απλά τιμά τις επιθυμίες του γιου του να μείνει εκτός αγώνα.

Με τον ΜακΚέι μόνο εννέα βαθμούς κάτω στις δημοσκοπήσεις, ο Τζάρμον προτείνει την πραγματοποίηση ενός ντιμπέιτ. Ο ΜακΚέι συμφωνεί να ανταποκριθεί στις ερωτήσεις σύμφωνα με απαντήσεις οι οποίες είναι ειδικά σχεδιασμένες από τον Λούκας, αλλά μόλις τελειώνει η διαδικασία, ο ΜακΚέι έχει πόνο συνείδησης και ξεστομίζει ότι η συζήτηση δεν έχει ασχοληθεί με πραγματικά ζητήματα όπως η φτώχεια και οι φυλετικές σχέσεις. Ο Λούκας είναι έξαλλος, επειδή αυτό θα βλάψει την εκστρατεία. Τα μέσα προσπάθησαν να συναντήσουν τον ΜακΚέι στα παρασκήνια, αλλά έφτασαν την στιγμή που ο πατέρας του τον συνεχάρη για το ντιμπέιτ. Σε αντίθεση με το να παρουσιαστεί το ξέσπασμα του ΜακΚέι, η ιστορία γίνεται η επανεμφάνιση του πρώην κυβερνήτη ώστε να βοηθήσει τον γιο του. Η θετική ιστορία και η βοήθεια του πατέρα του ΜακΚέι κλείνουν ακόμη περισσότερο την διαφορά στις εκλογές.

Με τις εκλογές να απέχουν λίγες μέρες, ο Λούκας και ο πατέρας του ΜακΚέι διοργανώνουν μια συνάντηση κατά την οποία θα συνομιλήσουν με έναν εκπρόσωπο ενός εργατικού σωματείου ώστε να συζητήσουν για μια άλλη πιθανή υποστήριξη. Μέσα στην συνάντηση, ο εκπρόσωπος του συνδικάτου λέει στον ΜακΚέι ότι πιστεύει πως μπορούν να κάνουν πολύ καλό ο ένας στον άλλον σε περίπτωση που συνεργαστούν. Ο ΜακΚέι του λέει φαινομενικά ότι δεν ενδιαφέρεται να συναναστραφεί μαζί του, αλλά η ένταση καταπνίγεται με ένα άβολο αλλά ομόφωνο γέλιο. Μετά από μια δημόσια υποστήριξη με τον εκπρόσωπο του συνδικάτου και με εργάτες από την Καλιφόρνια τώρα στο πλευρό του, ο ΜακΚέι κλείνει με μια εικονική ισοπαλία.

Ο ΜακΚέι κερδίζει τις εκλογές. Στην τελευταία σκηνή, εκείνος δραπετεύει από το επινίκιο πάρτι και σπρώχνει τον Λούκας μέσα σε ένα δωμάτιο με ένα πλήθος δημοσιογράφων να φωνάζει από έξω. Ο ΜακΚέι ρωτά τον Λούκας, «Τι κάνουμε τώρα;» Το πλήθος των μέσων ενημέρωσης καταφθάνει και τους παρασύρει έξω ενώ ο ΜακΚέι δεν λαμβάνει ποτέ απάντηση.


Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ ανέφερε ότι η ταινία έγινε ως «έργο αγάπης» και γυρίστηκε με μικρό κόστος και μεγάλη ταχύτητα. [4] Ο Ρέντφορντ και ο Ρίτσι είχαν προσεγγίσει ίσως δέκα σεναριογράφους πριν προσφέρουν τη δουλειά στον Τζέρεμι Λάρνερ, ο οποίος πιέζονταν να δουλέψει γρήγορα, ώστε η ταινία να κυκλοφορήσει εγκαίρως για την εκστρατεία των προεδρικών εκλογών του 1972. Είχε «περίπου έναν μήνα» για να συγγράψει το σενάριο και έγραφε «ακριβώς από το μεσημέρι έως τις 3 το πρωί κάθε μέρα» [5] Ο Λάρνερ, έχοντας εργαστεί ως δημοσιογράφος και συγγραφέας ομιλιών, είπε ότι «οι εμπειρίες του με διάφορους πολιτικούς βγήκαν μέσα στην ιστορία. Εγώ χρησιμοποίησα κάποια πράγματα που ήταν απευθείας από τις καμπάνιες». [5] Ανέφερε επίσης ότι χωρίς τη βοήθεια που έλαβε από τον Ρόμπερτ Τόουν δεν θα μπορούσε να τελειώσει το γράψιμο το σενάριο. [6]

