Μπολέσουαφ Ρόγια

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μπολέσουαφ Ρόγια
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση4  Απριλίου 1876
Bryntsi-Zahirni
Θάνατος27  Μαΐου 1940
Στρατόπεδο συγκέντρωσης Ζάξενχαουζεν
Τόπος ταφήςΣτρατιωτικό Κοιμητήριο Ποβόνσκι
Χώρα πολιτογράφησηςΠολωνία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΠολωνικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααξιωματικός
πολιτικός[1]
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαStronnictwo Chłopskie
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςστρατηγός
Πόλεμοι/μάχεςΑ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΣταυρός της Ανεξαρτησίας (Πολωνία)
Διοικητής του Τάγματος της Αναγέννησης της Πολωνίας[2]
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Ο Μπολέσουαφ Ρόγια στο Σέιμ

Ο Ταξίαρχος Μπολέσουαφ Γέζι Ρόγια (πολωνικά: Bolesław Jerzy Roja) (4 Απριλίου 1876 - 27 Μαΐου 1940) ήταν αξιωματικός των Πολωνικών Λεγεώνων στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στρατηγός και πολιτικός στη Δεύτερη Πολωνική Δημοκρατία, αποδέκτης ορισμένων από τα υψηλότερα πολωνικά στρατιωτικά βραβεία, συμπεριλαμβανομένου του Τάγματος Στρατιωτικής Αξίας της Πολωνίας. Αντιτάχθηκε στον Γιούζεφ Πιουσούτσκι και το καθεστώς της Σανάτσια τη δεκαετία του 1920. Μετά τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία το 1939 συνελήφθη και δολοφονήθηκε από τους Ναζί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Ζάξενχαουζεν.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ρόγια γεννήθηκε στις 4 Απριλίου 1876 στο χωριό Μπρίντσε Ζαγκούρνς, κοντά στο Ζιντάτσιβ της Αυστριακής Γαλικίας. Οι γονείς του ήταν ο Γιούζεφ Ρόγια και η Μάρια (το γένος Ττσίνσκα).[3] Αποφοίτησε από τη Σχολή Δοκίμων του Αυστροουγγρικού Στρατού στη Βιέννη. Το 1899 προήχθη σε Ανθυπολοχαγό και υπηρέτησε στο 36ο Σύνταγμα Ξηράς Άμυνας (kk Landwehr Infanterie Regiment Nr. 36) στην Κοουομίγια. Το 1905, λόγω κακής υγείας, μετατέθηκε στην εφεδρεία του στρατού. Ο Ρόγια συνεργάστηκε με την αυστροουγγρική υπηρεσία πληροφοριών. Για ένα διάστημα, σπούδασε νομική και ιατρική στο Γιαγκιελόνιο Πανεπιστήμιο και εργάστηκε ως δημόσιος υπάλληλος στην Κρακοβία.[3]

Μετά το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ρόγια εντάχθηκε στις Πολωνικές Λεγεώνες. Ήταν στενός συνεργάτης του Γιούζεφ Πιουσούτσκι, αλλά μετά την κρίση του όρκου, εγκατέλειψε τις Λεγεώνες και εντάχθηκε ξανά στον Αυστροουγγρικό Στρατό. Στις αρχές του 1918, υπηρέτησε στο Γκρατς, επιστρέφοντας στην Κρακοβία μετά από αρκετούς μήνες. Ο Ρόγια αναμείχθηκε αμέσως σε πολωνικές πατριωτικές δραστηριότητες. Στα τέλη Οκτωβρίου 1918 ανέλαβε την πρώην Αυστριακή Στρατιωτική Διοίκηση στην Κρακοβία και, την 1η Νοεμβρίου, το Συμβούλιο Αντιβασιλείας, σε αναγνώριση των εξαιρετικών υπηρεσιών του, τον προήγαγε στο βαθμό του Ταξίαρχου και τον ονόμασε διοικητή της φρουράς της Κρακοβίας. Η προαγωγή του Ρόγια επιβεβαιώθηκε σύντομα από τον Πολωνό Αρχιστράτηγο, Γιούζεφ Πιουσούτσκι.

