Νικολά Λόρνι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νικολά Λόρνι
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Nicolas Lorgne (Γαλλικά)
Γέννηση13ος αιώνας
Γαλλία
Θάνατος1284
Παλαιστίνη
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία
ΘρησκείαΚαθολικισμός
Θρησκευτικό τάγμαΤάγμα του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολεμιστής μοναχός
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΜεγάλος Μάγιστρος του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Νικολά Λόρνι (πέθανε το 1285) ήταν ο 21ος Μέγας Μάγιστρος των Ιωαννιτών Ιπποτών (1277 - 1285), διαδέχθηκε τον Υγκ ντε Ρεβέλ. Τον ίδιο διαδέχθηκε στην θέση του Μεγάλου Μαγίστρου ο Ζαν ντε Βιλιέ, ο Ζακ ντε Ταξί διετέλεσε Μέγας Μάγιστρος για ένα μικρό χρονικό διάστημα, την εποχή που ο Νικολά Λορζν βρισκόταν στους Αγίους Τόπους.[1][2] Η καταγωγή του ήταν Γαλλική αλλά δεν είναι τίποτα γνωστό για αυτή εκτός από το πολύ δύσκολο επώνυμο του. Εμφανίζεται για πρώτη φορά στους Αγίους Τόπους ως Κύριος του Μαργκάτ (1250), κατόπιν έγινε Κύριος στο Κρακ των Ιπποτών (1255), ανέβηκε ταχύτατα όλους τους τίτλους του Τάγματος μέχρι την χρονιά που έγινε Μέγας Μάγιστρος (1277).[3] Υπηρέτησε για πολλά χρόνια στα μέσα του 13ου αιώνα το Κρακ των Ιπποτών, δημιούργησε μεγάλες οχυρώσεις γύρω από το κάστρο με τάφρους (1250). Οι οχυρώσεις αυτές ενισχύθηκαν (1270), δεν κατάφεραν ωστόσο να εμποδίσουν την άλωση του κάστρου από τους Μουσουλμάνους του Μπαϊμπάρς, την επόμενη χρονιά μετά από πολιορκία 4 εβδομάδων (1271).[4]

Μέγας Μάγιστρος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ακριβής χρονιά που ανέβηκε στην θέση του Μέγα Μάγιστρου δεν είναι γνωστή, πιθανολογείται γύρω στο 1277, συνέχισε την πολιτική του προκατόχου του Υγκ ντε Ρεβέλ συγκαλώντας δύο Συνόδους (1278, 1283). Το δεύτερο καθήκον του ήταν η εισαγωγή μιας νέας αυστηρής ενδυματολογίας για τους Ιππότες που περιείχε τον κόκκινο χιτώνα και τον λευκό σταυρό. Την ίδια εισήγηση είχε κάνει πρώτος ο Υγκ ντε Ρεβέλ από τον πάπα Αλέξανδρο Δ΄ (11 Αυγούστου 1259) αλλά μόνο για τους Ιππότες.[5] Τα δικαιώματα που είχε ο Ούγος Γ΄ της Κύπρου αμφισβητήθηκαν από την Μαρία της Αντιόχειας, τα παραχώρησε στον Κάρολο τον Ανδεγαυό με έναν ετήσιο μισθό 4.000 λιρών και 1.000 χρυσών νομισμάτων. Ο αντιβασιλεύς των Ιεροσολύμων για λογαριασμό του Καρόλου του Ανδεγαυού Ρογήρος του Σαν Σερεβίνο έφτασε στην περιοχή προκαλώντας πανικό στους βαρόνους (7 Ιουνίου 1277). Στο συνέδριο που ακολούθησε ανάμεσα στον πάπα, τον Κάρολο τον Ανδεγαυό και την Μαρία της Αντιόχειας υποστήριξαν τον Κάρολο τον Ανδεγαυό. Ο Βοημούνδος Ζ΄ της Τρίπολης βρέθηκε σε σύγκρουση με τους Ιππότες αλλά συμφιλιώθηκαν χάρη στην επέμβαση του Νικολά Λόρνι.[6] Η πολιτική του Νικολά Λόρνι απέναντι στους Μογγόλους ήταν περισσότερο προσεκτική, όταν επιτέθηκαν στην Συρία (1280) οι Μαμελούκοι τους αντιμετώπισαν χωρίς σοβαρή αντίσταση. Οι Ιωαννίτες εκμεταλλεύτηκαν την αναταραχή, επιτέθηκαν από το κάστρο του Μαργκάτ με 200 ιππότες και με πολλά λάφυρα ως λεία. Στον δρόμο της επιστροφής τον Οκτώβριο του 1280 αντιμετώπισαν ένα στράτευμα με 5.000 Τουρκομάνους, τους συνέτριψαν παρά την αριθμητική τους κατωτερότητα. Τον Φεβρουάριο του 1281 ο νέος Εμίρης του Κρακ των Ιπποτών αποφάσισε να εκδικηθεί τους Ιππότες του Μαργκάτ με 7.000 ιππείς. Οι Ιππότες αντεπιτέθηκαν με 600 ιππείς και η ήττα του Εμίρη ήταν ολοκληρωτική, έχασαν μόνο έναν ιππότη και 12 ακολούθους.[4] Ο νέος Σουλτάνος της Αιγύπτου Αλ-Μανσούρ Καλαγούν έκλεισε ειρήνη με τον Μαμελούκο επαναστάτη διοικητή της Δαμασκού (24 Ιουνίου 1281), έκλεισε επίσης ειρήνη με τους Ιωαννίτες και την κομητεία της Τρίπολης για 10 χρόνια, 10 μήνες και 10 μέρες.

