Ναός Τιμίου Προδρόμου Νάουσας (Μέσα Πρόδρομος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ναός Τιμίου Προδρόμου Νάουσας
Ο ναός του Τιμίου Προδρόμου, εξωτερική όψη από δυσμάς
Χάρτης
Είδοςεκκλησία και ορθόδοξη εκκλησία
Γεωγραφικές συντεταγμένες40°37′57″N 22°4′8″E
Θρησκευτική υπαγωγήΙερά Μητρόπολις Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Ηρωικής Πόλεως Νάουσας
ΤοποθεσίαΝάουσα Ημαθίας
ΧώραΕλλάδα
Προστασίαδιατηρητέο κτήριο στην Ελλάδα[1]
Commons page Πολυμέσα
Ο ναός του Τιμίου Προδρόμου το 1910

Ο ναός του Τιμίου Προδρόμου στη Νάουσα (Μέσα ή Μεγάλος Πρόδρομος) βρίσκεται στην κεντρική περιοχή της πόλης ανάμεσα στους ενοριακούς Ναούς της Παναγίας και του Αγίου Μηνά.[2] Αποτελούσε αρχικά μετόχι της Μονής Τιμίου Προδρόμου που βρίσκεται βορειοανατολικά της πόλης (Έξω Πρόδρομος). Σήμερα λειτουργεί ως παρεκκλήσι του ενοριακού ναού του Αγίου Μηνά Νάουσας. Η ιστορία του ναού του Τιμίου Προδρόμου είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την ιστορία της Νάουσας, αφού αποτελεί τη μοναδική εκκλησία που διασώθηκε από την καταστροφή της πόλης το 1822.

Ιστορικά Στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εικόνα του Χριστού στον Δεσποτικό Θρόνο με χρονολόγηση 1815

Ο ναός του Τιμίου Προδρόμου φέρεται να έχει ανεγερθεί κατά τον 18ο αι., αν και η συνήθης χρονολόγησή του στα 1715 δεν μπορεί με τα μέχρι σήμερα στοιχεία να επιβεβαιωθεί. Μέσα στον ναό πάντως η χρονολόγηση των φορητών εικόνων φτάνει μέχρι το 1815, οπωσδήποτε πάντως πριν την επανάσταση και καταστροφή της Νάουσας (1822). Ο ναός του Τιμίου Προδρόμου δεν είχε την τύχη των υπολοίπων εκκλησιών της πόλης, γι' αυτό ήταν και το μοναδικό θρησκευτικό καθίδρυμα που λειτούργησε για κάποια χρόνια μετά την επανοίκηση της πόλης ως περίπου το μέσον της δεκαετίας του 1830. Ο ναός του Τιμίου Προδρόμου υπήρξε κατά τον 19ο αι., όπως και σήμερα άλλωστε, ιδιαίτερα αγαπητός στους Ναουσαίους. Τα (πολλά) έσοδα του ναού διοχετεύονταν μέσω της ομώνυμης μονής στην Ι.Μ. Εδέσσης στην οποία υπαγόταν διοικητικά. Αυτό προκαλούσε τη δυσαρέσκεια των προυχόντων της πόλης, που επιθυμούσαν την αξιοποίηση των εσόδων του ναού για τις τοπικές ανάγκες. Επειδή μάλιστα οι έγγραφες διαμαρτυρίες τους προς τον Εδέσσης δεν κατέληξαν σε κανένα θετικό γι' αυτούς αποτέλεσμα, δεν δίστασαν να καταλάβουν τον ναό το 1878. Μόνο με πατριαρχική παρέμβαση επανήλθε η κανονικότητα, αν και οι προστριβές δεν έλειψαν παρά μόνο μετά την τελική υπαγωγή του ναού στη Μητρόπολη Βεροίας και Ναούσης. Προηγουμένως οι Ναουσαίοι δεν δίστασαν να οικοδομήσουν ακριβώς απέναντι έναν άλλο ναό του Προδρόμου ως αντίπαλον δέος. Αυτός επικράτησε να λέγεται «Μικρός Πρόδρομος».

Εκδοχές της διάσωσης του ναού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κεντρικό κλίτος του ναού του Τιμίου Προδρόμου
Αναθηματική επιγραφή στην εικόνα του Αγίου Τρύφωνος

Για τον τρόπο με τον οποίο ο ναός του Τιμίου Προδρόμου κατάφερε να διασωθεί κατά την καταστροφή της Νάουσας οι εκδοχές είναι δύο. Η πρώτη, η θρυλική, αναφέρει πως πολλά γυναικόπαιδα κατέφυγαν στον ναό και ζήτησαν την προστασία του αγίου από τους Τούρκους. Έτσι, όταν οι Τούρκοι περικύκλωσαν τον ναό κι ένας από αυτούς επιχείρησε να σπάσει την πόρτα με τσεκούρι, αυτό γύρισε αντίθετα και τον χτύπησε με συνέπεια τον θάνατο του. Τα γυναικόπαιδα θεώρησαν πως οι προσευχές τους εισακούσθηκαν, οι δε Τούρκοι φοβήθηκαν,πιστεύοντας πως το συμβάν ήταν ένα σημάδι από τον Θεό. Έτσι ο ναός και ο κόσμος μέσα σ' αυτόν σώθηκαν. Η δεύτερη εκδοχή, πιο ορθολογική και ιστορική, αποδίδει τη σωτηρία του ναού σε ειδική εντολή του Εμπού Λουμπούτ, του Τούρκου πολιορκητή της Νάουσας, μετά από παράκληση φυγά Ναουσαίου προκρίτου Μάμαντη (Δραγατά) που είχε καταφύγει σ' αυτόν μετά τη διαμάχη του με τον Ζαφειράκη. Οι συγγενείς και φίλοι του Μάμαντη, υποστηρίζουν ορισμένοι, είχαν ειδοποιηθεί καταλλήλως να βρίσκονται μέσα στον ναό κατά την εισβολή των Τούρκων, οι οποίοι παρέκαμψαν τον ναό, καθώς προχωρούσαν καταστρέφοντας.

