Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μήτρα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Το γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα. Η μήτρα σημειώνεται με τον αριθμό 13.

Η μήτρα αποτελεί μέρος του θηλυκού αναπαραγωγικού συστήματος, και είναι ένα από τα εσωτερικά γεννητικά όργανα. Η μήτρα παίζει σημαντικότατο ρόλο στην εγκυμοσύνη, καθώς φιλοξενεί το γονιμοποιημένο ωάριο και στη συνέχεια το έμβρυο κατά τη διάρκεια της κύησης.


Η μήτρα είναι ένα όργανο σε σχήμα αχλαδιού. Έχει διαστάσεις σε μια φυσιολογική νεαρή γυναίκα 8εκ χ 5εκ χ1,5εκ. Αποτελείται από τον τράχηλο, το σώμα και τον θόλο της μήτρας. Ο τράχηλος αποτελεί το σημείο επικοινωνίας με τον κόλπο της γυναίκας και χωρίζεται σε υπερκολεϊκό και ενδοκολεϊκό μέρος. Το ενδοκολεϊκό μέρος εμφανίζει το έξω στόμιο της μήτρας.[1]

Το τοίχωμα της μήτρας είναι σχετικά παχύ και σχηματίζεται από τρεις στιβάδες: ανάλογα με την περιοχή της μήτρας, υπάρχει είτε ένας εξωτερικός ορογόνος χιτώνας (συνδετικός ιστός και μεσοθήλιο) είτε έξω χιτώνας (συνδετικός ιστός). Οι άλλες στιβάδες της μήτρας είναι το μυομήτριο, μια παχειά στιβάδα λείου μυός και το ενδομήτριο, δηλαδή ο βλεννογόνος της μήτρας.

Το μυομήτριο, ο παχύτερος χιτώνας της μήτρας, αποτελείται από δεσμίδες λείων μυϊκών ινών που χωρίζονται με συνδετικό ιστό. Οι δεσμίδες των λείων μυϊκών ινών σχηματίζουν τέσσερις ασαφώς καθορισμένες στιβάδες. Η πρώτη και η τέταρτη στιβάδα αποτελείται κυρίως από δεσμίδες που διατάσσονται παράλληλα με τον επιμήκη άξονα του οργάνου. Οι μεσαίες στιβάδες περιέχουν τα μεγάλα αιμοφόρα αγγεία.

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης το μυομήτριο διέρχεται μια περίοδο έντονης ανάπτυξης που είναι αποτέλεσμα τόσο της υπερπλασίας (αύξηση στον αριθμό των λείων μυϊκών κυττάρων) όσο και της υπερτροφίας (αύξηση στο μέγεθος των κυττάρων) της μήτρας. Μετά την εγκυμοσύνη, ακολουθεί καταστροφή μερικών λείων μυϊκών κυττάρων, ελάττωση του μεγέθους σε άλλα κύτταρα και ενζυμική αποδόμηση του κολλαγόνου. Η μήτρα ελαττώνεται σε μέγεθος και επανέρχεται σχεδόν στις διαστάσεις που είχε πριν την κύηση.

Το ενδομήτριο αποτελείται από επιθήλιο και χόριο που περιέχει απλούς σωληνοειδείς αδένες, οι οποίοι διακλαδίζονται ενίοτε στις βαθύτερες μοίρες τους. Τα κύτταρα του μονόστιβου καλυπτικού επιθηλίου, είναι ένα μείγμα κροσσωτών και εκκριτικών κυττάρων. Ο συνδετικός ιστός του χορίου είναι πλούσιος σε ινοβλάστες και περιέχει άφθονη θεμέλια ουσία. Οι ίνες του συνδετικού ιστού αποτελούνται κυρίως από κολλαγόνο τύπου ΙΙΙ.

Η στιβάδα του ενδομητρίου είναι δυνατόν να διαιρεθεί σε 2 ζώνες: 1) Τη βασική ζώνη, την πιο βαθιά στιβάδα στη συμβολή με το μυομήτριο, που περιέχει το χόριο και το αρχικό τμήμα των αδένων της μήτρας, 2) τη λειτουργική ζώνη που αποτελείται από το υπόλοιπο του χορίου και των αδένων, καθώς επίσης και από το επιπολής επιθήλιο. Ενώ η λειτουργική ζώνη υπόκειται σε ριζικές μεταβολές κατά τη διάρκεια του εμμηνορρυσιακού κύκλου, όπου συγκεκριμένα κατά την έμμηνο ρύση τμήμα της απορρίπτεται, η βασική ζώνη παραμένει κατά το πλείστον αμετάβλητη.

Οι τοξοειδείς αρτηρίες είναι διατεταγμένες περιφερικά στις μεσαίες στιβάδες του μυομητρίου. Από τα αγγεία αυτά, εκφύονται 2 σειρές αρτηριών που χορηγούν αίμα στο ενδομήτριο: Οι ευθείες αρτηρίες οι οποίες αιματώνουν τη βασική ζώνη, και ο σπειροειδείς (ελικοειδείς) αρτηρίες που αιματώνουν τη λειτουργική ζώνη του ενδομητρίου.