Ο χαρακτήρας του ΜακΚέι βασίζεται στον Αμερικανό γερουσιαστή Τζον Β. Τούνεϊ (αν και έχει ομοιότητες και με τον Τζέρι Μπράουν). Ο σκηνοθέτης Μάικλ Ρίτσι εργάστηκε για την επιτυχημένη εκστρατεία του Τούνεϊ στις εκλογές της Γερουσίας του 1970. Ο διευθυντής της καμπάνιας Νέλσον Ράιζινγκ ήταν συμπαραγωγός στην ταινία. [7] [8] Ο Ράιζινγκ, ο οποίος συνέχισε μια επιτυχημένη καριέρα στη νομική, την ανάπτυξη ιδιοκτησίας και ως ηγέτης των πολιτών, ενώ συνέχισε τη δουλειά του στην πολιτική σκηνή της Καλιφόρνια, που ήταν - σύμφωνα με τον Λάρνερ - «καθοριστικός στην εύρεση πολιτικών τοποθεσιών στην περιοχή του Μπέι, και στην παροχή πολιτικών εθελοντών για πολλούς από τους πρόσθετους της εκστρατείας μας».[5] Στην εκστρατεία, ο σύμβουλος μέσων ενημέρωσης του Τούνεϊ είχε «παρατηρήσει την αντίθεση νεαρού/ηλικιωμένου» μεταξύ του Τούνεϊ και του νυν αντιπάλου του Τζορτζ Μέρφι. [9]

Ο Ρίτσι, ο Ρέντφορντ και ο συγγραφέας Τζέρεμι Λάρνερ πέρασαν όλο το καλοκαίρι του 1971 ασχολούμενοι με το σενάριο. [10] Η σκηνή όπου ο ΜακΚέι μαλώνει μέσα σε μία ανδρική τουαλέτα είναι βασισμένη σε ένα περιστατικό το οποίο συνέβη στον υποψήφιο για την προεδρία Γιουτζίν Μακάρθι. [11] Ο Λάρνερ ανέφερε ότι «η στιγμή που κάποιος δίνει στον ΜακΚέι μια κόκα-κόλα και ένα χοτ-ντογκ, ώστε τα χέρια του να είναι απασχολημένα, και μετά τον χτυπάει στο πρόσωπο — είναι κάτι που συνέβη πράγματι στον ΜακΚάρθι!».[5] Ο σεναριογράφος αφηγήθηκε επίσης πώς «έγραψε αυτόν τον χαρακτήρα για τον Ρέντφορντ, προφανώς, και μου είπε σε κάποιο σημείο, "Μπορώ εύκολα να παίξω έναν χαρακτήρα πιο ηλίθιο από εμένα. Αλλά δεν μπορώ να είμαι κακός - το κοινό μου δεν θα το άντεχε αυτό"». [5]

Ο χαρακτήρας του Χάουαρντ Κλάιν, που υποδύεται ο Άλεν Γκάρφιλντ, ήταν βασισμένος σε έναν σύμβουλο πολιτικής διαφήμισης της Νέας Υόρκης, τον Ντέιβιντ Γκαρθ, που γνώρισε ο Τζέρεμι Λάρνερ όταν γίνονταν τα γυρίσματα της ταινίας, μια συνάντηση που περιέγραψε ως «ένα μεγάλο διάλειμμα».[5]

Ο Ρέντφορντ ξαναβρέθηκε με την Νάταλι Γουντ, η οποία έκανε μια μικρή εμφάνιση ως η ίδια, αφού είχε μισοσυνταξιοδοτηθεί το 1970. [12] Οι δυο τους είχαν συμπρωταγωνιστήσει στην ταινία του 1965 Έρωτες που Σβήνουν την Αυγή, καθώς και στην ταινία του 1966 Αγάπη για τον Έρωτα.

