Ολέγκ Ριαχόφσκι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ολέγκ Ριαχόφσκι
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Олег Ряховский (Ρωσικά)
Γέννηση19  Οκτωβρίου 1933
Τασκένδη
Θάνατος16  Δεκεμβρίου 2023
Χώρα πολιτογράφησηςΈνωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών
Ρωσία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΡωσικά
ΕκπαίδευσηDoctor in Engineering
ΣπουδέςΚρατικό τεχνικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας - Μπάουμαν
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταάλτης του τριπλούν
ΕργοδότηςΚρατικό τεχνικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας - Μπάουμαν

Ο Ολέγκ Ανατόλιεβιτς Ριαχόφσκι (ρωσικά: Олег Анатольевич Ряховский‎‎) (γενν. 19 Οκτωβρίου 1933) είναι Ρώσος, πρώην Σοβιετικός, αθλητής του άλματος εις τριπλούν. Είναι πρώην κάτοχος του παγκόσμιου ρεκόρ, κάτοχος του αργυρού μεταλλίου στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου του 1958 και δύο φορές εθνικός πρωταθλητής της Σοβιετικής Ένωσης.

Γεννημένος στην Τασκένδη της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Ουζμπεκιστάν, ο Ριαχόφσκι άρχισε να φτάνει σε επίπεδο ελίτ στη σεζόν στίβου του 1955, σημειώνοντας καλύτερη επίδοση με 15.40 μ., που τον κατέταξε στους 20 καλύτερους άλτες του κόσμου εκείνη τη σεζόν. Ανέβηκε στην έβδομη θέση της παγκόσμιας κατάταξης το 1957 με 15,93 μ., στη συνέχεια έκανε την καλύτερη επίδοση της σεζόν το 1958, στα 16,29 μ. Το τελευταίο άλμα επιτεύχθηκε στο σοβιετικό πρωτάθλημα στίβου, όπου έβαλε τέλος στο μακροχρόνιο σερί του Λεονίντ Σερμπακόφ για να κερδίσει τον πρώτο του εθνικό τίτλο.[1]

Η κορύφωση της καριέρας του Ριαχόφσκι ήρθε το 1958. Εκείνη τη χρονιά πέτυχε παγκόσμιο ρεκόρ στο τριπλούν με 16.59 μ. στον Διεθνή Αγώνα ΗΠΑ-ΕΣΣΔ του 1958, βελτιώνοντας το προ τριετίας ρεκόρ του Βραζιλιάνου Αντεμάρ ντα Σίλβα κατά τρία εκατοστά. Το ρεκόρ του Ριαχόφσκι διήρκησε για λιγότερο από ένα χρόνο, καθώς βελτιώθηκε από τον, επίσης Σοβιετικό, Ολέγκ Φεντοσέγεφ τον επόμενο Μάιο.[2] Ο Ριαχόφσκι επιλέχθηκε για τη σοβιετική ομάδα για το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου του 1958. Παρά το γεγονός ότι έκανε άλμα στα 16 μέτρα στον αγώνα (κάτι που κανένας αθλητής δεν είχε κάνει στο παρελθόν) ξεπεράστηκε από τον Πολωνό Γιούζεφ Σμιτ και αρκέστηκε στο αργυρό μετάλλιο.[3] Έκλεισε τη σεζόν με έναν δεύτερο συνεχόμενο εθνικό τίτλο στο Σοβιετικό Πρωτάθλημα.[1]

Είχε μια ασυνήθιστη τεχνική για την εποχή, η οποία βασιζόταν λιγότερο στην άρση στη λωρίδα του άλματος και περισσότερο στην ωμή ταχύτητα (είχε την καλύτερη επίδοση των 10,6 δευτερολέπτων για τα 100 μέτρα). Παρέμεινε ψηλά στην παγκόσμια κατάταξη το 1959, καταλαμβάνοντας την πέμπτη θέση μετά το άλμα στα 16.38 μ., το δεύτερο καλύτερο άλμα της καριέρας του,[4] αν και αυτό τον άφησε στη δεύτερη θέση πίσω από τον Φεντοσέγεφ στη Σπαρτακιάδα.[5] Ένας τραυματισμός στο πόδι τον άφησε εκτός αγώνων τη σεζόν 1960. Ήταν τρίτος σε εθνικό επίπεδο και έπεσε από την παγκόσμια πρώτη δεκάδα.[6] Κατέλαβε την πέμπτη θέση στον κόσμο το 1961, αλλά σταμάτησε να αγωνίζεται σε υψηλό επίπεδο στη συνέχεια.[7] Έχασε την κρατική αθλητική του υποτροφία και αντ΄ αυτού επέλεξε μια αμιγώς ακαδημαϊκή.[8]