Η απώλεια του Μαργκάτ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Μογγόλοι εισέβαλαν τον Σεπτέμβριο του 1281 στην Συρία και οι Ιππότες του Μαργκάτ έστειλαν στρατό για να τους υποστηρίξουν, ο Αλ-Μανσούρ Καλαγούν έφτασε από την Αίγυπτο και τους απέτρεψε με επιτυχία, αφού νίκησε τον συνασπισμό στη Χομς. Στην συνέχεια αποφάσισε να εκδικηθεί τους Ιππότες για την στήριξη τους στους Μογγόλους και ξεκίνησε την πολιορκία του Μαργκάτ. Οι Ιππότες συγκεντρώθηκαν στο κάστρο, μετέφεραν προμήθειες και βελτίωσαν την άμυνα.[7][8] Ο Αλ-Μανσούρ Καλαγούν επιτέθηκε ξανά στο Μαργκάτ παρά την ειρηνική συνθήκη, αυτή την φορά περισσότερο αποφασισμένος (17 Απριλίου 1285). Στην πολιορκία έβαλε φωτιά στα τείχη, κατάρευσαν και άνοιξε ένα ρήγμα από το οποίο μπορούσαν να εισέλθουν, η απώλεια ήταν δεδομένη (23 Μαίου 1285). Οι Ιππότες διαπραγματεύτηκαν την παράδοση του κάστρου και την ειρηνική τους αποχώρηση, συμφώνησαν να πάρουν 2.000 χρυσά νομίσματα και οτιδήποτε άλλο μπορούσαν να σηκώσουν 25 μουλάρια, έφυγαν για την Τρίπολη και την Τορτόζα.[9] Δεν είναι γνωστό πότε πέθανε ο Νικολά Λορζν, καταγράφεται η τελευταία αναφορά για τον ίδιο (27 Σεπτεμβρίου 1283) και η πρώτη αναφορά για τον διάδοχο του (1285), πιθανότατα πέθανε λίγες βδομάδες μετά την απώλεια του Μαργκάτ (12 Απριλίου 1284). Τον διαδέχθηκε ο Ζαν ντε Βιλιέ ενώ ο Ζακ ντε Ταξί διορίστηκε προσωρινά Μέγας Μάγιστρος μέχρι την άφιξη του στους Αγίους Τόπους.[10]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Vann 2006, σ. 604, Table: Masters of the Order of St. John
  2. https://www.orderofmalta.int/history/the-grand-masters/
  3. Delaville Le Roulx 1904, σσ. 230–236
  4. Kennedy 1994, σ. 177
  5. Kennedy 1994, σ. 177
  6. Runciman, Sir Steven (1977). "Chapter XVI. The Crusader States, 1243-1291". In Wolff, Robert L. and Hazard, H. W. (eds.). A History of the Crusades: Volume II, The Later Crusades 1187-1311. Madison: The University of Wisconsin Press. σσ. 557-598
  7. Ziada, Mustafa M. (1977). "Chapter XXII. The Mamluk Sultans to 1293". In Wolff, Robert L. and Hazard, H. W. (eds.). A History of the Crusades: Volume II, The Later Crusades 1187-1311. Madison: The University of Wisconsin Press. σσ. 735-758
  8. Hitti 1937, σσ. 671–682
  9. Kennedy 1994, σ. 177
  10. Delaville Le Roulx 1904, σσ. 230–236

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Bronstein, Judith (2005). The Hospitallers and the Holy Land: Financing the Latin East, 1187-1274. Boydell Press.
  • Claverie, Pierre-Vincent (2020). Frankish Epigraphy. The French of Outremer, Fordham University.
  • Delaville Le Roulx, Joseph (1904). Les Hospitaliers en Terre Sainte et à Chypre (1100-1310). E. Leroux, Paris.
  • Demurger, Alain (2013). Les Hospitaliers, De Jérusalem à Rhodes 1050-1317. Tallandier, Paris.
  • Ellenblum, Ronnie (2016). In Laudem Hierosolymitani: Studies in Crusades and Medieval Culture in Honour of Benjamin Z. Kedar. Routledge Publishing.
  • Flavigny, Bertrand Galimard (2006). Histoire de l'ordre de Malte. Perrin, Paris.
  • Harot, Eugène (1911). Essai d'armorial des grands maîtres de l'Ordre de Saint-Jean de Jérusalem. Collegio araldico.
  • Hitti, Philip Khuri (1937). History of the Arabs. Macmillan, New York.
  • Josserand, Philippe (2009). Prier et combattre, Dictionnaire européen des ordres militaires au Moyen Âge. Fayard, Paris.
  • Kennedy, Hugh (1994). Crusader Castles. Cambridge University Press.
  • Lock, Peter (2006). The Routledge Companion to the Crusades. Routledge.
  • Murray, Alan V. (2006). The Crusades—An Encyclopedia. ABC-CLIO.
  • Nicholson, Helen J. (2001). The Knights Hospitaller. Boydell & Brewer.
  • Riley-Smith, Jonathan (1973). The Feudal Nobility and the Kingdom of Jerusalem, 1174-1277. Macmillan.
  • Runciman, Steven (1952). A History of the Crusades, Volume Two: The Kingdom of Jerusalem and the Frankish East, 1100-1187. Cambridge University Press.
  • Setton, Kenneth M. (1969). A History of the Crusades. University of Wisconsin Press.
  • Tyerman, Christopher (2006). God's War: A New History of the Crusades. Belknap Press.
  • Vann, Theresa M. (2006). Order of the Hospital. The Crusades––An Encyclopedia.


Προκάτοχος
Υγκ ντε Ρεβέλ
Μεγάλος Μάγιστρος του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ
Θυρεός του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ

1277 - 1285
Διάδοχος
Ζαν ντε Βιλιέ