Η πρωταρχική αναπαραγωγική λειτουργία της ανθρώπινης μήτρας είναι να προετοιμάζει την εμφύτευση του ζυγωτού, του γονιμοποιημένου ωαρίου, και να διατηρεί την εγκυμοσύνη εάν συμβεί η εμφύτευση.[2] Ταξιδεύοντας κατά μήκος της σάλπιγγας στο δρόμο προς την κοιλότητα της μήτρας, ο ζυγωτός διαιρείται μιτωτικά, μετατρέπεται σε βλαστοκύστη που τελικά προσκολλάται στο τοίχωμα της μήτρας και εμφυτεύεται στο ενδομήτριο.[3] Αργότερα, ο πλακούντας αναπτύσσεται για να θρέψει το έμβρυο, το οποίο αναπτύσσεται καθ' όλη τη διάρκεια της εμβρυϊκής και ενδομήτριας ανάπτυξης μέχρι τον τοκετό. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, η μήτρα μεγαλώνει για να φιλοξενήσει το αναπτυσσόμενο έμβρυο. Όταν αρχίζει ο φυσιολογικός τοκετός, η μήτρα συστέλλεται έντονα καθώς ο τράχηλος διαστέλλεται, με αποτέλεσμα τη γέννηση του μωρού.[4]

Ελλείψει εγκυμοσύνης, η έμμηνος ρύση εμφανίζεται.[5][6] Η απέκκριση των γυναικείων ορμονών του φύλου, των οιστρογόνων και της προγεστερόνης, η οποία συμβαίνει απουσία γονιμοποίησης, προκαλεί την απώλεια του λειτουργικού στρώματος του ενδομητρίου.[7] Αυτό το στρώμα διασπάται, αποβάλλεται και ξαναχτίζεται εν αναμονή του επόμενου εμμηνορροϊκού κύκλου. Η μέση διάρκεια της αιμορραγίας κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρύσεως είναι 5-7 ημέρες, μετά την οποία ο εμμηνορρυσιακός κύκλος αρχίζει και πάλι.[8]

Μια γυναίκα παράγει περιορισμένο αριθμό ωαρίων κατά τη διάρκεια της ζωής της και τελικά η παραγωγή ωαρίων επιβραδύνεται και σταματά.[9]

Οι αμφίπλευροι Μυλλεριανοί πόροι σχηματίζονται νωρίς στη ζωή του ανθρώπινου εμβρύου.[10][11][12] Στα αρσενικά, η αντιμυλλεριανή ορμόνη (AMH) που εκκρίνεται από τους όρχεις προκαλεί παλινδρόμηση των πόρων. Στις γυναίκες, οι αγωγοί αυτοί οδηγούν στις σάλπιγγες και τη μήτρα. Στους ανθρώπους, τα κατώτερα τμήματα των δύο αγωγών συγχωνεύονται για να σχηματίσουν μια ενιαία μήτρα- σε περιπτώσεις δυσπλασιών της μήτρας, η συγχώνευση αυτή μπορεί να διακοπεί. Η διαφορετική μορφολογία της μήτρας στα θηλαστικά οφείλεται στον διαφορετικό βαθμό σύντηξης των Μυλλεριανών πόρων.

Διάφορες συγγενείς παθήσεις της μήτρας μπορούν να αναπτυχθούν στη μήτρα. Αν και σπάνιες, ορισμένες από αυτές είναι η διδέλφια μήτρα, η διχοτόμος μήτρα και άλλες.[13]

Εμβρυολογική προέλευση της μήτρας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μήτρα προέρχεται από την συνένωση των δύο πόρων του Muller (παραμεσονέφριοι πόροι) στο κύημα θηλυκού γένους.

Η μήτρα βρίσκεται μέσα στη γυναικεία λεκάνη (πύελο) συνήθως σε θέση τέτοια ώστε το πάνω μέρος της έρχεται ελαφρώς προς τα εμπρός.

Καρκίνος του τραχήλου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας προέρχεται από το πολύστιβο πλακώδες επιθήλιο του. Αν και παρατηρείται συχνά το ποσοστό θνησιμότητας είναι μικρό (8 περίπου θάνατοι ανά 100.000 νοσούσες).

  1. Αλέξανδρος Π Σάββα. Επίτομη Ανατομική του Ανθρώπου και Ατλας. σελ. 422. 
  2. «Physiology of the Endometrium and Regulation of Menstruation». journals.physiology.org. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. 
  3. «Anatomy and Physiology of the Female Reproductive System». openstax.org. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. 
  4. «Anatomy, Abdomen and Pelvis: Uterus». www.ncbi.nlm.nih.gov. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. 
  5. «Secondary Amenorrhea». www.lecturio.com. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. 
  6. «The Female Reproductive System». clinicalpub.com. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. 
  7. «Female Physiology Before Pregnancy and Female Hormones». doctorlib.info. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. 
  8. «Physiology, Menstrual Cycle». www.ncbi.nlm.nih.gov. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. 
  9. «Fertility». conceiveplus.asia. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. 
  10. «AMH gene». medlineplus.gov. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. 
  11. «Müllerian inhibiting substance/anti-Müllerian hormone: A novel treatment for gynecologic tumors». www.ogscience.org. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. 
  12. «Embryology, Mullerian Ducts (Paramesonephric Ducts)». pubmed.ncbi.nlm.nih.gov. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. 
  13. «Surgical Correction of Uterovaginal Anomalies». www.glowm.com. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2024.