Ο Ριαχόφσκι είχε μεγάλη επιτυχία ως μαθητής-αθλητής κατά την περίοδο από το 1957 έως το 1961. Κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στους Παγκόσμιους Πανεπιστημιακούς Αγώνες του 1957, με ρεκόρ αγώνων 16.01 μ., όπου ως ο τελευταίος νικητής της διοργάνωσης, αυτό το ρεκόρ παραμένει μόνιμα.[9] Ακολούθησαν δύο χρυσά μετάλλια το 1959, κερδίζοντας στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νέων και Φοιτητών και στη συνέχεια νικώντας τους Ιάπωνες Κότζι Σακουράι και Χιρόσι Σιμπάτα για να κατακτήσει τον πρώτο τίτλο στο τριπλούν ανδρών στην Πανεπιστημιάδα. Προσπάθησε να υπερασπιστεί τον τίτλο του στην Πανεπιστημιάδα δύο χρόνια αργότερα, αλλά ηττήθηκε οριακά από τον Ρουμάνο Σορίν Ιοάν.[10][11]

Ο Ριαχόφσκι σπούδασε αθλητικές επιστήμες μέχρι το διδακτορικό στο Κρατικό Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας και αργότερα έγινε καθηγητής εκεί. Μελετώντας τη μηχανική του στίβου, υπηρέτησε στην Τεχνική Επιτροπή της Διεθνούς Ένωσης Ομοσπονδιών Στίβου για δώδεκα χρόνια. Ανάμεσα στις συστάσεις του για το άθλημα είναι μια νέα μέθοδος καταγραφής άκυρων εκκινήσεων σε αγώνες σπριντ. Ο Ριαχόφσκι υποστηρίζει ότι η τρέχουσα προσέγγιση (μέτρηση της πίεσης στα μπλοκ εκκίνησης) εμποδίζει άδικα τους αθλητές που είναι πιο δυνατοί, βαρύτεροι ή προτιμούν μια τεχνική εκκίνησης με μεγαλύτερη πίεση στα πόδια προς τα πίσω. Έχει προτείνει τη χρήση μιας δέσμης φωτός για τη μέτρηση της κίνησης των χεριών του αθλητή από τη γραμμή εκκίνησης, που είναι το πρώτο μέρος του σώματος που κινείται και μπορεί να μετρηθεί εξίσου σε όλους τους αθλητές.

Ο Ολέγκ Ριαχόφσκι (αριστερά) το 2009.

Διεθνείς αγώνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έτος Διοργάνωση Τόπος Θέση Αγώνισμα Επίδοση
1957 Πανεπιστημιάδα Παρίσι, Γαλλία Άλμα εις τριπλούν 16.01 μ.
1958 Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου Στοκχόλμη, Σουηδία Άλμα εις τριπλούν 16.02 μ.
1959 Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας και Φοιτητών Βιέννη, Αυστρία Άλμα εις τριπλούν 15.21 μ.
Πανεπιστημιάδα Τορίνο, Ιταλία Άλμα εις τριπλούν 15.74 μ.
1961 Πανεπιστημιάδα Σόφια, Βουλγαρία Άλμα εις τριπλούν 15.85 μ.

Εθνικοί τίτλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Σοβιετικό Πρωτάθλημα Στίβου
    • Άλμα εις τριπλούν: 1958, 1959

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Лёгкая атлетика. Справочник / Составитель Р. В. Орлов. — М.: «Физкультура и спорт», 1983. — 392 с. (ρώσικα)
  2. Men, Triple Jump > World Records Progression. Track and Field Statistics. Retrieved 2018-04-01.
  3. European Championships (Men). GBR Athletics. Retrieved 2018-04-01.
  4. Oleg Ryakhovskiy. Track and Field Statistics. Retrieved 2018-04-01.
  5. Лёгкая атлетика. Справочник / Составитель Р. В. Орлов. — М.: «Физкультура и спорт», 1983. — 392 с. (ρώσικα)
  6. Олег Ряховский (ρώσικα). izm48 (2010-10-17). Retrieved 2018-04-01.
  7. Oleg Ryakhovskiy. Track and Field Statistics. Retrieved 2018-04-01.
  8. Олег Ряховский (ρώσικα). izm48 (2010-10-17). Retrieved 2018-04-01.
  9. WORLD STUDENT GAMES (PRE-UNIVERSIADE). GBR Athletics. Retrieved 2018-04-01.
  10. World Student Games (UIE). GBR Athletics. Retrieved 2018-04-01.
  11. World Student Games (Universiade - Men). GBR Athletics. Retrieved 2018-04-01.
Ρεκόρ
Προκάτοχος
Αντεμάρ ντα Σίλβα
Κάτοχος παγκόσμιου ρεκόρ στο άλμα εις τριπλούν ανδρών
28 Ιουλίου 1958 – 3 Μαΐου 1959
Διάδοχος
Ολέγκ Φεντοσέγεφ