Αρχιτεκτονική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο άμβωνας, ο γυναικωνίτης και η οροφή του ναού του Τιμίου Προδρόμου

Εξωτερικά του ναού σχηματίζεται ένα κλειστό προστώο που προστέθηκε τα τελευταία χρόνια στη δυτική και νότια πλευρά. Εσωτερικά σχηματίζεται νάρθηκας που βρίσκεται σε υψηλότερο επίπεδο και συνδέεται με τον κυρίως ναό μέσω μιας μικρής κλίμακας, λόγω της υψομετρικής διαφοράς που υπάρχει ανάμεσα στο δυτικό και ανατολικό τμήμα του ναού. Πάνω από τον νάρθηκα υπάρχει και γυναικωνίτης. Ο κυρίως ναός ανήκει στον ρυθμό της τρίκλιτης βασιλικής. Το κεντρικό κλίτος του ναού είναι πλατύτερο και έχει μεγαλύτερο ύψος από τα 2 πλαϊνά. Τα κλίτη χωρίζονται μεταξύ τους με 2 σειρές από κίονες που συγκρατούν τόξα. Ακριβώς στην απόληξη της τοξοστοιχίας αναπτύσσεται μία διακοσμητική ταινία από κληματίδες γεμάτες σταφύλια. Η οροφή του ναού είναι οριζόντια και ξύλινη, ενώ διακοσμείται από μεγάλα φατνώματα. Το δάπεδό του είναι παλιό και αποτελείται από μεγάλες ορθογώνιες πλάκες λευκού μαρμάρου χωρίς κανένα ιδιαίτερο σχέδιο.Μπροστά από το Ιερό βήμα, στο ανατολικό τμήμα του ναού ορθώνεται ξύλινο τέμπλο. Στην απόληξη του κεντρικού άξονα του τέμπλου, πάνω από την Ωραία Πύλη, υψώνεται ένας μεγαλοπρεπής σταυρός. Το εσωτερικό του κυρίως ναού φωτίζεται από δύο σειρές παραθύρων που ανοίγονται στους δύο πλάγιους τοίχους.

Εικόνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εικόνα του Αγίου Τρύφωνα με την αναθηματική επιγραφή
Όψη του νοτίου κλίτους. Στο βάθος ο Χριστός ως Καλός Ποιμήν, έργο του Χριστόδουλου Ματθαίου.

Μέσα στον ναό δεν υπάρχουν αγιογραφίες, παρά μόνο η παράσταση της Αποκαθήλωσης στην κόγχη της Προσκομιδής. Υπάρχουν όμως ενδιαφέρουσες φορητές εικόνες. Οι περισσότερες χρονολογούνται κατά τον 19ο αιώνα, πιθανόν από ανακαίνιση που έγινε εκείνη την εποχή λόγω καταστροφής της εκκλησίας. Μέσα στον ναό υπάρχουν τέσσερα προσκηνητάρια. Τα δύο πρώτα αμέσως μετά την είσοδο στον κυρίως ναό φέρουν τις εικόνες του Ευαγγελισμού (αριστερά) και του Αγίου Τρύφωνος (δεξιά). Η εικόνα του Αγίου Τρύφωνος είναι έργο του Εμμανουήλ Γεννιτσιώτου από το 1887. Στα προσκυνητάρια αριστερά και δεξιά του Τέμπλου εικονίζεται ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Η επενδεδυμένη εικόνα στο δεξιό προσκυνητάρι χρονολογείται στα 1868. Οι κυριότερες εικόνες του τέμπλου είναι: (δεξιά της Ωραίας Πύλης) α) Ο Χριστός Μέγας Αρχιερεύς (με τους 12 Αποστόλους μέσα σε στηθάρια), β) Ο Τίμιος Πρόδρομος, γ) Ο Άγιος Νικόλαος (χρονολογείται το 1815) και δ) Οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς, Δαμιανός και Παντελεήμων και (αριστερά της Ωραίας Πύλης) α) Η Παναγία Οδηγήτρια, β) Οι 12 Προφήτες και οι Δίκαιοι της παλαιάς διαθήκης σε στηθάρια (1815), γ) Οι Άγιοι Πάντες, δ) Ο Άγιος Αθανάσιος και ε) η Αγία Παρασκευή με σκηνές από τον βίο της (1815). Οι εικόνες χαρακτηρίζονται από ένα χρυσαφί φόντο και οι μορφές των Αγίων έχουν σχεδόν τις ίδιες λεπτομέρειες πράγμα που φανερώνει πως είναι έργα του ίδιου αγιογράφου. Στην αριστερή πλευρά του Ιερού εικονίζεται ο Αρχάγγελος Μιχαήλ (έργο του τοπικού ζωγράφου Δ. Χατζηνώτα 1906), ενώ στη δεξιά πλάγια είσοδο (αντί του Αρχαγγέλου Γαβριήλ) εικονίζεται ο Χριστός ως Καλός Ποιμήν, έργο του φημισμένου Ναουσαίου αγιογράφου των αρχών του 20ου αι. Χριστόδουλου Ματθαίου (1925).[3]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι εικόνες του τέμπλου εκατέρωθεν της Ωραίας Πύλης