Ο κριτικός των New York Times, Βίνσεντ Κάνμπι χαρακτήρισε την ταινία ως «μια από τις λίγες καλές, αληθινά αστείες αμερικανικές πολιτικές κωμωδίες που έγιναν ποτέ» και σχολίασε ότι «Το Ο Υποψήφιος είναι σοβαρό, αλλά ο τόνος του είναι ψυχρά κωμικός, σαν να είχε δημιουργηθεί από ανθρώπους που είχαν χάσει την ελπίδα τους». [13] Το Variety χαρακτήρισε την ταινία ως «ένα εξαιρετικό, επίκαιρο δράμα» το οποίο «σκηνοθετήθηκε εξαιρετικά και είχε έξοχο ρυθμό», προσθέτοντας ότι, «ολόκληρη η ταινία συχνά φαίνεται σαν ένα ειδικό ντοκιμαντέρ με την καλύτερη έννοια της λέξης». [14] Ο Τζιν Σίσκελ της Chicago Tribune απένειμε στην ταινία 3,5 στα 4 αστέρια και επαίνεσε τον Ρέντφορντ για μια «νικηφόρα ερμηνεία». [15] Ο Τσαρλς Τσάμπλιν των Los Angeles Times έγραψε ότι «Ο Ρέντφορντ και ο Ρίτσι συνεργάστηκαν ξανά για να παραδώσουν αυτό που νομίζω ότι δεν είναι τίποτα λιγότερο από την καλύτερη ταινία που έχει γίνει μέχρι τώρα για την πολιτική στην ομοαξονική Αμερική... Έχει μια επείγουσα ανάγκη η οποία χρειάζεται τώρα που είναι δυνατή και συναρπαστική». [16] Ο Ρότζερ Ίμπερτ αργότερα είπε ότι ο Ρίτσι «έφερε έναν έντονα παρατηρητικό, σχεδόν παραστατικό ρεαλισμό» μέσα στην ταινία. [17]

Ανάμεσα στις αρνητικές κριτικές, ο Γκάρι Άρνολντ της Washington Post έγραψε για την ταινία, χαρακτηρίζοντάς την ως «μια εξαιρετικά ρηχή, υποκριτική απόπειρα σατιρισμού της αμερικανικής πολιτικής διαδικασίας... Το πρόβλημα με τους κινηματογραφιστές είναι ότι η απογοήτευσή τους δεν γίνεται ειλικρινά αισθητή, αλλά ούτε αποδεικνύεται και κερδίζεται δραματικά. Αντιθέτως, φαίνεται απλώς ως μια επαγγελματική πόζα, μια ψεύτικη μάσκα ατρωσίας και ηθικής υπεροχής». [18] Η Πενέλοπε Γκίλιατ του New Yorker έγραψε ότι είναι μια «τρομερή ταινία» με ένα «ασυγκίνητο» σενάριο ενώ ανέφερε πως βρήκε την ομοιότητα του Ρέντφορντ με έναν αδερφό Κένεντι «ανελέητη προς τους θεατές και απίστευτα καιροσκοπική από την πλευρά των κινηματογραφιστών· είναι μια από τις πιο χυδαίες επιλογές ηθοποιών που μπορώ να θυμηθώ». [19] Ο Ρόμπερτ Τσάπετα στο Film Quarterly έγραψε ότι ένα σοβαρό ψεγάδι στην ταινία αποτελούσε το ότι «ο Ρέντφορντ δεν τα πάει καλά με το κεντρικό δραματικό στοιχείο της ταινίας: τη μετάβαση από το να είναι ένας απρόθυμος υποψήφιος στο να θέλει τόσο πολύ να κερδίσει που είναι πρόθυμος να συμβιβαστεί με τον εαυτό του. Ο Ρέντφορντ ποτέ δεν μεταφέρει καμία πραγματική επιθυμία του για να νικήσει». [20] Ο Ρίτσαρντ Κομπς του περιοδικού The Monthly Film Bulletin έγραψε ότι «λίγος ορισμός ή συμπάθεια δίνεται στον ΜακΚέι (ο οποίος παραμένει τόσο κρυπτογραφημένος στη μηχανική της ταινίας όσο και στα χέρια των πολιτικών παραγόντων) και ελάχιστο ενδιαφέρον δημιουργείται για τη λειτουργία ενός συστήματος που επινοείται μόνο σε μια συλλογή από κατά διαστήματα γνώριμα ονόματα και πρόσωπα». [21]

Ο Κρίστοφερ Ναλ, του filmcritic.com, έδωσε στην ταινία 4,5/5 και ανέφερε ότι «αυτή η σάτιρα για ένα αμερικανικό ίδρυμα συνεχίζει να αποκτά σημασία αντί να τη χάνει». [22]