Δεύτερη Πολωνική Δημοκρατία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεταξύ Φεβρουαρίου και Αυγούστου 1919, ο Ρόγια διοικούσε την Πολωνική 2η Μεραρχία Πεζικού Λεγεώνων, πολεμώντας για την επιστροφή της κυριαρχίας της Πολωνίας ενάντια στον Κόκκινο Στρατό στη σημερινή Λευκορωσία (βλ. Πολωνο-Σοβιετικός Πόλεμος). Στις 8 Αυγούστου 1919, η μονάδα του κατέλαβε το Μινσκ, μετά το οποίο ο Ρόγια μετατέθηκε στη διοίκηση της φρουράς του Κιέλτσε. Τον Μάρτιο του 1920 διοικούσε τον Πολωνικό Στρατό στην Πομερέλια ( Okręg Generalny VIII Toruń)[4] και τον Αύγουστο του 1920, ήταν διοικητής της Επιχειρησιακής Ομάδας Νάρεφ του Πολωνικού Βόρειου Μετώπου. Ο Ρόγια ήταν δύσπιστος για τη νίκη της Πολωνίας στον πόλεμο κατά της Σοβιετικής Ρωσίας. Τον Ιούλιο του 1920, όταν ο Κόκκινος Στρατός έφτασε στα προάστια της Βαρσοβίας, σχεδίαζε να κηρύξει την ανεξαρτησία της Πομερελίας και να υπογράψει μια αυτονομιστική ειρήνη με τους Σοβιετικούς. Λόγω της ηττοπαθούς του προσέγγισης και της ενασχόλησής του με την πολιτική, στα τέλη Αυγούστου 1920 υποβιβάστηκε από τη θέση του. Στις 20 Σεπτεμβρίου, ο Ρόγια μεταφέρθηκε ως έφεδρος μέχρι το 1922.[3]

Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο Ρόγια επέκρινε συχνά τον Γιούζεφ Πιουσούτσκι και την κυβέρνησή του. Το 1928 εξελέγη στο Σέιμ ως μέλος του αγροτικού κόμματος Stronnictwo Chłopskie. Διετέλεσε επικεφαλής βουλευτής της Στρατιωτικής Επιτροπής της Βουλής και τον Δεκέμβριο του 1929 παραιτήθηκε από το Σέιμ. Τον Αύγουστο του 1930, ο Ρόγια έγραψε μια ανοιχτή επιστολή στον Πιουσούτσκι, αλλά το έγγραφο κατασχέθηκε από τη λογοκρισία πριν από την επίσημη κυκλοφορία του. Το 1937, κατόπιν διαταγής του Στρατηγού Ταντέους Κασπζίτσκι, ο Ρόγια φυλακίστηκε σε ψυχιατρική πτέρυγα του στρατιωτικού νοσοκομείου της Κρακοβίας. Ο Ρόγια δεν πολέμησε στην Εισβολή στην Πολωνία. Στα τέλη του 1939, συμμετείχε σε φιλανθρωπικές δραστηριότητες του Πολωνικού Ερυθρού Σταυρού. Τον Μάρτιο του 1940, ο Ρόγια συνελήφθη από τους Γερμανούς και τοποθετήθηκε στη διαβόητη Φυλακή Πάβιακ στη Βαρσοβία. Τον Μάιο του 1940 μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Ζάξενχαουζεν, όπου δολοφονήθηκε στις 27 Μαΐου 1940.[3]

Βραβεία και τιμές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ανακτήθηκε στις 14  Ιουνίου 2019.
  2. Ανακτήθηκε στις 9  Μαρτίου 2021.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 B.W., Bolesław Roja Bitwa Warszawska.pl, 2010 Starostwo Powiatowe w Wołominie.
  4. Dariusz Krakowiak (8 Νοεμβρίου 2011), Bolesław Roja (in) Józef Piłsudski i jego czasy. ISSN 1899-8348.
  5. Dziennik Rozkazów (1920)Dekrety i Rozkazy Naczelnego Wodza Αρχειοθετήθηκε 2014-09-16 στο Wayback Machine. (DjVu format, direct download) J. Pilsudski, m.p. R. 3, nr 1. Silesian Digital Library. Katowice.

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Henryk Korczyk, "Bolesław Roja" (στο) Polski Słownik Biograficzny, τόμ. XXXI, 1989
  • Andrzej Suchcitz, Generałowie wojny polsko-sowieckiej 1919-1920. Mały słownik biograficzny, Μπιαουίστοκ 1993