Η ταινία έχει μια «φρέσκια» βαθμολογία 89% στο σύνολο των αξιολογήσεων του Rotten Tomatoes, βασισμένη σε 35 κριτικές με τη συναίνεση που διαβάζει: «Το Ο Υποψήφιος μπορεί να μην πετυχαίνει όλες τις λεπτομέρειες σωστά όταν πρόκειται για τη σύγχρονη εκστρατεία, αλλά αποτυπώνει τέλεια τον πολιτικό παραλογισμό - - και μπορεί να υπερηφανεύεται επίσης για την τυπική εκπληκτική δουλειά από τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ.» [23]

Ο Λάρνερ για την ταινία κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου και η ταινία ήταν επίσης υποψήφια για τον Καλύτερο Ήχο (Ρίτσαρντ Πόρτμαν και Τζιν Κανταμέσα). [24]

  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 1,12 1,13 1,14 1,15 1,16 1,17 www.imdb.com/title/tt0068334/releaseinfo.
  2. Ebert, Roger (19 Ιανουαρίου 2003). «Redford Reflects On Indie Films, Political Climate». RogerEbert.com. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2018. 
  3. «Big Rental Films Of 1972». Variety: 36. January 3, 1973. https://archive.org/details/sim_variety_1973-01-03_269_8/page/36. 
  4. All The President's Men (1976) 2004 Special Edition, audio commentary by Robert Redford
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 Macfarlane, Steve (19 Ιουλίου 2016). «'The Moment of Unreality': Jeremy Larner on The Candidate (And Much Else)». Brooklyn Magazine. Ανακτήθηκε στις 18 Μαΐου 2021. 
  6. Biskind, Peter (1999). Easy Riders, Raging Bulls: How the Sex 'n' Drugs 'n' Rock 'n' Roll Generation Saved Hollywood. Bloomsbury Publishing. σελ. 50. ISBN 9780747544210. 
  7. Mathews, Joe (23 Φεβρουαρίου 2017). «To get things done in California, listen like Nelson Rising». SFGate.com. Ανακτήθηκε στις 18 Μαΐου 2021. 
  8. Kelley 2012, σελ. 23.
  9. Kelley 2012, σελ. 34.
  10. Kelley 2012, σελ. 25.
  11. Kelley 2012, σελ. 28.
  12. Valemont, Pamela Lillian (2013). Drowning and Other Undetermined Factors The Death of Natalie Wood. Lulu.com. ISBN 978-1300863106. 
  13. Canby, Vincent (June 30, 1972). «Screen: 'Candidate,' a Comedy About the State of Politics, Opens». The New York Times: 25. https://www.nytimes.com/1972/06/30/archives/candidate-a-comedy-about-the-state-of-politics-opensrobert-redford.html. Ανακτήθηκε στις November 23, 2018. 
  14. «The Candidate». Variety: 18. June 21, 1972. https://archive.org/details/sim_variety_1972-06-21_267_6/page/18. 
  15. Siskel, Gene (August 9, 1972). «The Candidate». Chicago Tribune: Section 2, p. 5. 
  16. Champlin, Charles (July 2, 1972). «'Candidate' Profiles Politics in Coaxial America». Los Angeles Times: p. 1, 55. 
  17. Ebert, Roger (June 18, 1975). «Interview with Bruce Dern». Chicago Sun-Times. https://www.rogerebert.com/interviews/interview-with-bruce-dern. Ανακτήθηκε στις January 1, 2019. 
  18. Arnold, Gary (July 22, 1972). «A Slick 'Candidate' for (Box) Office». The Washington Post: σελ. D1. 
  19. Gilliatt, Penelope (1 Ιουλίου 1972). «The Current Cinema». The New Yorker: 64–65. 
  20. Chappetta, Robert (Winter 1972–73). «The Candidate». Film Quarterly 26 (2): 54. doi:10.2307/1211329. 
  21. Combs, Richard (November 1972). «The Candidate». The Monthly Film Bulletin 39 (466): 229. 
  22. Null, Christopher. «The Candidate». Filmcritic.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Οκτωβρίου 2006. 
  23. «The Candidate». Rotten Tomatoes. Ανακτήθηκε στις 15 Ιουλίου 2023. 
  24. «The 45th Academy Awards (1973) Nominees and Winners». oscars.org. Ανακτήθηκε στις 28 Αυγούστου 2011. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]